15.8.22

«Κάθε φορά που γεννιέται ένα παιδί, γεννιέται και μια μάνα»


Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος
 

Αν εξαιρέσουμε την εξ ορισμού άπειρη και απροϋπόθετη μητρική αγάπη, όπως συνήθως παρουσιάζεται, η μητρότητα σε οποιαδήποτε άλλη έκφανσή της απουσιάζει από την ποίηση – αν και οφείλω να ομολογήσω πως ποτέ δεν είχα ενδιαφερθεί να αναζητήσω τέτοιας θεματολογίας ποιήματα. Ώσπου διάβασα τη συλλογή της Βάσκας ποιήτριας Λέιρε Μπιλμπάο «Νερά μάνες» (μτφ. Nancy Angeli, Εκδόσεις Βακχικόν - Vakxikon Publications ) και ανακάλυψα ένα ποιητικό σύμπαν που δεν είχα υποψιαστεί ότι υπάρχει. Ο τοκετός, η φυσιολογία του γυναικείου σώματος και οι μεταμορφώσεις του, ο οικιακός βίος και η νέα καθημερινότητα, η κόρη που μόλις γίνεται μητέρα και μεταβάλλεται σε ένα άλλο είδος κόρης, οι δεσμοί με τις μητέρες των αιώνων, η γυναικεία ταυτότητα και η εμπειρία της μητρότητας, περιγράφονται από την Μπιλμπάο με μιαν εκφραστική τόλμη, μιαν έντονη σωματικότητα και μια βίαιη συναισθηματικότητα τέτοιες που μόνο στην Τζοΰς Μανσούρ συναντάμε.
Την πρώτη φορά που θήλασα
μία οξιά γεννήθηκε στο στήθος μου
από τα δάχτυλά μου ανέβλυσαν σημύδες
μια δάφνη στην καρδιά μου.
Τώρα ένα δάσος διαπερνά τη ραχοκοκαλιά μου
όπου κυκλοφορούν
ληστές και οδοιπόροι
μουρμουρητά και φόβοι.
Ο κορμός μου ντύνεται με νέα δαχτυλίδια.
Αυτός είναι ο κύκλος μες στον οποίο ζω
η επικράτεια που με περιστοιχίζει.
Τα κλαριά μου πετούν,
οι ρίζες μου απογειώνονται
για μέρη που δεν φαντάστηκα ποτέ
ο μίσχος μου όμως ξέρει
πως μια μέρα θα κοπώ.
Τεντώνομαι και αποδεσμεύομαι
κλίνοντας προς τη ζωή
όπως η ιτιά στο χώμα.
Η γέννησή σου το άξιζε ένα δέντρο.
Δεν το φοβάμαι το τσεκούρι.
Βρέχει πεσμένα φύλλα.
Ίσως γιατί η μητέρα που γράφει αυτά τα ποιήματα δεν έγινε μητέρα από κεκτημένη ταχύτητα ή από υποχρέωση, αλλά συνειδητά ύστερα από δισταγμούς και αμφιβολίες, γι’ αυτό φροντίζει να αποτίσει έναν οργισμένο φόρο τιμής σε όλες εκείνες τις γυναίκες που έγιναν μάνες χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να το αποφασίσουν οι ίδιες:
βρυχώμαι
όσο η μητρότητά μου οριστικοποιείται
βρυχώμαι
μ’ όλες εσάς που μετανιώσατε που είστε μάνες
μ’ εσάς που δεν θελήσατε ποτέ τέτοιες να γίνετε
υπομένοντας το βάρος αιώνων να περιστρέφεται σαν πέτρα μες στη μήτρα σας
βρυχώμαι
μ’ όλες όσες σ’ αυτόν τον κόσμο ποθείτε ένα παιδί
μ’ όλες όσες στον πόθο σάς εξανάγκασαν
βρυχώμαι
μ’ εσάς που φιμωθήκατε για εκατοντάδες χρόνια
πλένοντας στο ποτάμι
και καλλιεργώντας τα σώματά σας για εκατοντάδες χρόνια
βρυχώμαι
κλείνω κι ανοίγω την επιγλωττίδα την κλείνω και την ανοίγω
όπως αυτή η ορχήστρα που αντηχεί μες στο στόμα μου
βρυχώμαι
βλέποντας πως μετατράπηκα
σ’ έναν ακόμα κρίκο που βαστά αυτή την αλυσίδα.
Αναφέρω άλλη μια φορά εδώ το όνομα της μεταφράστριας Νάνσυς Αγγελή, γιατί δυστυχώς στην έκδοση πρέπει να το ψάξεις με τον μεγεθυντικό φακό για να το βρεις κάπου στην τέταρτη σελίδα του βιβλίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: