13.1.24

Ελένη Ντούξη, Δύο ποιήματα


ΣΧΕΔΟΝ ΛΕΥΚΟ

1.

Το τελευταίο κουμπί
στο λευκό μου ρούχο
το έραψα κατά λάθος κόκκινο.
Έχει φυτρώσει πάνω του
το δάχτυλο της μάνας μου


σχεδόν λευκό
ένα φορτωμένο σύννεφο.
Το γλείφω κάθε φορά
να δω προς τα πού φυσά
μήπως γλιτώσω.

2.

Η βέρα της
σαράκι χρυσό
με αρπάζει από το λαιμό
κάθε που νυχτώνει.
Τη σαλιώνω
κι όλο στενεύει
ώσπου.

Είμαι ένα δάχτυλο
ραμμένο πάνω σου
σχεδόν κίτρινο
ένας αποκαμωμένος ήλιος.
Δες προς τα πού φυσά
μήπως και σωθείς.

*

ΠΡΑΣΙΝΗ ΚΑΡΤΑ

1.

Και όταν ήρθε από τα πολλά
κουβαλώντας ελάχιστα
την πήρε η κατηφόρα
ανάστροφα στον ουρανό
που σωριαζόταν καμένο δέρμα
επάνω στο στέρνο της.
Μετά την βρήκαν πνιγμένη
στο μελάνι ξένης γλώσσας.
Με τη θάλασσα που διέσχισε
παγωμένη να απλώνεται
ανάμεσα στα πόδια της.

2.

Αμφίρροπη δύναμη η απορία σου
φλούδα σκασμένη από τα χείλη.
Όσο κι αν πλένει το στόμα
μόνο αν την πιεις θα καταλάβεις. Ως τότε
δεν θα ξέρεις τι να κάνεις τα χέρια σου.

*Από τη συλλογή “Μείον δεκάξι”, εκδ. ενύπνιο, 2022.

Δεν υπάρχουν σχόλια: