7.10.24

Τζέννυ Έρπενμπεκ: «Καιρός», Εκδόσεις Καστανιώτη, Μετάφραση: Αλέξανδρος Κυπριώτης

Γράφει η Γεωργία Χάρδα  *

Τζέννυ Έρπενμπεκ: «Καιρός», Εκδόσεις Καστανιώτη, Μετάφραση: Αλέξανδρος Κυπριώτης

 

Τίποτε δεν υπάρχει παρά Εγώ κι Εσύ:

Κι αν εμείς οι δυο δεν υπάρχουμε, τότε ο Θεός δεν είναι πλέον Θεός, και οι ουρανοί καταρρέουν

Άγγελος Σιλέσιος

 

Ο «Καιρός» της Βερολινέζας Τζέννυ Έρπενμπεκ απέσπασε το φετινό Διεθνές Βραβείο Booker για το καλύτερο μυθιστόρημα που μεταφράστηκε στα αγγλικά, το οποίο έλαβε για πρώτη φορά Γερμανίδα συγγραφέας. Το βιβλίο που διατηρεί τον τίτλο του και στην αγγλική μετάφραση είναι ένα δυνατό

ανάγνωσμα που θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη του αναγνώστη για πολύ καιρό. Εξερευνά την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σχέσης σε ένα ταραχώδη πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο. Με φόντο την ανατολική Γερμανία πριν και κατά τη διάρκεια της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, το βιβλίο εστιάζει στη σχέση μιας δεκαεννιάχρονης φοιτήτριας, της Καταρίνας, κι ενός παντρεμένου συγγραφέα, του Χανς, που είναι 34 χρόνια μεγαλύτερός της. Οι δυο τους αιφνιδιάζονται από την έλξη που τους κυριεύει, κάτι αμοιβαίο και παράφορο, που γίνεται πιο έντονο μέσα από το κοινό ενδιαφέρον τους για τη μουσική και την τέχνη. Ωστόσο η μυστικότητα που απαιτεί η σχέση είναι αυτό που τους δένει ακόμη περισσότερο.

«Θέλω να Σε πάρω στα χέρια μου, γράφει όταν θα Σ’ έχω πάλι. Θα Σ’ έχω πάλι; Ναι, θα την έχει πάλι, κι αυτή θα έχει πάλι εκείνον. Να του τηλεφωνήσει, την παρακαλεί, το επόμενο πρωί στις 10, τότε είναι, όπως ήδη ξέρει εκείνος, η ώρα που αυτή κάνει διάλειμμα για πρωινό. (σελ.51)

Το ειδύλλιο όπως επισήμανε η πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του βραβείου Booker, Έλενορ Ουάτσελ, χαρακτηρίζεται από τις καθημερινές εντάσεις και ανατροπές που τους σημαδεύουν. Ο τίτλος του βιβλίου αναφέρεται στον Καιρό, τον Θεό της Ευτυχούς Στιγμής, κάτι που αντικατοπτρίζει την έντονη και σύντομη ευτυχία που βιώνουν οι δύο πρωταγωνιστές. Μια ευτυχία που δεν θα αργήσει να παραχωρήσει τη θέση της σε μια αίσθηση ανεκπλήρωτου και απώλειας.

«Για πρώτη φορά την πήγε στο διαμέρισμα του, για πρώτη φορά άκουσε μαζί της την μουσική του, πήγε για πρώτη φορά να φάει μαζί της, την είδε για πρώτη φορά γυμνή, βρέθηκε για πρώτη φορά μαζί της στο κρεβάτι, για πρώτη φορά με τη φιλενάδα του στο συζυγικό κρεβάτι, για πρώτη φορά μπήκε αυτή στο γραφείο του, άκουσε μαζί του Μπους και Άισλερ, για πρώτη φορά του μαγείρεψε, για πρώτη φορά αυτός κοίταξε χωρίς αηδία το αιδοίο μιας γυναίκας, αποκάλεσε την Καταρίνα για πρώτη φορά αγαπημένη του, για πρώτη φορά είπε σε έναν άνθρωπο γιατί δεν ξέρει να κολυμπάει, πήγε για πρώτη φορά μαζί της στον κινηματογράφο, για πρώτη φορά την πήγες σε όλα τα μέρη όπου περνάει εδώ και 30 χρόνια τα απογεύματα και τα βράδια του..» (σελ. 85-86)

Η συγγραφέας παρουσιάζει αυτή την ιστορία αγάπης με έναν τρόπο περισσότερο τραγικό παρά ρομαντικό. Από την αρχή η σχέση αυτή φαίνεται καταδικασμένη, με τον Χανς να την ερωτεύεται παράλογα και να μη μπορεί να ζήσει χωρίς εκείνη. Χάνει τον έλεγχο και σαστίζει. Η σχέση του με την Καταρίνα δεν είναι όπως οι σχέσεις που συνήθιζε να κάνει μέχρι τώρα… Ξεκινάει μια βροχερή μέρα και γίνεται μήνα με τον μήνα σκοτεινή…

«Να την κρατήσει θέλει την Καταρίνα – και συγχρόνως είναι αναγκασμένος να την αφήσει, αλλά η αμφιβολία κυριεύει τον ίδιο του κοστίζει δύναμη. Μία ατάκα από ένα θεατρικό έργο του Χακς τού έρχεται τις τελευταίες εβδομάδες συνέχεια στο νου: Το βάρος της θυσίες που κάνουμε οικειοθελώς αυξάνεται όταν το κουβαλάμε. Κάνει κάποια θέση εκείνη που τον αγαπάει; Την φυσικότητα της πάντως αυτός την θυσίασε εκείνο το απόγευμα του Σεπτέμβρη στην αποβάθρα 2. Όταν δύο ημέρες αργότερα τον υποδέχθηκε με το κουστούμι της γαμήλιας τελετής, ήτανε κατά βάθος η αμφιβολία που νυμφεύτηκε αυτός επ’ αόριστου χρόνου. Ίσως να οφείλεται στο ότι η εργασία του στο βιβλίο που γράφει για εκείνη τον δυσκολεύει τόσο πολύ. (σελ. 194-195)

Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο στον ενεστώτα, μια τεχνική που η συγγραφέας χρησιμοποιεί με δεξιοτεχνία για να δώσει ζωντάνια, παραστατικότητα και πειστικότητα αλλά κυρίως ένταση. Η γραφή είναι λιτή με φιλοσοφικά νοήματα και καταφέρνει να αποτυπώσει άριστα την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων συναισθημάτων και των ερωτικών τους εμπειριών.

Η Έρπενμπεκ πλέκει μια ιστορία προσωπικής και πολιτικής αποσύνθεσης, θέτοντας το ερώτημα: πώς μπορεί κάτι που φαίνεται σωστό να καταλήξει τόσο λάθος; Η ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος είναι αγωνιώδης ενώ το ύφος του βιβλίου αντικατοπτρίζει αυτή τη σκοτεινή πραγματικότητα. Καταγράφει την εξέλιξη της σχέσης, χωρίς να διστάζει να εισχωρήσει στα βάθη της απόγνωσης και της αλλοτρίωσης, τόσο σε προσωπικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

 

«Αυτό που έζησες ήταν η άνιση ενός ρομάντζου: περιπέτεια, μελαγχολία, ψυχικό μαρτύριο. Ο φόβος της αποκάλυψης απλώς αυξάνει την απόλαυση σου.

Παίζεις με μεγάλες έννοιες.

Θεωρείς την ευσυγκινησία πάθος.

Θεωρείς ένα ποταπό συναίσθημα τύψεις συνειδήσεως.

Πιστεύεις ότι είσαι ικανή ν’ αγαπάς. Οι μαγνητοταινίες είναι ομφάλιος λώρος απ’ τον οποίο τρέφεται και θεριεύει με λέξεις ο τρόμος. Όλο και μεγαλύτερος γίνεται αυτός ο δρόμος μόνο και μόνο επειδή ποτέ δε σταματάει. Καλοθρεμμένος είναι, ενώ η δύναμη με την οποία του αντιστέκεται αυτή μέρα με την ημέρα μειώνεται. Μόνο ο ύπνος είναι φίλος της. Μόνο όταν κοιμάται δεν είναι αναγκασμένη να θυμάται ότι είναι ακόμα εκεί. (σελ. 288)

 

Το βιβλίο χωρίζεται σε δυο μέρη, την πρώτη και τη δεύτερη κούτα. Είναι οι δυο κούτες που θα παραλάβει η Καταρίνα μετά τον θάνατο του Χανς. Μέσα από επιστολές, ημερολόγια και αποκόμματα ανατρέχει στο παρελθόν της με τον Χανς, προσπαθώντας να βρει νόημα στη σχέση τους, την ώρα που γύρω τους καταρρέει ένας ολόκληρος κόσμος. Μέσα σε αυτές τις δυο κούτες χώρεσε όλη η κοινή τους ζωή…. αλλά και η σχέση του ανθρώπου με την ιστορία. Η Έρπενμπεκ ερμηνεύει πώς οι προσωπικές μας επιλογές και οι ιδεολογίες μπορούν να συνθλιβούν κάτω από τη σκληρή πραγματικότητα. Η αίσθηση απογοήτευσης και η κατάρρευση των ονείρων είναι διάχυτες στις σελίδες του βιβλίου, προσδίδοντας μια αίσθηση διαρκούς απώλειας και φθοράς.

Ο «Καιρός» ενώνει το προσωπικό με το ιστορικό, δημιουργώντας ένα έργο που καθρεφτίζει τόσο την ανθρώπινη ψυχή όσο και την πολιτική πραγματικότητα.

«Να την που βλέπει τον εαυτό της να είναι ξαπλωμένη κάτω από το χάνεις και να της τρέχουν τα δάκρυα από τα μάτια χωρίς να βγάζει ήχο. Να την που βλέπει να την καταλαμβάνει τέτοιο μίσος, που πάνω απ’ όλα θα θέλει να δαγκώσει τη γλώσσα του Χανς και να την κόψει. Βλέπει να τον δαγκώνεις στο χέρι, στον βραχίονα, να ‘ναι όλα μαύρα μες το κεφάλι της, βλέπει το χέρι του μαύρο, σαν καμένο ή γεμάτο στάχτη, βλέπει το βραχίονα του μαύρο ενώ μπήγει τα δόντια της, κρατάει τα μάτια της κλειστά, βλέπει το βλέμμα του μαύρο, κοιμάται μαζί του κολασμένα, θέλει να τον σφάξει, να τον φάει, βλέπει την κόκκινη σάρκα του να ‘ναι εκεί ανοιχτή σαν βελούδο. Να την που βλέπει το Χανς να συνεχίζει παρ’ όλ’ αυτά να κουνιέται πάνω της, βλέπει τον εαυτό της να τον ρωτάει τι πιστεύει στην πραγματικότητα και κείνον να λέει ότι πιστεύει πως τα δάκρυα της τρέχουν από χαρά. Να την που βλέπει ότι εκείνος δεν την ξέρει, κι αυτή δεν ξέρει εκείνον» (σελ. 388-389)

 

 

Η Τζέννυ Έρπενμπεκ είναι πεζογράφος, δραματουργός και δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε το 1967 στο Βερολίνο της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Μεγάλωσε σε καλλιτεχνικό και επιστημονικό οικογενειακό περιβάλλον. Σπούδασε αρχικά Βιβλιοδεσία και στη συνέχεια Θεατρικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Humboldt και Σκηνοθεσία Μουσικού Θεάτρου στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία Hanns Eisler. Εμφανίστηκε στη λογοτεχνία με τη νουβέλα Ιστορία του γερασμένου παιδιού (Geschichte vom alten Kind, 1999). Ακολούθησαν τα έργα Σκύβαλα (Tand, 2001), Παιχνίδι με τις λέξεις (Wörterbuch, 2004) και Δοκιμασία (Heimsuchung, 2008). Με το μυθιστόρημά της Η συντέλεια του κόσμου (Aller Tage Abend, 2012) απέσπασε τα σημαντικά Βραβεία Γιόζεφ Μπράιτμπαχ και Χανς Φάλαντα, καθώς επίσης και το Βραβείο Ξένης Λογοτεχνίας του βρετανικού Independent. Για τους Περαστικούς (Gehen, ging, gegangen, 2015) της απονεμήθηκαν, μεταξύ άλλων, το Βραβείο Τόμας Μαν και το Ευρωπαϊκό Βραβείο Strega. To 2017 έλαβε με το παράσημο του Σταυρού της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Με την αγγλική μετάφραση του πλέον πρόσφατου μυθιστορήματός της Καιρός (Kairos, 2021) κατέκτησε το Διεθνές Βραβείο Booker 2024.

 

 

 

 Γεωργία Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος

 https://www.fractalart.gr/kairos-erpenbeck-jenny/

Δεν υπάρχουν σχόλια: