22.8.22

ΜΠΡΑΝΙΣΛΑΒ ΝΟΥΣΙΤΣ, ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ.


Μετάφραση από τα σερβικά: Γιώργος Γκόζης
***
Η κληρονομιά του Αλκιβιάδη Νούσα.
Ο Μπράνισλαβ Νούσιτς ή Бранислав Нушић ή Branislav Nušić που γεννήθηκε στο Βελιγράδι της Σερβίας στις 8 ή 20 Οκτωβρίου του έτους 1864 με το παλιό ημερολόγιο δεν ήταν πάντα Μπράνισλαβ Νούσιτς.
Γεννήθηκε ως Αλκιβιάδης al Nusa, δηλαδή Αλκιβιάδης του Νούς(ι)α, γιος του Βλάχου Γεωργίου Νούσα, εμπόρου σιτηρών με καταγωγή από την Κλεισούρα του νομού Καστοριάς και της Σερβίδας Λιούμπιτσα.
H έννοια της καταγωγής, του ανήκειν, ήταν ένα ζήτημα για τον ίδιο τον συγγραφέα. Ο πατέρας του Γεώργιος δεν χρησιμοποιούσε το αληθινό του πατρικό επώνυμο, αλλά το επίθετο του άκληρου εμπόρου Γεράσιμου Νούσα στον οποίον εργαζόταν, ως ένδειξη σεβασμού προς το πρόσωπό του τελευταίου, καθώς εκείνος είχε αναλάβει την ανατροφή του σαν να ήταν δικό του παιδί.
Ο γιος του Γεωργίου, Αλκιβιάδης-Μπράνισλαβ προσπάθησε ανεπιτυχώς να ανακαλύψει την εκ πατρός καταγωγή του και ταξίδεψε στη δυτική Μακεδονία του ελλαδικού χώρου, τότε οθωμανική αυτοκρατορία και στην ευρύτερη περιοχή των Πρεσπών όπου είχε γεννηθεί η γιαγιά του. Όπως όμως ο ίδιος έγραψε, δεν μπόρεσε τελικά να εξακριβώσει οτιδήποτε περί την καταγωγή των προγόνων του πατρικού του κλάδου.
Η οικογένειά του ήταν εύπορη από τις εμπορικές δραστηριότητες του πατέρα του, που όμως χρεωκόπησε κατά τη γέννησή του Αλκιβιάδη και η οικογένεια αναγκαστικά μετακόμισε στο Σμεντέρεβο, τη βυζαντινή Σεμενδρία, 55 περίπου χιλιόμετρα νοτιότερα του Βελιγραδίου, πόλη παραδουνάβια. Εκεί ολοκλήρωσε το Δημοτικό, όπου και πρωτοδημοσίευσε κατά τα μαθητικά του χρόνια ποιήματα με το αληθινό του όνομα.
Στην εφηβεία του επέστρεψε στο Βελιγράδι προκειμένου να σπουδάσει στη Νομική Σχολή της πόλης δίχως ωστόσο να βιοποριστεί ποτέ από αυτήν. Μόλις ενηλικιώθηκε έλαβε κατόπιν επιθυμίας του με επίσημη πράξη το όνομα Μπράνισλαβ Νούσιτς το οποίο αντάλλαξε διά παντός με το Αλκιβιάδης Νούσας, απέκτησε τη σερβική υπηκοότητα και υπηρέτησε την πατρίδα του με πάθος σε όλες τις πτυχές του πολύτροπου έργου του.
Ήταν πολλά μαζί: πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας -θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης σερβικής δραματουργίας, ενώ αποκαλείται βαλκάνιος Γκόγκολ-, δοκιμιογράφος, επιφυλλιδογράφος, ποιητής, δημοσιογράφος, διπλωμάτης καριέρας, πολιτικός και διακεκριμένος αν και κατά τον ίδιο πάντα ερασιτέχνης φωτογράφος.
Με τη σύζυγό του απέκτησαν τρία παιδιά. Το πρώτο έφυγε βρέφος από τη ζωή, ενώ στον Μεγάλο Πόλεμο σκοτώθηκε ο γιος του. Δεν το ξεπέρασε πότε και δεν έγραψε τίποτα στα επόμενα 10 χρόνια, ενώ είχε ήδη κατακτήσει την αναγνώριση και την αποθέωση του κοινού. Στο μεταξύ είχε εκχωρήσει στην κόρη του, το μοναδικό παιδί που του είχε απομείνει, τα πνευματικά δικαιώματα και τη διαχείριση των έργων του.
Στην ηλικία των 60 ετών αιτήθηκε την ιδιότητα του μέλους της Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών τα τακτικά μέλη της οποίας τον ενημέρωσαν πως ένας από τους όρους εισδοχής ήταν πρώτα να καταθέσει την αυτοβιογραφία του.
Ο Νούσιτς απάντησε σκωπτικά με δημόσια επιστολή πως κάποια άλλα υποψήφια πριν από τον ίδιο μέλη της Ακαδημίας πέθαναν ώσπου να την ολοκληρώσουν, συνέγραψε λοιπόν αυτό το έργο διακωμωδώντας τη διαδικασία και δεν επανήλθε σχετικά.
Δέκα χρόνια αργότερα η Ακαδημία τον δέχτηκε ως μέλος της. Ίσως το παρόν έργο να έπαιξε το ρόλο του.
Στη Σερβία τόσο ο ίδιος όσο και τα έργα του, θεατρικά και πεζογραφήματα, είναι πασίγνωστα εδώ κι έναν αιώνα με ονοματοδοσίες οδών και μνημείων, έχουν μεταφερθεί σε κινηματογραφικές ταινίες και αμέτρητες θεατρικές παραστάσεις, τα κείμενά του είναι σταθερή ύλη των σχολικών εγχειριδίων από την εποχή του Βασιλείου Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων ως και της Γιουγκοσλαβίας, ενώ στην Ελλάδα, πατρίδα των προγόνων του όπου αναζητούσε τις ρίζες του παραμένει παντελώς άγνωστος.
Προσωπικά, συναντήθηκα τυχαία μαζί του στα μαθήματα εκμάθησης της σερβικής γλώσσας το 1992-1995 στη Σχολή Βαλκανικών Γλωσσών του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙMXA) και με είχε εντυπωσιάσει το σπινθηροβόλο του πνεύμα παρόλο που αφορούσε έργα πεζού λόγου πρό του 1900 και που παρέμεναν ωστόσο τόσο σύγχρονα και με μία ευφυή σύλληψη της ανθρώπινης συνθήκης.
Στην Αυτοβιογραφία επικρατεί μεν σε πρώτη ανάγνωση το σαρκαστικό ύφος που προκαλεί αβίαστα το βροντερό γέλιο, αλλά δεν μπορεί κανείς να μη διακρίνει και μια αδιόρατη πικρή επίγευση, καθώς ο συγγραφέας ανακαλεί τη μνήμη των παιδικών του χρόνων, την ανείπωτη απώλεια του γιου του και εμφανώς την απορριπτική αντίδραση της Ακαδημίας μιας πατρίδας που υπηρέτησε με όλο του το είναι.
Κατά την άποψη μου, πρόκειται μάλλον για το πιο μεστό του έργο το οποίο συμπυκνώνει όλη τη δημιουργική έκφραση και το ταλέντο αυτού του πολυτάλαντου συγγραφέα.
Ο Αλκιβιάδης Νούσιας και ο Μπράνισλαβ Νούσιτς έφυγαν μαζί από τη ζωή τον Γενάρη του 1938. Η παρακαταθήκη του παραμένει πάντα γενναιόδωρη, επίκαιρη και κατ’ εξακολούθηση άγνωστη στο καθ’ ημάς αναγνωστικό κοινό.
Με τη μετάφραση αυτού του έργου για πρώτη φορά στα ελληνικά από το πρωτότυπο επιχειρούμε με τη δαψιλή φροντίδα και την αγάπη της εκδοτικής οικογένειας του Ποταμού μία συνάντηση επί τω αυτώ με την αναγνωστική κοινότητα και το πνεύμα του σπουδαίου πεζογράφου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: