Τι προσφέρουν τα κλασικά παραμύθια και οι μύθοι σήμερα; Γιατί αξίζει να μυήσουμε τα παιδιά στον μαγικό κόσμο τους; Τα παραμύθια συνδέονται με την ύπαρξη του ανθρώπου σε όλους τους λαούς της γης, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Μεγαλώσαμε όλοι (εκτός από τον Πήτερ Παν, βεβαίως) ακούγοντας από το στόμα των γονιών μας την ιστορία της Χιονάτης, της Κοκκινοσκουφίτσας, του κακού λύκου και πολλών άλλων. Στην Ελλάδα έχουμε γαλουχηθεί διαβάζοντας –εκτός από τα κλασικά παραμύθια– τους μύθους του Αισώπου, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια και πλήθος άλλων ιστοριών, από το παλάτι των Θεών του Ολύμπου μέχρι τα σκοτεινά βάθη του Κάτω κόσμου, αλλά και τις περιπέτειες του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη. Ιστορίες φανταστικές, όπου το κακό μάχεται το καλό και οι ήρωες μπλέκουν σε χιλιάδες –τρομακτικές συνήθως– περιπέτειες, συντρόφευαν τα βραδιά μας ως παιδιά. Ταυτιζόμασταν με τους ήρωες – καλούς και κακούς. Μέσα από τις δικές τους περιπέτειες μαθαίναμε, νιώθαμε, καταλαβαίναμε. Και στο τέλος κάθε ιστορίας, ερχόταν πάντα η λύτρωση. «Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα…» Το καλό συνήθως επικρατούσε και εμείς άλλοτε κλαίγαμε, άλλοτε χαιρόμασταν, αλλά πάντα σκεφτόμασταν τι τυχεροί που είμαστε που δεν τρέχει ξοπίσω μας κάποιο τέρας που βγάζει φωτιές από το στόμα. Μαθαίναμε ότι πρέπει να αποφεύγουμε τον κακό λύκο ή την κακιά μάγισσα και ακόμη καταλαβαίναμε ότι υπάρχει και ο θάνατος ως μέρος της ζωής. Έτσι απλά, μεγαλώναμε έτοιμοι –ή τουλάχιστον κάπως υποψιασμένοι– για τις προκλήσεις που μας επιφύλασσε η ζωή. Οι εικόνες ήταν μαγικές, τα συναισθήματα αυθόρμητα και η απορία για τα μυστήρια του κόσμου πάντα παρούσα, σε κάθε ιστορία. Τι είναι, όμως, τα παραμύθια και ποια η κρυφή τους γοητεία; Είναι σημαντικά για την ψυχική ανάπτυξη των παιδιών και για τη σχέση τους με τον κόσμο που τα περιβάλλει; Διαπλάθουν χαρακτήρες; Μεταφέρουν πρότυπα της εποχής στην οποία αναφέρονται; Πρέπει άραγε ως γονείς να διαβάζουμε στα παιδιά μας παραμύθια ή είναι προτιμότερο να τα προστατεύσουμε από τις –βίαιες κάποιες φορές– εικόνες τους;
Τα παραμύθια έχουν ιστορία
«Αν μπορούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό παραμυθιού θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια πλαστή –σύντομη συνήθως ιστορία– με έντονο το στοιχείο του συμβολισμού, της αλληγορίας και της υπερβολής» [Cassar 2000]. Η λέξη παραμύθι προέρχεται από το ρήμα «παραμυθούμαι», που στην αρχαιότητα είχε διάφορες σημασίες, όπως παρηγορώ, προτρέπω, παροτρύνω. H ιστορία του πανάρχαια, λοιπόν, και οι θεωρίες γύρω από αυτό πολλές και διαφορετικές ανά λαό. Όπως σημειώνει η Εμμανουέλα Κατρινάκη, συγγραφέας και εμπνεύστρια του Εργαστηρίου Μελέτης της παιδικής ηλικίας, «Το παραμύθι έρχεται από πολύ μακριά και είναι τόσο παλιό που είναι περίεργα σύγχρονο». Σύμφωνα με την ίδια, αν εξαιρέσει κανείς κάποια μικρά κλιμακωτά παραμύθια όπως το Ντίλι-Ντίλι ή κάποιες ιστορίες με ζώα, τα περισσότερα παραμύθια δεν απευθύνονταν αρχικά στα παιδιά. Η αφήγησή τους στις αγροτικές κοινωνίες ήταν περισσότερο ένας τρόπος διασκέδασης των ενηλίκων, σε μια εποχή που δεν υπήρχε τηλεόραση και ραδιόφωνο. Σε πολλές περιπτώσεις άκουγαν και τα παιδιά, ο στόχος πάντως αρχικά δεν ήταν η διαπαιδαγώγησή τους. Πρώτοι οι αδελφοί Grimm στόχευσαν το παιδικό κοινό με τα παραμύθια τους. Ο Σουηδός σκηνοθέτης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν με εύγλωττο τρόπο τόνισε ότι «η διαφορά του παραμυθιού από το ψέμα είναι ότι το παραμύθι μπορεί συχνά να παραπέμπει σε φανταστικές καταστάσεις, αλλά γίνεται γέφυρα με την πραγματικότητα, ενώ το ψέμα την αποφεύγει». Ο παραλληλισμός αυτός με την πραγματικότητα της ζωής μέσω της δύναμης των εικόνων είναι που δίνει στο παραμύθι τη σπουδαιότητα που του αναλογεί. Κάθε ιστορία, κάθε ήρωας, κάθε περιπέτεια είναι και ένα υπαρξιακό ζήτημα μπροστά στα μάτια σου.
Πώς σχετίζονται τα παραμύθια με την ψυχαναλυτική θεωρία;
Από τις διάφορες θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί και έχουν ως γενεσιουργό λόγο αυτή τη σχέση του παραμυθιού με την πραγματικότητα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ψυχαναλυτική θεωρία. Από τους πρώτους που –στην προσπάθεια ανάλυσης της ανθρώπινης ψυχής– ερεύνησαν το βαθύτερο νόημα των παραμυθιών, συγκρίνοντάς το με αυτό των ονείρων των ασθενών του, ήταν ο Φρόυντ. Ο διάσημος ψυχαναλυτής ανέλυσε μάλιστα τους συμβολισμούς συγκεκριμένων παραμυθιών που στην εποχή του ήταν δημοφιλή (παραμύθια των αδελφών Grimm). Στα παραμύθια η ψυχή διηγείται τη δική της ιστορία, έγραφε και ο Καρλ Γιουνγκ, εισηγητής της Σχολής της Αναλυτικής Ψυχολογίας, ο οποίος –εξελίσσοντας τη θεωρία του Φρόυντ– υποστήριξε ότι τα παραμύθια αποτελούν μέρος του περίφημου «συλλογικού ασυνείδητου». Το συλλογικό ασυνείδητο είναι μια περιοχή του ασυνείδητου νου (ή της ψυχής) που είναι κοινή για όλους τους ανθρώπους (σε αντιδιαστολή με το ατομικό ασυνείδητο) και περιλαμβάνει μνήμες από αρχαίες εμπειρίες του είδους μας, οι οποίες εκπροσωπούνται μέσα από συμβολισμούς, όνειρα και μύθους Αυτά τα συμβολικά περιεχόμενα του συλλογικού ασυνείδητου ονομάζονται αρχέτυπα. Τα αρχέτυπα, οι πρωταρχικές αυτές εικόνες-μνήμες μέσα μας, είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η ανθρώπινη ύπαρξη. Τέτοια αρχέτυπα, τα οποία αναδύονται αυθόρμητα και εκδηλώνουν ανθρώπινα ένστικτα, είναι για παράδειγμα η μητέρα Γη, το νερό ως έκφραση αναγέννησης, η σκιά ως έκφραση παρόρμησης και ενστίκτου, ο σοφός γέρος, ο ήρωας και πολλά άλλα. Υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις θεωρητικές για τα παραμύθια (ανθρωπολογική θεωρία, ιστορικογεωγραφική θεωρία κ.ά.). Πολλά είναι και τα είδη του, οι κατηγορίες αλλά και εκδοχές της ίδιας ιστορίας ανά χώρα. Μύθος, θρύλος, μυθολογία, νανούρισμα, λαϊκό παραμύθι, δοξασία. Ανεξάρτητα από το όνομα, την κατηγορία ή τον τρόπο περιγραφής τους, αυτές οι ιστορίες –όποιους συμβολισμούς κι αν περιλαμβάνουν– δείχνουν τη συνεχή προσπάθεια του ανθρώπου ανά τους αιώνες να εξηγήσει είτε τον φυσικό κόσμο γύρω του και τα φυσικά φαινόμενα που παρατηρεί, είτε τον λόγο ύπαρξής του. Στόχος του, όχι μόνο η ψυχαγωγία, αλλά και η κατανόηση της ψυχής που κρύβεται πίσω από κάθε συνειδητή ή ασυνείδητη ενέργειά του.
Τα παραμύθια συμβάλλουν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών
Κατά κοινή ομολογία των ειδικών, τα παραμύθια –που στην ουσία είναι ένας διαφορετικός τρόπος να μιλήσει κανείς για την πραγματικότητα– είναι πολύ σημαντικά για την κατανόηση του ανθρώπου, καθώς εκφράζουν με τρόπο δυναμικό και επιδραστικό εσωτερικές ανάγκες του, άγχη, κρυφούς φόβους και βαθύτερες επιθυμίες που είναι κρυμμένα βαθιά στο υποσυνείδητό του. Με τη συμβολική λειτουργία τους, εκτός από πρόσκαιρη ευχαρίστηση, δίνουν νόημα στην ψυχική εξέλιξη και στις εσωτερικές συγκρούσεις που αυτή προϋποθέτει. Υπό αυτό το πρίσμα, πολλοί ψυχολόγοι επισημαίνουν ότι το παραμύθι είναι πολύ σημαντικό στην ανάπτυξη του παιδιού και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του για τους εξής κυρίως λόγους: Η αφήγηση διεγείρει το μυαλό του και τη φαντασία του. Το βοηθά να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα συναισθήματα που αυθόρμητα αναδύονται μέσα από τις περιπέτειες των ηρώων και να κατανοήσει την επαφή του με τους άλλους ανθρώπους. Το προετοιμάζει για την κοινωνικοποίησή του, καθώς έρχεται αντιμέτωπο με την πραγματική ανθρώπινη φύση, που περιλαμβάνει το καλό όπως και το κακό, το δίκαιο όπως και το άδικο, τη ζωή όπως και τον θάνατο. Επίσης, ο φανταστικός κόσμος του παραμυθιού αφήνει στο παιδί τη δυνατότητα να διαχειριστεί υπαρκτές μέσα του ψυχικές εκδηλώσεις, που έξω από αυτό δεν θα τολμούσε ενδεχομένως ποτέ. Με αυτό τον τρόπο, εκτονώνοντας δηλαδή μέσω του μηχανισμού της ταύτισης τα δικά του συναισθήματα, καταφέρνει σιγά-σιγά να αποκτήσει τη δεξιότητα να ηρεμεί. Σε αυτό το ταξίδι μοιράζεται την εμπειρία του με τον αφηγητή-γονιό, ενισχύοντας τη σχέση του μαζί του και συγχρόνως με έναν έμμεσο τρόπο προετοιμάζεται για την ενηλικίωσή του και τις προκλήσεις που θα συναντήσει στη ζωή του. Για αυτούς τους λόγους το παραμύθι έχει χρησιμοποιηθεί και ως μέσο ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης παιδιών, αλλά και ενηλίκων.
Βλάπτουν οι βίαιες εικόνες των ιστοριών τον ψυχισμό του παιδιού;
Όπως επισημαίνει η κα Καστρινάκη, «στη σημερινή εποχή, που μάλλον κυριαρχεί η αντίληψη προστασίας του παιδιού από κάθε βίαιη εικόνα, πολλοί αντιδρούν στις συχνά βίαιες εικόνες των παραμυθιών, όπως αυτή του δράκου που τρώει τον ήρωα». Αν και η αντίδραση είναι κατανοητή, όπως τονίζει η ίδια, «τα παραμύθια μιλάνε για ζητήματα που απασχολούν όλους τους ανθρώπους και είναι δύσκολο να τα θίξεις αλλιώς». Η ίδια θέτει τον προβληματισμό εάν θα έπρεπε να σταματήσουμε άραγε να διδάσκουμε στα παιδιά την ελληνική μυθολογία, επειδή π.χ. ο Κρόνος έτρωγε τα παιδιά του ή εάν θα έπρεπε να σταματήσουμε να διδάσκουμε ακόμη και αρχαίες τραγωδίες, μιας και είναι ιστορίες γεμάτες βία, όπως η Μήδεια που σκοτώνει τα παιδιά της. Εάν στ’ αλήθεια εξαιρέσουμε το κακό από τις ιστορίες των παραμυθιών ή των μύθων, ή από την τέχνη γενικότερα, δεν θα ήταν σαν να παρουσιάζαμε ψεύτικες διαβεβαιώσεις στα παιδιά μας ότι στη ζωή υπάρχει μόνο το καλό ή ότι καμία αδικία δε θα τους συμβεί ποτέ; Μια τέτοια εξιδανίκευση θα τα προετοίμαζε σωστά άραγε για αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα του κόσμου; Μάλλον η απάντηση βρίσκεται στην επιλογή του κατάλληλου παραμυθιού με βάση την ηλικία, τον τρόπο αφήγησής του, αλλά και με το να είμαστε πάντα εκεί για να τα ανακουφίσουμε, συζητώντας μαζί τους.
Πώς να βάλετε τα παραμύθια στη ζωή σας
Διαβάστε στα παιδιά σας ιστορίες κάθε μέρα, την ίδια ώρα, στον ίδιο χώρο, φτιάχνοντας με φροντίδα τη δική σας τελετουργική ρουτίνα.
Διαλέγετε πάντα τη σωστή ιστορία, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού σας, και αφηγηθείτε τη με κέφι αλλά και ενσυναίσθηση, όντας 100% παρόντες κάθε στιγμή.
Υποδυθείτε τους ρόλους της ιστορίας και προτρέψτε τα παιδιά να κάνουν το ίδιο.
Συνδυάστε την ιστορία που αφηγείστε με τραγούδια και ρυθμό, για να μυήσετε τα παιδιά στον εξίσου μαγικό κόσμο της μουσικής.
Εμπιστευτείτε τη φαντασία τους, καθώς και τη δική σας, και αλλάξτε μαζί την ιστορία όπως θέλετε. Ρωτήστε τα ποιο τέλος θα επιθυμούσαν και συζητήστε το.
Θυμηθείτε πώς νιώθατε σαν παιδιά όταν ακούγατε κι εσείς παραμύθια και μοιραστείτε την ανάμνηση μαζί τους. Φτιάξτε το δικό τους/σας παραμύθι και ζωγραφίστε το με χρώματα.
Ρωτήστε τα για τα δικά τους συναισθήματα σε κάθε ευκαιρία. Θα εκπλαγείτε από την αίσθηση απελευθέρωσης που θα νιώσετε. Και εσείς, αλλά και αυτά. Τα παραμύθια ήταν και για μένα η πρώτη αφορμή για να σκεφτώ, να εκφραστώ χωρίς τον φόβο να εκτεθώ, μιας και υπήρχε πάντα μια ιστορία που δικαιολογούσε το κλάμα, τον θυμό ή την έκρηξη… Έβαζα τη γιαγιά μου κάθε φορά να μου λέει ξανά και ξανά την ιστορία της Αρετούσας και φανταζόμουν τον κόσμο μέσα από τον ποιητικό λόγο του υπέροχου αυτού λαϊκού παραμυθιού, με την ήρεμη φωνή της. Δε θα ξεχάσω την έκφραση στο πρόσωπο και των δικών μου παιδιών, όταν τα βραδιά τους διάβαζα κι εγώ παραμύθια ώσπου να τα πάρει ο ύπνος… Άλλοτε παρασυρόμουν από την ιστορία και άλλοτε κουρασμένη προσπαθούσα να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά, όπως και το βιβλίο στα χέρια μου ως το τέλος της ιστορίας ή μάλλον των ιστοριών, αφού κανένα από τα δύο δεν κοιμόταν αμέσως. Δεν ξέρω εάν διάβαζα στα παιδιά μου ως μητέρα ή εάν εξιστορούσα σαν παιδί κι εγώ την ιστορία έτσι όπως την είχα ακούσει κάποτε. Σίγουρα, όμως, ήταν η πιο όμορφη και τρυφερή ανάμνηση που κρατάω μέσα μου από την παιδική ηλικία των παιδιών μου, αλλά και από τη δική μου. Θυμάμαι με μεγάλη νοσταλγία το αγαπημένο τους παραμύθι που είναι το «Θα σε αγαπώ ό,τι κι αν γίνει», μια μικρή ιστορία για μικρά παιδιά που έμαθε και σε μένα, μέσα από τις συνεχείς ερωτήσεις τους, ότι η αγάπη σημαίνει και αποδοχή. Θυμάμαι ακόμη το παραμύθι που σκαρφιστήκαμε με την κόρη μου, με μεγάλη φαντασία και πολύ αγάπη. Κυρίως όμως θυμάμαι την απελευθέρωση που ένιωθα και ως παιδί και ως μητέρα. Διαβάστε στα παιδιά σας όσο πιο πολύ μπορείτε, τραγουδήσετε μαζί τους, νανουρίστε τα και μιλήστε με μύθους – και αν δεν το κάνετε για αυτά, κάντε το για σας. Όπως σε πολλά παραμύθια, ο δράκος μεταμορφώνεται στο τέλος σε πρίγκιπα. Αφήστε κι εσείς μαζί με τα παιδιά σας τον φόβο, τον θυμό ή τη λύπη να μεταμορφωθούν –αφού εκφραστούν– σε χαρά, δημιουργία, σύνδεση και επαφή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου