Παναγιώτα Ψυχογιού
«Το Κομπραί» είναι μια μικρή πόλη όπου εντοπίζονται οι πρώτες παιδικές αναμνήσεις του αφηγητή. Από εδώ ξεκινά η αναζήτηση του χαμένου χρόνου, από τούτο τον κόσμο ο οποίος γίνεται ξαφνικά προσιτός με την ασύνειδη μνήμη καθώς οι εικόνες, οι ήχοι και τ' αρώματα μιας περασμένης εποχής ζωντανεύουν απρόβλεπτα μέσα από τη γεύση μιας μαντλέν βουτηγμένης σ' ένα φλιτζάνι τσάι. Αυτή η κίνηση της μνήμης θα καθορίσει όλη την πορεία του έργου του Προυστ. Αρκεί ένας κρότος, μια μυρωδιά και τότε η κρυμμένη ουσία των πραγμάτων αμέσως απελευθερώνεται και η μνήμη που έμοιαζε νεκρή, αφυπνίζεται. Γνώριμες λεπτομέρειες συνθέτουν το έργο του Προυστ που δείχνει πώς από το παράδειγμα ξεδιπλώνεται η αφαίρεση. «Αυτό που αποκαλούμε πραγματικότητα», μας λέει ο
Προυστ στον Ξανακερδισμένο χρόνο, «είναι ένας ορισμένος συσχετισμός ανάμεσα σ' αυτές τις αισθήσεις και σ' αυτές τις αναμνήσεις που μας περιβάλλουν» ή «Το μεγαλείο της αληθινής τέχνης είναι να ξαναβρούμε, να ξανακερδίσουμε, να μας κάνει να γνωρίσουμε αυτή την πραγματικότητα μακριά από την οποία ζούμε, από την οποία απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο, αυτή την πραγματικότητα που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε χωρίς να έχουμε γνωρίσει, και που πολύ απλά είναι η ζωή μας...» Μετά το θάνατο της μητέρας του ο Προυστ αναζήτησε περισσότερο τη μοναξιά και απομονωμένος από γνωστούς και φίλους άρχισε τη συγγραφή ενός έργου με τον τίτλο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», ένα από τα καλύτερα λογοτεχνικά έργα του 20ού αιώνα που πρωτομεταφράστηκαν στα ελληνικά αριστουργηματικά από τις εκδόσεις Ηριδανός. Αποτελεί ένα είδος αυτοβιογραφίας και περιλαμβάνει επτά μέρη όπου εμφανίζονται θέματα της νοσταλγίας του για την παιδική ηλικία, του έρωτα, της ζήλιας και «στιγμών» που φαίνονται να ανοίγουν μία μυστηριώδη προοπτική προς μία απόλυτη πραγματικότητα. Το βιβλίο αποτελεί το κράμα των προβληματισμών του Προυστ. Πρόκειται για ένα ημιαυτοβιογραφικό αλληγορικό μυθιστόρημα με γνώμονα τη σημασία της ακούσιας μνήμης και της ενοχής αλλά και της απόλαυσης. Ο κεντρικός ήρωας ονομάζεται Μαρσέλ και περιγράφει καταστάσεις από την παιδική του ηλικία. Όπως ο Προυστ ακούσια θυμήθηκε μια παιδική ανάμνηση μέσα από την μυρωδιά και τη γεύση ενός μπισκότου με τσάι, έτσι κι ο χαρακτήρας του βιβλίου θυμάται πίνοντας τσάι και τρώγοντας κέικ. Η ιστορία ξετυλίγεται σταδιακά σκιαγραφώντας συμβολικά την ζωή του Παρισιού και την αναζήτηση του ανθρώπου για ουσιαστικές απαντήσεις στις αναζητήσεις του. Όπως πολλοί διανοούμενοι, ο Προυστ ήταν ανίκανος, μας λέει, να διατυπώσει ένα απλό πράγμα με απλό τρόπο. Έλεγε επίσης: «δεν υπάρχουν ίσως ημέρες της παιδικής μας ηλικίας που να τις ζήσαμε τόσο απόλυτα, όσο εκείνες που πιστέψαμε ότι τις αφήσαμε να φύγουν χωρίς να τις ζήσουμε, εκείνες που τις περάσαμε με ένα βιβλίο αγαπημένο». Το βιβλίο του «Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο» έχει δώσει τροφή για ατελείωτες φιλοσοφικές απόψεις καθώς σχετίζεται τόσο με τον παρόντα χρόνο όσο και με την αιωνιότητα. Η μνήμη επιστρατεύεται για να δείξει πως η ανθρώπινη συνείδηση ύπαρξης συμμετέχει στην αιώνια πραγματικότητα: Κινείται μεταξύ της εμμένειας (κόσμου) και της υπερβατικότητας (αιωνιότητας). Αυτό που συνιστά τη γοητεία, τη δύναμη και την ουσία του έργου του είναι η κουλτούρα της μνήμης. Η πρώτη ανάγκη του καλλιτέχνη είναι να κατακτήσει τον κόσμο με την ηρακλείτεια έννοια, να αδράξει τη στιγμή. Η δεύτερη είναι η επιθυμία να αναδιαμορφώσει την πραγματικότητα με τη βοήθεια της τέχνης, να δημιουργήσει ένα νέο κόσμο. Από τη γεύση περνά στην αθανασία, μετατρέπει το συγκεκριμένο και χρονικό στο γενικό και αιώνιο και αυτή είναι η ουσία της τέχνης ( Χέγκελ).Η τέχνη νοείται ως πράξη δημιουργίας. Προχωρά από την πραγματικότητα στη γενίκευση καθώς η ίδια η ουσία της δημιουργικής πράξης του είναι η μνήμη. Μοιάζει με τον Σεζάν, το έργο του δηλαδή είναι πρωτίστως ιμπρεσσιονιστικό(Burnett). Η φαντασία υφίσταται επεξεργασία και αποθηκεύεται στην εμπειρία, έτσι ώστε η δεύτερη εμπειρία είναι ένα μίγμα της παρούσας αντίληψης και της φαντασίας. Σπούδασε φιλοσοφία σε νεανική ηλικία. Έτσι μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα πώς πρέπει να ζούμε και πώς μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Με αυτή την έννοια, ήταν ένας φιλόσοφος της ευτυχίας. Αυτό που συνιστά τη γοητεία, τη δύναμη, και την ουσία του έργου του είναι η κουλτούρα της μνήμης, η διεκδίκηση της στιγμής. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η επιθυμία να αναδιαμορφώσει την πραγματικότητα με τη βοήθεια της τέχνης. Η εσωτερική λογική και το νόημα πίσω από τις αναμνήσεις του ήταν πιο σημαντικό για αυτόν από ό,τι η προσπάθεια να ανακατασκευάσει την ακριβή αλήθεια μέσα από τα ομιχλώδη μπαλώματα της μνήμης. Γι 'αυτόν, η ύπαρξη έχει μια κάπως Leibnitzian γεύση. Για τον Wordsworth επίσης η μνήμη δίνει μια πιο αισθαντική προοπτική στην πραγματικότητα, κάτι που κάνει και ο Προυστ. Η διαφορά του από τον Wordsworth είναι ότι η αρχική εμπειρία, αντί να αφήνει μια σαφή εικόνα είναι τόσο νέα όσο και παλαιά ταυτόχρονα. Η μεταφορά μεταφέρει ένα χώρο-χρόνο στον άλλο, φέρνοντας πίσω ένα παρελθόν που δεν μπορεί να υπαχθεί εξ ολοκλήρου στο παρόν. Έχει οντολογικό και ποιητικό χαρακτήρα.Η ανάγνωση του έργου του μας οδηγεί επίσης σε μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση από την κατανόηση της μεταφοράς στο γνωστό έργο του Ρόμαν Γιάκομπσον. Ο Αλαίν ντε Μποττόν, συγγραφέας του «Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σας», γράφει πώς ο Γάλλος μυθιστοριογράφος θα μπορούσε να απαντήσει σε φιλοσοφικά ερωτήματα. Για τον Προυστ, στη ζωή του και στη φιλοσοφία του, το πιο σημαντικό πράγμα είναι η ανθρώπινη προσωπικότητα και, πάνω απ' όλα, η δική του προσωπικότητα(Η ζωή είναι, πρώτα απ' όλα, η ζωή μου). Ο συγγραφέας βλέπει τη ζωή ως ένα υπέροχο μωσαϊκό όπου η υποκειμενική ζωή σχηματίζει μια αντικειμενική πραγματικότητα. Από την πρώτη στιγμή, προσεγγίζει την αναζήτησή του για την απώλεια όχι για να αναδημιουργήσει μια εποχή (που είναι ένας δευτερεύων στόχος γι’ αυτόν), αλλά για να ξαναζήσει τη ζωή του για άλλη μια φορά. Απολαμβάνει την δημιουργική πράξη της τέχνης, που είναι, δεύτερη εμπειρία της ζωής, και αυτή η απόλαυση γίνεται από προσωπική διαχρονική καθώς οι αναμνήσεις του, ή οι σκέψεις του είναι και δικές μας. Πολλοί από τους χαρακτήρες του Προυστ διέπονται από τη συνήθεια σε ορισμένες πτυχές της ζωής τους. Η θεία, για παράδειγμα, είναι βολεμένη στη ρουτίνα της καθώς ποτέ δεν αφήνει το σπίτι και ο αφηγητής, συνηθίζει να τον φιλά για καληνύχτα η μητέρα του ώστε αναστατώνεται όταν χαλάει αυτή η συνήθεια. Η συνήθεια είναι λοιπόν πηγή περιττής δυστυχίας; Μπορεί να οδηγήσει σε πόνο που δεν θα υπήρχε διαφορετικά αλλά μπορεί επίσης να δημιουργήσει την απόλαυση καθώς το πλεονέκτημα της συνήθειας είναι ότι κάνει τους ανθρώπους και τα πράγματα πιο προβλέψιμα. Αυτή είναι η άποψη του Προυστ. Ο Προυστ είναι σαν ένας φιλόσοφος, το έργο του μοιάζει με αυτό των φιλοσόφων, στο μέτρο που καταφεύγει σε φευγαλέες σκέψεις, συναισθήματα σύγχυσης, καταστάσεις παραλυτικές, απολαύσεις, απόπειρα εξήγησης της ζωής και ανάλυσης της ευτυχίας. Κινείται μεταξύ υποκειμενικότητας και αιωνιότητας. Η ταλάντωση του Προυστ μεταξύ των δύο εννοιών του εαυτού ως μέρος του κόσμου και του εαυτού ως προϋπόθεση του κόσμου καθιστά το έργο του ιδιαίτερο. Για τον Προυστ, η αλήθεια εμφανίζεται με δύο τρόπους: μέσω της μνήμης και μέσω της γραφής. Το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο είναι ένα βιβλίο που μπορείς να το διαβάσεις πολλές φορές και κάθε φορά να βλέπεις κι άλλες πτυχές του. Στο τελευταίο μέρος, δίνει την προσέγγιση της ιδέας του Χρόνου: «Τέλος τούτη η ιδέα του Χρόνου είχε μιαν ύστατη αξία για μένα...Και πόσο περισσότερο άξια να τη ζήσω μου φαινόταν, τώρα που νόμιζα πως ήταν δυνατόν να αποσαφηνιστεί, αυτή η ζωή την οποία βιώνουμε μες στο σκοτάδι, ξαναφερμένη στο αληθινό της παρελθόν, αυτή η ζωή την οποία διαστρεβλώνουμε διαρκώς, εντέλει πραγματωμένη σ ένα βιβλίο!». Στο Κομπρέ «απελευθερώνει μέσα του όλες τις χαρές και τις λύπες του κόσμου» καθώς η μνήμη είναι το θεμέλιο της γνώσης και της αλήθειας του Μαρσέλ, ενώ ο ίδιος, ως ο συγγραφέας της μνήμης του, είναι ο δημιουργός του κόσμου του. Με την αλήθεια της ύπαρξής του ως θεμέλιό του, ο συγγραφέας, όπως ο Καρτέσιος, φτάνει στη σύλληψη της αλήθειας. Οι αμφιβολίες του για την ύπαρξη, οι σκέψεις του, τον οδηγούν στην ίδια την ύπαρξη.
http://artinews.gr/%CE%BC%CE%B1%CF%81%CF%83%CE%AD%CE%BB-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%85%CF%83%CF%84-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B6%CE%B7%CF%84%CF%8E%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CF%87%CE%B1%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF-%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%BF1?fbclid=IwAR3DVnjY5OpaKz1sm8OwoCApTkeumMxVv4P0BBJsGWJQ68ZLUO_-Y6ckiy0
«Το Κομπραί» είναι μια μικρή πόλη όπου εντοπίζονται οι πρώτες παιδικές αναμνήσεις του αφηγητή. Από εδώ ξεκινά η αναζήτηση του χαμένου χρόνου, από τούτο τον κόσμο ο οποίος γίνεται ξαφνικά προσιτός με την ασύνειδη μνήμη καθώς οι εικόνες, οι ήχοι και τ' αρώματα μιας περασμένης εποχής ζωντανεύουν απρόβλεπτα μέσα από τη γεύση μιας μαντλέν βουτηγμένης σ' ένα φλιτζάνι τσάι. Αυτή η κίνηση της μνήμης θα καθορίσει όλη την πορεία του έργου του Προυστ. Αρκεί ένας κρότος, μια μυρωδιά και τότε η κρυμμένη ουσία των πραγμάτων αμέσως απελευθερώνεται και η μνήμη που έμοιαζε νεκρή, αφυπνίζεται. Γνώριμες λεπτομέρειες συνθέτουν το έργο του Προυστ που δείχνει πώς από το παράδειγμα ξεδιπλώνεται η αφαίρεση. «Αυτό που αποκαλούμε πραγματικότητα», μας λέει ο
Προυστ στον Ξανακερδισμένο χρόνο, «είναι ένας ορισμένος συσχετισμός ανάμεσα σ' αυτές τις αισθήσεις και σ' αυτές τις αναμνήσεις που μας περιβάλλουν» ή «Το μεγαλείο της αληθινής τέχνης είναι να ξαναβρούμε, να ξανακερδίσουμε, να μας κάνει να γνωρίσουμε αυτή την πραγματικότητα μακριά από την οποία ζούμε, από την οποία απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο, αυτή την πραγματικότητα που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε χωρίς να έχουμε γνωρίσει, και που πολύ απλά είναι η ζωή μας...» Μετά το θάνατο της μητέρας του ο Προυστ αναζήτησε περισσότερο τη μοναξιά και απομονωμένος από γνωστούς και φίλους άρχισε τη συγγραφή ενός έργου με τον τίτλο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», ένα από τα καλύτερα λογοτεχνικά έργα του 20ού αιώνα που πρωτομεταφράστηκαν στα ελληνικά αριστουργηματικά από τις εκδόσεις Ηριδανός. Αποτελεί ένα είδος αυτοβιογραφίας και περιλαμβάνει επτά μέρη όπου εμφανίζονται θέματα της νοσταλγίας του για την παιδική ηλικία, του έρωτα, της ζήλιας και «στιγμών» που φαίνονται να ανοίγουν μία μυστηριώδη προοπτική προς μία απόλυτη πραγματικότητα. Το βιβλίο αποτελεί το κράμα των προβληματισμών του Προυστ. Πρόκειται για ένα ημιαυτοβιογραφικό αλληγορικό μυθιστόρημα με γνώμονα τη σημασία της ακούσιας μνήμης και της ενοχής αλλά και της απόλαυσης. Ο κεντρικός ήρωας ονομάζεται Μαρσέλ και περιγράφει καταστάσεις από την παιδική του ηλικία. Όπως ο Προυστ ακούσια θυμήθηκε μια παιδική ανάμνηση μέσα από την μυρωδιά και τη γεύση ενός μπισκότου με τσάι, έτσι κι ο χαρακτήρας του βιβλίου θυμάται πίνοντας τσάι και τρώγοντας κέικ. Η ιστορία ξετυλίγεται σταδιακά σκιαγραφώντας συμβολικά την ζωή του Παρισιού και την αναζήτηση του ανθρώπου για ουσιαστικές απαντήσεις στις αναζητήσεις του. Όπως πολλοί διανοούμενοι, ο Προυστ ήταν ανίκανος, μας λέει, να διατυπώσει ένα απλό πράγμα με απλό τρόπο. Έλεγε επίσης: «δεν υπάρχουν ίσως ημέρες της παιδικής μας ηλικίας που να τις ζήσαμε τόσο απόλυτα, όσο εκείνες που πιστέψαμε ότι τις αφήσαμε να φύγουν χωρίς να τις ζήσουμε, εκείνες που τις περάσαμε με ένα βιβλίο αγαπημένο». Το βιβλίο του «Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο» έχει δώσει τροφή για ατελείωτες φιλοσοφικές απόψεις καθώς σχετίζεται τόσο με τον παρόντα χρόνο όσο και με την αιωνιότητα. Η μνήμη επιστρατεύεται για να δείξει πως η ανθρώπινη συνείδηση ύπαρξης συμμετέχει στην αιώνια πραγματικότητα: Κινείται μεταξύ της εμμένειας (κόσμου) και της υπερβατικότητας (αιωνιότητας). Αυτό που συνιστά τη γοητεία, τη δύναμη και την ουσία του έργου του είναι η κουλτούρα της μνήμης. Η πρώτη ανάγκη του καλλιτέχνη είναι να κατακτήσει τον κόσμο με την ηρακλείτεια έννοια, να αδράξει τη στιγμή. Η δεύτερη είναι η επιθυμία να αναδιαμορφώσει την πραγματικότητα με τη βοήθεια της τέχνης, να δημιουργήσει ένα νέο κόσμο. Από τη γεύση περνά στην αθανασία, μετατρέπει το συγκεκριμένο και χρονικό στο γενικό και αιώνιο και αυτή είναι η ουσία της τέχνης ( Χέγκελ).Η τέχνη νοείται ως πράξη δημιουργίας. Προχωρά από την πραγματικότητα στη γενίκευση καθώς η ίδια η ουσία της δημιουργικής πράξης του είναι η μνήμη. Μοιάζει με τον Σεζάν, το έργο του δηλαδή είναι πρωτίστως ιμπρεσσιονιστικό(Burnett). Η φαντασία υφίσταται επεξεργασία και αποθηκεύεται στην εμπειρία, έτσι ώστε η δεύτερη εμπειρία είναι ένα μίγμα της παρούσας αντίληψης και της φαντασίας. Σπούδασε φιλοσοφία σε νεανική ηλικία. Έτσι μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα πώς πρέπει να ζούμε και πώς μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Με αυτή την έννοια, ήταν ένας φιλόσοφος της ευτυχίας. Αυτό που συνιστά τη γοητεία, τη δύναμη, και την ουσία του έργου του είναι η κουλτούρα της μνήμης, η διεκδίκηση της στιγμής. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η επιθυμία να αναδιαμορφώσει την πραγματικότητα με τη βοήθεια της τέχνης. Η εσωτερική λογική και το νόημα πίσω από τις αναμνήσεις του ήταν πιο σημαντικό για αυτόν από ό,τι η προσπάθεια να ανακατασκευάσει την ακριβή αλήθεια μέσα από τα ομιχλώδη μπαλώματα της μνήμης. Γι 'αυτόν, η ύπαρξη έχει μια κάπως Leibnitzian γεύση. Για τον Wordsworth επίσης η μνήμη δίνει μια πιο αισθαντική προοπτική στην πραγματικότητα, κάτι που κάνει και ο Προυστ. Η διαφορά του από τον Wordsworth είναι ότι η αρχική εμπειρία, αντί να αφήνει μια σαφή εικόνα είναι τόσο νέα όσο και παλαιά ταυτόχρονα. Η μεταφορά μεταφέρει ένα χώρο-χρόνο στον άλλο, φέρνοντας πίσω ένα παρελθόν που δεν μπορεί να υπαχθεί εξ ολοκλήρου στο παρόν. Έχει οντολογικό και ποιητικό χαρακτήρα.Η ανάγνωση του έργου του μας οδηγεί επίσης σε μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση από την κατανόηση της μεταφοράς στο γνωστό έργο του Ρόμαν Γιάκομπσον. Ο Αλαίν ντε Μποττόν, συγγραφέας του «Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σας», γράφει πώς ο Γάλλος μυθιστοριογράφος θα μπορούσε να απαντήσει σε φιλοσοφικά ερωτήματα. Για τον Προυστ, στη ζωή του και στη φιλοσοφία του, το πιο σημαντικό πράγμα είναι η ανθρώπινη προσωπικότητα και, πάνω απ' όλα, η δική του προσωπικότητα(Η ζωή είναι, πρώτα απ' όλα, η ζωή μου). Ο συγγραφέας βλέπει τη ζωή ως ένα υπέροχο μωσαϊκό όπου η υποκειμενική ζωή σχηματίζει μια αντικειμενική πραγματικότητα. Από την πρώτη στιγμή, προσεγγίζει την αναζήτησή του για την απώλεια όχι για να αναδημιουργήσει μια εποχή (που είναι ένας δευτερεύων στόχος γι’ αυτόν), αλλά για να ξαναζήσει τη ζωή του για άλλη μια φορά. Απολαμβάνει την δημιουργική πράξη της τέχνης, που είναι, δεύτερη εμπειρία της ζωής, και αυτή η απόλαυση γίνεται από προσωπική διαχρονική καθώς οι αναμνήσεις του, ή οι σκέψεις του είναι και δικές μας. Πολλοί από τους χαρακτήρες του Προυστ διέπονται από τη συνήθεια σε ορισμένες πτυχές της ζωής τους. Η θεία, για παράδειγμα, είναι βολεμένη στη ρουτίνα της καθώς ποτέ δεν αφήνει το σπίτι και ο αφηγητής, συνηθίζει να τον φιλά για καληνύχτα η μητέρα του ώστε αναστατώνεται όταν χαλάει αυτή η συνήθεια. Η συνήθεια είναι λοιπόν πηγή περιττής δυστυχίας; Μπορεί να οδηγήσει σε πόνο που δεν θα υπήρχε διαφορετικά αλλά μπορεί επίσης να δημιουργήσει την απόλαυση καθώς το πλεονέκτημα της συνήθειας είναι ότι κάνει τους ανθρώπους και τα πράγματα πιο προβλέψιμα. Αυτή είναι η άποψη του Προυστ. Ο Προυστ είναι σαν ένας φιλόσοφος, το έργο του μοιάζει με αυτό των φιλοσόφων, στο μέτρο που καταφεύγει σε φευγαλέες σκέψεις, συναισθήματα σύγχυσης, καταστάσεις παραλυτικές, απολαύσεις, απόπειρα εξήγησης της ζωής και ανάλυσης της ευτυχίας. Κινείται μεταξύ υποκειμενικότητας και αιωνιότητας. Η ταλάντωση του Προυστ μεταξύ των δύο εννοιών του εαυτού ως μέρος του κόσμου και του εαυτού ως προϋπόθεση του κόσμου καθιστά το έργο του ιδιαίτερο. Για τον Προυστ, η αλήθεια εμφανίζεται με δύο τρόπους: μέσω της μνήμης και μέσω της γραφής. Το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο είναι ένα βιβλίο που μπορείς να το διαβάσεις πολλές φορές και κάθε φορά να βλέπεις κι άλλες πτυχές του. Στο τελευταίο μέρος, δίνει την προσέγγιση της ιδέας του Χρόνου: «Τέλος τούτη η ιδέα του Χρόνου είχε μιαν ύστατη αξία για μένα...Και πόσο περισσότερο άξια να τη ζήσω μου φαινόταν, τώρα που νόμιζα πως ήταν δυνατόν να αποσαφηνιστεί, αυτή η ζωή την οποία βιώνουμε μες στο σκοτάδι, ξαναφερμένη στο αληθινό της παρελθόν, αυτή η ζωή την οποία διαστρεβλώνουμε διαρκώς, εντέλει πραγματωμένη σ ένα βιβλίο!». Στο Κομπρέ «απελευθερώνει μέσα του όλες τις χαρές και τις λύπες του κόσμου» καθώς η μνήμη είναι το θεμέλιο της γνώσης και της αλήθειας του Μαρσέλ, ενώ ο ίδιος, ως ο συγγραφέας της μνήμης του, είναι ο δημιουργός του κόσμου του. Με την αλήθεια της ύπαρξής του ως θεμέλιό του, ο συγγραφέας, όπως ο Καρτέσιος, φτάνει στη σύλληψη της αλήθειας. Οι αμφιβολίες του για την ύπαρξη, οι σκέψεις του, τον οδηγούν στην ίδια την ύπαρξη.
http://artinews.gr/%CE%BC%CE%B1%CF%81%CF%83%CE%AD%CE%BB-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%85%CF%83%CF%84-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B6%CE%B7%CF%84%CF%8E%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CF%87%CE%B1%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF-%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%BF1?fbclid=IwAR3DVnjY5OpaKz1sm8OwoCApTkeumMxVv4P0BBJsGWJQ68ZLUO_-Y6ckiy0
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου