5.5.25

Αλέξης Πολίτης, «Διαβάζοντας ποίηση», εκδ. Κίχλη, 2023


ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΧΑΜΗΛΗΣ ΦΩΝΗΣ. ΜΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΝ ΠΑΛΙΟ ΚΑΙΡΟ, προτού να εμφανιστούν οι φωτοτυπίες, πολλοί αντέγραφαν συστηματικά κάποια κείμενα που τους άρεσαν: ποιήματα, ολόκληρα ή αποσπάσματα, καμιά φορά και έναν ή δυο στίχους μονάχα, είτε πετυχημένες φράσεις από δοκίμια, από κριτικές που έτυχε να διαβάσουν, πολιτικές ρήσεις ή άλλου είδους κομμάτια που τους εντυπωσίασαν καθώς τα διάβαζαν, και που ήθελαν να τα ξαναδιαβάσουν, να τα θυμούνται. Συνήθως ήταν ένα τετράδιο, πρόχειρο ή καμωμένο από καλό χαρτί, ένα είδος λευκώματος· επρόκειτο δηλαδή για ένα προσωπικό αντικείμενο, αποκλειστικά για ιδιωτική χρήση, κάποτε και για συνανάγνωση με φίλους – γιατι μια άλλη παλιά συνήθεια, που κι αυτή έχει πια εκλείψει, ήταν να συγκεντρώνονται τρεις, πέντε, καμιά φορά και περισσότεροι φίλοι το βραδάκι και να διαβάζουν είτε ν’ απαγγέλλουν ποιήματα. Τέτοια τετράδια, λευκώματα, μας έχουν πολύ λίγα σωθεί· τρία, πέντε; – όχι περισσότερα. Πολύ πρόσφατα δημοσιεύτηκαν οι περιλήψεις που κρατούσε γύρω στα 1850 ο νεαρός Δημήτριος Βικέλας από τα ξένα μυθιστορήματα που διάβαζε. Δεν ήταν άλλωστε μόνο οι γνωστοί λογοτέχνες που κρατούσαν λευκώματα, ήταν κι άλλοι, πολλοί, πάμπολλοι· ξέρουμε, λόγου χάρη, ότι η μητέρα του Δημήτριου Βικέλα γνώριζε απέξω και συχνά απάγγελνε ολόκληρα ποιήματα της εποχής της – να μην υποθέσουμε πως κάποια στιγμή τα είχε αντιγράψει, και τα έμαθε διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντάς τα φωναχτά; Μα δεν έχει βρεθεί ούτε κανένα δικό της λεύκωμα ούτε των συνομηλίκων της κορασίδων, ούτε άλλα των επόμενων γενεών. Ίσως βέβαια να διασώζονται μερικά κάπου, είτε ξεχασμένα σε παλιά συρτάρια είτε και σε ιδιωτικά αρχεία· και απλώς να μην τα έχουμε αναζητήσει εμείς οι φιλόλογοι.
Αν τα ξέραμε, θα μπορούσαμε να γράψουμε μια διαφορετική και πιο ενδιαφέρουσα ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας. Όχι μόνο πως στα 1850 μεσουρανούσαν οι δύο αδελφοί Σούτσοι και πως στα 1880 εμφανίζεται ο Παλαμάς και ο Δροσίνης ή στα 1935 ο Ανδρέας Εμπειρίκος, μα και ποια ανταπόκριση είχε ο ένας ή ο άλλος ποιητής στα χρόνια που έγραφε ή και αργότερα: τον αντέγραφαν οι κορασίδες και οι νέοι; Τυχαίνει να ξέρω από αξιόπιστη πηγή πως λίγο αφού εκδόθηκε η Υψικάμινος του Εμπειρίκου μια παρέα, αγόρια και κορίτσια, φοιτητές ή απόφοιτοι της Νομικής οι περισσότεροι –και το σημειώνω αυτό, επειδή τότε αποτελούσαν το πιο υψηλό μέσο στρώμα της κοινωνίας–, με αρχηγό, ας το πούμε έτσι, τον Άγγελο Τσουκαλά, αργότερα δικηγόρο του Μπελογιάννη και κατόπιν δήμαρχο της Αριστεράς στην Αθήνα, μια νεαρή λογία παρέα εικοσιπεντάρηδων, τριαντάρηδων, διάβαζαν Εμπειρίκο και ξέσπαγαν σε ειρωνικά γέλια. Στην ίδια παρέα ο Πολέμης εθεωρείτο «καλός ποιητής» και ο Παλαμάς «δυσνόητος», ενώ το μυθιστόρημα-ποταμός του Μαρσέλ Προυστ ήταν κάτι που όλοι όφειλαν να διαβάσουν, υποψιάζομαι όμως πως ελάχιστοι το είχαν κάνει. (...)

Δεν υπάρχουν σχόλια: