26.6.25

Δήμος Χλωπτσιούδης, «Παραχάραξη», εκδ. Μανδραγόρας, 2025 (γράφει η Κλεονίκη Δρούγκα)

«Παραχάραξη» σε κόκκινο φόντο: Υβριδικές μορφές και θεατρικότητα στην ποίηση του Δήμου Χλωπτσιούδη


 Ο Δήμος Χλωπτσιούδης με τη νέα του ποιητική συλλογή Παραχάραξη (Μανδραγόρας, 2025) προτείνει όχι απλώς ένα ποιητικό έργο, αλλά μια πολυφωνική σύνθεση που διαρρηγνύει τα σύνορα μεταξύ ποιητικού, θεατρικού, φιλοσοφικού και δοκιμιακού λόγου. Πρόκειται για μια ποιητική «παραχάραξη» με την κυριολεκτική και μεταφορική έννοια: μια εκτροπή από τις συμβάσεις της ποιητικής νόρμας, μια παρεμβολή που προκαλεί ταυτόχρονα αισθητικά και πολιτικά.

Ο τίτλος της συλλογής ως συμβολικό φορτίο εισάγει τον αναγνώστη στην αλλοίωση των κανόνων και την καταγγελία της σύγχρονης αισθητικής. Ο τίτλος λειτουργεί ως προειδοποίηση και προγραμματική δήλωση: η Παραχάραξη είναι ένα έργο που συνειδητά παραβιάζει κανόνες. Ο ποιητής δεν ενδιαφέρεται για την «καθαρότητα» της ποίησης· αντίθετα, επιδιώκει μια ποιητική «νόθευση» με θεατρικότητα, φιλοσοφική απορία, κριτική σκέψη, πολιτική ενσυναίσθηση. Η παραχάραξη, επομένως, δεν είναι απλώς θεματικό μοτίβο, αλλά η γενεσιουργός αρχή της συλλογής: ο Χλωπτσιούδης παρεμβαίνει, αποδομεί, επανανοηματοδοτεί. Αντιμετωπίζει τη γλώσσα όχι ως εργαλείο μετάδοσης, αλλά ως πεδίο μάχης. Και σε αυτό το πεδίο, όλα τα μέσα είναι θεμιτά.

Η γραφή του Χλωπτσιούδη φέρει επιρροές από τη σύγχρονη ελληνική πολιτική ποίηση –από τη γραφή του Γιώργου Χρονά και του Ντίνου Χριστιανόπουλου, του Μανόλη Αναγνωστάκη ή τον “νατουραλισμό” του Λειβαδίτη και την αμεσότητα της Κατερίνας Γώγου ή την πολυδιάσπαση της Αγγελάκη-Ρουκ. Ωστόσο, ο ποιητής διαμορφώνει έναν δικό του τόνο –σκληρό, στοχαστικό, ειρωνικό. Η φωνή του, συχνά «αφοριστική», θυμίζει την ποίηση του Καρούζου χωρίς μεταφυσική· είναι περισσότερο αστική, καθημερινή, αφομοιωμένη στην κοινωνία.

Ο Χλωπτσιούδης επιλέγει μια δομή φαινομενικά αποσυνδεδεμένη: κάθε ποίημα μοιάζει να είναι αυτόνομο, αλλά, εντέλει, όλα ενώνονται με έναν υπόγειο ρυθμό. Πρόκειται για μια μεταμοντέρνα αφηγηματικότητα, όπου η έλλειψη συνοχής αποτελεί σκόπιμη αισθητική αντίληψη. Ο ποιητής προσφέρει ένα κολάζ εικόνων, συναισθημάτων και στοχασμών. Το ποιητικό υποκείμενο είναι πολυπρόσωπο –άλλοτε μιλά σε πρώτο πρόσωπο, άλλοτε κρύβεται πίσω από την πολυφωνία. Αυτή η εναλλαγή ενισχύει την πολιτική διάσταση του έργου: δεν υπάρχει «εγώ» αλλά «εμείς», ή μάλλον «κανείς», σε μια κοινωνία που θρυμματίζει τις ταυτότητες.

Μια από τις πιο εντυπωσιακές πτυχές της συλλογής είναι η γλωσσική της εκφραστικότητα. Ο Χλωπτσιούδης επιλέγει ένα είδος «χαλασμένης σύνταξης», που άλλοτε θυμίζει αποσπάσματα ραδιοφωνικού διαλόγου κι άλλοτε τον εσωτερικό μονόλογο ενός διανοητή που αγκομαχά να βρει νόημα. Τα ποιήματα είναι συχνά ατελή μορφολογικά – χωρίς σημεία στίξης, με διακοπές ή αιφνίδιες αλλαγές ύφους. Αυτή η αισθητική επιλογή λειτουργεί δραστικά: ο αναγνώστης γίνεται συμμέτοχος στη δυσκολία άρθρωσης, βιώνει ο ίδιος το μπλοκάρισμα, την αδυναμία έκφρασης. Πρόκειται για μια γλώσσα που «κουβαλά» το βάρος της ίδιας της εποχής –μιας εποχής που, όπως γράφει ο ποιητής, πάσχει από κρίση νοήματος. Η ποίηση του Χλωπτσιούδη συντάσσεται όχι απλώς με την πολιτική ποίηση, αλλά με τη φιλοσοφική: εκείνη που παλεύει να στοχαστεί το ίδιο το εργαλείο της.

Ξεχωρίζει όμως και ο τρόπος με τον οποίο ο ποιητής υφαίνει διαφορετικά είδη λόγου: ποιητικό, θεατρικό, φιλοσοφικό και δοκιμιακό. Η συλλογή δεν ακολουθεί γραμμική ή ενιαία φόρμα· κάθε ποίημα είναι ένας διαφορετικός πειραματισμός με τη μορφή, τον ρυθμό, τη φωνή. Στο «Μανιφέστο» και την «Κόκκινη γραμμή», ο ποιητής επιστρατεύει τη θεατρική φόρμα (διαλογικότητα, αποστροφή προς το κοινό, επανάληψη, παραστασιακή ένταση). Τα κείμενα αυτά δεν είναι απλώς ποιήματα που «διαβάζονται»: είναι λόγοι που «ακούγονται», «στέκονται» στη σκηνή, απαιτούν σώμα και φωνή. Ο ποιητής ενσωματώνει στοιχεία περφόρμανς –με την έννοια ότι ο λόγος εδώ δεν είναι μόνο νοηματικός, αλλά και επιτελεστικός. Οι «Ικέτιδες» έρχονται ως άλλο ένα θεατρικό σχήμα που φέρει το βάρος της συλλογικής απολογίας –ένα είδος «σύγχρονου χορού» που αιτείται λύτρωση από τη βία του πολέμου. Η αρχαία τραγωδία διαθλάται στο παρόν μέσα από έναν πολυφωνικό λόγο, όπου η έννοια της ικεσίας μεταφράζεται σε έκκληση για δημοκρατία, δικαιοσύνη, αλήθεια.

Παράλληλα, η φιλοσοφική γραφή διαπερνά το έργο σε στοχαστικά σημεία που αγγίζουν θέματα όπως η ύπαρξη, η ελευθερία, η ταυτότητα, ο χρόνος. Ο ποιητής αποφεύγει τον μεταφυσικό ρομαντισμό και επιλέγει τον οξύ, νηφάλιο στοχασμό – θυμίζοντας πολλές φορές την πρόζα του Καμύ ή τη λογική απογύμνωση του Σαρτρ. Ο δοκιμιακός λόγος εμφανίζεται είτε ρητά – με τη χρήση ορισμών, αποφθεγμάτων, αποδομητικών ρημάτων – είτε εμμέσως, μέσα από την οργανική ανάπτυξη επιχειρημάτων εντός της ποιητικής αφήγησης. Η ποίηση γίνεται φορέας ιδεών, χωρίς να εκπίπτει σε κανένα σημείο της σε διδακτισμό.

Τα ποιήματα της συλλογής διαπνέονται από ισχυρές εικονοποιήσεις, που συνδέονται με βιώματα, προσωπικά ή συλλογικά. Παρότι δεν αναπτύσσονται σαφείς αφηγήσεις, οι μεταφορές δημιουργούν πλούσια συναισθηματικά και πολιτικά πεδία. Ο αναγνώστης καλείται να διαβάσει «ανάμεσα στις λέξεις», να συμπληρώσει τα κενά. Ο ποιητής δεν χρησιμοποιεί την εικόνα ως διακόσμηση, αλλά ως τρόπο να δημιουργήσει «εμπειρία». Τα ποιήματα είναι συχνά αποσπασματικά, σαν ημερολογιακές καταγραφές ή σημειώσεις στο περιθώριο. Αυτή η διάταξη λειτουργεί υπέρ της ουσίας: δεν αποπροσανατολίζει, αλλά φωτίζει με διαύγεια τον πυρήνα. Η μνήμη, προσωπική και συλλογική, λειτουργεί σαν υπόστρωμα στη γραφή. Αναφορές στην παιδική ηλικία, σε παλιές κοινωνικές πρακτικές, στη μετάβαση από το αναλογικό στο ψηφιακό διαπερνούν τα ποιήματα με μια λεπτή νοσταλγία, αλλά χωρίς εξιδανίκευση.

Ο δημόσιος χαρακτήρας της Παραχάραξης δεν περιορίζεται στο θέμα της – αν και τα θέματα (πολιτική, κοινωνική ευθύνη, βία, ιστορία, περιβάλλον) είναι βαθιά δημόσια. Αποκαλύπτεται κυρίως στον τρόπο γραφής: η συλλογή είναι γραμμένη για να διαβαστεί μεγαλόφωνα, να απαγγελθεί, να ενσαρκωθεί. Ο λόγος είναι ρυθμικός, κοφτός, επαναληπτικός, σμιλεμένος για το αυτί και όχι μόνο για το μάτι. Η «Κόκκινη γραμμή», ίσως το πιο εμβληματικό κείμενο της συλλογής, στήνεται ως δραματικό μανιφέστο, με την ίδια τη λέξη «γραμμή» να παραπέμπει σε όρια, σε οριακές καταστάσεις, αλλά και στην ανάγκη τοποθέτησης. Η ποίηση εδώ γίνεται πράξη, θέση, επιλογή. Και αυτή η περφόρμανς δεν είναι καλλιτεχνικό τρικ, αλλά ουσιαστική επιλογή έκφρασης: ένα είδος δημόσιου μονολόγου που στοχεύει όχι στην αισθητική αυτάρκεια, αλλά στη συνείδηση του ακροατή/αναγνώστη.

Αν η παραχάραξη στην κυριολεκτική της σημασία υποδηλώνει μια σκόπιμη αλλοίωση, στη συλλογή αυτή μετατρέπεται σε δημιουργική αντίσταση. Ο Χλωπτσιούδης παραχαράσσει, για να καταδείξει το ίδιο το ψεύδος του κανονικού λόγου, του συμβατικού πολιτικού αφηγήματος, της επιβεβλημένης σιωπής. Η γλώσσα του δεν είναι εύκολη, ούτε διαφανής. Είναι όμως ριζωμένη στη σύγχρονη εμπειρία, ανατρεπτική και, κυρίως, έντιμη. Η Παραχάραξη δεν είναι απλώς μια συλλογή ποιημάτων – είναι μια πράξη ανοιχτού διαλόγου, μια πολιτική παρέμβαση μέσα από την αισθητική μορφή. Είναι ένα κάλεσμα σε ανάγνωση ενεργή, συμμετοχική και κριτική.

https://www.poiein.gr/2025/06/12/%ce%b4%ce%ae%ce%bc%ce%bf%cf%82-%cf%87%ce%bb%cf%89%cf%80%cf%84%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%8d%ce%b4%ce%b7%cf%82-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%cf%87%ce%ac%cf%81%ce%b1%ce%be%ce%b7-%ce%b5%ce%ba%ce%b4/?fbclid=IwY2xjawK7RJJleHRuA2FlbQIxMQBicmlkETAwNFBnS295QnIzS3MyZ1dSAR4C7bPACYkQKxpEHPMQ4f_BKZWJxamuQdYKAotJgvwAqe5OSx2E0iqH-EvX8g_aem_Obouuj7bm0FNJMgwRw5UWQ

Δεν υπάρχουν σχόλια: