16.8.19

Γιώργος Λίλλης, Βαβέλ

Η ερημωμένη πόλη κυοφορεί τα ακατέργαστα υλικά
του ναού του φωτός. Οι δύο φρουροί ποταμοί στενεύουν
και με τα γαλάζια τους άμφια εμποδίζουν τους εισβολείς.
Ποιος είναι όλος αυτός ο κόσμος που δεν σε αναγνωρίζει;
Που σε αναγκάζει να υποδυθείς τον προσκυνημένο;
Τα ανοιχτά παράθυρα φέρνουν στις όχθες σου
τη φωνή της αγαπημένης, εκείνης που κοιμήθηκε
με τον χείμαρρο και άντεξε, που στάθηκε όρθια απέναντι
στην υπερηφάνεια, κοιτώντας την κατάματα
που έσμιξε τη σιωπή της με τη νύχτα
και τη σκόρπισε πάνω στα λευκά σου σεντόνια.
Εδώ οι εξερευνητές των αόρατων χρωμάτων
η διάφανη ανάσα, το λουλούδι της σάρκας
τα γόνιμα σκαλοπάτια τ΄ ουρανού
ο χορός της γραφής στο τοίχο
όταν δεσμεύεται ανταποκρίσεις από το άγνωστο.
Να γίνεις αυτός που πάλεψε και βγήκε νικητής.
Που έπεσε και σηκώθηκε ξανά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: