3.5.23

Ύμνος στην αλήθεια και στη ζωή


Γράφει η Σοφία Μούτσου

Κώστας Αρκουδέας «Συλλέκτης μανιταριών», νουβέλα, σελ. 115, εκδόσεις Καστανιώτη, Απρίλιος 2023

 Η ιστορία του ανθρώπινου είδους μοιάζει όλο και περισσότερο σαν μια κούρσα ταχύτητας μεταξύ μάθησης και καταστροφής / Τζωρτζ Όργουελ

The business of life is the acquisition of knowledge / William Shakespeare

Θα έλεγα πως στα δυο προαναφερόμενα ανταποκρίνεται το νέο έργο του Κώστα Αρκουδέα Συλλέκτης μανιταριών, ένα έργο που θα μπορούσε να ήταν ένα υπέροχο παραμύθι αν δεν ήταν ένας τόσο σπουδαίος οδηγός ζωής. Οδηγός ζωής υψηλής αφηγηματικής αισθητικής, χωρίς ίχνος διδακτισμού και εγωκεντρική καθοδήγηση από πλευράς του συγγραφέα, αλλά με απόλυτα φυσικό τρόπο που τέρπει και προβληματίζει οδηγώντας υποστηρικτικά τον δοκιμαζόμενο άνθρωπο στο να ξαναβρεί τις χαμένες αρχές και τις διαχρονικές αξίες της ζωής.

 

Μια νουβέλα σε 15 κεφάλαια  

Η  νουβέλα του Κώστα Αρκουδέα ανταποκρίνεται στον αρχικό ρόλο της νουβέλας όπου το συγγραφικό βάρος πέφτει στην ηθογραφία και την ψυχική κατάσταση των ηρώων. Γραμμένη στη μετά κορονοϊό εποχή, με σκέψεις και ενδοσκόπηση που γεννήθηκαν μέσα στην πρωτοφανή εμπειρία της παγκόσμιας πανδημίας και κρίσης, του πολέμου που μαίνεται δίπλα μας, της έκπτωσης του πολιτισμού και των μεγάλων δυσχερειών που αντιμετωπίζει η σημερινή ελληνική κοινωνία, ο Συλλέκτης μανιταριών συλλέγει και αποδελτιώνει ανάγκες, ιδέες και συναισθήματα, οδηγώντας τον αναγνώστη σε μονοπάτια που κατακτά μέσα από την εσωτερική αναζήτηση.

Από την αρχή ο συγγραφέας δίνει το στίγμα του αφιερώνοντας το βιβλίο σε όλους εκείνους που θεωρούν την αλληλεγγύη ανεκτίμητο πετράδι. Την αλληλεγγύη, που είναι το μεγάλο κοινωνικό αίτημα, η ιστορική αναγκαιότητα της εποχής μας, όπου όλα καταρρέουν και μόνο οι ειλικρινείς ανθρώπινες σχέσεις μπορούν να επαναφέρουν ελπίδα στον κόσμο.

Απέναντι από την αφιέρωση παραθέτει τους στίχους του Μάνου Ελευθερίου από τον Νοητό Λύκο:

«Του λύκου η ώρα είναι ομολογία

πώς δήθεν τα κορμιά θα λυτρωθούν

σαν επιτάφιοι μέσα σε σφαγεία»

Εξελίσσει λοιπόν το σκεπτικό του πάνω στους στίχους αυτούς, προχωρώντας με την προσφιλή του χρήση του φανταστικού στη συνέχεια της υπόθεσης. Η επιλογή των στίχων δεν είναι τυχαία. Ο Νοητός Λύκος του Μάνου Ελευθερίου, το μεγάλο αυτό συνθετικό, ομοιοκατάληκτο ποίημα που καταγράφει την ολιγόλεπτη επίσκεψη του ποιητή στον Άδη ακολουθώντας τον Άγγελό του και την επιστροφή του, όπου καταλαβαίνει ότι όλα ήταν της φαντασίας του, είναι η πεμπτουσία της ποίησης του Μάνου Ελευθερίου και συνοψίζει συλλογικά βιώματα καταγράφοντας τις δικές του απώλειες. Ο ποιητής έγραψε τον Νοητό Λύκο ξεκινώντας από μια ευχή του Ιωάννη του Χρυσοστόμου όπου αναφέρεται στα άγρια θηρία των παθών: την αναλγησία, την απληστία, την επίδειξη, την κενοδοξία, τον θυμό, την αισχρολογία, τις αισχρές επιθυμίες. Θηρία που οφείλει ο άνθρωπος να καταστέλλει, να περιορίζει και να ελέγχει.

Δεκατρία χρόνια μετά τον Νοητό Λύκο, ο Αρκουδέας διαχειρίζεται τον Λύκο για να στηρίξει την εσώτατη επικοινωνία του ανθρώπου με τον εαυτό του, την κάθοδο στο νοητό Άδη και στην καταστροφή του κόσμου αλλά και για να εξελίσσει την ιστορία του δίνοντας λύση και ελπίδα.

Διάβασα το βιβλίο χωρίς να έχω μιλήσει με τον συγγραφέα, χωρίς να έχω ακούσει μια ανάλυση σε κάποια λογοτεχνική λέσχη, κι όμως βρήκα ότι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Συλλέκτης μανιταριών έρχεται και ακουμπά πάνω σε δικές μου αναζητήσεις, ερωτηματικά και φόβους, δίνοντας φτερά και στις δικές μου ελπίδες για την κοινωνία και την ανθρωπότητα.

Έργο ωριμότητας του συγγραφέα, αποπνέει εσωτερική γαλήνη, ηρεμία και τρυφερότητα, που δεν αργεί να διαπιστώσει ο αναγνώστης, οδηγούμενος με στέρεο τρόπο στο συμπέρασμα  ότι η καταστροφή του πλανήτη οφείλεται στην απληστία των ανθρώπων, την ανικανότητα της εξουσίας και στην εξ αυτών προερχόμενη κακή διαχείριση∙ ότι η λύση είναι η επιστροφή στην αλληλεγγύη και εν τέλει στην κλασσική έννοια της ηθικής.

Ένα βιβλίο καλοδουλεμένο από κάθε πλευρά, που αναδεικνύει την προσεκτική μελέτη του συγγραφέα στα αντικείμενα που πραγματεύεται. Εντυπωσιακές είναι οι γνώσεις του στα φυσικά φαινόμενα, στα είδη της φύσης, του δάσους, των πουλιών, των ζώων, των βοτάνων, των εντόμων που παρουσιάζει με εξαιρετική φυσικότητα να συμμετέχουν στα δρώμενα ως ενεργά σκεπτόμενα όντα και όχι απλά ως εικόνες – αλλά και η συμπερίληψη στο σκηνικό πρόσφατων γεγονότων, όπως η καταστροφή έργων τέχνης ως μορφή διαμαρτυρίας και άλλων συμβάντων της επικαιρότητας. Ο Αρκουδέας διακρίνεται για τη σοβαρή μελέτη και έρευνα του αντικειμένου που πραγματοποιεί πριν τη συγγραφή κάθε βιβλίου του. Διαβάζοντας τον πάντα έχεις την αίσθηση ότι γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενο του και έχει εξαντλήσει τις πηγές του ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Πολλή δουλειά, σοβαρή και θαρραλέα τεκμηριωμένη προσωπική άποψη, το βιβλίο όντας μαζί εύληπτο και καλογραμμένο (μια ανάσα στην εποχή της αρλουμπολογίας όπως είπε η Βιβή Γεωργαντοπούλου)

Στον Συλλέκτη συναντάμε έναν Αρκουδέα εξαιρετικό αφηγητή, που μέσα από τον παραμυθητικό λόγο, υπό την έννοια και του παραμυθιού και της παραμυθίας, ανατέμνει τα μεγάλα ανθρώπινα ελαττώματα: την αλαζονεία, την απληστία, τη μοχθηρία, τη ζήλια, τον ατομικισμό – τους ανθρώπινους χαρακτήρες που διαμορφώνουν αυτά τα ελαττώματα και οδηγούν στις υποκριτικές ανθρώπινες σχέσεις αντιπαραβάλλοντας όλα αυτά προς τη συντροφικότητα, την οργάνωση της αγέλης, τις αρετές των άγριων ζώων (σχέσεις ανθρώπων και λύκων, ελαττώματα ανθρώπων και προτερήματα λύκων). Η ρεαλιστική αφήγηση συνδυάζεται με το ονειρικό στοιχείο και στηρίζεται σε ένα πυκνό πλέγμα διακειμενικών και καλλιτεχνικών παραπομπών, όπως και σε άλλα πρόσφατα έργα του. Η υψηλή συνθετική ικανότητα του συγγραφέα οδηγεί στην ποιητικότητα του έργου και εντυπωσιάζει. Η χρήση στίχων του Bob Dylan ενσωματώνεται ευρηματικά με τη μορφή τραγουδιών των πουλιών στην αφήγηση και αναδεικνύει τα πουλιά σε αφηγητές αναδεικνύοντας τον πεζό αφηγηματικό λόγο σε δυνατή καθάρια ποίηση μεταφρασμένη από τον ίδιο τον συγγραφέα.

Είναι ένας στέρεος καμβάς προσώπων και καταστάσεων απ’ όπου προκύπτουν το καλό και το κακό – η καταστροφή και το δέον γενέσθαι. Υπάρχει το αίτιο και το αιτιατό, υπάρχει ο δράστης, το θύμα, η ατομική δράση, η συλλογική και η αγελαία δράση, το αποτέλεσμα της βίας. Υπάρχει όμως ελπίδα στον κόσμο, υπάρχει λύση, δεν αρκείται ο συγγραφέας στην περιγραφή της σύγχρονης ζοφερής πραγματικότητας, δεν αφήνει τον αναγνώστη στην τρικυμία. Τολμά, έχει το θάρρος και προτείνει. Η αλληλεγγύη θα σώσει τον κόσμο.

 Διαβάζοντάς το, ένιωσα τη διακειμενικότητα που συνδέει τη συμπυκνωμένη γνώση πολλών βιβλίων της παγκόσμιας λογοτεχνίας που αγάπησα. Σε κάποιες γραμμές του ένιωσα να βρίσκομαι στην αρχή από τα Εκατό χρόνια μοναξιάς του Μαρκές, στο εργαστήρι του Μελκιαδές, στη συναυλία των πουλιών στο Μακόντο, «Στον παράδεισο υγρασίας και σιωπής φωτισμένο μόνο από τις δυνατές λάμψεις των φωτεινών εντόμων,  όπου οι ματσέτες εξόντωναν σαρκοβόρους κρίνους και χρυσές σαλαμάνδρες…» Σε άλλες σελίδες του συνάντησα κάτι από τη λεπτή ειρωνεία του Τζωρτζ Όργουελ στη Φάρμα των Ζώων και τη μανιώδη φιλοδοξία για εξουσία και αυθαιρεσία, αλλά και την οξεία κριτική και το χιούμορ των δεινών συγγραφέων του Campus novel Μάλκομ Μπράντμπερρυ, Τζούλιαν Μπαρνς κ.ά. Οι συνομιλίες πουλιών και ζώων με παρέπεμψαν στους διαλόγους της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων και οι υπέροχες περιγραφές της φύσης καθώς και οι αναφορές στο χρόνο μου θύμισαν κομμάτια από το Μαγικό Βουνό του Τόμας Μαν όπως «Ο χρόνος λέγεται είναι λήθη μα και ο αέρας των μακρινών τόπων είναι τέτοιο πιοτό, που, αν κι επιδρά λιγότερο βαθιά, επιδρά όμως ταχύτερα…»

Ο Συλλέκτης μανιταριών θα μπορούσε ωραιότατα να είναι η ιστορία που διηγείται στη φυλή ένας γέρος σοφός ινδιάνος μια χειμωνιάτικη νύχτα γύρω από τη φωτιά. Θα μπορούσε όμως να βγαίνει από την τραγωδία της γνώσης και της αυτογνωσίας, τον Οιδίποδα Τύραννο, που γραμμένος μετά τον λιμό του 5ου π.Χ. αιώνα – κάτι ανάλογο της σύγχρονης πανδημίας θα λέγαμε – παραμένει διαχρονική με την άκρατη παρέμβαση του σύγχρονου ανθρώπου στη φύση και την τιμωρία της αλαζονικής του συμπεριφοράς από την ίδια τη φύση με τα καταστροφικά καιρικά φαινόμενα που ξεσπούν. Εκτιμώ ότι όπως στον Οιδίποδα Τύραννο αναδεικνύεται η ικανότητα του ανθρώπου να διαχειρίζεται όλα τα δεινά που αποδόθηκαν σε πλανητική ανισορροπία ή θεϊκή τιμωρία αλλά στην πραγματικότητα προκλήθηκαν λόγω της ανθρώπινης πλεονεξίας και ματαιοδοξίας, έτσι γίνεται και στον Συλλέκτη μανιταριών, μέσα όμως από το παραμυθητικό στοιχείο και το φανταστικό.

Οι πρώτες φράσεις μιας ιστορίας είναι πολύ σημαντικές, όπως γράφει η αμερικανίδα συγγραφέας Edith Wharton, η πρώτη γυναίκα που βραβεύτηκε με Pulitzer, πρέπει να συμπυκνώνουν όλη την ουσία της ιστορίας και να αιχμαλωτίζουν αμέσως το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ο Αρκουδέας αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη από τις πρώτες φράσεις του Συλλέκτη μανιταριών:

«Οι σταγόνες της βροχής χόρευαν στον αέρα σαν λιλιπούτεια ξωτικά, όταν ένας ήχος τον έκανε να σκιρτήσει. Γρύλισμα μακρινό και ανεπαίσθητο, σαν τρίξιμο στα ξερόφυλλα. Το γρύλισμα πέρασε μέσα από τις φυλλωσιές και τους κορμούς των δέντρων κι έφτασε σαν απόηχος σ’ εκείνον.

Η πρώτη του αντίδραση ήτανε να κρυφτεί. Να απομακρυνθεί από τον κίνδυνο, να σωθεί. Η σκέψη που τον συγκράτησε ήταν ότι με τον τρόπο αυτό θα πρόδιδε τη θέση του και θα γινόταν εύκολη λεία. Έμεινε ασάλευτος κρατώντας την ανάσα του. Ήξερε πως ο διώκτης του τον είχε μυρίσει και προσπαθούσε να εντοπίσει τη θέση του».

Η αρχή είναι έντονη. Κάποιος βρίσκεται σε κίνδυνο, τον κυνηγούν, κρύβεται για να μην τον εντοπίσουν, γρύλισμα ακούγεται προφανώς από κάποιο άγριο ζώο. Ο αναγνώστης μπαίνει αμέσως στην ένταση της στιγμής, αγωνιά με τον κυνηγημένο άνθρωπο. Ο συγγραφέας έχει κερδίσει το ζωηρό ενδιαφέρον του αναγνώστη, έχει εξάψει την περιέργειά του, τον κάνει συμμέτοχο στη σκηνή, τον καθηλώνει στην ανάγνωση του κειμένου, στη συνέχεια της ιστορίας.

Είναι ένα βιβλίο-ύμνος στη ζωή και την αλήθεια που τη δημιουργεί. Στην αλήθεια των συναισθημάτων και των αληθινών ανθρώπινων σχέσεων. Η ελληνική λογοτεχνία στα καλύτερά της∙ ένας Κώστας Αρκουδέας που τον εμπιστεύεσαι για την κατασταλαγμένη σοφία και την ευαισθησία της ψυχής.

Μετά την απόσταση που επέβαλλε η πανδημία, ο πόλεμος και η κρίση, οι προσεγγίσεις όλων μας έχουν αλλάξει. Ποιητές και πεζογράφοι αναφέρονται σ’ αυτό, με τους πιο ευαίσθητους να γράφουν ειδικά γι’ αυτό το θέμα ή να δημιουργούν έργα βασισμένα στη νέα προσέγγιση. Οι αληθινές ανθρώπινες σχέσεις βασισμένες στην ειλικρίνεια και την αλληλεγγύη προκύπτουν ως ζητούμενο της κοινωνίας μετά από μια τέτοια «μήνι Θεού».

Ένα καλό βιβλίο δεν τελειώνει ποτέ, είναι ζωντανό και μας καλεί να το διαβάσουμε ξανά και ξανά. Χρειάστηκε να διαβάσω αρκετές φορές το βιβλίο, με όλους τους τρόπους που ήξερα, οριζόντια, κάθετα, διαγώνια, για να μπορέσω να το αφήσω από τα χέρια μου και να γράψω μερικές αράδες για αυτό. Αργότερα σκέφτηκα πώς δεν ήταν αρκετό. Ήθελα να γράψω περισσότερα. Η διακειμενικότητα ήταν πανταχού παρούσα, η λεπτή ειρωνεία προκλητική, το κωμικό γινόταν σχεδόν τρυφερό, οι αλήθειες της αυτογνωσίας αναδύονταν όλο και περισσότερο, το φαντασιακό του στοιχείο με μάγευε. Το βιβλίο αυτό, όσο κι αν φέρει μέσα στη διακειμενικότητά του σπόρους από τη σοφία κλασσικών συγγραφέων, αναδύεται ολόφρεσκο και δροσερό μέσα από τη μοναδικότητά του, απαλλαγμένο από δεσμεύσεις κάθε είδους, φέρνοντας στο προσκήνιο το επιτακτικό κάλεσμα για επαναπροσδιορισμό των ηθικών αξιών στις ανθρώπινες σχέσεις.

Με γλώσσα αληθινό χειρουργικό νυστέρι, ευέλικτη σε όλο το φάσμα της, χωρίς αγκυλώσεις, απεικονιστική στην ακρίβειά της και θαρραλέα, περιγράφει και ανατέμνει την ίδια τη φύση, τους ανθρώπους, τα συναισθήματα και τα πάθη τους, τα γεγονότα, τα φυσικά φαινόμενα και τις ιδέες χρησιμοποιώντας αριστοτεχνικά τη γραμματική, το συντακτικό μέσα στη γραφή του χωρίς να την υποτάσσει σ’ αυτά, αφήνοντάς την να ζωγραφίζει αυτό που θέλει να πει. Τα επίθετα και ρήματα μπαίνουν ελεύθερα στο σημείο που εξυπηρετούν την απεικόνιση της σκηνής, του υποκειμένου ή του συναισθήματος, ή και εντελώς μόνα τους, ικανά να στηρίξουν μια φράση ολόκληρη. Η μεταφορά γίνεται όπλο στη διήγηση, το φανταστικό είναι εμπεδωτικό της εντύπωσης που έχει ήδη δημιουργήσει αλλά και τα απλά σημεία στίξης έχουν το ρόλο τους στην ενίσχυση του νοήματος, προσθέτοντας έτσι ακόμα μεγαλύτερη γοητεία στο κείμενο, με φράσεις μικρές που ο συγγραφέας δεν διστάζει να κόψει και να συνεχίσει αυξάνοντας το αξιακό τους βάρος αντί να τους χαλάει το νόημα.

Αξιοσημείωτο είναι και το παιχνίδι του με τη γλώσσα την οποία χρησιμοποιεί με την ίδια ευκολία, την εκλεπτυσμένη λόγια ας πούμε γλώσσα και την καθομιλούμενη ή και λαϊκή. Βλέπεις δίπλα σε τύπους όπως «ελλόχευε ένας υφέρπων κίνδυνος» ή «ψυχρή απαρέσκεια», «ιδιοσυστασία», «κακεντρεχής υπεροψία»,  «εκχερσωμένος», «αβυσσαλέες πλευρές», «έριδες», λέξεις όπως «γυρόφερνε», «κουτσό», «χαζό», «ευχαριστιέσαι», «τσογλάνι», «πού θες να καταλήξεις», «λούφαξε», «λημέρια» «αρμαθιά» «ψυχοπόνεσε» «αποκοτιά», «παλαβομάρες». Αρκετές φορές μάλιστα διαφορετικές γλωσσικές «εποχές» συνυπάρχουν στην ίδια φράση, πάντοτε εύστοχα, ζυγιασμένα, απολαυστικά.

Γενναιόδωρος με τις αποστρόφους, αποδίδει τη γλώσσα ευέλικτη, ομιλούμενη, ζωντανή  (απ’ το σώμα, πού τα ’μαθες όλ’ αυτά, τα ’χεις μελετήσει κλπ) κάτι που δυστυχώς πολλοί αποφεύγουν σήμερα προτιμώντας ένα ξύλινο κατασκευασμένο ιδίωμα που ξορκίζει τη σύντμηση, ξεχνώντας ότι είναι βασικός κανόνας ευφωνίας.

Όλα τα παραπάνω επιτυγχάνει ο Αρκουδέας δίνοντας λαλιά και λόγο σε όλα τα πλάσματα, ανθρώπους, ζώα, φυτά, πουλιά, δέντρα, ακόμα και στα χρώματα, σε μια συνομιλία μεταξύ τους που δεν εκπλήσσει τον αναγνώστη αλλά τη θεωρεί εκ προοιμίου δεδομένη, όπως ακριβώς γίνεται στα παραμύθια. Ο ίδιος ο συγγραφέας «μιλάει» γράφοντας στον Συλλέκτη γοητευτικά, άλλοτε σαν ποιητής κι άλλοτε σαν τσογλάνι, όπως σημειώνει στη σελ. 19 ότι κάνει το σοφό μαύρο πουλί, ο κόρακας, που διηγείται τόσο αξιοθαύμαστα την ιστορία του και αρέσει στον κόσμο.

Ο άνθρωπος συνομιλεί με το λύκο αναλύοντας ιδέες, ο κόρακας διηγείται την ιστορία κάνοντας εύστοχα σχόλια, τα δέντρα και τα φύλλα παρεμβαίνουν στις συζητήσεις, και όλο αυτό όχι απλά δεν απωθεί τον αναγνώστη αλλά του φαίνεται απόλυτα φυσικό ενώ ταυτόχρονα γνωρίζει πώς δεν διαβάζει ένα παιδικό παραμύθι. Όλα αυτά εξηγεί ο συγγραφέας γίνονται μέσα από το σώμα. «Όλοι αποθεώνουν το μυαλό. Αντίθετα εγώ θεωρώ το σώμα πιο σοφό, πιο αυθεντικό. Το μυαλό προβάλλει συνεχώς εγωισμούς και τραύματα. Το σώμα, αντίθετα, έχει μια ικανότητα συγχώνευσης ιαματική. Μέσα από το σώμα γιατρεύω τις εκδορές μου. Και μέσα απ’ αυτό στέλνω στους άλλους τις ιδέες και τις σκέψεις μου», λέει ο συλλέκτης στο λύκο που τον ρωτάει πώς καταφέρνει να επικοινωνεί μαζί του.

Ξεχωριστή θέση έχει στη γραφή του Κώστα Αρκουδέα το φανταστικό. Ο συγγραφέας το αγαπά. Το παρουσιάζει μάλιστα μ’ ένα τρόπο διακριτά ευφυή, όπου η ανάλαφρη ειρωνεία του (περισσότερο παιγνιώδες ύφος παρά ειρωνεία) προσδίδει στο φανταστικό κύρος και γοητεία. Ο συγγραφέας χρησιμοποίησε το φανταστικό και σε άλλα έργα του. Στην παρουσίαση του βιβλίου του Η νόσος της αδράνειας, τον Ιούνιο του 2022, ο συγγραφέας – μεταφραστής Μιχάλης Μακρόπουλος ανέφερε: «Ο Κώστας Αρκουδέας μοιάζει να αγαπά το φανταστικό σε πολλές από τις όψεις του και μια άλλη όψη, αυτή του θαυμαστού και του μυθικού στα διηγήματα του Καλβίνο και του Μπόρχες είναι κυρίαρχη στο διήγημα «Θύμισέ μου τα όνειρά σου».

Θα έλεγα λοιπόν ότι έχοντας μια ιδιαίτερη αδυναμία στο φανταστικό, το εξελίσσει με τρόπο ευρηματικό, παρουσιάζοντας αναπάντεχες καταστάσεις  (αναπάντεχες υπό την ακριβή έννοια του όρου όπως ο Roald Dahl στο Tales of Unexpected) και στο νέο βιβλίο του Συλλέκτης μανιταριών, όπως και στη Νόσο της αδράνειας, το προηγούμενο. Παράδειγμα: Η συγκέντρωση των ανθρώπων που συζητούν και αναζητούν τι πρέπει να γίνει, υπάρχει αναλογικά και στη μικρή ιστορία «Πίστη στους μικρούς θεούς» του προηγούμενου βιβλίου του, όπως και η αναφορά στην πανδημία στο τελευταίο διήγημα του βιβλίου Η νόσος της αδράνειας αλλά και στον Συλλέκτη μανιταριών. Είναι φυσικό τόσο μεγάλα γεγονότα και συμβάντα της ανθρωπότητας να μην χαρακτηρίζουν ένα μόνο βιβλίο ενός συγγραφέα αλλά μια ολόκληρη συγγραφική εποχή, αφού ο συγγραφέας σαν ευαίσθητος δέκτης συλλαμβάνει νωρίς τις πληγές και τις ανάγκες της κοινωνίας.

Αν με ρωτούσαν σε τι απαντά αυτό το βιβλίο θα έλεγα χωρίς δισταγμό ότι απαντά στη φράση του Μπόρχες «Κάθε ζωή διαμορφώνεται από μια μοναδική στιγμή, τη στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποιεί μια για πάντα ποιος είναι», ενώ ταυτόχρονα επιτυγχάνει τον στόχο που έβαζε πάντα ο Μαρκές στα έργα του: «Ήθελα να δημιουργώ αληθοφανή και ταυτόχρονα φανταστική πλοκή χωρίς ρωγμές». Ο Συλλέκτης μανιταριών είναι ένα έργο υψηλής αξίας – αισθητικής και ηθικής – που διδάσκει χωρίς ίχνος ακαδημαϊσμού αλλά με άσκηση αυτοκρισίας την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη ως τη μόνη σωτηρία στην κατακερματισμένη μας εποχή.

 

 

* Η Σοφία Μούτσου είναι φιλόλογος, μεταφράστρια

https://www.fractalart.gr/syllektis-manitarion/

Δεν υπάρχουν σχόλια: