Βαγγέλης Δρόσος*
Αέναη και διαλεκτική η σχέση ανάμεσα στον έρωτα και την καθημερινότητα, στην ανάγκη για επικοινωνία και επιβίωση. Ο έρωτας που συνοδοιπορεί μαζί μας δίνοντας νόημα, περιεχόμενο και ελπίδα σε κάθε στιγμή της ζωής.
Η συλλογή διηγημάτων υπό τον τίτλο «Ο ελεγκτής & άλλες ιστορίες βιοποριστικού έρωτα», που κυκλοφορεί σε έναν ιδιαίτερα καλαίσθητο τόμο μικρού σχήματος από τις εκδόσεις ΑΩ (2024), συνιστά την πρώτη πεζογραφική συνεισφορά του ποιητή Βαγγέλη Τασιόπουλου. Το βιβλίο κοσμούν δύο έργα του γνωστού Φλωριναίου εικαστικού και φίλου του ποιητή, Ιωάννη Αναστάσιου Πρώιου, τα οποία είναι ένα μικρό μέρος μιας συλλογής από ακουαρέλες που εμπνεύστηκε ο Πρώιος μέσα από τη συνομιλία του με τα διηγήματα.
Ο Βαγγέλης Τασιόπουλος, πέρα από γνωστός και καταξιωμένος λογοτέχνης, είναι και μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Γεννημένος και αναθρεμμένος στον Μελιγαλά Μεσσηνίας, έρχεται στον Βορρά για σπουδές κατά τύχη και στη συνέχεια ζει, ωριμάζει και διακρίνεται κάτω από τον βαρύ ουρανό της Θεσσαλονίκης ως βόρειος πια, χωρίς όμως ποτέ να απεκδυθεί την καταγωγή του. Η ταυτότητά του ως ανθρώπου και δημιουργού διαπνέεται από αυτήν τη σύνθεση του Βορρά και του Νότου, ενώ η ζωντανή, διαρκώς εξελισσόμενη εντός του σχέση μεταξύ του τόπου καταγωγής και της πόλης δραστηριοποίησής του τροφοδοτεί τη γραφή του, όπως τουλάχιστον γίνεται φανερό από την πρόσφατη συλλογή διηγημάτων του.
Κατά παρόμοιο τρόπο φαίνεται ότι λειτουργεί και ως πεζογράφος. Αν και κατά το παρελθόν ο ποιητής έχει γράψει πεζογραφήματα για παιδιά, στη συγκεκριμένη συλλογή διηγημάτων ο Τασιόπουλος αναμετράται για πρώτη φορά με τον πεζό λόγο για ενηλίκους. Και όπως είναι αναμενόμενο, δεν αποποιείται την ιδιότητα του ποιητή, αλλά με εργαλεία τα εγνωσμένα πλούσια εκφραστικά του μέσα μάς χαρίζει έναν λόγο που αξιοποιεί την αμφισημία, τον συμβολισμό, τον ρυθμό και τη συμπύκνωση της ποιητικής γραφής με αποτέλεσμα δεκατρείς άρτιες ποιητικές αφηγήσεις γραμμένες σε μια εύρωστη ποιητική πρόζα.
Ο τίτλος της συλλογής παραπέμπει στην αέναη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον έρωτα και την καθημερινότητα, την ανάγκη για επικοινωνία και την επιβίωση, φωτίζοντας συγχρόνως με ειλικρίνεια και τη σκληρή πραγματικότητα που υφίσταται στις ανθρώπινες σχέσεις. Δεκατρείς ιστορίες αυτοτελείς, οι οποίες όμως ταυτόχρονα συνθέτουν έναν ενιαίο καμβά. Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για ένα βιβλίο βιωματικό με την ευρεία έννοια του όρου, όπως είναι λίγο πολύ όλα τα βιβλία άλλωστε. Ενα άλμπουμ από ασπρόμαυρες φωτογραφίες οι οποίες έχουν φυλαχτεί και αρχειοθετηθεί με επιμέλεια και επιμονή για χρόνια. Με αφορμή και επίκεντρο τον σιδηροδρομικό σταθμό της γενέθλιας επαρχιακής πόλης, ο οποίος αποτελεί το σημείο σύνδεσης με τον έξω κόσμο αλλά και έναν ολόκληρο κόσμο ταυτόχρονα, αναδύονται πρόσωπα οικεία του παρελθόντος και περιστατικά τα οποία αναδεικνύονται στους πρωταγωνιστές και το σκηνικό για τις μικρού μήκους ταινίες που στήνει ο Τασιόπουλος, για να μιλήσει για τις διάφορες εκφάνσεις του έρωτα∙ έναν έρωτα που συνοδοιπορεί μαζί μας δίνοντας νόημα, περιεχόμενο και ελπίδα σε κάθε στιγμή της ζωής μας, γι’ αυτό και βιοποριστικός.
[…] Προσηλωμένη μοιραία στην τύχη δινόταν με καταπληκτική συνέπεια σ’ ό,τι κέρδιζε το κορμί. Στα εικοσιπέντε της δεν είχε πολλά να εκχωρήσει παρά μονάχα ονόματα τα οποία ενωμένα έχτιζαν τη δικιά της πραγματική ιστορία. Ναι. Ηθελε τον έρωτα δικό της, απολύτως προσωπική υπόθεση, κάτι που θα διασφάλιζε με κάθε τίμημα. Συνήθισε στις προσευχές γι’ αυτό άπλωνε, πάντοτε μετά την ηδονή, τα λευκά λινά σεντόνια να σκορπιστούν στο σύμπαν όσα συνομολογήθηκαν. Τα ήξερε όλα. Ηταν ένας έρωτας βιοποριστικός. (Ο ελεγκτής, σ. 17)
Βιοποριστικός έρωτας, λοιπόν, αυτός που μας συνοδεύει στην πορεία του βίου μας, ακόμη κι όταν για κάποιο από τα δύο εμπλεκόμενα μέρη, τον άνδρα ή τη γυναίκα, αποτελεί πηγή βιοπορισμού. Ο ποιητής τολμά, καταπιάνεται και διερευνά με λογοτεχνική τρυφερότητα μεταξύ άλλων και τον αγοραίο έρωτα, ο οποίος αν και για πολλούς/ές αποτελεί ακόμη και μέχρι σήμερα ταμπού, για τους/τις περισσότερους/ες είναι οικείος έστω και ως εικόνα στις διάφορες γνωστές γωνιές του αστικού τοπίου. Ως συστηματικός συλλέκτης τέτοιου είδους εικόνων ο Τασιόπουλος καταφέρνει να αλιεύσει με οξυδέρκεια την αλήθεια που κρύβεται πίσω από τη στείρα επιφάνεια, στην οποία μένει συνήθως ο απλός παρατηρητής, έχοντας στόχο να αναδείξει την υποκρισία που αποτελεί ανέκαθεν κύριο χαρακτηριστικό τόσο του ατομικού όσο και του κοινωνικού βίου.
Συμπερασματικά, μέσα από τη λογοτεχνική του γραφή στην παρούσα συλλογή διηγημάτων ο Βαγγέλης Τασιόπουλος θέτει υπό αμφισβήτηση όχι μόνο τα όρια μεταξύ ποιητικού λόγου και πρόζας, αλλά και την επιφανειακή αλήθεια, προκαλώντας τον αναγνώστη να επανεξετάσει με φρέσκια ματιά την πραγματικότητα από άποψη λογοτεχνική, κοινωνική και πολιτική. Ετσι τούτη η συλλογή διηγημάτων συνιστά όχι μόνο μια αφηγηματική πρόκληση για τον ίδιο τον ποιητή, αλλά πρόκειται ουσιαστικά και για ένα παράδειγμα, μια υπενθύμιση και ένα τεκμήριο καταγραφής της αυθαιρεσίας, κοινωνικής και πολιτικής, με πολλαπλούς αποδέκτες, επιβεβαιώνοντας τη δεδηλωμένη άποψη του Τασιόπουλου ότι η λογοτεχνία είναι μια πράξη κατεξοχήν πολιτική. Για όλους τους παραπάνω λόγους αλλά και για πολλούς άλλους αυτή η πρώτη πεζογραφική κατάθεση του Βαγγέλη Τασιόπουλου πραγματικά αξίζει να διαβαστεί.
*MΑed Lancaster University (UK), ποιητής, εκπαιδευτικός, διευθυντής 1ου Δ.Σ. Ωραιοκάστρου «Ευαγόρας Παλληκαρίδης»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου