Γράφει η Ελένη Γκίκα //
Ντίνος Σιώτης «Στη σκιά του ανέμου». Εκδόσεις Κέδρος 2019
Το όνομά του, συνώνυμο με την ποίηση. Πενήντα χρόνια μεσολαβούν από την πρώτη του έως την πρόσφατη ποιητική συλλογή: «Απόπειρα», Ιωλκός, 1969. «Στη σκιά του ανέμου», Κέδρος, 2019. Στο μεταξύ, βραβεία, σαράντα περίπου ποιητικές συλλογές, δεκαπέντε πολιτικά περιοδικά στα ελληνικά και στ’ αγγλικά, μεταφράσεις ποιημάτων του ως και τα κινεζικά, η ελληνική ποίηση με την αγάπη και τη φροντίδα του στις ΗΠΑ και τον Καναδά, το «Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ Τήνου» και ο «Κύκλος Ποιητών» το 2011.
Ο άνθρωπος που έβαλε την ποίηση στην καθημερινότητά του και ανάδειξε της κάθε μέρας και του επικαιρικού στοιχείου τη μαγεία, την ποίηση και την παραφορά. Στοχαστικός παρατηρητής και πολίτης του κόσμου, για όλα ανησύχησε. Και έγραψε από «Ποιήματα πυρκαγιάς» ως «Ωροσκόπια νεκρών».
Βιωμένες εμπειρίες, περιπλάνηση, νοσταλγία άλλοτε για τον τόπο και άλλοτε για το μέλλον, εικονική πραγματικότητα, ρεαλισμός, ειρωνεία και αυτοσαρκασμός, παιγνιώδης διάθεση και πικρό χιούμορ, τα βασικά, χαρακτηριστικά και καθοριστικά στοιχεία του. Μετά την απώλεια της συντρόφου του και την αναμέτρηση με την φθορά, επιστρέφει όπως γνωρίζει καλά, ποιητικά, με την πιο στοχαστική, φιλοσοφική και υπαρξιακή συλλογή του, «Στη σκιά του ανέμου». Στο μικροσκόπιο του ήττες και νίκες, ακμή και παρακμή, το παροδικό ναυαγίων κι ανθρώπων, εκείνο που απομένει και τα ελάχιστα τιμαλφή. Σε πενήντα τρία ποιήματα γραμμένα τα τέσσερα τελευταία χρόνια της μεγάλης συντριβής και της αναμέτρησης του προσωρινού με το αιώνιο. Η ομορφιά και η μελαγχολία των μικρών και μεγάλων στιγμών, οι συναντήσεις μας που είναι, τελικά, ραντεβού, η πλάνη και αυταπάτη της ιστορίας και του ανθρώπου, το χάος και η φθορά και η υπέρβασή τους, το φως και το θαύμα. Ο κόσμος κι εμείς «Στη σκιά του ανέμου»:
«Περιπλανήθηκε η αδέσποτη σκιά στον κήπο/ των ανέμων πήγαμε να τη δέσουμε και να/την τραβήξουμε μ’ ένα σπάγκο πήγαμε να//κάνουμε μια θηλιά και να την κρεμάσουμε/ από ένα δέντρο αλλά η σκιά είχε άλλα στον/ νου της δεν ήταν υπάκουη και πετούσε από// κλαδί σε κλαδί φτιάχνοντας φωλιές μετά/ φόρεσε τα καλά της σηκώθηκε ζωσμένη ένα/σύννεφο και χάθηκε μακριά στον ορίζοντα», έτσι χωρίς στίξη, μια ανάσα με μια ανάσα, ανάμεσα σε ντελίριο και μαύρο χιούμορ, αποδοχή μαζί και παραφορά, «τα τελευταία γράμματα του ποιήματος» όπως υποστηρίζει ο ίδιος του ο ποιητής, «η αλήθεια είναι ότι η λάμψη της σκιάς/ των τελευταίων γραμμάτων μας ζάλιζε, αλλά δεν είχαμε/ άλλη επιλογή: ήταν ένα ποίημα που γραφόταν επί/ δεκαετίες και τώρα πλησιάζαμε προς το τέλος του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου