22.11.15

Τριάντα χρόνια από τον θάνατο του Γιώργου Ιωάννου



Του Γιώργου Κορδομενίδη

Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Ενα βράδυ Σαββάτου επέστρεφα από τις Σέρρες στη Θεσσαλονίκη, σκοτισμένος και βαρύς, έχοντας αφήσει πίσω μου έναν φίλο ανήσυχο για την υγεία του. Λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη με υποδέχτηκε μια ομίχλη απροσδόκητη, σχεδόν κινηματογραφική, έτσι όπως ξεσπούσε πάνω στο αυτοκίνητο κύματα κύματα, ύστερα εξαφανιζόταν απότομα και μετά νά σου την πάλι αίφνης μπροστά μου. Προσέχοντας τη σωτήρια σ' αυτές τις περιπτώσεις λευκή διαχωριστική γραμμή, σκεφτόμουνα ταυτόχρονα φράσεις από το διήγημα του Γιώργου Ιωάννου «Ομίχλη». Τη νύχτα, ο πεθαμένος ήδη από το με­σημέρι φίλος μου με επισκέφθηκε στον ύπνο μου. Αναψε το λαμπατέρ στο υπνο­δω­μάτιο όπως μόνον οι πεθαμένοι μπορούν και το κάνουν κι ύστερα, λέει, μου πρότεινε: «Πάμε μια βόλτα στην παραλία; Εχει ομίχλη, και μ' αρέσει να βαδίζω έτσι». Περπατήσαμε όχι από τη μεριά της θάλασσας μα από την άλλη πλευρά, με τις καφετέριες και τις αντι­προσωπείες αυτοκινήτων. Ο Ιωάννου, όπως συνήθιζε και στους αληθινούς περιπάτους μας, σχολίαζε τους περαστικούς: Αυτός είναι φαντάρος, στην πρώτη του έξοδο. Εκείνη εκεί είναι ανύπαντρη υπάλληλος του Οργανισμού Εγγείων Βελτιώσεων και επιστρέφει σπίτι της από επίσκεψη στην αδελφή της. Ο άλλος είναι επαρχιώτης και ήρθε στη συμπρωτεύουσα για ψυχαγωγία. Γελούσαμε με τα αυθαίρετα και καλόβολα σχόλιά του, κι ύστερα καθόμασταν για έναν καφέ ή μια πορτοκαλάδα στο «Αιγαίον». Αν περπα­τούσαμε τώρα στην παραλία, θα σχολίαζε πως κι αυτό άλλαξε στυλ, κι από παραδοσιακό καφενείο εκσυγχρονίστηκε.

Πρωτοδιάβασα Ιωάννου το 1980: τον Επιτάφιο θρήνο, που είχε κυκλοφορήσει εκείνη τη χρονιά, κατά τη γνώμη μου πυρηνικό βιβλίο μέσα στο συνολικό του έργο. Κι αμέσως μετά ό,τι δικό του βγήκε την ίδια εποχή: την Ομόνοια, μια αυτοπρόσωπη ξενάγηση στη μεγάλη αυλή των (ελληνικών μόνο, τότε) θαυμάτων· τη Στράτωνος μούσα παιδική, μετάφραση αρχαιοελληνικών παιδεραστικών ποιημάτων. Κι έπειτα, ένα-ένα, τα προηγούμενα βι­βλία του.

Τον ίδιο τον Ιωάννου τον γνώρισα μόλις το 1982, με αφορμή μια συνέντευξη που μου παραχώρησε τότε για το κρατικό ραδιόφωνο. [Η συνέντευξη εκείνη διασώζεται πλέον στο βιβλίο Γιώργος Ιωάννου: Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. Συνεντεύξεις (1974-1985). Πρόλογος-επιμέλεια: Γιώργος Αναστασιάδης. Αθήνα, Κέδρος 1996.] Πριν από τη συνέντευξη όμως, με εξάντλησε σε μια δίωρη βόλτα στην πρωτομαγιάτικη Θεσσαλονίκη. Ηταν η πρώτη μου επαφή με τη μυθολογία της πόλης, που καλλιεργούσε ο Ιωάννου, αλλά κι η είσοδός μου στον γοητευτικό ατομικό του μικρόκοσμο. Τέτοιες βόλτες στη Θεσσαλο­νί­κη, νυχτερινές κυρίως, ήταν ένας από τους άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκε η σχέση του μαζί μου (οι άλλοι ήταν η αλληλογραφία μας και οι επισκέψεις μου, Κυριακή πρωί συνήθως, στο σπίτι του στην αθηναϊκή οδό Δεληγιάννη).

Από τη μόλις τρίχρονη συναναστροφή μας, που σχεδόν εξαρχής πήρε χαρακτήρα θερμής, αμφίδρομης φιλίας, έχω να θυμάμαι πολλά. Πρώτα πρώτα, την εμπιστοσύνη με την οποία με περιέβαλε εξαρχής, παρά το γεγονός ότι ήξερε πως προερχόμουν από ένα πνευματικό περιβάλλον που εκείνος θεωρούσε σφόδρα εχθρικό ― εννοώ τη Διαγώνιο, περιοδικό του κάποτε επιστήθιου φίλου του, Ντίνου Χριστιανόπουλου. Υστερα το γεγο­νός ότι στις ώρες της συναναστροφής μας, είτε στη Θεσσαλονίκη είτε στην Αθήνα, δεν μονοπωλούσε τον χρόνο, μιλώντας για κείνον, για το έργο του και τα ενδιαφέροντά του, αλλά προκαλούσε κι ενθάρρυνε και μένα να μιλώ για τα δικά μου έργα και τις δικές μου ημέρες ― και νύχτες, καμιά φορά...

Κι ανάμεσα σ' αυτές τις συναντήσεις, μικρά μπιλιέτα με τα χαρακτηριστικά φύλλα κισσού στην επάνω αριστερά γωνία και τον στρογγυλό γραφικό του χαρακτήρα· μπιλιέτα που συνόδευαν κάποιο καινούριο βιβλίο, νέο τεύχος του μονοφωνικού του Φυλλαδίου ή καμιά εγκύκλιο, που κατακεραύνωνε κάποιον που υπερέβαινε, κατά τη γνώμη του, τα εσκαμμένα. Αραιά και πού κανένα τηλεφώνημα, συνήθως Σάββατο απόγευμα, με ειρωνικά σχόλια για τους «Αθηναίους [συγγραφείς], που είναι συνέχεια στον δρόμο και δεν καταλαβαίνει κανείς πότε συγκεντρώνονται να γράψουν και να διαβάσουν» αλλά και με πληροφορίες για τα τρέχοντα και για τα επικείμενα σχέδιά του... Τα χρονογρα­φή­ματά του στις αθηναϊκές εφημερίδες, οι μαχητικές επιστολές του, οι εκτενείς συνεντεύ­ξεις του ή οι εμφανίσεις του στην τηλεόραση ήταν οι άλλοι τρόποι της έμμεσης επι­κοινωνίας μας. Μιας επικοινωνίας που συνεχίζεται πια χωρίς εκείνον αλλά με εκείνον, όπως συνεχίζεται η σιωπηλή, εσωτερική συνομιλία μας με όλους τους ανθρώπους (συγγενείς, φίλους, ερωτικούς συντρόφους και πάει λέγοντας) που αρνούμαστε να παραδώσουμε στη λήθη και συντηρούμε μέσα μας την εικόνα τους και τη φωνή τους και τα καμώματά τους...

Λένε ότι κάθε λογοτεχνικό έργο κρίνεται οριστικά από την αντοχή του στον χρόνο μετά τον θάνατο του δημιουργού του· δηλαδή όταν ο συγγραφέας δεν είναι σε θέση να το υποστηρίξει με τη φυσική του παρουσία, με ομιλίες του ίδιου ή άλλων γι' αυτό, συ­νε­ντεύξεις, “φίλιες” κριτικές και άλλα τέτοια, γνωστά τερτίπια.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα ακριβή στοιχεία για το ενδιαφέρον του σημερινού ανα­γνωστικού κοινού σχετικά με το πεζογραφικό αλλά και το υπόλοιπο έργο του Γιώργου Ιωάννου, από τον πρόωρο θάνατο του οποίου συμπληρώνονται σήμερα τριάντα ολόκληρα χρόνια. Η εντύπωση που επικρατεί πάντως είναι ότι το έργο αυτό παραμένει δημοφιλές, σε ανα­μενόμενη απόσταση φυσικά από την προ του θανάτου του συγγραφέα κυκλοφορία του, κρατώντας τον σταθερά μεταξύ των πρώτων ονομάτων της μεταπολεμικής μας πε­ζο­γραφίας.
Το φαινόμενο γίνεται πιο εντυπωσιακό αν προσμετρήσει κανείς τις θεωρούμενες ως ιδιομορφίες της πεζογραφίας του Ιωάννου: τον ιδιότυπο, απολύτως προσωπικό του λόγο· την ταύτιση των κειμένων του με συγκεκριμένους τόπους (Θεσσαλονίκη καταρχάς και κατά μέγα μέρος, Αθήνα στο υπόλοιπο) ή τη μετακίνηση και την παλινδρόμηση ανάμεσά τους· τον ασφυκτικά αυτοαναφορικό χαρακτήρα τους, καθώς όλα σχεδόν στηρίζονται σε βιωματικό υπόβαθρο. Παραμένει βέβαια ζητούμενη η μαγική συνταγή με την οποία ο συγγραφέας του Επιτάφιου θρήνου μετέτρεπε την ατομική εξομολόγηση σε παναν­θρώ­πι­νη.

Δεν είμαι βέβαιος αν η περίπτωση Ιωάννου χρειάζεται τέτοιες, χάριν μνημοσύνου, αναφορές. Σκέφτομαι συχνά ότι το έργο του τον καθιστά τόσο παρόντα, ώστε του ταιριάζει περισσότερο να τον αισθανόμαστε σιωπηλό μεταξύ μας. Τα οδόσημα που άφη­σε άλλωστε στο πέρασμά του από τον κόσμο μας είναι τόσο πυκνά, προορισμένα για όσους τον γνώρισαν μέσα από τα βιβλία του αλλά και γι' αυτούς που ευτύχησαν να συν­δεθούν κάπως περισσότερο μαζί του. Οδόσημα που μας θυμίζουν πως ο Ιωάννου –για να αντιγράψω τον Γιάννη Βαρβέρη― «είχε τη συμπεριφορά του αίματος: κυλούσε, έτρεφε, έκαιγε, ζωογονούσε, θυμόταν, θύμωνε, εκδικιόταν, αλλά νερό δε γινόταν. Ηταν “το δικό μας αίμα”».

15.11.15

Louis Godefroy: Έδεσσα 1917

Ο Louis Godefroy (1885-1934), ο σημαντικός Γάλλος χαράκτης και ζωγράφος αποτύπωσε την Έδεσσα τον Ιούνιο του 1917. Το χαρακτικό που δημιούργησε, τυπωμένο σε χαρτί με καφετιά μελάνη, δώρισε το 1930 στο Βρετανικό Μουσείο, στη συλλογή του οποίου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
http://passagetoedessa.blogspot.gr/ 

9.11.15

"Απέναντι": το νέο βιβλίο του Θοδωρή Παπαϊωάννου

Έχει καθιερωθεί πιά στη συνείδηση μας και περιμένουμε κάθε φορά με αγωνία το νέο βιβλίο του Θοδωρή Παπαϊωάννου.
 Να το διαβάσουμε εμείς, τα παιδιά μας, να το κάνουμε δώρο σε ανήψια, παιδιά φίλων κλπ. Κυκλοφορεί, λοιπόν, από τις εκδόσεις Ίκαρος "Απέναντι" του Θοδωρή Παπαϊωάννου. Εικονογράφηση Ίριδα Σαμαρτζή. Μουσική: Ορέστης Παπαϊωάννου.


 O Παπαϊωάννου Θοδωρής γεννήθηκε στις 11-4-1966 στην πόλη Έσσεν της Γερμανίας Αποφοίτησε από την Παιδαγωγική Ακαδημία της Θεσσαλονίκης το 1986. Μένει στην Έδεσσα είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά. Υπηρετεί στο 6ο Δημοτικό Σχολείο Έδεσσας.
Συγγραφικό έργο:
- " Ο έκτος κύκλος" ( Οι Ολυμπιακοί αγώνες των ζώων) Θεατρικό παραμύθι Εκδόσεις Μορφωτική Εστία Καλαμαριάς
- " Το ποτάμι που θύμωσε" Θεατρικό -οικολογικό παραμύθι
- "Μια Κυριακή στο δάσος" Θεατρικό έργο οικολογικού περιεχομένου
"Το μήνυμα του πελαργού" οικολογικό έμμετρο παραμύθι που εκδόθηκε από το ΚΠΕ Έδεσσας
- "Ο Πειρατής Σιντόρε- Ντορεσί" εκδόσεις Fagottobooks 2010 έμμετρο παραμύθι για την πειρατεία της μουσικής με ένθετο CD με τέσσερα τραγούδια σε μουσική Ορέστη Παπαϊωάννου


 http://www.biblionet.gr

(2014) Ανάποδα, Ίκαρος
(2010) Ο πειρατής Σιντόρε - Ντορεσί, Fagotto
(2004) Ο έκτος κύκλος, Μορφωτική Εστία Καλαμαριάς

5.11.15

Η μάχη της Άρνισσας

Ένα ενδιαφέρον κείμενο και ομιλία για την μάχη της Άρνισσας (Οστρόβου, 4-5 Νοεμβρίου) μπορείτε να διαβάσετε και να δείτε πατώντας εδώ: http://arnissiotes.blogspot.gr/2014/11/102-45-1912.html καθώς επίσης και εδώ: https://averoph.wordpress.com/2012/11/07/%CE%B7-%CE%BC%CE%B1%CF%87%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BF%CF%83%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%BF%CF%85-4-5-%CE%BD%CE%BF%CE%B5-1912-%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%BF%CF%82-%CE%B1/
και εδώ: http://www.balkanwars.gr/apeleutherossi-edessas-katalipsi-aminteou.html

Ακόμη για την ιστορία της Άρνισσας ο Μορφωτικός Σύλλογος Άρνισσας ΜΕΣΝΑ αναφέρει: 


Φαίνεται ότι η ιστορία της Άρνισσας ξεκινάει από τη νεότερη και μέση εποχή του χαλκού (1500-1400 π.Χ.), οπότε και εμφανίζεται στους χάρτες των ιστοριογράφων. Στην Άρνισσα αναφέρεται και ο αρχαίος ιστορικός Θουκυδίδης, το 424 π.Χ., ως Μακεδονική πόλη.

Χτισμένη σήμερα σε υψόμετρο +650μ., αμφιθεατρικά στη λίμνη Βεγορίτιδα, στους πρόποδες του Όρους Καϊμάκτσαλαν, το όνομά της είναι προϊστορικό και ομόρριζο με το όνομα της πόλης Αρνης, στη λίμνη της Kωπαΐδας. Oι επιδρομείς του Σαμουήλ την ονόμαζαν Όστροβο (10-11ος αιων. μ.X.), που σημαίνει νησί.

Σημερινή πρωτεύουσα του Δήμου Βεγορίτιδας, το όνομά της άλλαξε από Άρνισσα σε Όστροβο και ξανά σε Άρνισσα το 1926. Η θέση όμως της τότε Άρνισσας δεν είναι η σημερινή. Η αρχαία πόλη είναι θαμμένη κάτω από τα ύδατα της λίμνης Βεγορίτιδας. Φαίνεται πως όχι μόνον αυτή, αλλά και όλες οι μεταγενέστερες αυτής, υπό το ίδιο όνομα, έχουν καλυφθεί από τα νερά της λίμνης. Εξάλλου η ίδια η λίμνη και οι μεταβολές της στάθμης της, υπήρξαν η αιτία ώστε οι κάτοικοι να χτίσουν την πόλη στη σημερινή θέση της.

Κατελήφθη από τους Τούρκους το 1388 και την ίδια χρονιά χτίστηκε και το ένα εκ των δύο τζαμιών. Του συγκεκριμένου μάλιστα ερείπια σώζονται μέχρι και σήμερα. Απελευθερώθηκε μετά από 524 χρόνια, την 20η Οκτωβρίου του 1912.

Κατά τον Μακεδονικό Αγώνα έλαμψε το άστρο πολλών Μακεδονομάχων κατοίκων της Άρνισσας οι οποίοι υπερασπίστηκαν την ελληνική ψυχή και την ελληνική γη.

 Όμως η ιστορία της Άρνισσας και των αρνισσιωτών δε σταματάει εδώ.

Γεγονότα από την εποχή του Α΄παγκοσμίου πολέμου και την μάχη του  Καϊμακτσαλάν τον Σεπτέμβρη του 1916 στιγμάτισαν τους γεροντότερους κατοίκους του χωριού οι οποίοι μοιράζονται μαζί μας τα όσα έζησαν.

  

Το καλοκαίρι του 1914, πριν καλά καλά κοπάσει ο θόρυβος των Βαλκανικών πολέμων ξεσπάει στη Ευρώπη άλλος ένας πόλεμος που γενικεύεται και παίρνει παγκόσμιες διαστάσεις. Στο Σαράγιεβο δολοφονείται ο διάδοχος του Αυστροουγγρικού θρόνου Φραγκίσκος-Φερδινάρδος. Η Αυστροουγγαρία θεωρεί ηθικό αυτουργό της δολοφονίας την Σερβία και χρησιμοποιώντας το γεγονός αυτό ως αφορμή, κηρύττει πόλεμο κατά της Σερβίας. Στο πλευρό της Αυστροουγγαρίας μπαίνει και η ανερχόμενη τότε δύναμη, Γερμανία (της οποίας οι επεκτατικές –ιμπεριαλιστικές διαθέσεις θεωρήθηκαν ως η βαθύτερη αιτία του Α παγκοσμίου πολέμου). Άγγλοι και Γάλλοι , οι κυρίαρχες τότε παγκόσμιες δυνάμεις, τίθενται στο πλευρό της Σερβίας και της υπόσχονται βοήθεια. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα μπαίνουν στον πόλεμο και άλλες χώρες και σχηματίζονται οι δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις: από τη μία οι λεγόμενες Κεντρικές δυνάμεις (Αυστροουγγαρία, Γερμανία, Βουλγαρία, αργότερα και η Τουρκία) και από την άλλη πλευρά η λεγόμενη Entente Cordiale (εγκάρδια συνεννόηση) δηλ., Σερβία, Γαλλία, Μ. Βρετανία, Ρωσία αργότερα και η Ιταλία.

Στην Ελλάδα δεν έχει αποφασιστεί ακόμη η θέση που θα πάρει η χώρα στην εμπόλεμη κατάσταση. Τελικά ο Βενιζέλος προτείνει την προσχώρησή της στις δυνάμεις της Entente, ενώ ο γερμανόφιλος βασιλιάς προτιμά και επιβάλει την ουδετερότητα, η οποία και τηρήθηκε επίσημα τα τρία πρώτα χρόνια του πολέμου. Η διαφωνία των δύο όμως οδήγησε στον «εθνικό διχασμό». Έτσι ο Βενιζέλος κηρύσσει επανάσταση κατά του βασιλικού καθεστώτος (γνωστή και ως κίνημα «Εθνικής Αμύνης»), ιδρύει ξεχωριστή κυβέρνηση και κατά συνέπεια δεύτερο ελληνικό κράτος στη Θεσσαλονίκη. Το Νοέμβρη του 1916 η κυβέρνηση Βενιζέλου κηρύσσει τον πόλεμο κατά των Κεντρικών Δυνάμεων και έκπτωτο τον βασιλιά. Οι Αγγλογάλλοι εξαναγκάζουν την κυβέρνηση των Αθηνών να μπει στον πόλεμο στο πλευρό τους και εκθρονίζουν τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ . Ο Βενιζέλος αναλαμβάνει την εξουσία στην Αθήνα και χωρίς καμιά αντίρρηση του νέου βασιλιά, του δευτερότοκου γιου του Κωνσταντίνου Α΄, Αλέξανδρου, κηρύσσει επίσημα πλέον τον πόλεμο κατά των Κεντρικών Δυνάμεων.

 Επιστρέφοντας όμως στα γεγονότα στις αρχές του πολέμου, το Φθινόπωρο του 1915 οι Αυστροούγγροι και οι Γερμανοί επιτίθενται κατά της Σερβίας από Βορρά και οι Βούλγαροι από νότο, κατανικούν τις σερβικές δυνάμεις και κυριεύουν όλο το σερβικό έδαφος. Τα υπολείμματα του σερβικού στρατού καταφεύγουν προς τα αλβανικά βουνά και από τις ακτές της Αδριατικής μεταφέρονται με συμμαχικά πλοία στην Κέρκυρα και αργότερα στη Θεσσαλονίκη.

Εν τω μεταξύ οι βούλγαροι κατεβαίνουν ως τα ελληνοσερβικά σύνορα, και σχηματίζουν κατά μήκος των συνόρων αμυντική γραμμή. Οι Αγγλογάλλοι που δεν είχαν προλάβει να βοηθήσουν τους Σέρβους, έχουν ήδη αποβιβασθεί στη Θεσσαλονίκη και προωθηθεί ως τα σύνορα με πρώτο στόχο να ανακόψουν ενδεχόμενη επέλαση των Γερμανών και Βουλγάρων στην Ελλάδα και με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν τους Σέρβους να ανακαταλάβουν τη χώρα τους.

Προς τα ελληνοσερβικά σύνορα προωθούνται εκτός από τους Αγγλογάλλους και τους Σέρβους , Ρώσοι και Ιταλοί. Έτσι το καλοκαίρι του 1916 έχει δημιουργηθεί στα ελληνοσερβικά σύνορα το λεγόμενο «Βαλκανικό Μέτωπο» του Α παγκοσμίου πολέμου του οποίου ένα τμήμα –αυτό που αφορά και την περιοχή της Άρνισσας – απεικονίζεται στον παρακάτω Γαλλικό χάρτη εκείνης της εποχής.  

Η κατάληψη του Καϊμακτσαλάν, αποτελούσε για τους συμμάχους σημαντικότατο στρατηγικό στόχο. Από το υψόμετρο των 2.524 μ. μπορούσαν οι Βούλγαροι να ελέγχουν τις κινήσεις στην ευρύτερη περιοχή (τις πεδιάδες του Μοναστηρίου, της Φλώρινας, της Αλμωπίας, και την πεδιάδα της Θεσσαλονίκης) και να οργανώνουν σωστά τις πολεμικές επιχειρήσεις τους.

Λόγω της σχετικά μικρής απόστασης από το Καϊμακτσαλάν αλλά και λόγω του σιδηροδρόμου ως κυριότερου μέσου μεταφοράς στρατού, πολεμικού υλικού και τροφίμων, η Άρνισσα είχε για τους συμμάχους της Entente στρατηγικότατη σημασία.

Το καλοκαίρι του 1916, το χωριό και η γύρω περιοχή έχουν μεταμορφωθεί σε ένα τεράστιο στρατόπεδο με αποθήκες ανεφοδιασμού, νοσοκομεία, στάβλους αλόγων, τραίνα που φορτώνονται και ξεφορτώνονται, στρατιωτικούς καταυλισμούς: οι Γάλλοι στρατοπεδευμένοι μέσα στο χωριό και στη Μπόφτσα, οι Άγγλοι στις Τούμπες, οι Σέρβοι στο Τσαΐρι μπροστά στον παλιό σταθμό , οι Ιταλοί στη Λιουμπάνα , οι Ρώσοι στην περιοχή όπου είναι χτισμένα σήμερα τα Νέα Ξανθόγεια.

  

Τον Αύγουστο του 1916 οι βουλγαρικές δυνάμεις προελαύνουν σε ελληνικό έδαφος, καταλαμβάνουν το χωριό Νότιας Αριδαίας, τη Βεύη και τη Φλώρινα.

Στο ανατολικό τμήμα του Βαλκανικού μετώπου οι Βούλγαροι έχουν διεισδύσει και καταλάβει όλη την Ανατολική Μακεδονία ως τον ποταμό Στρυμόνα. Τον ίδιο μήνα, αφού έχουν ολοκληρωθεί οι στρατιωτικές προετοιμασίες, ο Γάλλος στρατηγός Sarrail (Σαραϊγ ), διοικητής όλων των στρατιωτικών δυνάμεων, δίνει το πρόσταγμα  της γενικής αντεπίθεσης. Ο σερβικός στρατός προωθείται στα υψώματα του Καϊμάκτσαλάν κάτω από το ασταμάτητο σφυροκόπημα του εχθρικού πυροβολικού.

Οι απώλειες είναι βαριές αλλά οι Σέρβοι αποφασισμένοι κερδίζουν έδαφος σπιθαμή προς σπιθαμή. Ξεπερνώντας τα συρματοπλέγματα φθάνουν ως τα χαρακώματα των Βουλγάρων και η μάχη διεξάγεται σώμα με σώμα. Οι πλαγιές γεμίζουν κορμιά νεκρά και τραυματισμένα. Η μάχη έχει κριθεί και η σερβική σημαία υψώνεται. Οι βούλγαροι υποχωρούν αλλά οι σέρβοι εξουθενωμένοι και με περισσότερους από 5.000 νεκρούς δεν έχουν πλέον τη δύναμη να τους καταδιώξουν. Οι Βούλγαροι θα ανασυγκροτηθούν στο εσωτερικό και θα σχηματίσουν νέα αμυντική γραμμή που θα μείνει απόρθητη σχεδόν μέχρι το τέλος του πολέμου καθηλώνοντας για δύο χρόνια μεγάλο μέρος των συμμαχικών δυνάμεων.

Οι νεκροί της μάχης θάβονται σε νεκροταφείο στο Πάτημα αλλά και επιτόπου στις πλαγιές του βουνού. Οι ενταφιασμοί πρόχειροι και βιαστικοί, ούτε καν ολοκληρώνονται. Το χειμώνα που ακολουθεί πτώματα ξεθάβονται και κατασπαράζονται από πεινασμένους λύκους.

Μετά το τέλος του πολέμου οι σέρβοι περισυνέλεξαν τα οστά των πεσόντων και χρησιμοποιώντας μέρος αυτών μαζί με βλήματα έχτισαν την εκκλησία του Προφήτη Ηλία στο ψηλότερο σημείο του βουνού πάνω στη συνοριακή γραμμή με την Ελλάδα.

Είναι το εκκλησάκι αυτό, ο Προφήτης Ηλίας, που φαίνεται από το χωριό, στη γραμμή του ορίζοντα του Καϊμάκτσαλάν. 

 

Ο επισκέπτης βρίσκει ακόμη και σήμερα απομεινάρια-βουβές μαρτυρίες της πολυαίμακτης εκείνης μάχης του Σεπτεμβρίου του 1916: αναχώματα, κάλυκες, σφαίρες, θραύσματα οβίδων, σκουριασμένα πτερύγια όλμων.

Η μάχη του Καϊμάκτσαλάν δεν επηρέασε σημαντικά την τροπή του πολέμου. Κατά την εκτίμηση ορισμένων ιστορικών, η νίκη που επιτεύχθηκε ήταν δυσανάλογη προς τις τεράστιες απώλειες των σέρβων.

Σήμερα η Άρνισσα έχει περί τους 2000 κατοίκους, η πλεοψηφία των οποίων ασχολείται με τη γεωργία και κυρίως με την παραγωγή κερασιού, μήλων και ροδακίνων στον έυφορο κάμπο της Βεγορίτιδας. Στην Άρνισσα υπάρχουν λίγες βιοτεχνίες ενώ δειλά δειλά έχει αρχίσει και η ενασχόληση με την παροχή υπηρεσιών (ξενώνες-καταλύμματα) προς το αυξανόμενο ρεύμα επισκεπτών στην περιοχή και λειτουργούν αρκετά μικρά καταλύμματα και ξενοδοχεία στον οικισμό. Από τους Συλλογικούς φορείς ξεχωρίζουν ο τοπικός Αγροτικός Συνεταιρισμός, ο Συνεταιρισμός Γυναικών Άρνισσας, ο Μορφωτικός Σύλλογος ΜΕΣΝΑ και ο Σύλλογος Προστασίας λίμνης Βεγορίτιδας. 

Mέσα στην Αρνισσα ο επισκέπτης συναντά την εκκλησία της Aγίας Tριάδας, χτισμένη το 1865 με αξιόλογες εικόνες, καθώς και το μεταβυζαντινό ναό της Kοιμήσεως της Θεοτόκου (18ος αιώνας) με τοιχογραφίες και αγιογραφημένο τέμπλο. (http://vegoritida.gr/arnissa.htm)

3.11.15

Κινηματογράφος "Βέρμιον"

Κινηματογράφος "Βέρμιον", ιδιοκτησίας Χατζηγιάννη, στη γωνία 18ης Οκτωβρίου και Κωνσταντινουπόλεως, στο σημερινό πάρκιν, δίπλα στην αίθουσα εκδηλώσεων της Νομαρχίας.
πηγή: https://www.facebook.com/groups/894674410600978/

1.11.15

miles to walk

StarWound Photo 1
Γ.Ν.Μπασκόζος.
Σε πείσμα των καιρών τα ελληνικά συγκροτήματα  δημιουργούν, όχι απλώς για να υπάρξουν αλλά για να κάνουν την υπέρβαση. Πριν λίγες μέρες ένα νεανικό συγκρότημα, οι StarWound, κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο Miles to walk. Η μπάντα συνθέτει ένα υβριδικό είδος μουσικής που μπορεί να θυμίζει Κουρτ Βάιλ ή Τομ Γουέιτς ή κάτι άλλο αλλά ίσως και τίποτα από όλα αυτά καθώς έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Το ύφος της είναι αρκετά théâtrale αλλά μεγάλη σημασία τα παιδιά της μπάντας δίνουν και στο στίχο που σε μεγάλο βαθμό αντανακλά τη σημερινή κρισιακή περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
H  μπάντα σχηματίστηκε το 2012 από τους Κωνσταντίνα Σταυροπούλου (φωνή), Πέτρο Μπούρα (πιάνο), Φίλιππο Σουγλέ (κιθάρα-κλαρινέτο) και Γιάννη Σταυρόπουλο (μπάσο-κιθάρα) και εμφανίστηκε για πρώτη φόρα το Φεβρουάριο του 2012 στο Faust Bar-Theatre-Arts, παρουσιάζοντας τη μουσική παράσταση  “Talking about a revolution”. Εμπνευσμένοι από τις κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, τα μέλη της μπάντας παρουσίασαν μία ιστορική αναδρομή μέσα από τραγούδια που γράφτηκαν για σημαντικά πολιτικά γεγονότα, προσπαθώντας να αναδείξουν τις ρίζες αλλά και τη συνέχεια του φαινομένου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 100 ετών.
Η επιτυχία του project και η επιδεινούμενη κοινωνική αστάθεια οδήγησε τους StarWound στη σύνθεση των πρώτων τους κομματιών. Το Φεβρουάριο του 2013 στην μπάντα ενσωματώθηκε ο drummer Ηλίας Καραχάλιος και έτσι αυτή απέκτησε τη σημερινή της σύνθεση.
Η διαφορετική μουσική προέλευση που έχουν τα μέλη της μπάντας δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για πειραματισμούς οδηγώντας σε έναν ήχο που αναμφίβολα δε μπορεί να κατηγοριοποιηθεί και αποτελεί τον χαρακτηριστικό ήχο των StarWound. Η μουσική τους ενσωματώνει στην ατμόσφαιρα του cabaret  στοιχεία από την jazz, τη ροκ, την κλασσική αλλά και την παραδοσιακή μουσική. Οι στίχοι, που έχουν ως αφετηρία τους φιλοσοφικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς του σύγχρονου ανθρώπου, χαρακτηρίζονται άλλοτε από ρεαλισμό και άλλοτε από ποιητική διάθεση.
Από το 2012 έως σήμερα η μπάντα έχει εμφανιστεί σε μουσικές σκηνές όπως το Cabaret Voltaire, το Floral, το Faust Bar-Theatre-Arts, ο Σταυρός του Nότου Club και ο Σταυρός του Νότου Plus.
Το πρώτο album των StarWound με τίτλο “Miles to Walk” ηχογραφήθηκε στο Lizard Sound-Recording Studios από το Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο του 2015 και περιλαμβάνει 10 πρωτότυπα τραγούδια. Το master του δίσκου έγινε από τον David Glasser στο Airshow Mastering, Boulder, CO, USA.

Links
Web: http://starwoundband.com/