20.10.21

Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν ( 3 Οκτωβρίου 1895 - 28 Δεκεμβρίου 1925)


Χρήστος Τουμανίδης

"Όταν θ’ ανθίσουνε στον κήπο μας, κει πέρα,
αλαφροσάλευτα κλωνάρια εαρινά,
θα ξαναρθώ. Μα να προσέχεις πια, μητέρα,
μη με ξυπνάς τόσο νωρίς τα πρωινά."
Σεργκέι Γεσένιν
-------------------------------------------------------------------------
Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν ( 3 Οκτωβρίου 1895 -
28 Δεκεμβρίου 1925): Ρώσος λυρικός ποιητής, από τους πιο δημοφιλείς Ρώσους ποιητές του 20ου αιώνα, με σημαντικό έργο.
Στις 28 του Δεκέμβρίου 1925, σε ηλικία μόλις 30 ετών, βρίσκεται απαγχονισμένος, στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου στο Λένινγκραντ.
Έλεγε ο ίδιος:
"Στίχους άρχισα να γράφω στα 9 μου χρόνια, κι έμαθα να διαβάζω στα 5. Στο έργο μου απ’ την αρχή επιδράσανε τα λαϊκά τραγούδια (τσαστούσκι). Το σκολειό δεν άφησε σε μένανε κανένα άλλο χνάρι εχτός από μια καλή γνώση της εκκλησιαστικής σλάβικης γλώσσας. Αυτό ήταν όλο κι όλο που μούδωσε. Τα υπόλοιπα τάμαθα μόνος μου με τη βοήθεια κάποιου Κλεμένοφ. Αυτός μου γνώρισε τη νέα λογοτεχνία και μου εξήγησε γιατί πρέπει να φοβόμαστε κατά κάποιον τρόπο τους κλασικούς.
Απ’ τους ποιητές περισσότερο απ’ όλους μου άρεσε ο Λέρμοντοφ και ο Κολτσόφ. Αργότερα πέρασα στον Πούσκιν."
Ο Σεργκέι Γεσένιν στη σύντομη αλλά πολυτάραχη ζωή του, το 1923 παντρεύτηκε με την κατά 18 χρόνια μεγαλύτερή του διάσημη Αμερικανίδα χορεύτρια Ισιδώρα Ντάνκαν. Ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ.
Ταξίδεψε σε πολλές χώρες, ενώ ο ιδιόμορφος και εκρηκτικός χαρακτήρας του τον οδηγούσε συχνά σε καυγάδες και σκάνδαλα, που λόγω του ονόματός του απασχολούσαν τον τύπο της εποχής. Ήταν αλκοολικός και τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από κατάθλιψη, κάτι που σύμφωνα με ερευνητές του έργου του «ευνόησε» τον δημιουργικό του οίστρο και την παραγωγή έργου.
========================================
Σεργκέι Γεσένιν.
----------------------------------
«ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ»
Ακόμα ζεις, καλή μου εσύ, γριά μου μητέρα,
να μαι, λοιπόν… σε χαιρετώ από καρδιάς.
Πάνω απ’ τη στέγη σου να λάμπει κάθε εσπέρα
η χρυσαφένια εκείνη αχτίνα της σπλαχνιάς.
Μου γράφουν, λέει, πως μου πικραίνεσαι, – έλα, πες το,
για με σαράκι την καρδιά σου ροκανά.
Με το παλιό, ξεθωριασμένο σου ζακέτο
έξω στη στράτα βγαίνεις, λέει, συχνά πυκνά.
Μες στο σκοτάδι μοναχή σου, λένε μου ότι
καυγάδες σκέφτεσαι, φωνές στα καπηλειά,
ότι καρφώνουν στην καρδιά κάποιου προδότη
μακρύ μαχαίρι με λεπίδα θαλασσιά.
Τίποτα τέτοιο… Μη μου σκας. Γαλήνια κοίμου.
Ένας κακός βραχνάς μονάχα ειν’ αυτό,
λες νάχω γίνει τόσο μέθυσος, καλή μου,
που να πεθάνω δίχως νάρθω να σε δω;
Όχι, μητέρα, ίδια στοργή με δένει ακόμα
και σαν γιατρειά μου, όλο ονειρεύομαι ναρθώ
στο πατρικό, το χαμηλό, παλιό μας δώμα
να σ’ ανταμώσω όσο πιο γρήγορα μπορώ.
Όταν θ’ ανθίσουνε στον κήπο μας, κει πέρα,
αλαφροσάλευτα κλωνάρια εαρινά,
θα ξαναρθώ. Μα να προσέχεις πια, μητέρα,
μη με ξυπνάς τόσο νωρίς τα πρωινά.
Για ό, τι ανεκπλήρωτο έχει μείνει, ας είναι ειρήνη,
ειρήνη στα όνειρα που χάθηκαν, αλοί.
Τώρα, μητέρα, μοναχά τη λησμοσύνη
ζητάει ο γιος σου που απελπίστη νέος πολύ.
Κι ω, μη ζητήσεις να μου μάθεις τώρα πάλι
την προσευχή που δε χωράει μου στην καρδιά,
φέγγος για μένα και βοήθεια δεν ειν’ άλλη
εξόν, μητέρα, απ’ τη δικιά σου τη ματιά.
Αυτά, λοιπόν, κι απ’ την καρδιά σου πέταξέ τον
τον κρύφιο σάρακα για με, που σε πονά,
με το παλιό σου το ίδιο εκείνο το ζακέτο
έξω στη στράτα μην πετιέσαι έτσι συχνά.
--------
Σεργκέι Γεσένιν, Ποιήματα. Μετάφραση: Γιάννης Ρίτσος.
«Εκδόσεις Κέδρος»
--------------------------------------------------------------
ΑΝΕΙΠΩΤΑ ΜΠΛΕ, ΑΠΑΛΟ…
Ανείπωτα μπλε, απαλό…
Ήρεμη η πατρίδα μου μετά τη θύελλα, μετά τη μπόρα,
κι η ψυχή μου, απέραντος τόπος,
αναπνέει το άρωμα του μελιού και των ρόδων.
Ηρέμησα κι εγώ. Τα χρόνια έκαναν τη δουλειά τους,
Αλλά για ό, τι πέρασε εγώ δεν βλασφημώ·
σαν τ’ άλογα της τρόικας που μανιασμένα
ξεχύθηκαν σ’ όλη τη χώρα.
Σήκωσαν σκόνη γύρω. Άφησαν ίχνη.
Χάθηκαν από σφύριγμα διαβολικό.
Κι ακόμα εδώ στο δάσος, στο τόπο μας
ακούγονται σαν πέφτουνε τα φύλλα.
Θα αναλύσουμε τα πάντα, ό,τι είδαμε,
σαν τι συνέβη, τι συνέβη μες τη χώρα,
και θα συγχωρήσουμε όσους μας πλήγωσαν πικρά
από ξένο ή δικό μας λάθος.
Δέχομαι, πως ότι έγινε έγινε,
τι κρίμα μόνο που τώρα στα τριάντα –
λίγα απαιτούσα απ’ τη ζωή,
στην παραζάλη της ταβέρνας ξεχασμένος.
Όμως η δρυς η νεαρή μέχρι καρπό να κάνει,
σαν χλόη μόνο λυγίζει στο λιβάδι…
Αχ, νιότη, νιότη ορμητική,
ολόχρυση κι ατρόμητη!
(1925)
---------
(μετάφραση από τα ρωσικά: Ελένη Κατσιώλη)
--------------------------------
Ο Σεργκέι Γεσένιν παραδόθηκε χωρίς έλεος σε άντρες και γυναίκες, σε αναζήτηση μιας ταυτότητας που λίγο λίγο τον κατάτρωγε, σέρνοντας τον στην πιο βαθιά μοναξιά. Άλλωστε αυτό αντικατοπτρίζεται στην ποίηση του όταν έγραφε:
"Το φεγγάρι είναι νεκρό.
Ανατέλλει μεταμορφωμένο σε μπλε παράθυρο.
Ω νύχτα. Νύχτα, τι είπες;
Όσο για το σχήμα σου δεν μπορώ να το περιγράψω.
Κι εγώ δεν είμαι τίποτα.
Έρχομαι μόνος, βλέποντας τον εαυτό μου σε σένα.
Κι ο καθρέφτης μου σπάει.
Σ' αυτή την απαίσια, θορυβώδη και ταραγμένη κίνηση.
Όλη τη νύχτα μέχρι την ανατολή.
Διαβάζω τα ποιήματα μου σε πόρνες.
Και μαγειρεύω σε ληστές.
Δίνω σ' αυτούς τους στίχους μου."
(Από την εισαγωγή του Γιάννη Σουλιώτη)
----------------------------------------------------------------------
"ΣΕΡΓΚΕΙ ΓΕΣΕΝΙΝ, Ο ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ" Μετάφραση: ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ -
ΟΔΟΣ ΠΑΝΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια: