16.1.24

''Βροχές Βερμίου'' η καινούργια ποιητική συλλογή του Θανάση Μαρκόπουλου


Ειρήνη Ιωαννίδου

''Βροχές Βερμίου'' η καινούργια ποιητική συλλογή του Θανάση Μαρκόπουλου εκδόσεις Μελάνι. Η υγρασία στο τζάμι του εξωφύλλου -με το θολό τοπίο- προδίδει το αίσθημα του ποιητή. Σημείο αναφοράς του, ο ορεινός όγκος του Βερμίου σιωπηλά να μετρά χρόνους και αντοχές
Κι αυτό εκεί
βουβό και ασάλευτο
απόμακρο πάντα
αθάνατο
Ο τόπος που τροφοδοτεί την μνήμη -η επαρχία των παιδικών του χρόνων, αλλά και της ενήλικης ζωής, το χάδι της μάνας που ακόμη λείπει, οι φίλοι που χάνονται.
είναι πλευρό δικό μου
είμαι κι εγώ δικό τους
Οι φίλοι είναι η νιότη μου
Το λίγο του χρόνου επιτείνει την αγωνία του να ''κοινωνήσει'' την ομορφιά αυτού του κόσμου -που κάποτε μέσα του ασφυκτιά, αλλά ακόμη τον έλκει, και τον τροφοδοτεί ποιητικά
οι ροδακινιές στον κάμπο
άναψαν και πάλι
Οι αναίσθητες
Η αίσθηση άλλοτε ρεαλιστική, και άλλοτε ονειρική ακολουθεί το ρυθμικό τέμπο της βροχής. Μας ταξιδεύει με τον προσωπικό ποιητικό φακό του, τα περιγράμματα αμβλύνονται, ο χρόνος ενδίδει στιγμιαία σε μια στασιμότητα ιαματική, τα πρόσωπα φωτίζονται αλλιώς. Ο λόγος κυριολεκτεί ακόμη και στην μεταφορά του
αστράφτει η στράτα των σπιτιών οι προσόψεις αστράφτουν τα σύννεφα και μια βροχή χαρμόσυνη γκρεμίζεται στα μαλλιά της
κάποτε μαχαίρι καλά ακονισμένο γίνεται που δεν διστάζει να εξομολογηθεί την πίκρα και την διάψευση
το δάσος μπούκαρε απ΄ το παράθυρο
κι άστραψαν τα δόντια του λύκου
στο σούρουπο των ματιών της
αλλά και την λαχτάρα του να υπάρξει και πέρα από την ποίηση, με τον παλμό και την θέρμη του σώματος που ακόμη εθυμείται
Μου θύμισες έλεγε τις ένδοξες μέρες / τότε που άστραφτες και φλέγονταν οι νύχτες / τα κύματα σκόρπιζαν μαργαρίτες στα πόδια σου / και τρέχανε ζαρκάδια στη χλόη των ματιών σου.
Ποίηση που μυρίζει χώμα βρεγμένο, και σε κατακλύζει με την αλήθεια της σε χαμηλές οκτάβες, αλλά η δόνηση της παραμένει ισχυρή. Ψυχή που λαχταρά να πετάξει, σώμα που θέλει να αποδράσει, αλλά ξέρει ότι θα είναι σύντομη η εκδρομή...
Μου θύμισες τις ανέμελες μέρες
Όταν οι δρόμοι δεν είχαν γκρεμούς και καρτέρια
Το χιόνι έφτανε το πολύ ως το φράχτη
Κι εμείς ανοίγαμε τις φλέβες στον ήλιο
Κι άνθιζαν όλα τα χρώματα στις πλαγιές
Του κορμιού μας
ΣΑΝ ΑΛΛΟΤΕ ΑΝΘΙΖΩ
Αδειάζω το κεφάλι μου στα κύματα
κι ανάλαφρος χάνομαι στα δάση
και τα λιβάδια στις πηγές ξαναβρίσκω
το πρόσωπο στα φυλλώματα
τη φωνή τρίβω τα μάτια μου
στον ήλιο κι αναβοσβήνουν
πεταλούδες σαν άλλοτε ανθίζω
Να και μια μέρα σφυρίζω στον άνεμο
χωρίς δράμι πολιτισμού
μες στο κεφάλι μου

Δεν υπάρχουν σχόλια: