25.5.22

Μυθοπλαστικό γαϊτανάκι αντικατοπτρισμών


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΣ. Για να μην αποτύχουμε όπως οι Μπιόρλινγκ και Καλστένιους. Σελ. 144. Εκδόσεις Ποταμός, 2022. 
Γιάννης Καλογερόπουλος 
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
Για τον Καρακίτσο η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, παιχνίδι με τον τρόπο των παιδιών, του Περέκ ή του Καλβίνο Για τον Καρακίτσο η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, παιχνίδι με τον τρόπο των παιδιών, του Περέκ ή του Καλβίνο. Ο Δημήτρης Καρακίτσος είναι ένα μυαλό που διαρκώς γεννά ιστορίες. Στο έβδομο πεζογραφικό του βήμα, αμέσως μετά τον πολυμήχανο Δον Υπαστυνόμο, μας μεταφέρει στη Σουηδία, στα τέλη του 19ου αιώνα, για να μας αφηγηθεί το ταξίδι δυο νεαρών σπουδαστών. Στα έργα του Καρακίτσου, ωστόσο, τίποτα δεν πρέπει να προλαμβάνεται ως δεδομένο, εκτός από την αναγνωστική απόλαυση. Το καλοκαίρι του 1893, ο Γιαν Αντερς Βίλεμαρκ, τριτοετής σπουδαστής ιατρικής, και ο Ούλοφ Αλμκβιστ, φοιτητής φιλολογίας και εκκολαπτόμενος συγγραφέας, ξεκινούν ένα ταξίδι για τον σουηδικό Βορρά με δύο «σιδερένια αλόγατα», ποδήλατα προφανούς δονκιχωτικής προέλευσης, φαινομενικά χωρίς σκοπό ή με «τον σκοπό όλων των νεανικών ταξιδιών: την περιπλάνηση, την άσκοπη και ρομαντική αγυρτεία». Και είναι αυτή η έλλειψη φιλοδοξίας που ίσως τους επιτρέψει να μην αποτύχουν όπως οι Μπιόρλινγκ και Καλστένιους, οι οποίοι έναν χρόνο νωρίτερα είχαν σαλπάρει με σκοπό να είναι οι πρώτοι που θα πατήσουν τον αιώνιο πάγο του Βόρειου Πόλου και τον Ιούνιο του 1893 το φαλαινοθηρικό Aurora εντόπισε το εγκαταλελειμμένο σκάφος τους και μεταξύ άλλων ευρημάτων τις σημειώσεις του Μπιόρλινγκ. Ο Καρακίτσος διατηρεί τον έλεγχο, όλα είναι υπολογισμένα με ακρίβεια έτσι ώστε να μοιάζουν έρμαια του γύρω κόσμου. Αυτή η κάπως πεζή παρατήρηση αποτελεί την αναγκαία συνθήκη πλήρωσης των προθέσεων. Ο συγγραφέας λειαίνει τις αιχμηρές γωνίες ώστε να καλύψει με επιμέλεια την άρμοση της κατασκευής κι αφού έχει εξασφαλίσει τη συνοχή και τη στιβαρότητα πάνω σε μια ρεαλιστική βάση, υψώνει τα πανιά του. Η ειδολογική κατάταξη των έργων του Καρακίτσου είναι παρακινδυνευμένη, αν όχι αδύνατη. Το Για να μην αποτύχουμε όπως οι Μπιόρλινγκ και Καλστένιους εξωτερικά και φαινομενικά προσιδιάζει σ’ ένα road novel με στοιχεία από το δονκιχωτικό σύμπαν, σύντομα όμως μετατρέπεται σ’ ένα πανηγυρικό μυθοπλαστικό γαϊτανάκι αντικατοπτρισμών με επίκεντρο, τι άλλο, την ίδια τη λογοτεχνία και την πρώτη ύλη της, τις ιστορίες. Και διόλου εντύπωση δεν προκαλεί το γεγονός πως το κυρίως διακύβευμα, ο κεντρικός μύλος γύρω από τον οποίο ο Ούλοφ στρέφει το δόρυ του, είναι λογοτεχνικό. Είναι η μέχρις εσχάτων μάχη που ο φιλόδοξος συγγραφέας είναι διατεθειμένος να δώσει απέναντι στον νατουραλισμό και προσέρχεται οπλισμένος με το πάθος του και το σημειωματάριό του που δεν αποχωρίζεται ποτέ. Ο αγώνας αυτός δεν περιορίζεται στα λογοτεχνικά χαρακώματα, δεν είναι, θέλω να πω, άσχετος με τη ζωή εκεί έξω, ούτε τότε, ούτε και τώρα. Το συγγραφικό σημειωματάριο αποτελεί το κεντρικό εύρημα περιστροφής. Εκτός από την ενδοκειμενική λειτουργία του αποτελεί και μια ωδή για τον τόπο στον οποίο η λογοτεχνία γεννιέται, ακόμα και εκείνα τα βιβλία που δεν θα γραφτούν και δεν θα διαβαστούν ποτέ, ωδή για το πεδίο της μάχης του κάθε συγγραφέα με τον κόσμο όλο, για το καταφύγιο και το ορμητήριό του, για εκείνο που μένει πίσω. Ο Καρακίτσος γράφει ένα βιβλίο που σε κάθε γύρισμα της σελίδας ξεπηδά μια διαφορετική εκδοχή του κόσμου. Γράφει για αναγνώστες και συγγραφείς που μαγεύονται από τις ιστορίες, που ασφυκτιούν από την πραγματικότητα και αναζητούν εξόδους και διασκευές. Ο Γιαν, που το όνειρο του πατέρα του είναι να ακολουθήσει τα επαγγελματικά του βήματα στην ιατρική, να δρέψει τους καρπούς της φήμης και να διαιωνίσει το όνομά του, είναι ένας τέτοιος αναγνώστης, ένας Σάντσο Πάντσα πρόθυμος να ακολουθήσει παρά τους ενδοιασμούς. Και ο Ούλοφ, που δεν ξέρει πώς να τελειώσει τις ιστορίες του, που νιώθει αμφιβολία και ανασφάλεια, δυσανασχετεί απέναντι στην ακριβή μεταφορά της πραγματικότητας στη λογοτεχνία, δυσπιστεί απέναντι σε κάθε λογοτεχνική απόπειρα την ώρα που περισσότερο απ’ όλους έχει ανάγκη να διαβάσει ένα σπουδαίο βιβλίο, ένα βιβλίο που επιτέλους θα ελευθερώσει τη λογοτεχνία από τις ράγες της και ας μην το γράψει ο ίδιος. Για τον Καρακίτσο η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, παιχνίδι με τον τρόπο των παιδιών, του Περέκ ή του Καλβίνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: