Τὰ δέντρα ἐτοῦτα ἐγὼ τὰ φόρεσα χιλιάδες χρόνια
Κάτω ἀπ᾿ τὸ δέρμα μου κλῶνο τὸν κλῶνο μεγαλῶσαν
Οἱ ρίζες τους γίνανε φλέβες μου. Στ᾿ ἁλώνια
Νὰ μὴν μιλᾶς γι᾿ αὐτὲς τὶς θάλασσες τοῦ Νότου
Γιὰ τοῦ Θεοῦ τὴν σμαραγδένια γλώσσα στοὺς ἀνθρώπους.
Γιατὶ σκᾶβαν τὰ ὀστᾶ μου ἀσίγαστα μὲ τὸν ρυθμό τους
Καὶ τὰ βαθιά τους μυστικὰ μ᾿ ἀνᾶψαν σ᾿ ἄλλους τρόπους.
Γι᾿ αὐτὸ σοῦ λέω, ἄγριο ἐλάφι μου τῆς Πύλου
Χειμώνα-καλοκαίρι ἐδῶ τὰ δέντρα μου φυτεύω
Στὴν ἴδια πάντα στάση. Στὸν σκοπὸ τοῦ ξύλου
Ἀπ᾿ τὴν σιωπή τους λόγια θερισμένα ὅλο παιδεύω.
Μὰ δὲν περνοῦνε στὶς θαλασσινὲς διάφανες πλάκες
Κι ὅπως μοῦ σβήνει τὸ νερὸ λέξεις κι εἰκόνες
Κι ὅπως μαλώνω μὲ τὴν Μάνα μου τὴ θάλασσα, ἀτάκες
Πὼς εἶμαι νούμερο, πετοῦν τῶν καφενέδων οἱ θαμῶνες.
**********************
Σε πρώτο επίπεδο πρόκειται για μια συνομιλία —σε τόνο εξομολογητικό— με ένα από τα πιο μυστικά και κορυφαία πρόσωπα της ελληνικής ποίησης, τον Νίκο Γκάτσο. Ο Κοσμόπουλος απευθύνεται στον Γκάτσο όπως ο νέος μαθητής στον δάσκαλο. Όμως στην ανάπτυξη των επιμέρους ποιημάτων ενός ενιαίου ποιήματος τα πρόσωπα συγχέονται γόνιμα και αλληλοπεριχωρούνται. Μ’ άλλα λόγια, όπως ακριβώς συμβαίνει με άλλα πρόσωπα δημιουργών που τον έχουν χαράξει (ο Παπαδιαμάντης, ο Σολωμός, ο Ρίτσος, ο Ταρκόφσκι, κ.ά.) από ένα σημείο κι ύστερα η γλώσσα κατακτά μια μορφική ελευθερία μέσα στην ποιητική ευρυθμία, και τελικά ο αφηγούμενος ταυτίζεται με τον ακροατή του, ο εξομολογούμενος θα ’λεγες ότι παίρνει το προσωπείο του εξομολόγου του και αντιστρόφως.
Τα δρώμενα του ποιήματος επιτελούνται σε έναν βαθιά γήινο αιχμηρό και ριζωμένο τόπο στο νότιο άκρο της Πελοποννήσου, στη νήσο Σφακτηρία, από την εποχή του Ομήρου τόπο πολέμου, σφαγής και εξοριών. Εκεί επιτελείται ο μυστικός διάλογος, όχι όμως με σινιάλα της ποιητικής έκφρασης του Γκάτσου (à la manière de), αλλά με τα σινιάλα του ύφους του Κοσμόπουλου και μέσα από το στιβαρό διασκελισμό του στίχου. Η απόπειρά του αυτή τελεσφορεί μέσα από την πρόσληψη στοιχείων και ονομάτων από τον ομηρικό λόγο — υπάρχουν επί μέρους ποιήματα με τίτλους όπως «Νεοπτόλεμος», «Νηλέας», η αρχαϊκή και η νεώτερη Πύλος και όλα αυτά «ante mare undae», μπροστά στην ανεξάντλητη θάλασσα, άλλοτε φουρτουνιασμένη κι άλλοτε γαλήνια. Τη θάλασσα στην οποία ανοίγεται η αληθινή ποίηση, δηλαδή στην εύλαλη σιωπή των νοημάτων.
Το βιβλίο κοσμεί προμετωπίδα ειδικά δημιουργημένη για αυτό από τον ζωγράφο Γιώργο Σταθόπουλο, αδελφικό φίλο του Νίκου Γκάτσου, και είναι αφιερωμένο στην Αγαθή Δημητρούκα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου