21.10.23

«Για το ουσιώδες και το αιώνιο»

Γράφει η Δήμητρα Μήττα  *

 

Μαρία Λάτσαρη: «Εν δυνάμει πραγματικότητα», Εκδ. Μανδραγόρας 2016

 

Πολλά βιβλία δεν τα βρίσκουμε όταν πρωτοεμφανίζονται, πέφτουν στα χέρια μας αργότερα ή έρχονται εκείνα και μας βρίσκουν. Έχοντας απολέσει τη «φρεσκάδα» του καινούριου, δοκιμάζονται στη δυνατότητα της διάρκειας και κρίνονται αυστηρότερα, καθώς μεσολαβεί ο χρόνος που αποστασιοποιεί. Αυτό συνέβη με την ποιητική συλλογή της Μαρίας Λάτσαρη Εν δυνάμει πραγματικότητα που εκδόθηκε το 2016 (Μανδραγόρας) και, αφού περιπλανήθηκε χαμένη στα σοκάκια της Άνω Πόλης στη Θεσσαλονίκη, βρήκε τη θέση της στο γραμματοκιβώτιό μου τον Δεκέμβριο του 2021.

Ο τίτλος παραπέμπει στην αριστοτελική σύλληψη των όρων δυνάμει και ἐνερ­γείᾳ. Ο σπόρος είναι δυνάμει φυτό, έχει δηλαδή εντός του δυνατότητες που, αν εξελιχθούν, θα το μετατρέψουν σε φυτό που ανθοφορεί και καρποφορεί, σε ένα ολοκληρωμένο φυτό, ἐνερ­γείᾳ φυτό. Αντίθετα, οι δυνατότητες θα παραμείνουν δυνατότητες, αν ο σπόρος αφεθεί στον ήλιο ή στη βροχή, αν δηλαδή δεν υπάρξουν ή δεν δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, με φροντίδα κι έγνοια, ώστε να οδηγηθούν στη σχετική επιτέλεση. Οι γλύπτες, για παράδειγμα, βλέπουν στο μάρμαρο ή στην πέτρα ή σε όποιο άλλο υλικό, ανάλογα με την υφή, το χρώμα, το μέγεθος, τη διαφάνειά του…, ένα δυνάμει άγαλμα, έναν δυνάμει κίονα ή κούρο, έναν δισκοβόλο ή μια Πιετά ή ένα κατώφλι… Αντίστοιχα οι λέξεις, τοποθετημένες έτσι, αλλιώς ή αλλιώτικα, με τις άπειρες δυνατότητες της γλώσσας και ανάλογα με τις συναρμογές της πραγματικότητας που επιθυμεί ή βλέπει ο ποιητής, με την εκδοχή που φτιάχνει ο νους του (σ. 20 και «ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΥ ΤΟ ΤΟΠΙΟ, σ. 21), δίνουν μιαν διαφορετική όψη ή επιτρέπουν μια διαφορετική πρόσληψη της πραγματικότητας, όπως ακριβώς δέκα ζωγράφοι θα απέδιδαν διαφορετικά το ίδιο μοντέλο –δέκα πορτρέτα συνομήλικα / και ξένα μεταξύ τους (σ. 15). Με άλλα λόγια, ο ποιητής υπερβαίνει και αντιμάχεται τη μονοδιάστατη, τη μονοσήμαντη λέξη, πράξη άκρως εξοβελιστέα σε κοινωνίες που προωθούν την εργαλειακή χρήση της γλώσσας. Με την επιλογή της, λοιπόν, αυτή η ποιήτρια στρέφει τη ματιά μας στην ίδια την ποιητική δημιουργία και στο πώς μπορεί να αποδώσει πραγματικότητες όχι μόνο δυνητικές αλλά και πολύ πραγματικές.

Τα θέματα είναι γνωστά, κοινά στους ανθρώπους, πανανθρώπινα. Η νιότη, η διάθεση εξερεύνησης, η μεταμόρφωση και η εξέλιξη –Τη μέρα είμαι ψάρι / τη νύχτα βγάζω φτερά / […] Απόψε θα βγάλω πόδια (σ. 18), το πένθος για όσα φθαρτά κυνηγούν τον άνθρωπο, ο θρήνος, η απώλεια, η απουσία –σε ξαναφέρνω στην άδεια πολυθρόνα (σ. 50)– η οδύνη, το σώμα, ο έρωτας και η αίσθηση αιωνιότητας που βιώνει ο ερωτευμένος μαζί με τη βεβαιότητα για τη δυνατότητα υπέρβασης ορίων, μαζί και με την αίσθηση του δυνατού και του άτρωτου που φέρει μαζί του ο έρως, της ένωσης με τον άλλον, ως το άλλο μισό (σ. 51, 58), και με το σύμπαν, ο ανατροπέας έρωτας χείμαρρος ορμητικός / έτοιμος / την καλοστημένη ζωή σου /να παρασύρει /να τα σκορπίσει όλα /ντόμινο (σ. 53), ο αναπόφευκτος χωρισμός και το τέλος (σ. 52). Η μνήμη ως λίπασμα αλλά και ως τροχοπέδη και αναβολή και δικαιολογία. Το μέλλον που υποσκάπτεται και υπονομεύεται από ένα ανεπεξέργαστο παρελθόν που λεηλατεί το μέλλον. Ο θάνατος (σ. 47), η λύπη και η αναπόφευκτη λήθη: Αν και στη σκέψη σου χασομερούν / η λήθη / σιγά σιγά / τη σκιά των βημάτων τους σβήνει / κάθε στιγμή και μια φτυαριά χώμα (σ. 49). Το υπόβαθρο της συγκρότησης της ύπαρξης –το μυρωμένο μυστικό του γιασεμιού /κάποτε /το φύλαξα στα κύτταρά μου (σ. 14)-, ο πατέρας (σ. 16), η μητέρα (σ. 17, 46, 47), το σπίτι (σ. 24), η ανάγκη για αγκαλιά και για ένα παραμύθι –χώρεσα στου καρυδιού το τσόφλι /τη λιπόσαρκη αγκαλιά σου /μητέρα (σ. 47) -, τα όνειρα που πολλαπλασιάζουν την πραγματικότητα –έχουμε ακούσει ποτέ τη μυρωδιά του θυμαριού; έχουμε δει το πέντε μπλε / το οκτώ πορτοκαλί; Έχουμε γράψει ποτέ στο ημερολόγιό μας την ημερομηνία μπλε Ιουλίου; (σ. 22), έχουμε γράψει στίχους / στη γαλάζια πιτζάμα; (σ. 25). Αχ αυτοί οι ποιητές που δεν μας αφήνουν στη μονοτονία της μιας ματιάς, της μιας μυρωδιάς, του ενός χρώματος… Αχ αυτοί οι δημιουργοί που δεν επαναπαύονται, που σκουντούν τις αισθήσεις («ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ», σ. 30) και τη μονοδιάστατη αντίληψη, που μας δείχνουν πώς να βλέπουμε, κάποιες φορές «ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ» (σ. 31) ή με μιαν «ΕΚΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ» (σ. 33), που δεν μας αφήνουν στην ησυχία του άμεσα αυτονόητου, στις θορυβώδεις σχέσεις που με τόσο κόπο φτιάχνονται και μας οδηγούν στο ενύπνιο, τότε που η συνείδηση κατρακυλά με σκάλα μονόδρομη στο υπόγειο του είναι, στις παιδιόθεν προδομένες επιθυμίες και τις απωθημένες αναμνήσεις, σε Ένα ακρωτηριασμένο teddy bear· τα όνειρα κατάσκοποι που μπαίνουν ελεύθερα στα απροστάτευτα […] σύνορα του ονειρευόμενου (σ. 26).

Η Μαρία Λάτσαρη μετουσιώνει την επιστημονική της σκευή και τις ευρύτερες γνώσεις της σε ποίηση, κάνοντας σχεδόν αυτονόητα κατανοητό το λαβυρινθώδες (όσο και απλό!) της ανθρώπινης ύπαρξης. Και το κάνει με τόση τρυφερότητα που ο αναγνώστης αντέχει να νιώθει τα δάχτυλα της ποιήτρια να αγγίζουν το τραύμα, το πρόβλημα, το ζήτημα, ενίοτε να τα θέτει σχεδόν χειρουργικά εντός –περίσσευε η σιωπή /από παντού /παιδί που το ξεχάσανε /με μισοφορεμένα παπουτσάκια (σ. 48). Και γοητεύεται ο αναγνώστης από όρους επιστημονικούς που περιγράφουν ασθένειες και παθολογικές καταστάσεις, τους οποίους η ποιήτρια αποδίδει ποιητικά και τους χρησιμοποιεί ως αφορμή για να καταπιαστεί με αγωνίες για τη δύναμη του νου ή για τις εξεγέρσεις και τις ψευδαισθήσεις που δημιουργεί. «ΣΩΜΑΤΟΠΑΡΑΦΡΕΝΕΙΑ» εξηγεί η ποιήτρια «είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία ο ασθενής θεωρεί ότι ένα μέλος του σώματός του, π.χ. το αριστερό του χέρι, δεν είναι δικό του». Αλλά αν δεν μπορώ να εμπιστευτώ τον νου, όπως το έμαθα ήδη από τον Πλάτωνα, τότε … πώς, με ποιο μέσο, με ποιο όργανο; Αντάρτης νους /σε χειραγωγεί /σε παγιδεύει στην ψευδαίσθηση (σ. 55).

Μεταφορές και παρομοιώσεις βοηθούν την ποιήτρια στην αποτύπωση συναισθημάτων και σε μια όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακριβολογία και επικοινωνία με τον αναγνώστη με παράλληλα συγκείμενα, όπως μας το έμαθε ο Όμηρος: Ρωτά την ποίηση / για το σχήμα της λύπης /την ιτιά μου δείχνει για να βρεθεί Νευρωνικό αντίστοιχο /λέει η επιστήμη /γυναίκας κλαίουσας που /με λυτά τα μακριά μαλλιά /θρηνεί ασάλευτη /του έρωτα /το φθαρτό σώμα (σ. 13). Και αλλού: Τράβηξε τον σιδερένιο γάντζο /που κρατούσε τα παντζούρια στον τοίχο /και τα έκλεισε / σα να κλείνει ντουλάπι /σα να κλείνει φέρετρο /σα να θάβει γονείς (σ. 16). Πόσο τυχαία άραγε είναι η παράθεση σε διπλανές σελίδες δύο ποιημάτων, το ένα για τον πατέρα, το άλλο για τη μητέρα; «τόση ώρα /για δυο παραθυρόφυλλα», λέει ο πατέρας στον γιο στο ένα ποίημα (σ. 16), ενώ στο άλλο η συνομιλία μητέρας κόρης ξεδιπλώνει με τρυφερότητα και ευαισθησία τον ακατάλυτο δεσμό και τον ανάποδο βηματισμό προς τα πίσω, σε εκείνη την παιδική ηλικία που δομείται και κτίζεται μέσα από τη ζωή της μητέρας: Μητέρα γυάλινη /τι δεν θα ’δινα/ να σε γεννήσω τώρα /εγώ /να ’σαι το κοριτσάκι μου /να σφίγγω μες στη χούφτα μου /το αγγελικό φτερό σου (σ. 17), και αλλού: το τέλος δένεται με την αρχή / η καρδιά μου κοντά στην καρδιά της μάνας μου χτυπά / τσαφ τσουφ τσαφ τσουφ (σ. 24). Γι’ αυτό και αλλού η ποιήτρια λέει: Από το τέλος αρχίζει η ιστορία (σ. 19). Κι όσο κι αν δημιουργείται ξανά και ξανά η αίσθηση θλίψης για το επικείμενο τέλος, η Λάτσαρη κρατά μιαν αισιοδοξία και ένα νικητήριο άσμα, έστω και με κρυφό και πικρό χαμόγελο από την επίγνωση του τέλους: Μέχρι τότε /με το δάσος και το δέντρο /με το φύλλο και το κλωνί /θα χορεύω και θα τραγουδώ (ό.π.).

 

Μαρία Λάτσαρη

 

Κάποια ποιήματα είναι ολιγόστιχα, πυκνά, λιτά, απλά, αληθινά: Μάρτυς μου τα δάκρυα / ορκιζόταν / λες κι ο πόνος / είναι ζήτημα αλήθειας (37). Κάποια θίγουν κοινωνικά ζητήματα όπως η απεγνωσμένη φυγή από τη φρίκη της πατρίδας (σ. 45), η βία κατά των γυναικών, η προετοιμασμένη βία, η προμελετημένη απόκρυψη («ΚΟΛΑΦΟΣ», σ. 36), η επιθυμία όλων των παιδιών παντού στον κόσμο να παίξουν, να γελάσουν, να ερωτευτούν, ακόμη κι αν βρίσκονται σε εμπόλεμες περιοχές, σε προσφυγικούς καταυλισμούς, στην ουρά για το συσσίτιο (σ. 23), ο εγκλεισμός Μέσα στο σπιρτόκουτό μας / το περιφραγμένο / από σύρματα / απεριόριστης επικοινωνίας (σ. 34), στίχοι προφητικοί για την κατάσταση που βιώθηκε παγκοσμίως λόγω της πανδημίας από τον Φεβρουάριο του 2020 και για λίγους μήνες αρχικά, για να ακολουθήσει ο φοβερός χειμώνας μέχρι και τους πρώτους ανοιξιάτικους μήνες του 2021, κατάσταση η οποία επηρέασε, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, και τη διαδικασία του έρωτα, τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ερωτεύονται –έρωτα γήινο /με φαρέτρα γεμάτη /αντιασφυξιογόνους μάσκες /να διυλίζουν την ατμόσφαιρα δηλητήριο (σ. 34). Αλλά βέβαια, ο έρωτας είναι ταξιδιάρης, με έντονο το ένστικτο της επιβίωσης –όταν δεν τον αντέχουν, αναζητά άλλον ξενιστή /να την αντέχει την αγάπη (σ. 38). Το αυτό και για τον τόπο που μας έθρεψε με μύθους και θεούς, που τον καίμε, που αναπόφευκτα ξεστομίζει πλημμύρες και που μια νύχτα /υπακούοντας στη δαρβινική οικονομία της ζωής /θα πάρει τις αρχαιοελληνικές του ρίζες /και θα φύγει (σ. 56). Πόσο ακόμη να φωνάξουν οι ποιητές την απελπισία του τόπου για την αχαριστία με την οποία ανταποδίδουν οι ένοικοι την προσφορά του;

Στις πηγές της έμπνευσης της Λάτσαρη, εκτός από τους άλλους εργάτες του ποιητικού λόγου και την επιστήμη, όπως ήδη αναφέραμε, είναι και η ζωγραφική (σ. 14, 15, 31, 52) και πρόσωπα από τον χώρο των εικαστικών, κυρίως γυναίκες, όπως η γλύπτρια Καμίγ Κλοντέλ (σ. 43) και η Μαρί-Τερέζ (σ. 44), μούσα και ερωμένη του Πικάσο, και οι δυο προσκολλημένες σε άνδρες δημιουργούς, στον Ροντέν η πρώτη, στον Πικάσο η δεύτερη.

Κλείνουμε το σημείωμα αυτό επαναφέροντας τα ποιήματα ποιητικής της συλλογής, όπου αποσαφηνίζεται και ο τρόπος της ποιητικής δημιουργίας με παραλληλισμούς από τη φύση, τις γλυπτές φόρμες που σχηματίζονται από τον άνεμο ή/και την ορμή της θάλασσας μέσα από την αφαίρεση και την αποκοπή, ώστε αυτό που θα απομείνει να είναι το ουσιώδες και το αιώνιο (σ. 20), ώστε αυτό που θα απομείνει να δίνει χώρο στον νου για συμπληρώσεις, για δημιουργία (σ. 21). Κάποια ποιήματα είναι ερωτικά της ποίησης, μια «ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ» (σ. 29) για τη συνάντηση, σαν σε ερωτικό ραντεβού, του δημιουργού αρχικά, του αναγνώστη στη συνέχεια, με την ποίηση, με την τέχνη. Και πώς είναι να στερείται ο δημιουργός από τα σύνεργα της δημιουργίας του; Πώς είναι να βάζεις ένα παιδί σε ένα άδειο δωμάτιο, να του στερείς παιχνίδια, πλαστελίνες, μπογιές, χαρτιά για να μουτζουρώνει; Την απόγνωση από μια τέτοια στέρηση καταγράφει η Λάτσαρη με αφορμή τη γλύπτρια Καμίγ Κλωντέλ και τον εγκλεισμό της σε ψυχιατρεία για τριάντα, περίπου χρόνια –Στο άσυλο /δάχτυλα σε απόγνωση /χωρίς σμίλη και σκαρπέλο /[ τα αισμηρά αντικείμενα /απαγορεύονται] (σ. 43). Μπορούμε να φανταστούμε τη ζωή μας χωρίς τέχνη; Λίγο σεβασμό στους καλλιτέχνες που δοκιμάζονται αποκαλύπτοντας και δείχνοντας.

 

 

Υ.Γ. Παιδεύτηκα να διαλέξω ένα ποίημα από τη συλλογή. Τελικά, μια δεδομένη στιγμή, πήδηξα μέσα στις εικόνες του βυθού:

 

ΣΤΟΝ ΒΥΘΟ

 

Κάθισε στην ανάστροφη καρίνα

η μπλούζα ασήμιζε από τα λέπια

χαμογελούσε με επιφύλαξη

μην είχε φύκια

ανάμεσα στα δόντια

(πού να ψάχνει τώρα

τον μπόγο της για νήμα)

Βρίσκεται ινσαλάχ[1]

μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας

πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου

(σ. 45)

 

 

* Πεζογράφος και δοκιμιογράφος η Δήμητρα Μήττα έκανε προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές (φιλοσοφία – μυθολογία) στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., περνώντας δε από τη φιλοσοφία στη μυθολογία και από τη μυθολογία στο θέατρο, κατέληξε να διδάσκει Ιστορία του Αρχαίου Θεάτρου και Δραματολογία σε Δραματικές Σχολές και εργαστήρια θεάτρου. Γύρω από αυτά τα ζητήματα στρέφεται και η συγγραφική της κατάθεση σε αυτοτελείς εκδόσεις ή μέσω μελετημάτων και άρθρων σε συλλογικούς τόμους και πρακτικά συνεδρίων ή στο ηλεκτρονικό μυθολογικό λεξικό Αριάδνη. Η ενασχόλησή της με την πεζογραφία ξεκίνησε το 1989· έκτοτε δοκιμάζεται σε διάφορα είδη, κυρίως στο διήγημα, αλλά και στο θέατρο, και στην κριτική διερεύνηση του ποιητικού, ιδίως, λόγου. ΠΡΟΣΩΠΟ – Βιβλιοnet (biblionet.gr)

 

 

__________________

[1] Κάτι μου θύμιζε η λέξη ινσαλάχ, το έψαξα και το βρήκα (είναι οι στιγμές που απολαμβάνω την ευκολία του διαδικτύου). Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα της Οριάνα Φαλάτσι (εκεί γράφεται η λέξη με δύο λάμδα) που κυκλοφόρησε το 1992 από τις εκδόσεις Εξάντας (μετ. Κ. Κυριακίδου-Καφετζή). Αν και τα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι φανταστικά, όπως και οι ιστορίες τους και η πλοκή, ωστόσο η ιταλίδα συγγραφέας εμπνέεται από αληθινά γεγονότα και αφιερώνει το έργο στους τετρακόσιους Αμερικανούς και Γάλλους στρατιώτες που δολοφονήθηκαν στη σφαγή της Βηρυτού το 1982 ως μια πράξη αγάπης προς αυτούς και προς τη Ζωή.

https://www.fractalart.gr/en-dynamei-pragmatikothta/

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: