Ο Δημήτριος Τσακίρης είναι κοσμοπολίτης. Πολίτης του κόσμου, με τις ρίζες στον τόπο του, ωστόσο, βαθιές. Γι’ αυτό και οι Στιγμές δρόμου στον κόσμο, όπως εγγράφονται στο βιβλίο (και όχι απλώς λεύκωμα) που κυκλοφόρησε το 2020 από τις εκδόσεις «Ιανός», έχουν ως αφετηρία τη γενέτειρά του, το Δασάκι Γρεβενών, και τα οικεία, αγαπημένα πρόσωπα των συγγενών του: των εκλιπόντων και εκλιπουσών θείων Βασίλη, Θωμαής και Κατίνας, της γιαγιάς Εριφύλης, και των εν ζωή συγχωριανών Μενέλαου και παπα-Χαράλαμπου. Οι πρώτες αυτές εγγραφές είναι συνάμα αποτυπώματα βιωμένης ζωής, προσωπογραφίες-φόρος τιμής και ευγνωμοσύνης σε ανθρώπους-πρότυπα προικισμένους με λαϊκή σοφία γνησιότητα, λεβεντιά. Παρότι ο φωτογραφικός φακός μέσα από την αποτύπωση της στιγμής (ίδιον της φωτογραφίας δρόμου) παρέχει επαρκείς πληροφορίες για την σκιαγράφηση του πορτραίτου ενός εκάστου, ο δημιουργός δεν αρκείται σ’ αυτό, συμπληρώνει λόγω τα αναγκαία για την συμπλήρωση των προσωπογραφιών. Γιατί εκτός από εραστής της φωτογραφίας, ο Δημήτριος Τσακίρης είναι και εραστής του λόγου. Αναμετράται από τα εφηβικά του χρόνια μαζί του, και διατηρεί ζωντανό το νεανικό του πάθος, αυτό που από το αμφιθέατρο της Ιατρικής τον οδηγούσε στο αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής, προκειμένου να «μαγευτεί» από τον δεινό Δημήτρη Μαρωνίτη, σε διαρκείς καταβυθίσεις στην λογοτεχνία και την ποίηση, στα πρώτα ‒κρυμμένα στα συρτάρια‒ γραπτά του.
Ο Δημήτριος
Τσακίρης, γενικότερα, υπήρξε και παραμένει ερασιτέχνης, ανιδιοτελής εραστής
δηλαδή των Τεχνών. Και εραστής του Ανθρώπου, όμως, για την υγεία του οποίου με
συνέπεια επί πολλά έτη εργάστηκε ως νοσοκομειακός ιατρός, υποδειγματικός
διευθυντής κλινικής και εποπτεύων-μέντορας ειδικευομένων και υποψηφίων
διδακτόρων.
Ανθρωποκεντρική, λοιπόν, η ματιά του, στις διαδρομές του ανά τον κόσμο,
επικεντρώνεται στα πρόσωπα, και όχι μόνον στην εξωτερική τους εικόνα, διεισδύει
δηλαδή με το φακό του στα ενδότερα, ψηλαφεί σχέσεις, κοινωνικές και οικονομικές
συνθήκες, στη στιγμιαία (ή και όχι) με τους «πρωταγωνιστές του» επαφή, παγώνει
και αναδεικνύει το ουσιώδες. Έλκεται από την ομορφιά ‒όχι κατ’ ανάγκην τη συμβατική‒
την υμνεί, θα έλεγα, γοητεύεται από την αρμονία των αντιθέσεων, σέβεται τις
παραδόσεις, το διαφορετικό, και παιγνιώδη όμως διάθεση επιδεικνύει, όταν
ανάλογη η αφορμή. Κάθε φωτογραφία συνοδεύουν πληροφορίες για τον τόπο και τον
χρόνο λήψεως, κάποιες και για τις ιδιαίτερες συνθήκες που συνθέτουν την κάθε
στιγμή ή για τα πρόσωπα που απεικονίζουν, όταν οικεία. Ο θεατής-αναγνώστης,
έτσι, ταξιδεύει μαζί με τον αφηγητή, εμπλέκεται στη στιγμή, την οικειοποιείται.
Διευρύνει το οπτικό του πεδίο, αισθάνεται την αισθητική συγκίνηση που η Τέχνη
‒εν προκειμένω η ασπρόμαυρη φωτογραφία‒ προκαλεί, συνάμα όμως επικεντρώνεται
στον Άνθρωπο, μπροστά και πίσω από τον φακό. Γιατί στη φωτογραφία, σε κάθε
φωτογραφία αξιώσεων, δεν προβάλλεται μόνον ο έξω κόσμος, αλλά και εκείνος, ο
έσω, του φωτογράφου.
«Η ζωή
είναι ωραία», (Βαρκελώνη 2007) επιγράφεται η φωτογραφία της σελίδας 51, κι αυτή
είναι πεποίθηση του Δημήτρη. Παραθέτω την αφήγηση του ίδιου: «Πρωί σε μια
πλατειούλα κοντά στην πολύβουη Las Ramblas, ένας άνδρας και μια γυναίκα
κάθονταν σιμά κουβεντιάζοντας. Η γυναίκα κρατούσε σε πλαστική σακούλα τα ψώνια
της ημέρας. Στάση για μια ανάσα και λίγη κουβεντούλα. Ο άνδρας είχε βγει για το
καθημερινό του περπάτημα με τα μπαστούνια του και τον σκύλο του, που καθόταν
δίπλα πειθαρχικός, αλλά σε ετοιμότητα. Στο βάθος κάποιος άστεγος κοιμόταν
σκεπασμένος στις κουβέρτες, κάτω από το μοναδικό δέντρο της πλατείας κόντρα σ’
ένα πολύχρωμο τοίχο. Σκηνή τυπική με μοναχικούς ανθρώπους που ζουν με την
προσμονή να συναντήσουν κάποιο γείτονα στην πλατεία και να απολαύσουν ένα
διάλειμμα απ’ ό,τι τους επιφυλάσσει το υπόλοιπο της μέρας. Παραδόξως, δεν
υπήρχε καμιά αίσθηση μιζέριας σ’ εκείνες τις στιγμές. Το αντίθετο μάλλον·
φαίνονταν να διακατέχονται από κάποια ικανοποίηση που αντάμωσαν στη μικρή
πλατεία». Κι ένας σύντομος εκ μέρους μου σχολιασμός της φωτογραφίας: Οριζόντιο
κάδρο, μοιράζεται ‒μέσω της δόμησης, στο φόντο, του τοίχου και της διάταξης σε
κάποια απόσταση των καθισμάτων του πρώτου επιπέδου‒ σε τρία κάθετα τμήματα. Το
αριστερό καταλαμβάνει ο άνδρας με τις πατερίτσες-μπαστούνια και ο σκύλος του.
Μεσήλικας, λαϊκός άνθρωπος, με την καλοκαιρινή συντηρητική ενδυμασία των ανδρών
παλαιότερης εποχής. Ριγέ υποκάμισο, κάτι να προεξέχει απ’ το τσεπάκι, παντελόνι
υφασμάτινο, δερμάτινα, άνετα, υποδήματα περιπάτου. Χαρακτηριστική η θέση των
χεριών, στηρίζονται στο δεξί γόνυ ή και το υποστηρίζουν για να μετακινηθεί
ελαφρά. Παρά την υπόνοια πόνου, η συγκεκριμένη διάταξη των χεριών, προσδίδει,
από κοινού με την ελαφρά λοξή θέση των μπαστουνιών, κίνηση στην εικόνα και
συν-διαλέγεται με το αριστερό χέρι της γυναίκας στο δεξί τμήμα της φωτογραφίας,
επίσης ακουμπισμένο στο αντίστοιχο γόνυ. Παρότι τα δύο πρόσωπα δεν κοιτάζουν το
ένα το άλλο (η κεφαλή του άνδρα είναι μεν στραμμένη προς την γυναίκα αλλά το βλέμμα
του δεν βεβαιώνει πως την παρακολουθεί, ενώ εκείνη της γυναίκας φαίνεται να
κοιτάζει πλάγια τον απέναντι φωτογράφο) συνομιλούν, πάντως, κυρίως δια των
σωμάτων. Η γυναίκα στα δεξιά, μεσήλιξ και αυτή, με αρκετά επιπλέον να την
βαραίνουν κιλά, υπομένει με στωικότητα την εξ αυτού επιβάρυνση των αρθρώσεων.
Διατηρεί, χωρίς υπερβολές, την κοκεταρία της παρελθούσης νιότης της, όπως
μαρτυρούν η διακριτικά επιμελημένη κόμη, τα κοσμήματα και το εμπριμέ φόρεμά
της, ενώ το μειδίαμα στα χείλη της προδίδει γλυκύτητα και γαλήνη. Διακριτική
και η μερική απεικόνιση του ξαπλωμένου αστέγου στο μέσον του κάδρου,
ενσωματώνεται ως νύξη, όχι ως κραυγή, μιας πραγματικότητας που εμπεριέχει
πολλές όψεις.
Οι
φωτογραφίες του Τσακίρη, γενικώς δεν κραυγάζουν, δεν εμπεριέχουν διδακτισμό ή
ρητορική, αλλά αναδεικνύουν την αρμονία από την συνύπαρξη των αντιθέτων. Έτσι
στην φωτογραφία της σελίδας 48 «Τραγουδώντας στον δρόμο» (Μαδρίτη 2005),
συνυπάρχουν υπέροχα το γέλιο του νεαρού μαύρου με το έκπληκτο, παιγνιώδες
βλέμμα της ηλικιωμένης λευκής κυρίας, ως εάν από κοινού να τραγουδούν. Και στην
φωτογραφία της σελίδας 43 «Κορίτσι που έβλεπε τα ποδήλατα να περνούν» (Κρακοβία
2012), μια λεπτή ειρωνεία συνέχει (παρά τις διαγώνιες του κάδρου τομές) το
όλον: τον άνδρα επάνω αριστερά με τα πατίνια, την καθισμένη κάτω δεξιά κοπέλα
και τα ζωγραφισμένα επί του οδοστρώματος ποδήλατα (σημαίνοντα την ειδική χρήση
τής λωρίδας ως ποδηλατοδρόμου). Κανένα εν κινήσει ποδήλατο δεν απεικονίζεται να
έρχεται ή να φεύγει.
Ασχέτως
πάντως του τι έρχεται και τι φεύγει, η φωτογραφία παραμένει τεκμήριο αδιάψευστο
των στιγμών. Πέρα από τις ειδικές κατηγορίες, όπως για παράδειγμα οι
φωτογραφίες τεκμηρίωσης ή οι αναμνηστικές φωτογραφίες, κάθε μα κάθε φωτογραφική
καταγραφή έχει ιδιαίτερη αξία όχι μόνον για τον καταγραφέα-φωτογράφο αλλά και
για ένα ευρύτερο κοινό, ειδικά όταν παρουσιάζει καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Οι
φωτογραφικές στιγμές στου Δημητρίου Τσακίρη, εκτός της ιδιαίτερης σημασίας που
έχουν για τον ίδιο, αποτελούν για εμάς ένα παράθυρο στον κόσμο, μια φωτεινή
κατάθεση ψυχής από τις διαδρομές που αξιώθηκε.
Αυτή η
κατάθεση αποτέλεσε πηγή έμπνευσης, στοχασμού και εν τέλει δημιουργίας, για τον
ζωγράφο Χρήστο Αλαβέρα, που ξετυλίγει, εν είδει κινηματογραφικού φιλμ, τις
φωτογραφικές στιγμές του Τσακίρη με τον δικό του, ιδιαίτερο, εικαστικό τρόπο.
Δεν πρόκειται δηλαδή για τη δημιουργία μεμονωμένων σχεδίων εξ αφορμής των
φωτογραφιών, αλλά για μια αλληλουχία σχεδίων με κάρβουνο, σε χαρτί ρολό 13
μέτρων. Η συνομιλία μεταξύ των Τεχνών δεν περιορίζεται στην αποσπασματικότητα
των στιγμών, αντιθέτως, αποκτά εδραία βάση και μετεξελίσσεται σε μια εκ
παραλλήλου αφήγηση. Δεν ενδιαφέρει τον ζωγράφο η πιστή ρεαλιστική απόδοση των
εικόνων, αλλά η ελεύθερη εξπρεσιονιστική απόδοση της ενότητάς τους σε συνεχή
ροή. Με κατακτημένο το προσωπικό ύφος ο Αλαβέρας, και έντονη καλλιτεχνική
παρουσία όχι μόνον σε εκθέσεις αλλά και σε εγκαταστάσεις και ευρύτερα
καλλιτεχνικά δρώμενα, ανθρωποκεντρική οπτική, πολιτικές, κοινωνικές και
παιδαγωγικές ευαισθησίες, παρακολουθώντας το οδοιπορικό τού φωτογράφου χαράσσει
το δικό του, εσωτερικό ταξίδι. Εντείνοντας το δραματικό στοιχείο και
αποσιωπώντας λεπτομέρειες που προσλαμβάνει ως δευτερεύουσες, καλλιεργεί μια
ατμόσφαιρα ενίοτε μυστηριακή που παρασύρει τον θεατή εντός της. Έτσι όμως,
εκτός από την ανάδειξη της δυναμικής σχέσης ανάμεσα στις Τέχνες διανοίγει την
προοπτική της πολλαπλής θέασης της πραγματικότητας, προσ-καλώντας μας να την
ψηλαφίσουμε.
Το εκ
παραλλήλου ταξίδι των Δημητρίου Τσακίρη-Χρήστου Αλαβέρα, καθιστούν το βιβλίο
ξεχωριστό, υβριδικό θα έλεγα. Η σύντομη αλλά κατατοπιστική εισαγωγή στα της
φωτογραφίας και της σχέσης της με τη ζωγραφική από τον Δημήτρη, ο υψηλός
επαγγελματισμός τών επιμελητών/τριών φωτογραφιών και έκδοσης, Τάσου Σχίζα,
Ξένιας Αποστολίδου, Νατάσας Κάντζα και του εκδοτικού οίκου γενικότερα,
συνέβαλαν στο άριστο αποτέλεσμα. Αξίζουν συγχαρητήρια σε όλους τους
συντελεστές.
Ημερ. δημοσίευσης: 18/10/2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου