Ένας κάμπος κάπου, κάποτε. Εκεί γεννιέται, μεγαλώνει, ωριμάζει η Λένη. Γεννημένη από έναν πατέρα αφέντη και μια μάνα χωρίς μιλιά, που μια μηλιά έχει το όνομά της, Αρετή, κι ορίζει τα χωράφια τους. Αλλά η μοναχοκόρη Λένη είναι ένα κορίτσι άλλο, αλλιώτικο, με τη δική του σκέψη, τη διαμορφωμένη από εξ ουρανού βιβλία που της εξασφαλίζει η αμίλητη μάνα· με τη δική του βούληση, με τη δική του μιλιά και με απόλυτο σέβας για τη μηλιά, που ο νέος γείτονας, μαζί και όλο το χωριό, έχουν αποφασίσει να της κλέψουν. Νέος αγρότης, με επιδοτήσεις, ο καινούργιος γείτονας, θρασύς και χωρίς ενδοιασμούς – η επικαιρότητα γλιστράει ερήμην της συγγραφέως και δίνει άλλη μια απόχρωση σε όποιον διαβάζει το κείμενο σήμερα…
Μία η Λένη, τρεις οι φωνές που λένε την ιστορία της. Η δική
της, που ιστορεί πώς έζησε ελεύθερα και φυσικά τον έρωτα, «που είναι η απάντηση
σε όλες τις ερωτήσεις». Πώς έθαψε κάτω από τη μηλιά το παιδί που δεν θέλησε, κι
ας αγαπάει πολύ τη ζωή, κι αυτό της έκανε τη χάρη και γεννήθηκε νεκρό. Πώς δεν
ακολούθησε τον ξένο με τον οποίο έσμιξε, τον Κρητικό που έφυγε από τον τόπο του
για να γλιτώσει από τη ρετσινιά ενός φονικού που έκανε ο πατέρας του και θέλει
γυρίσει πίσω μετά τον θάνατό του. Αλλά έμεινε να δώσει τη μάχη για τη μ[i]λιά
της. Του ανώνυμου Κρητικού που δυσκολεύτηκε να την καταλάβει αλλά την αγάπησε
και θα γυρίσει για της ζητήσει ξανά να τον ακολουθήσει. Του επίσης ανώνυμου
κατοίκου του χωριού, ο οποίος φρόντισε, κρυφά, για τη μόρφωσή της, ανοίγοντάς
της τη βιβλιοθήκη του, και ετοιμάζεται, πάντα κρυφά, να της αφήσει όλη του την
περιουσία. Του ηλικιωμένου χήρου που από τη μια την καμαρώνει σαν την κόρη που
ποτέ του δεν απέκτησε και από την άλλη την ποθεί σαν την ιδανική γυναίκα, την
οποία ο ίδιος εν πολλοίς έπλασε, αν όχι με τα χέρια του, με τις σελίδες των
βιβλίων που φρόντιζε να φτάσουν στα δικά της χέρια.
Τρεις φωνές κι ένα μαχαίρι. Η μάνα το έδωσε στον γιο για να
σκοτωθεί αν χρειαστεί αλλά ποτέ να μη γίνει, σαν τον πατέρα του, φονιάς ενός
πεινασμένου μετανάστη. Ο Κρητικός το έδωσε στη Λένη κι εκείνη το κρατάει χώρια
από τα άλλα. Κι απ’ αυτό κι από χέρι αντρικό θα χαθεί. Γιατί έχει και η
ελευθερία και η αυτοβουλία όριο: το αντρικό βλέμμα και τον αντρικό νου, μέσα
στον κόσμο που διαμορφώνουν.
Η Χαιρέτη αξιοποιεί διακειμενικά τις παραλογές και ειδικά το
«Τραγούδι του νεκρού αδελφού», με τον άδικο θάνατο της Αρετής, που το όνομά της
έχει η μητέρα της Λένης κι η μηλιά, σε ένα θεατρικό, πικρό κείμενο για το
αόρατο πλέγμα που ορίζει τις γυναίκες πάντα και παντού και για το τίμημα της
ελευθερίας τους. Η δύναμη της μιλιάς όμως είναι η μόνη που μπορεί να
αντιστρέψει τα βλέμματα και να στομώσει τα μαχαίρια. Και κείμενα σαν αυτό μας
το θυμίζουν με τον καλύτερο τρόπο.
https://epohi.gr/articles/somata-anyperaspista-fones-poy-epimenoyn/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου