ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΣ
Δευτέρα πάλι και, η πόρτα του απογεύματος
πάλι κλειστή.
Πότε να δεις τα δέντρα· ολοένα ξεμακραίνουν.
Αδειάζει η αυλή –
Το κελάηδημα στο κλουβί μια πληγή!
πάλι κλειστή.
Πότε να δεις τα δέντρα· ολοένα ξεμακραίνουν.
Αδειάζει η αυλή –
Το κελάηδημα στο κλουβί μια πληγή!
Δε φτάνει η Κυριακή.
Η καρέκλα πλάι στο παράθυρο.
Μες στο δωμάτιο αρχίζει και τελειώνει ο δρόμος.
Γέρνουν ξανά οι ώρες.
Η βουή πέρα απ’ τη μάντρα και οι φωνές του Σταδίου
– μια στιγμή που δακρύζουν αλλιώς τα παιδιά-.
Μες στο δωμάτιο αρχίζει και τελειώνει ο δρόμος.
Γέρνουν ξανά οι ώρες.
Η βουή πέρα απ’ τη μάντρα και οι φωνές του Σταδίου
– μια στιγμή που δακρύζουν αλλιώς τα παιδιά-.
Γρήγορα που νυχτώνει η Κυριακή!
Σαν έρχεται η Δευτέρα
στενεύεις πιότερο.
Ένα γυμνό μαχαίρι η μέρα. Κι ο φόβος ∙
μη μιλήσεις μη διαμαρτυρηθείς,
παντού σε βλέπουν.
Σαν έρχεται η Δευτέρα
στενεύεις πιότερο.
Ένα γυμνό μαχαίρι η μέρα. Κι ο φόβος ∙
μη μιλήσεις μη διαμαρτυρηθείς,
παντού σε βλέπουν.
Που να βρεις μια στιγμή
να συμφιλιώσεις τα χέρια σου;
να συμφιλιώσεις τα χέρια σου;
(Αστάθμητα, 1978)
ΑΝΤΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Δέξου με κι απόψε τον μουγκό
Ώρα οχτώ, τα πρόσωπα όλα τεντωμένα.
Και οι σκέψεις τεντωμένες.
Και τα σύρματα τεντωμένα.
Κι εγώ στη Σελήνη μοναχός.
Βάζω φωτιά. Ετοιμάζομαι
να πηδήσω.
Και οι σκέψεις τεντωμένες.
Και τα σύρματα τεντωμένα.
Κι εγώ στη Σελήνη μοναχός.
Βάζω φωτιά. Ετοιμάζομαι
να πηδήσω.
Οι πόρτες,
μου στέρησαν πάλι τα δικαιώματά μου.
μου στέρησαν πάλι τα δικαιώματά μου.
Εσύ μου απέμεινες κι απόψε.
(Απόπειρες, 1981)
ΦΩΤΟΣΚΙΑΣΕΙΣ
Θα νικηθούν οι στάχτες
και τα δάκρυα.
Τα δέντρα θα.
Τ’ αγάλματα θα.
και τα δάκρυα.
Τα δέντρα θα.
Τ’ αγάλματα θα.
Μοναχό του θα κλαίει το παιδί
κοιτώντας το φεγγάρι,
ακούγοντας
τις μακρινές φωνές των άστρων.
κοιτώντας το φεγγάρι,
ακούγοντας
τις μακρινές φωνές των άστρων.
(Αντίστιξη των άστρων, 1997)
ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΘΟΣ
(Πόσες φορές θ’ ανηφορίσω μέσα μου τα βουνά!)
Ήταν θυμάμαι Φεβρουάριος,
έπεφτε χιόνι θορυβώδες, τόσο που
οι πεθαμένοι γύριζαν πλευρό.
Τα περασμένα έπαιρναν τη θέση τους
στα μελλούμενα.
έπεφτε χιόνι θορυβώδες, τόσο που
οι πεθαμένοι γύριζαν πλευρό.
Τα περασμένα έπαιρναν τη θέση τους
στα μελλούμενα.
Ενώ εσύ,
πότε μες στα σκοτάδια σου,
πότε κάτω απ’ τον ήλιο.
πότε μες στα σκοτάδια σου,
πότε κάτω απ’ τον ήλιο.
Κι ήταν πάντα χειμώνας των χεριών!
Ο Ιάσωνας, ο Πρωτεσίλαος
ο Αλέξανδρος και οι άλλοι-
κοιμούνται μες στα παραμύθια.
Δικαιωμένοι τάχα;
ο Αλέξανδρος και οι άλλοι-
κοιμούνται μες στα παραμύθια.
Δικαιωμένοι τάχα;
Πόσες φορές θα διαβώ τον Ελλήσποντο
για να με πουν παιδί και άντρα και πατέρα;
για να με πουν παιδί και άντρα και πατέρα;
(Αντίστιξη των άστρων, 1997)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου