19.6.24

Κάτω τα ξυπνητήρια – Κάτω ο χρόνος !

Γράφει ο Κώστας Αρκουδέας 

Μιχάλης Αλμπάτης, «Η κατάλυση του χρόνου», μυθιστόρημα, εκδόσεις Νήσος, 2024

 Το νέο βιβλίο του Μιχάλη Αλμπάτη με τίτλο Η κατάλυση του χρόνου πραγματεύεται δύο κυρίως ζητήματα: Την προσωπική καλλιέργεια που αποκτά κανείς μέσα από την ανάγνωση βιβλίων παγκόσμιας κλάσης και την απόλυτη ελευθερία που διεκδικεί κανείς μέσα από τη συλλογική δράση.

Η ιστορία ξεκινά την ημέρα που οι Γερμανοί μαζεύουν όλους τους Εβραίους του Νεμπόβιτσε (μια κωμόπολη στην Τσεχοσλοβακία, κοντά στα σύνορα με την Αυστρία), τους στοιβάζουν σε καμιόνια και αναχωρούν προς άγνωστη κατεύθυνση. Την ίδια στιγμή ο

14χρονος Γιόσουα Ζακάι ψαρεύει ανέμελος πέστροφες με τους δυο κολλητούς του φίλους, τον Κάρελ και τον Βίλκο. Στην επιστροφή τον πετυχαίνει η γηραιά ράφτρα Έλενα Γκρόσοβα, που έχει δει τα καμιόνια να στοιβάζουν τους Εβραίους, και κρύβοντάς τον στο γεμάτο ζαρζαβατικά καρότσι της τού προσφέρει ασφαλές καταφύγιο στο σπίτι της.

Και μόνο τότε, σίγουρη ότι κανένας απ’ τους γείτονες δεν τους παρατηρούσε, βοήθησε τον Γιόσουα να βγει απ’ το παράξενο κιβούρι του, μέσα από κουνουπίδια, άνθη και γογγύλια, ίδιος με μυθολογικό θεό της βλάστησης που αναδύθηκε απ’ τη λάρνακα της παιδικής του ηλικίας για να εισέλθει σ’ έναν ολότελα καινούργιο κόσμο, και στηρίζοντάς τον, αφού τα μέλη του ήταν αγκυλωμένα απ’ την πολύωρη ακινησία, τον οδήγησε μέσα στο σπίτι, έκλεισε τις κουρτίνες, κλείδωσε και του έβαλε να φάει το βραστό που είχε μείνει απ’ το μεσημέρι, μαζί μ’ ένα πιάτο ζεματιστή σούπα.

Η σοφίτα της γηραιάς ράφτρας που φιλοξενεί τον Γιόσουα περιέχει ένα μικρό θαύμα: ράφια κατάμεστα από βιβλία, τόσα που δεν αφήνουν σπιθαμή τοίχου να φανεί. Τα βιβλία αυτά τα οποία ανήκουν στον πεθαμένο αδερφό της ράφτρας, κοσμογυρισμένο και αντιμοναρχικό κατά τα λεχθέντα, θα αποτελέσουν ιδανική συντροφιά στον έφηβο μέχρι να περάσει η μπόρα. Θα χωθεί μέσα τους παρέα μ’ έναν κουφό γάτο που αρνείται να τον αποκαλέσει Αλβέρτο, όπως οι άλλοι, και χάρη στο παχύ του μουστάκι μετονομάζει σε Νίτσε.

Το πρώτο βιβλίο που θα διαβάσει, προτού περάσει στον Ιούλιο Βερν, είναι «Οι μεταμορφώσεις ή Ο χρυσός γάιδαρος» του Απουήλιου, που τον εισάγει με τρόπο θεαματικό στον κόσμο της λογοτεχνίας. 5.323 είναι αυτά τα δερματόδετα κιτάπια κι αυτός θα διαβάσει όσα μπορεί, άσχετα με το πόσα θα καταλάβει. Και θα διηγηθεί στους δυο φίλους του, τον Κάρελ και τον Βίλκο, όσα θαυμαστά διάβασε σαν να τα έχει ζήσει ο ίδιος. Η φράση που χαράσσεται ανεξίτηλα στη συνείδησή του ανήκει στον Οβίδιο: «Τίποτα δεν μπορεί να διατηρήσει τη μορφή του».

 

 Ο Γιόσουα ήξερε ότι δεν ήταν ο νυχτερινός ουρανός που αντίκριζε ξαπλωμένος στην κεραμοσκεπή, αλλά το ίδιο το πρόσωπο του Χρόνου, κι ατενίζοντάς το, βραδιά παρά βραδιά, κατανόησε πως αυτό είναι το αρχέγονο, το μοναδικό υλικό απ’ το οποίο είναι φτιαγμένος ο κόσμος, ένα υλικό που προσλαμβάνει λογής λογής μορφές, πήζει σε πέτρα ή αποσυντίθεται σε φως, ενδύεται παλλόμενο την υφή της σάρκας, σε μια ροή ατελεύτητη, όμως στα βάθη ετούτης της ροής έμοιαζε να κρύβεται ένα κουκούτσι συμπαγές, αναλλοίωτο, η αιωνιότητα συμπτυγμένη σε στιγμή, και το κουκούτσι αυτό, μουσκεμένο απ’ το σάλιο της έκστασης, κλωθογύριζε στο στόμα του εκείνες τις νυχτιές, όπως ο Δημοσθένης τα χοχλάδια πλάι στο κύμα, μήπως κι αποκαθάρει τη μιλιά του από το τραύλισμα του εφήμερου, του καθημερινού.

Κάποια από τα ράφια αυτά περιέχουν την αφρόκρεμα της ερωτικής λογοτεχνίας και διαβάζοντάς τα με περισσή λαχτάρα ο Γιόσουα ανακαλύπτει απότομα τη σεξουαλικότητά του. Μετά την ερωτική λογοτεχνία, ο Γιόσουα ρίχνεται με ζήλο στα χωράφια της βιογραφίας μαθαίνοντας για ήρωες και ανδραγαθήματα κάθε είδους. Εν συνεχεία, βυθίζεται στα τενάγη της Ιστορίας και της φιλοσοφίας.

Ακόμα κι όταν δεν διάβαζε, οι λέξεις τον τυραννούσαν με το γεμάτο υποσχέσεις βουητό τους· παρατηρούσε τα βιβλία ολόγυρά του και τα ένιωθε σαν κυψέλες γιομάτες από αυτές τις συντεθειμένες από φωνητικά σύμβολα μέλισσες που δεν μετέφεραν γύρη στα ποδάρια τους, αλλά σημασίες. Αφουγκραζόταν τα σμήνη εκείνα των λέξεων να ασφυκτιούν μέσα στους σφαλιστούς τόμους, τους στριμωγμένους στη σειρά, στα τόσα βιβλία που αδημονούσαν να ψιθυρίσουν τις αλήθειες τους, ν’ αφήσουνε να ξεχυθεί απ’ τα βάθη τους ο χείμαρρος των εγκλωβισμένων φωνημάτων, ικετεύοντας για ματιές που θα περιέτρεχαν τις σελίδες τους, για αγγίγματα ανυπόμονων δαχτύλων που με νωπά απ’ το σάλιο ακρόρωγα θα τις ξεφύλλιζαν, για χείλη που θα απήγγελλαν τους ψαλμούς, τους θρήνους, τις προφητείες, τις γητειές τους…

Όλο αυτό το απόσταγμα της σοφίας, ο ήρωάς μας το μεταφέρει στους δυο φίλους του, τον Κάρελ και τον Βίλκο, οι οποίοι με τη σειρά τους το μεταδίδουν σαν ιεραπόστολοι στους κατοίκους της κωμόπολης.

Τα βιβλία είναι επικίνδυνα γιατί, αν μια φαντασία αχόρταγη όσο και γόνιμη παραδοθεί στη σαγήνη τους, δεν θα αργήσει ο καιρός που η γητειά θα μεστώσει και το άτομο θα βρεθεί σ’ ένα αδιέξοδο όμοιο με αυτό που μπροστά στον Γιόσουα ανοιγόταν, αναγκαζόμενο είτε να γίνει το ίδιο ποιητής, ξοδεύοντας εκεί τον χούμο απ’ τις υπερχειλίζουσες ιδέες, φαντασιώσεις κι οραματισμούς του, είτε επαναστάτης, επιχειρώντας να εποικίσει με αυτές την πραγματικότητα γύρω του, να τη μεταπλάσει και να τη μεταμορφώσει ώστε να εναρμονίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο με το εσώτερό του τοπίο. Φυσικά, κάποιοι είχαν κατά καιρούς προσπαθήσει να βαδίσουν και στα δυο αυτά μονοπάτια, όπως τόσοι επαναστάτες που απέτυχαν και αναζήτησαν καταφύγιο στις λέξεις ή όπως τόσοι συγγραφείς που ένιωσαν την υποχρέωση να εγκαταλείψουν για λίγο τις πένες τους και να σκαλίσουν με τις γραφίδες των όπλων τα κατάστιχα της Ιστορίας που ξεδιπλώνονταν ακηλίδωτα εμπρός τους.

Κάποια στιγμή ο ήρωάς μας υποχρεώνεται να αφήσει το γεμάτο βιβλία οχυρό του, αυτό το θαυμαστό κέλυφος, και να περάσει στον έξω κόσμο.

Εκείνες τις ζεστές, ευωδιαστές νύχτες του τελευταίου καλοκαιριού του πολέμου ήταν που πάρθηκαν οι μοιραίες αποφάσεις, τότε σφραγίστηκε το πεπρωμένο του Γιόσουα Ζακάι και άρχισε στα βάθη της φαντασίας του να παίρνει σχήμα και μορφή αυτό που κατέληξε να γίνει η Κομμούνα του Νεμπόβιτσε, ίσως το πιο αγνοημένο επαναστατικό εγχείρημα στην Ευρώπη, ίσως το πιο ονειροπαρμένο…

Και το κάνει με τρόπο μοναδικό. Έχοντας πλάι του τη νέα γενιά, εκμεταλλεύεται την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων για να ιδρύσει μια κοινωνία, μια κοινότητα δίκαιη, ελεύθερη και ισότιμη, όπως την έχει φανταστεί.

«Θα ξεκινήσω με μια πρόταση καίρια για την ανατροπή των αντιλήψεων που τρέφουμε για τον κόσμο. Προτείνω την κατάργηση του χρόνου!…»

Οι ακροατές του γούρλωσαν τα μάτια, μέσα στην αίθουσα απλώθηκε απόλυτη σιγή, και ο Γιόσουα, απολαμβάνοντας για λίγο την κατάπληξη που δημιούργησαν τα λόγια του, συνέχισε έπειτα την αγόρευσή του.

 

«… Δεν υπάρχει χρόνος, υπάρχει μόνο το ποτάμι των στιγμών, και τ’ όνομα αυτού του ποταμού είναι αιωνιότητα. Μπορείς μονάχα ν’ αφεθείς στο ατελεύτητο κύλισμά του… όμως ο άνθρωπος έχωσε μια δαχτυλήθρα μες στον ποταμό και όρισε με αυτήν πόσο χώρο καταλαμβάνει η στιγμή, κι έφτιαξε έπειτα τον πιο μισητό μηχανισμό, αυτόν που τσεκουρώνει τον ύπνο σας κάθε πρωί, αυτόν που ορίζει πόσο θα διαβάσετε, πότε θα φάτε, πότε θα ξαπλώσετε, πόσο θα παίξετε, δηλαδή πώς θα ζήσετε. Κι όταν πεθάνετε, θα γράψουνε στο μνήμα σας πόσους κουβάδες απ’ αυτό το λασπόνερο προλάβατε να πιείτε! Όμως εμείς δεν θέλουμε να τσαλαβουτάμε στη βρόμικη μπανιέρα της κάθε μέρας! Θέλουμε ολόκληρο τον ποταμό δικό μας!»

Αυτές είναι οι δέκα ιδρυτικές θέσεις των επαναστατών του Νεμπόβιτσε:

Καταργείται ο χρόνος! Κατάσχονται όλα τα ρολόγια! Δεν υπάρχει χρόνος, υπάρχει μόνο το ποτάμι των στιγμών, και τ’ όνομα αυτού του ποταμού είναι αιωνιότητα.

Κοινωνικοποίηση του χρήματος!

Κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας! Κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να κατέχει μόνο προσωπικά αντικείμενα, ρούχα, βιβλία, είδη νοικοκυριού, οικογενειακά κειμήλια.

Ανισότητες στην κατανομή των οικιών. Είναι παράλογο να υπάρχουν πολυμελείς οικογένειες που στριμώχνονται σε λίγα τετραγωνικά, ενώ κάποιοι άλλοι ζουν ολομόναχοι σε τριώροφα κτήρια.

Πλήρης κατάργηση του χρήματος το οποίο θα αντικατασταθεί από κουπόνια – μακροπρόθεσμα.

Το σχολείο καταργείται! Οι δάσκαλοι απολύονται! Τα παιδιά θα διδάσκονται από την πραγματική ζωή,

Απαγορεύεται κάθε θρησκευτική εκδήλωση! Η θρησκεία είναι η άρνηση της ζωής, η εξιδανίκευση του θανάτου! Εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια ο χριστιανισμός καταπιέζει καθετί ζωντανό, ελεύθερο και ηδονικό μέσα στον άνθρωπο, γεμίζοντάς τον ενοχή, θρήνο, στέρηση, λύπη. Από σήμερα αντιστρέφουμε τους όρους! Η ευτυχία είναι υποχρεωτική!

Καταργείται η οικογένεια! Ο άντρας δεν έχει από σήμερα καμία εξουσία πάνω στη γυναίκα του, οι γονείς στα παιδιά τους, οι γηραιότεροι στους νεοτέρους.

Δεν υπάρχει τρέλα! Ονομάσαμε τρελούς αυτούς που έκαναν το λάθος να πάρουν την πραγματικότητα στα σοβαρά! Η τρέλα τους είναι η απόδραση από τον παραλογισμό της πραγματικότητας.

Η Πολιτοφυλακή (δηλαδή οι πολίτες) αναλαμβάνει την τήρηση της τάξης καθώς και την άμυνα της πόλης.

Οι θέσεις τους δημιουργούν ενθουσιασμό στους νέους της πόλης που τις ασπάζονται πλήρως.

«Κάτω τα ξυπνητήρια!» «Κάτω ο χρόνος!» φωνάζουν ανάμεσα σε επευφημίες και χειροκροτήματα για κάτι που μέχρι πριν λίγο φάνταζε όχι μονάχα εξωφρενικό αλλά αδιανόητο.

 

 Ο Μιχάλης Αλμπάτης χειρίζεται με μαεστρία ένα ελάχιστα γνωστό ιστορικό γεγονός. Έχοντας επίκεντρο την Επαναστατική Συνέλευση της Κομμούνας του Νεμπόβιτσε, που έλαβε χώρα στις 16 Απριλίου του 1945, μαθαίνουμε πώς διαμορφώθηκε η κατάσταση που επέτρεψε σε μια ομάδα νέων ανθρώπων να οραματιστούν για λίγο έναν κόσμο δίκαιο και καλοσυνάτο.

https://www.fractalart.gr/i-katalysi-toy-chronoy/

Δεν υπάρχουν σχόλια: