Ευγενία Μπογιάνου
Η Ισμήνη Καρυωτάκη, αφήνοντας πίσω το αστικό περιβάλλον των Εξαρχείων και της Νεάπολης του προηγούμενου έργου της «Οι ληστές της ‘Ανθολογίας του μαύρου χιούμορ’», μεταπηδά στο άγριο καθοριστικό τοπίο της Ηπείρου ανοίγοντας την αφήγηση του «Φυγόδικος δεν ήμουν», με ένα
ερωτευμένο ζευγάρι, τον Σπήλιο και την Εριφύλη, καθώς προσπαθούν να διασχίσουν τη φουσκωμένη κοίτη του Βοϊδομάτη του Αώου, μια νύχτα που το χαλάζι έπεφτε πυκνό, «όπως οι σφαίρες στα χαρακώματα». Από τις πρώτες κιόλας γραμμές η Καρυωτάκη μάς μεταφέρει στον πολύπλοκο, δαιδαλώδη, πολυπλόκαμο κόσμο από τον οποίο καθορίζονται οι ήρωές της αλλά και οι μεταξύ τους σχέσεις. Σχέσεις που, πολλές φορές, δεν είναι μόνο αυτό που δείχνουν, καθώς αόρατα νήματα δημιουργούν συνδέσεις που δεν γίνονται απευθείας ορατές. Σχέσεις οι οποίες καθορίζονται όχι τόσο από όσα λέγονται, αλλά κυρίως από όσα παραμένουν κρυμμένα. Από την πρώτη κιόλας παράγραφο του βιβλίου ξεπροβάλλει ένα μυστικό. Ο Σπήλιος, ο οποίος δεν είναι φυγόδικος αλλά είναι έξω με αναστολή, έχει ένα σχέδιο: να περάσει τα σύνορα μαζί με την Εριφύλη. Εκείνη, απεναντίας, που δεν γνωρίζει τίποτα για τις προθέσεις του, το μόνο σχέδιο που έχει είναι να τον ακολουθήσει μέχρις εσχάτων. Είναι μια αυγουστιάτικη νύχτα του 1972, εν μέσω χούντας, και το σχέδιο, λόγω μιας ιδιοτροπίας της φύσης, καταρρέει οριστικά. Όπως άλλωστε και μια άλλη αυγουστιάτικη νύχτα, χρόνια πριν, το 1948, όπου στη χαράδρα του Χάρου στον Γράμμο ο Γιαννούλης, διοικητής της 102ης Ταξιαρχίας του Δημοκρατικού Στρατού, με τους άντρες του παίρνουν διαταγή για οπισθοχώρηση, με ανυπολόγιστες συνέπειες. Η Καρυωτάκη, με όχημά της τον έρωτα, συνδέει τα χρόνια του Εμφυλίου με αυτά της δικτατορίας, καθώς τα βιωματικά γεγονότα και οι ιστορικές μαρτυρίες συμπλέκονται με την προσωπική μοίρα των ηρώων επηρεάζοντάς την καθοριστικά. Αλλά και ο ίδιος ο έρωτας δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, χωρίς βάσανα, αν όχι μία βάσανος από μόνος του. Ο Σπήλιος, ο οποίος είναι και ο κύριος αφηγητής, έχοντας τη δυνατότητα να «παρακολουθεί» γεγονότα στα οποία δεν είναι μπροστά -κι αυτό από ένα εύρημα της Καρυωτάκη που δεν θα αποκαλύψουμε- αυτοσυστήνεται ως εξής: «Ρέμπελος, με εξειδίκευση στη λαθραία αναπαραγωγή παράνομων φυλλάδων μέσω της χρήσης χειροκίνητου πολύγραφου (...), αποφυλακίστηκα προσωρινά ως εμφραγματίας, ‘οξύ στεφανιαίο σύνδρομο’ μετά τον αγρίως κτηνώδη έως θανάτου ξυλοδαρμό μου». Από την άλλη, η Εριφύλη ανήκει σε οικογένεια βασιλοφρόνων και μάλλον αδυνατεί να συλλάβει την απόσταση. Αδυνατεί να συλλάβει το μέγεθος και την ποιότητα των αντιθέσεων. Ακριβώς πάνω σε αυτές τις αντιθέσεις στήνει η Καρυωτάκη μία από τις πιο δυνατές σκηνές του βιβλίου. Τη συνάθροιση του ζευγαριού με τους συγγενείς της Εριφύλης γύρω από το τραπέζι, μέσα σε ένα αρχοντικό το οποίο αποκτά την έννοια του συμβόλου, καθώς φαίνεται να περικλείει όλα τα ανομολόγητα, αλλά και να καθορίζει με τη «βαρύτητά» του την ψυχοσύνθεση των ενοίκων του. Όλοι μαζί και ο Σπήλιος απέναντι, εσαεί ανακρινόμενος από αυτούς που θεωρούν πως τώρα «μας κυβερνούν λογικοί άνθρωποι». Οι λογικοί άνθρωποι που υπήρξαν οι βασανιστές του. Οι λογικοί άνθρωποι που έβαλαν τη σφραγίδα του τέλους του. «Αυτοστιγμεί αισθάνομαι τη βασιλική ευπροσηγορία -ολόιδια με τη γνωστή μιλιταριστική των ανακριτών μου- να με θωπεύει βασανιστικά επισφραγίζοντας τη συνάντησή μας και να τη διευρύνει με τις ανάλογες συστάσεις: Χαίρω πολύ, βασιλεύς Παύλος, αυτοσυστήνεται ο τέως, από εδώ η σύζυγός μου, βασίλισσα Φρειδερίκη». Ο κατήφορος όμως, όπως ορίζεται και ό,τι συμβολίζει για τον καθένα, έχει αρχίσει. Στη θέση του αγάλματος της Αυτής Μεγαλειότητας δεσπόζει τώρα το γυμνό κορμί της Ζωής Λάσκαρης στον «Κατήφορο». Γυμνό το κορμί της Λάσκαρη σε αντιπαραβολή με το επίσης γυμνό της Εριφύλης όπως σε πολλά σημεία εμφανίζεται και το οποίο άλλοτε δονείται από έναν άγριο άγουρο ερωτισμό κι άλλοτε εκτίθεται ανυπεράσπιστο, ευάλωτο. Άλλωστε, το κορμί είναι εκείνο που, εντέλει, «προδίδει» όντας βασανισμένο. Για να μείνει ο έρωτας ανεκπλήρωτος. Και γι’ αυτό κραταιός και νικηφόρος. Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στα μυστικά, ίσως πάλι και να μην υπάρχει απάντηση, αλλά όλα να είναι τερτίπια της Ιστορίας. Με διαρκή πισωγυρίσματα στον χρόνο, με αφήγηση όπου το πραγματικό συγχέεται άλλοτε με την φαντασία και άλλοτε με το όνειρο, με σύνθετους, πολύ ενδιαφέροντες χαρακτήρες, ακατάτακτους και απρόσμενους όπως το συνηθίζει η συγγραφέας, με σελίδες γεμάτος πάθος και ορμή, που συμπαρασύρουν με όλα όσα λένε αλλά και με όσα δεν κατονομάζουν, με γρήγορο ρυθμό και κινηματογραφική αίσθηση, με καταλυτικής ωραιότητας εικόνες και μυστηριώδη ατμόσφαιρα, η Καρυωτάκη γράφει ένα μυθιστόρημα πολλαπλών αναγνώσεων και βαθιάς συγκίνησης.Ισμήνη Καρυωτάκη, «Φυγόδικος δεν ήμουν» Εκδ. Ποταμός 180 σελ. Τιμή: 14 ευρώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου