17.1.21

Παναγιώτης Σ. Χατζημωυσιάδης: «Yπάρχουμε, αναπνέουμε, λειτουργούμε πάντα σε συνάφεια με τους άλλους και σε συνθήκες κοινωνικού ετεροπροσδιορισμού»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα 

 «Στη δική μου αντίληψη ο μυθοπλαστικός κόσμος πρέπει να είναι ολιστικός, δεν μπορεί να εμμένει στο ερωτικό ή υπαρξιακό θέμα, αλλά να σχηματίζει ενιαία σύλληψη της πραγματικότητας δίχως να αποκλείει την πολιτική, κοινωνική και ιδεολογική διάσταση», υποστηρίζει ο συγγραφέας και εκπαιδευτικός Παναγιώτης Σ. Χατζημωυσιάδης και μας ανοίγει το λογοτεχνικό εργαστήρι του.

Την ώρα που δυο βιβλία του βρίσκονται καθ’ οδόν: Μόλις Εκδόθηκαν τα «Έξοδα Νοσηλείας» απ’ τις εκδόσεις Ενύπνιο και βρίσκονται ήδη στις προθήκες και είναι στην τελική φάση επεξεργασίας ενός μυθιστορήματος για την Ταξιαρχία Αόπλων Ρούμελης. Εκδίδεται το φθινόπωρο του ’21 απ’ τις εκδόσεις Κίχλη.

 

 

 

-Κύριε Χατζημωυσιάδη, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;

Αντιλαμβάνομαι την καλλιτεχνική δημιουργία σαν την πιο ελευθεριάζουσα ανθρώπινη δραστηριότητα που αντίκειται σε καθετί το παραδομένο, σε ιδεολογική, γλωσσική και αισθητική κλίμακα, και ως τέτοια δεν θα ήθελα, δεν θα άντεχα να την περιχαρακώσω στα στεγανά οποιασδήποτε συνήθειας, να την περικλείσω σε ένα ορισμένο τελετουργικό. Εν ολίγοις, γράφω οπουδήποτε και οποτεδήποτε, στα πιο απίθανα μέρη και στις πιο απρόβλεπτες στιγμές, βοηθούσης βεβαίως της έμπνευσης και των συνθηκών που έχουν να κάνουν με την πίεση της δουλειάς και τις ανάγκες της βιωτής.

 

-Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;

Συμβαίνουν και τα δύο παράλληλα: κατά κανόνα το έναυσμα δίνεται από μια λέξη, μια σκηνή, μια εικόνα, μια χειρονομία, που προκαλεί εσωτερικούς κραδασμούς από όπου προκύπτει το γενικό περίγραμμα της υπόθεσης με μια ακαθόριστη εντύπωση της πλοκής, των χαρακτήρων, της αρχής, της μέσης και του τέλους. Αν το περίγραμμα αυτό συνεχίζει να με δονεί, τότε όλα βαίνουν καλώς. Αν όχι, τότε η αρχική σύλληψη δεν έχει τη δυναμική για να εμπνεύσει την ιστορία μου, οπότε εγκαταλείπεται.

 

 

-Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;

Ξεκίνησα το γράψιμο το 2004 εξ αφορμής ενός παραθέματος που υπήρχε στο τότε βιβλίο ιστορίας γ΄ λυκείου, που έλεγε για τον ανάπηρο του Μεσόβουνου Πτολεμαΐδας. Όταν ο Γερμανός λοχαγός  μαζί με τους ντόπιους δοσίλογους συνεργάτες του αποφάσισαν να του χαρίσουν τη ζωή, βγάζοντάς τον απ’ τη γραμμή της εκτέλεσης ο ίδιος αρνήθηκε τη χάρη και προτίμησε να εκτελεστεί μαζί με τους συγχωριανούς του. Θυμάμαι ότι ξεκίνησα να αναλύω την πηγή για τις ανάγκες του μαθήματος, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται η λογοτεχνική μου ανάγκη εξύφαινε σχέδια ερήμην μου. Όλο το βράδυ έμεινα ξάγρυπνος ολοκληρώνοντας το πρώτο διήγημά μου «Τα μισάδια» απ’ τη συλλογή διηγημάτων «Τρεις μνήμες δύο ζωές», εκδ. Μεταίχμιο (2005). Δεν νομίζω ότι υπερβάλλω, αν πω ότι δεκάξι χρόνια τώρα διαρκεί εκείνο το ξενύχτι και ότι δεκάξι χρόνια τώρα διαρκεί εκείνη η γραφή.

 

– Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;

Στη δική μου αντίληψη ο μυθοπλαστικός κόσμος πρέπει να είναι ολιστικός, δεν μπορεί να εμμένει στο ερωτικό ή υπαρξιακό θέμα, αλλά να σχηματίζει ενιαία σύλληψη της πραγματικότητας δίχως να αποκλείει την πολιτική, κοινωνική και ιδεολογική διάσταση. Σε πείσμα της νεοφιλελεύθερης αντίληψης που μας αντιμετωπίζει σαν αποκομμένες από το κοινωνικό σύνολο νησίδες, υπάρχουμε, αναπνέουμε, λειτουργούμε πάντα σε συνάφεια με τους άλλους και σε συνθήκες κοινωνικού ετεροπροσδιορισμού, που άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο συμπιέζουν την αυτονομία μας. Και μ’ όλα αυτά θέλω να πω ότι η βασική εμμονή μου είναι τούτη ακριβώς η προσπάθεια, να ενσωματώσω σε ενιαίο αφηγηματικό σύμπαν το υπαρξιακό, το ερωτικό, το κοινωνικό, το πολιτικό και το ιδεολογικό θέμα.

 

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης

 

– Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;

Οτιδήποτε ακόμη και ασήμαντο μπορεί να εξελιχθεί σε ιστορία εφόσον φέρει εντός του μια ορισμένη δραματική ύλη, κάποιες υπέργειες ή υπόγειες δονήσεις συναισθημάτων που να αίρουν την κοινοτοπία της καθημερινότητας. Από κει και πέρα θαρρώ ότι το στοίχημα εναπόκειται στη μορφή. Εννοώ μια πολλά υποσχόμενη δόνηση μπορεί να εκπέσει σε ασήμαντη ελλείψει της κατάλληλης μορφικής επεξεργασίας και το αντίστροφο βεβαίως.

 

– Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;

Προτιμώ χαρακτήρες που φέρουν ένα στοιχείο ηρωισμού της καθημερινότητας, που κουβαλούν ένα αμίλητο βογκητό ή μια τραυματισμένη αξιοπρέπεια, που δυσκολεύονται να υποταχτούν στην κυρίαρχη νόρμα και να εγκλωβιστούν στη στατιστική αφαίρεση του μέσου ανθρώπου, που αρνούνται να μοιραστούν τις ψευδαισθήσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας και σημαίνουν μικρές ή μεγάλες εξεγέρσεις εναντίον της.

 

-Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;

Οι ήρωες μου είναι απλοί άνθρωποι, δεν έχουν κάτι το υπερβολικό και το ακραίο, οπότε δεν υπάρχει τίποτα το αλλόκοτο στην επικοινωνία μου μαζί τους – πέραν της ιδιοτροπίας τους να αυτονομούνται από τους μυθοπλαστικούς σχεδιασμούς μου και κατά τη μπαχτινική αντίληψη να χαράσσουν τις δικές τους πορείες, αλλάζοντας τα δεδομένα της γραφής μου.

 

– Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;

Ελ Σιντ, το γνωστό ιπποτικό μυθιστόρημα. Οχτώ, εννιά χρονών; Θυμάμαι ότι είχα βαλαντώσει στο κλάμα. Κάθε φορά που το ξανάπιανα, η ίδια οδύνη.

 

– Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;

Επιστρέφω συχνά στο Κοινόβιο του Μάριου Χάκκα. Ό,τι με συγκλονίζει είναι η αφοσίωση του συγγραφέα στη γραφή, το λογοτεχνικό ήθος που αποπνέει ο λόγος του, η αφτιασίδωτη αλήθεια που κομίζει, η δια της πεζογραφίας υπεράσπιση του ηττημένου οράματος, η βιωματική ταύτιση της ζωής με τη γραφή, η αναζήτηση νοήματος για την πρώτη μέσα απ’ τη δεύτερη, η απέλπιδα έκκληση για περισσότερο χρόνο ώστε να ολοκληρωθεί το βιβλίο.

 

 

– Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;

Με σημάδεψε ο Κάφκα, επηρεάστηκα απ’ τον Όργουελ, λατρεύω τον Κορτάσαρ, επιστρέφω σταθερά στον Αλεξάνδρου, ξαναμελετώ τον Χάκκα, διαβάζω τον Πατατζή, ακουμπάω στους ποιητές της πρώτης και δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς.

 

– Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;

Μόνο με τη συνδρομή της μουσικής γράφω, κατά προτίμηση της μινιμαλιστικής. Της οφείλω πολλά για την παρέα στις πιο δύσκολες ώρες της νύχτας, για την παραμυθία, τα πείσματα και την έμπνευση. Τώρα τελευταία αρχίζω να προστρέχω και στη ζωγραφική, κάποιους θησαυρούς έμπνευσης ανακάλυψα – έστω και αργά – εκεί.

 

– Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;

Μόλις εκδόθηκαν τα «Έξοδα Νοσηλείας» απ’ τις εκδόσεις Ενύπνιο, είμαι στην τελική φάση επεξεργασίας ενός μυθιστορήματος για την Ταξιαρχία Αόπλων Ρούμελης. Εκδίδεται το φθινόπωρο του ’21 απ’ τις εκδόσεις Κίχλη. Και το ταξίδι της γραφής καλά κρατεί.

 

 

https://www.fractalart.gr/panagiotis-s-chatzimoysiadis/


Δεν υπάρχουν σχόλια: