Σπύρος Κιοσσές *
Το έργο του Κώστα Ακρίβου είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, αλλά και εκτός συνόρων. Πρόκειται για ένα έργο πολύχρονο (μετρά πλέον περίπου τρεις δεκαετίες) και πολυσχιδές, τόσο ως προς τη θεματική του όσο και ως προς τις τεχνικές που αξιοποιούνται. Κι αυτό διότι ο Ακρίβος δε φαίνεται να επαναπαύεται στα αφηγηματικά του κεκτημένα, αλλά τελεί σε μια συνεχή δημιουργική και καρποφόρα αναζήτηση.
Στο νέο του βιβλίο, ο συγγραφέας αρδεύει θεματικά από την ομηρική παράδοση. Όπως αναφέρει ο ίδιος, δημιουργική αφορμή για τη συγγραφή του υπήρξε μια επίσκεψη στον χώρο που θα πρόσφερε το μυθοπλαστικό «σκηνικό», διακείμενο η Ιλιάδα, ηρωίδα η Ανδρομάχη, θέμα τα πάθη και τα διλήμματά της ως συζύγου, μητέρας και γυναίκας. Η ανάγνωση, έτσι, του έργου τελείται –αναπόφευκτα, λίγο ως πολύ– στο πλαίσιο της εγνωσμένης διακειμενικότητας που προσφέρει η αξιοποίηση του ομηρικού μύθου.
Οι μύθοι της ελληνορωμαϊκής περιόδου, ως γνωστόν, δεν έχουν σταματήσει να τροφοδοτούν τη λογοτεχνία και τις τέχνες σε παγκόσμιο επίπεδο, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Η αξιοποίησή τους, κατά περίπτωση, πολύμορφη, η στόχευση διαφορετική και το αισθητικό αποτέλεσμα επίσης ποικίλο. Αναφορές στον ομηρικό κύκλο συναντούμε και στην πρότερη παραγωγή του Ακρίβου, κυρίως στις «μυθιστορίες» του, όπως τις ονομάζει, με τίτλο «Τελευταία νέα από την Ιθάκη» (Μεταίχμιο, 2016), όπου παρελαύνουν σύγχρονοι Τηλέμαχοι, Μέντορες, Αχιλλείς και Οδυσσείς.
Κ. Ακρίβος
Ανδρωμάχη
Μεταίχμιο, 2022
Στο εν λόγω μυθιστόρημα, πέρα από τα ομηρικά έπη, ο Ακρίβος, γνωστός, εξάλλου, κειμενοδίφης και ευρυμαθής, φαίνεται ότι ενέκυψε και σε άλλες κειμενικές απεικονίσεις της ηρωίδας του ή σε έργα που αναφέρονται στις τύχες της, όπως η Ανδρομάχη, οι Τρωάδες του Ευριπίδη ή η Αινειάδα του Βιργιλίου, πιθανόν και ιστορικά ή περιηγητικά κείμενα, όπως του Παυσανία.
Για να περιοριστούμε στην Ιλιάδα, η «ομιλία» του Έκτορα και της Ανδρομάχης, όπως αρθρώνεται στην έκτη, την 22η και στην 24η ραψωδία του ομηρικού έπους, αποτελεί, κατά τον Δημήτρη Μαρωνίτη, κορυφαίο παράδειγμα της καταστροφικής επίδρασης του πολέμου στις ομιλητικές σχέσεις. Κατά δική μου ανάγνωση, ο Ακρίβος συνθέτει έναν εκτενή αφηγηματικό κομμό. Υπό το φως αυτό, η μετατροπή του «ο» μικρόν του ονόματος της Ανδρομάχης σε «ω» μέγα δεν είναι μόνο ετυμολογικής φύσεως, αλλά και ποιητικής τεχνικής. Εννοώ ότι η συγκεκριμένη ορθογράφηση δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι «είχε τα κότσια να τα βάλει με πολλούς άνδρες», όπως έχει σχολιάσει επ’ αυτού ο συγγραφέας, αλλά αντανακλά, επίσης, μια συνολικότερη απόπειρά του να καταστήσει τη μικροϊστορία της Ανδρομάχης, όχι απλά μεγάλο λογοτεχνικό θέμα ή «μεγαθέμα», με τους όρους του Μαρωνίτη, αλλά κυρίαρχη θεματική της αφήγησης.
Κι ένα βήμα παραπέρα: η Ανδρομάχη καθίσταται, όχι μόνο η βασική ηρωίδα του έργου, αλλά επίσης αξιώνει και την αυτοδιήγησή της: αναλαμβάνει να ιστορήσει η ίδια τις «περιπέτειές» της – με την κοινή, αλλά και με την αριστοτελική σημασία του όρου·
Υποκείμενο και αντικείμενο της αφήγησης, άλλοτε με την εστίαση της ηρωίδας που βιώνει χωρίς να γνωρίζει το μέλλον της, άλλοτε με αυτήν της αφηγήτριας που διηγείται έχοντας πικρή γνώση του τι επακολούθησε, η Ανδρομάχη παρουσιάζει μια εκδοχή της δικής της Οδύσσειας/οδύσσειας, καθώς η ιστορία της ανάγεται σε έναν διττό νόστο. Αρχικά, ένας νόστος σωματικός, αντίστροφος γεωγραφικά από αυτόν του ομηρικού ήρωα: το μεγάλο ταξίδι της επιστροφής (σ. 91) από την Ελλάδα προς τη Μ. Ασία. Νόστος, ωστόσο, εν πολλοίς ανώφελος. Γιατί, σε αντίθεση με τον Οδυσσέα, δεν υπάρχει πραγματικά πατρίδα ή οικογένεια να την περιμένει. Ο βασικός, όμως, νόστος της Ανδρομάχης, ο οποίος διαπερνά το σύνολο της αφήγησης, είναι μνημονικός. Η ηρωίδα επιστρέφει σπειροειδώς στα γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία τη σημάδεψαν ψυχοσυναισθηματικά: τον θάνατο του Έκτορα και του γιου τους Αστυάνακτα, τον βίαιο εκπατρισμό, την περιφρόνησή της ως προσφύγισσας, τους πολλαπλούς βιασμούς από τον εχθρό και δολοφόνο των αγαπημένων της.
Στη θέση του επικού ήρωα, έτσι, ο Ακρίβος θέτει μια μυθιστορηματική ηρωίδα, επιλογή η οποία συνιστά αφεαυτής ένα εμφανές σχόλιο για την ιδεολογία και το αξιακό σύστημα που προβάλλεται στο ομηρικό υπο-κείμενο (με τους όρους του Genette). Επιτελείται, κατ’ ουσίαν, μέσω της αφήγησης, μια αποδόμηση διπόλων όπως άντρας – γυναίκα, εσθλός (ήτοι ευγενής) – κακός (ταπεινής καταγωγής), δυνατός – ανίσχυρος, ήρωας – δειλός, και βέβαια άνδρας – γυναίκα και Έλληνας – βάρβαρος. Αποδόμηση και ταυτόχρονα αμφισβήτηση της προνομιακής θέσης που αποδίδεται παραδοσιακά στον πρώτο από τους δύο όρους.
Το μυθιστόρημα, εν όλω, συνιστά μια θεμελιωδώς «άλλη» αφήγηση σε σχέση με την ομηρική. Είναι μια «αντι-Οδύσσεια» – μια αφήγηση μέσα από τα λόγια, τις σκέψεις και τη ματιά του άλλου, εν προκειμένω της «γυναίκας», της μη ελληνίδας, της ηττημένης άλλης. Λειτουργεί σαν κειμενικός δούρειος ίππος με απώτερο στόχο να αλωθεί, μέσα την αφηγηματική μήτρα της ηρωίδας, το επικό, φιλοπόλεμο και ανδροκεντρικό ιδεώδες. Ταυτόχρονα, όμως, πρόκειται και για μια αφήγηση που εγγράφεται στη λογοτεχνία του τραύματος, στο πλαίσιο της οποίας το σωματικό, ψυχικό, ιστορικό και «πολιτισμικό» τραύμα αποτυπώνονται σε ποικίλα κειμενικά επίπεδα. Ένα τραύμα που δεν επουλώνεται, καθώς το σκαλίζει –εμμονικά όσο και αυτοκαταστροφικά– η μνήμη.
Λέει η Ανδρομάχη για τον εαυτό της: «μια γυναίκα ζωντανό πένθος ήμουν. Αυτό και τίποτ’ άλλο» (87). Η «ηρωίδα» του Ακρίβου, ωστόσο, διαγράφεται ως κάτι πολύ περισσότερο. Θύμα της αγριότητας, έρμαιο της μάχης μεταξύ βίαιων ανδρών ανάγεται, εν τέλει, σε σύμβολο επιβίωσης της ίδιας της ανθρώπινης ουσίας, όπως αυτή συνδέεται με τη γυναικεία φύση και τη συνέχιση της ζωής. Η Ανδρομάχη κατάγει, έτσι, τη σημαντικότερη νίκη στη μάχη εναντίον των ανδρών, ευρύτερα. Κι ίσως αυτό να είναι το «έτυμον» του ονόματός της, δηλαδή η αλήθεια της.
* Αν. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου