Μένη Πουρνή, Οι άκανθες των αιώνων, Δρόμων, Αθήνα 2022.
Η πρώτη ποιητική συλλογή της Μένης Πουρνή τραβάει το βλέμμα: στην οχλαγωγία της εκδοτικής αμετροέπειας, η δική της εξευγενισμένη φωνή μάς μεταφέρει μια ποίηση λιτή, καθαρόαιμη, μια γραφή προσεκτική και δουλεμένη. Οικονομία λόγου, στραγγισμένα λόγια, μια περιπέτεια της σκέψης επιγραμματική:
«Μια λέξη έπεσε στο χαράκι του χρόνου
γεννήθηκε ένα ποίημα»
Το καλαίσθητο εισαγωγικό μότο στο κατώφλι
του βιβλίου δίνει το στίγμα. Ό,τι ακολουθεί είναι η μύηση του αναγνώστη
στη γυμνοπαιδία αυτής της φωνής. Με φόντο το αντηχείο της αρχαίας
γραμματείας και με τους ρυθμούς μιας ποίησης παλιάς, η ανανεωμένη ματιά
της διατρέχει μύθους και σύμβολα για να τα αναθεωρήσει δυναμικά μέσα από
μια νέα δημιουργία. Η εικονοποιΐα των εποχών γίνεται έτσι του στίχου
αισθητική μαρτυρία και η επεξεργασμένη προφορικότητα μια άμεση βολή: το
ποίημα πυκνώνει την ιδέα του παραχρήμα. Τίποτα λιγότερο ή περισσότερο
από την αρτιότητα μιας ολοκληρωμένης κατασκευής.
Κρατώντας την
ορθοφωνία της παλιάς ποίησης, η νέα δημιουργία της Πουρνή κάνει τα δικά
της: εύχεται και απεύχεται, διαφωνεί και προτείνει, διορθώνει και
αναθεωρεί. Προχωράει έτσι δυναμικά από τα όρια μιας ποιητικής δοσμένης
προς μια ανεξάντλητη συγκομιδή –ανοίγει τα μάτια στο μέλλον. Καβαφικές
αντηχήσεις, σεφερικοί τονισμοί, ήχοι κι απόηχοι λυρικής ποίησης, της
μεταπολεμικής ποίησης μονοπάτια, όλα μπερδεύονται στους στίχους της
γλυκά. Η συγκομιδή των ελληνικών γραμμάτων αφήνει εδώ τη σφραγίδα της
μέσα από το ανανεωμένο βλέμμα της ποιητικής της γραφής τροφοδοτεί και
τροφοδοτείται. Είναι κι αυτή μια μορφή αντιπελάργησης: να παραδώσει το
ποίημα πίσω ό,τι έχει πάρει, να αποδώσει και ανταποδώσει τον πλούτο της
κληρονομιάς του, συνεχίζοντας εκείνη την παλιά φωνή. Αντλώντας και
εξαντλώντας στα όριά της τη δυναμική του.
Η ανατροφοδότηση αυτή
της παλιάς γραμματείας αποκτά στα ποιήματα της συλλογής έναν χαρακτήρα
στυλιστικό, ενώ το περιεχόμενό τους καλλιεργεί αναμφισβήτητα ένα ήθος
ανατρεπτικό –η δημιουργός δανείζεται την παλιά φόρμα για να την
αναθεωρήσει. Τι άλλο μαρτυρούν όλα αυτά, εκτός από μια επανεξέταση του
βλέμματος; Η έρευνα του παλιού γίνεται έτσι αναζήτηση του καινούργιου
και ο στίχος επίκαιρος όσο ποτέ. Η εποχή μας άλλωστε είναι σταυροδρόμι
αναθεώρησης. Στα ποιήματα αυτά, τα αποκαθηλωμένα είδωλα μαρτυρούν την
συντριβή τους με τρόπο ειρωνικό. Με τη χρήση της ειρωνείας, ο στίχος
ξεγυμνώνει τις ιδέες και απογυμνώνει τα σύμβολα. «Οι άκανθες των αιώνων»
γίνονται ακίδες του πνεύματος που τροφοδοτούν την έμπνευση της
ποιητικής γραφής.
Ακόμα και ο τίτλος του βιβλίου ευθυγραμμίζεται
απόλυτα με το πνεύμα αυτό. Με την πικρή του συνδήλωση, μεταφέρει το
σύμβολο της ακάνθου σε μια διαχρονική διάσταση –σύμβολο αρχαιοελληνικό,
όσο και χριστιανικό που συνδέεται με τη θυσία, αλλά και την τιμωρία με
μια υποψία σεφερικών «ασπαλάθων»– λαμβάνοντας σημασίες μέσα στην τέχνη
του πολιτισμού, αλλά και στον πολιτισμό της τέχνης.
Από το παρόν
στο παρελθόν και από το σήμερα στο χθες, τα σύμβολα και σηματοδοτήσεις
τους μεταφέρουν παράλληλα και τη διάσταση ενός ιστορικού χρόνου. Δεν
είναι τυχαίος άλλωστε ο διαχωρισμός του βιβλίου σε δύο ενότητες που
τιτλοφορούνται με τους χρονικούς προσδιορισμούς «Χθες» και «Σήμερα»:
χρόνος της ιστορίας, αλλά και του μύθου, της ιστορικής διαδικασίας, αλλά
και της μυθικής επεξεργασίας μέσα και από τη λειτουργία της αλληγορίας.
«Σε γενικές γραμμές, οι θεοί έχουν πεθάνει –είδα μόνο κάκτους,
αθάνατους και φραγκόσυκα. Λες και δεν θα επιβίωναν
πουθενά αλλού οι κολόνες και τα επιστύλια παρά μόνο
δίπλα στις άκανθες των αιώνων! Ίσως αυτό να είδα εκείνο
το μαγιάτικο απομεσήμερο. Αφηρημένες έννοιες, πεσμένους κολοσσούς…
Αμφίβολο αν εκεί μπορούσε να μην περπατήσει
άνθρωπος.»
(Από το ποίημα Η κοιλάδα των θεών).
Ο ύστατος στίχος μεταφέρει, εδώ, συνοπτικά, αλλά και αναιρετικά το περιεχόμενο των στίχων που προηγούνται. Διαβάζοντας τα ποιήματα του βιβλίου, παρατηρούμε για το καθένα μια ενιαία λίγο-πολύ δομή. Η ποιητική μορφή αλλάζει, το περιεχόμενο εμπλουτίζει τη θεματική του με ομόλογες αναζητήσεις, αλλά η δομή του κάθε ποιήματος έχει συνήθως πρόθεση συμπερασματική: το τέλος του ποιήματος αποκωδικοποιεί τα προηγούμενα και τα ολοκληρώνει. Πυκνώνει τα νοήματα και συμπληρώνει τη σημασία τους, καλύπτοντας τα κενά· κι ό,τι μετεωρίζεται από στίχο σε στίχο, η κατάληξη το προσγειώνει. Την άλλη στιγμή, ανοίγει και σε ένα πλήθος νέων σημασιών.
«Δεν μπορούσαν να δουν τίποτε
πίσω απ’ το σφιχτό κοχύλι.
Ασυγκίνητοι οι κάτοικοι
στο κυμάτισμα της ποσειδωνίας
και το πηγαινέλα των ψαριών.
Δεν το ‘μαθαν πως είναι
ασχημάτιστη η ζωή.»
(Από το ποίημα Κλειστό κέλυφος).
Ποιήματα μικρής και ευσύνοπτης φόρμας σαν ρητά, διακυμάνσεις της σκέψης προς αναζήτηση μιας βαθύτερης ουσίας: η ευθύβολη σοφία τους γοητεύει τον αναγνώστη. Όταν δεν αναπτύσσονται πιο εκτεταμένα, δανείζονται μια περισσότερο επιτομική μορφή. Συνθέτουν έτσι μια γνωμική ποίηση με μήνυμα ανοιχτό, πολύσημη και δυναμική όσο και μια σύλληψη ακαριαία. Κάποιες φορές η ίδια η γραφή αναθεωρεί τα λόγια της, άλλες φορές πάλι ο στίχος ξεγυμνώνει τις ιδέες, όπως τα ιερά των εποχών που θυσιάστηκαν σε μάταιους μύθους. Όπως και να ’χει, η πρώτη αυτή ποιητική κατάθεση της Μένης Πουρνή υπόσχεται κάθε ελπιδοφόρα συνέχεια: η αισθητική αγωγή της γλώσσας της μαρτυρεί και του λόγου το αληθές.
Η Μαγδαληνή Θωμά είναι διδάκτωρ της Νεοελληνικής Φιλολογίας. Έχει διδάξει Νεοελληνική Γλώσσα στα Τ.Μ. Γλώσσας του Μπορντώ και της Λίλλης, στο Liceo Classico «Marco Foscarini» της Βενετίας και στο Κέντρο Γλωσσών του Πανεπιστημίου του Τάρτου. Καταπιάνεται με τη μετάφραση εσθονικής ποίησης.
Η Μένη Πουρνή γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1981. Είναι απόφοιτη του Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας τού Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου «Ανάγνωση, Φιλαναγνωσία και Εκπαιδευτικό Υλικό» από το Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΕΚΠΑ. Κείμενά της για την παιδική λογοτεχνία και τη λογοτεχνία ενηλίκων, διηγήματα και ποιήματα έχουν δημοσιευτεί ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου