Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος
Ζωγράφος, λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης
O Μάρκ Σαγκάλ / Mark Shagall γεννήθηκε το1887 στο Βίτεμπσκ της Λευκορωσίας. Νεαρός γράφτηκε στη σχολή ζωγραφικής του Γεχούντα Πεν. Το 1906 μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη, όπου κέρδισε υποτροφία για σπουδές στη Σχολή Svanseva κοντά στον κορυφαίο συμβολιστή σκηνογράφο Λέον Μπακστ. Το1909 γνώρισε την Μπέλα Ρόζενφελντ, ισόβια μούσα του, την οποία παντρεύτηκε το 1915.
Ο Σαγκάλ αν και επηρεάστηκε από τα ανατρεπτικά και αντισυμβατικά ρεύματα της εποχής του, δεν εντάχθηκε σε κάποιο από αυτά. Στο βιβλίο του «Η ζωή μου» έχει γράψει: «Για μένα η τέχνη είναι κυρίως μια ψυχική κατάσταση» Το 1910, έφθασε στο Παρίσι, αδέκαρος και χωρίς να μιλάει γαλλικά. Άλλαξε το όνομά του από Μοσέ Σεγκάλ σε Μαρκ Σαγκάλ και έγινε παρά τις πολλαπλές δυσκολίες ένας Γάλλος ζωγράφος. Μελέτησε τα έργα των εκπροσώπων της πρωτοπορίας, όπως οι ιμπρεσιονιστές Πολ Γκογκέν, Βίνσεντ βαν Γκογκ και του φωβιστή Ανρί Ματίς, ενώ σε κάποια έργα του διαφαίνονται επιρροές από τον κυβισμό και ιδιαίτερα από τον «ορφισμό» του Ρομπέρ Ντελονέ. Οι ζωγράφοι τον αντιμετώπισαν με επιφυλάξεις, οι ποιητές όμως με κορυφαίο τον Απολινέρ, αναγνώρισαν την ποιητικά πρωτογονική ιδιαιτερότητα των έργων του. «Ο Σαγκάλ που συντέλεσε στη συγχώνευση της ποίησης και των πλαστικών τεχνών υποστηρίχθηκε και από τους Γερμανούς εξπρεσιονιστές της επιθεώρησης τέχνης «Der Sturm». Το 1914 διοργανώθηκε στο Βερολίνο με επιτυχία η πρώτη ατομική έκθεση του, η οποία συντέλεσε στην εδραίωση και την διάδοση του εξπρεσιονισμού.Την ίδια χρονιά επισκέφθηκε το Βίτεμπσκ. Η έναρξη του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου τον ανάγκασε να παραμείνει εκεί. Μετά την μεγάλη Οκτωβριανή Ρωσική Επανάσταση, ο γνωστός του από το Παρίσι και υπεύθυνος για θέματα πολιτισμού, Ανατόλι Λουνατσάρσκι, τον τοποθέτησε στη θέση του επιτρόπου Καλών Τεχνών στο Βίτεμπσκ.Ο Σαγκάλ οργάνωσε εκθέσεις και ενήργησε για να επαναλειτουργήσει η Σχολή Καλών Τεχνών με διακεκριμένους εικαστικούς δασκάλους, όπως ο Ελ Λισίτσκι και ο Καζιμίρ Μαλέβιτς. Έχοντας διαφωνίες με τις διοικητικές πρακτικές για ζητήματα τέχνης, παραιτήθηκε το 1920. Μετακόμισε στη Μόσχα και φιλοτέχνησε την θαυμάσια διακόσμηση του Εβραϊκού της Θεάτρου. Το 1923 επέστρεψε στο Παρίσι και το 1924 πραγματοποιήθηκε εκεί η πρώτη του αναδρομική έκθεση. Το 1925-6 διοργανώθηκε η πρώτη μεγάλη ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη.Οι ναζί χαρακτήρισαν τα έργα του Σαγκάλ «εκφυλισμένα». Όταν η Γαλλία συνθηκολόγησε με τη ναζιστική Γερμανία τον συνέλαβαν στη Μασσαλία. Σώθηκε με αμερικανική παρέμβαση και τον Μάιο του 1941 κατέπλευσε στη Νέα Υόρκη.
Ο θάνατος της αγαπημένης του γυναίκας το 1944, που ζητούσε την γνώμη της για κάθε του έργο, τον βύθισε σε απελπισία. Πολλά από τα σαράντα συνολικά ποιήματά του γράφτηκαν την περίοδο της απώλειάς της. Με εκπεφρασμένη θλίψη γράφει για αυτήν: «Από τους πίνακές μου / Το όνειρό μου κυλάει / Στα πόδια σου / Αλλά πού είσαι…» και «Τα χέρια μου διπλώνονται και σκύβουν / Για να ζωγραφίσουν τη σύντομη ζωή σου / Το στόμα μου και η καρδιά μου ανοίγουν / Ώστε η προσευχή μου να έρθει κοντά σου…» Το 1946 επέστρεψε αρχικά στο Παρίσι και αργότερα στη γαλλική Ριβιέρα, όπου παρέμεινε έχοντας συνάψει δύο ακόμα γάμους. Το 1952 εικονογράφησε το ποιμενικό ερωτικό αφήγημα «Δάφνις και Χλόη» που του είχε αναθέσει ο ελληνογάλλος εκδότης Τεριάντ. Επισκέφθηκε την Αθήνα, τους Δελφούς, το Ναύπλιο και τον Πόρο, όπου εμπνεύστηκε τέσσερα αφιερωματικά έργα. Η «Ελληνική περίοδος» του Σαγκάλ με θέματα από την αρχαία Ελλάδα και το ειδυλλιακό περιβάλλον που γνώρισε στα ταξίδια του διήρκεσε μέχρι το 1980. Το 1959 έγινε επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων. Ασχολήθηκε επίσης με τοιχογραφίες, ψηφιδωτά και βιτρό, διακοσμώντας ναούς, συναγωγές και δημόσια κτίρια, ανάμεσά τους και το Κοινοβούλιο στην Ιερουσαλήμ το 1966. Το 1973 εγκαινιάστηκε το Εθνικό Μουσείο Σαγκάλ στη Νίκαια. Αποβίωσε το 1985 στο Saint Paul της νοτιοανατολικής Γαλλίας. Η πρώιμη αρχική επαφή μου με το ελκυστικό έργο του Σαγκάλ σε μεγάλα μουσεία του εξωτερικού με βοήθησε να προσεγγίσω με τρυφερότητα την ιδιότυπη μοντερνιστική και αισθησιακή εκδοχή των συλλήψεων του. Όταν φοιτητής το 1981 επισκέφθηκα πρώτη φορά την Όπερα του Παρισιού και είδα τον επιζωγραφισμένο θόλο της οροφής της με μουσικά θέματα από τον Σαγκάλ, παρόλο που ήταν αντιπροσωπευτικά της ποιότητας του, ένοιωσα αμήχανα διαπιστώνοντας ότι δεν ταίριαζαν απόλυτα με το στυλ του Παλαί Γκαρνιέ. Δικαιολόγησα κάπως την δυσαρέσκεια των Γάλλων για αυτή την ανάθεση στον Σαγκάλ από τον Αντρέ Μαλρό το 1964. Όμως όταν είδα το 1984 στην είσοδο της ΜΕΤ της Νέας Υόρκης τις δύο τεράστιες, ανάλογες συνθέσεις του εντυπωσιάστηκα. Όντως ο Σαγκάλ ήταν ο εκφραστής του πνεύματος της μουσικής. Ο Σαγκάλ ζωγράφιζε με έμφυτη εικονοκλαστική ευχέρεια ό,τι τον συγκινούσε. Στις συνθέσεις του αναδύονται άγγελοι και ερωτικές μορφές από τον κόσμο των παραμυθιών, συνδυάζοντας ποιητικά το πραγματικό με το ονειρικό. Εμπνεύστηκε βιωματικά από το ρωσικό και εβραϊκό περιβάλλον της καταγωγής του, τους θρύλους, γενικά τον κόσμο της μουσικής, αλλά και τα λουλούδια.
Οι πίνακές του είναι γεμάτοι μεστά χρώματα. Ως ταλαντούχος κολορίστας αποκρυστάλλωσε με αφοσίωση και πάθος τα αρχετυπικά μοτίβα της μυστικιστικής ειδωλολατρικής φαντασίας του. Απεικόνισε αγελάδες στα κεραμίδια της σκεπής, κοκόρια στην αυλή του χωριού του, έβλεπε τη γυναίκα του να πετάει αγκαλιά μαζί του στον ουρανό. Ο Πάμπλο Πικάσο είχε ισχυριστεί ότι «όταν πεθάνει ο Ματίς, ο Σαγκάλ θα μείνει ως ο μοναδικός ζωγράφος που ξέρει τι είναι χρώμα» ενώ επισήμανε ενδεικτικά: «Όταν ζωγραφίζει ο Σαγκάλ δεν ξέρεις αν είναι ξύπνιος ή αν κοιμάται. Πρέπει να υπάρχει κάποιος άγγελος στο κεφάλι του». Όντως η μεγάλη εικαστική παραγωγή του Σαγκάλ αποτελεί αυτόνομο κεφάλαιο στην ιστορία της σύγχρονης τέχνης.
https://artviews.gr/oi-chromatikes-angelikes-optasies-tou-mark-sagkal/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου