4.12.22

«Πρωτοπόροι Ιταλοί ποιητές» ( Επιλογή – Μετάφραση: Ευαγγελία Πολύμου, Εισαγωγή: Σταύρος Δεληγιώργης (Δίγλωσση έκδοση, εκδ. 24 Γράμματα, Αθήνα 2022 (γράφει ο Θεοδόσης Κοντάκης)


Δυο χρόνια μετά την έκδοση της ανθολογίας Οι καλύτερές μου φλέβες (Σύγχρονοι Ιταλοί ποιητές), που είχε επίσης εκπονήσει η Ευαγγελία Πολύμου, η ίδια ανθολόγος και μεταφράστρια παρουσιάζει -στον ίδιο εκδοτικό οίκο- τη νέα της ανθολογία, αφιερωμένη αυτή τη φορά στους κλασικούς της ιταλικής μοντέρνας ποίησης του 20ού αιώνα. Παρακολουθούμε, επομένως, όλη την πορεία της δραματικής και βαθιάς ανανέωσης που σημάδεψε την ιταλική ποίηση, ξεκινώντας πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και φτάνοντας -καθώς ορισμένοι από τους ποιητές αυτούς άκμασαν για πολλές δεκαετίες- μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα.

 

Συγκεκριμένα, περιλαμβάνονται τόσο οι πιο διάσημοι εκπρόσωποι της μεσοπολεμικής (Ουμπέρτο Σάμπα, Τζουζέππε Ουγγαρέττι, Εουτζένιο Μοντάλε, Σαλβατόρε Κουαζίμοντο) και της μεταπολεμικής (Μάριο Λούτσι, Π.Π. Παζολίνι, Βιτόριο Σερένι) ιταλικής ποίησης, αλλά και ονόματα που η ανθολόγος προτείνει στο ελληνικό κοινό, καθώς η παρουσία τους σε ελληνικές μεταφράσεις είναι πιο πρόσφατη ή ποσοτικά μικρή (Αλφόνσο Γκάττο, Τζόρτζιο Καπρόνι, Αντόνια Πότσι, Άλντα Μερίνι, Αμέλια Ροσσέλι, Αντόνιο Πόρτα, κ.ά.). Ανθολογούνται είκοσι ποιητές και ποιήτριες, ενώ η μεταφραστική παρουσία καθενός και καθεμιάς ακολουθείται από αντίστοιχο διαφωτιστικό επίμετρο, γραμμένο από την ίδια την ανθολόγο. Η γενική εισαγωγή της ανθολογίας έχει γραφτεί από τον Σταύρο Δεληγιώργη.

 

Συνολικά, ο τόμος, που αποτελείται από περισσότερες από 600 σελίδες,  χαρακτηρίζεται από πληρότητα, καθώς μεταφράζεται εκτενώς το έργο των κομβικών για την ιταλική ποίηση του 20ού αιώνα ποιητών. Σε κάθε δισέλιδο, υπάρχει και το αντίστοιχο ιταλικό πρωτότυπο. Η μετάφραση, όπως θα φανεί και παρακάτω, αποδίδει με ενάργεια το πνεύμα και το ύφος καθενός από τους ποιητές που ανθολογούνται.

 

Για να έχει ο αναγνώστης μια γενική εικόνα σχετικά με την ποιότητα της συγκεκριμένης ανθολογίας, ακολουθεί μια σύντομη παρουσίαση κάποιων από τους ποιητές, συνοδευόμενη από αποσπάσματα ποιημάτων που περιλαμβάνονται στον τόμο, όπως έχουν αποδοθεί από τη μεταφράστρια. Με βάση τη σειρά εμφάνισης των ποιητών, αλλά και την ιστορική πορεία ανέλιξης της μοντέρνας ιταλικής ποίησης, η παρουσίαση χωρίζεται σε δύο μέρη: τον Μεσοπόλεμο και τη μεταπολεμική εποχή.

 

******

Α. ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ

Μολονότι η εμφάνιση του ελεύθερου στίχου στην ιταλική ποίηση συνδέεται συνήθως με τον Μεσοπόλεμο και την εμφάνιση των μεγάλων «ερμητικών» ποιητών Ουγγαρέττι, Κουαζίμοντο και Μοντάλε (οι δύο τελευταίο τιμήθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ το 1959 και το 1975 αντίστοιχα), η μεταφράστρια ξεκινά με τους προδρόμους της μοντέρνας ποίησης, που εμφανίστηκαν πριν από το 1910. Από αυτούς, ο Ουμπέρτο Σάμπα θεωρείται ως κεντρική φυσιογνωμία στην ποίηση της γειτονικής χώρας: το έργο του αποτελεί ίσως την πιο χαρακτηριστική αποτύπωση της Ιταλίας του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα.

Αν και ο ίδιος προσέκειτο στην Αριστερά, η πολυκύμαντη πορεία της ιταλικής κοινωνίας στην εποχή εκείνη δεν αποτυπώνεται τόσο στην πολιτική της διάσταση, όσο στην υπαρξιακή. Ο ποιητής καταγράφει με τη μέγιστη ευαισθησία και παρατηρητικότητα τη γεμάτη ελαττώματα και αντιφάσεις φύση του ανθρώπου. Η ποίησή του ξεγυμνώνει πρωτίστως τον εαυτό του (έχουμε εδώ εξαιρετικά παραδείγματα εξομολογητικής ποίησης), αλλά παράλληλα παρατηρεί, με πόνο και σεβασμό, τους απλούς, συχνά περιθωριακούς, ανθρώπους γύρω του: πρόσωπα πιεσμένα από την ανάγκη, ριγμένα στον κόσμο δίχως προσανατολισμό, που διατηρούν όμως μέσα τους τη μοναδικότητα και ιερότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτά απαθανατίζει ο ποιητής:

 

Εδώ, η πόρνη κι ο ναυτικός, ο γέρος

που βλαστημά, η γυναίκα που καβγαδίζει,

ο φαντάρος που κάθεται στο μαγειρειό

με τα τηγάνια,

η ανήσυχη κοπέλα τρελαμένη

από έρωτα,

όλοι τους είναι πλάσματα της ζωής

και της οδύνης

μέσα τους σκιρτάει ο Κύριος

όπως και σ’ εμένα.

 

Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, και παρά το φάσμα του φασισμού που επικράτησε στη χώρα, ανθεί ο ιταλικός ερμητισμός. Μετά τον, πολυμεταφρασμένο και στην Ελλάδα, Ουγκαρέττι, ο Μοντάλε θα καθορίσει με τη συλλογή του Κόκκαλα σουπιάς (1925-28) το πνεύμα της ερμητικής ποίησης. Όπως αναφέρει σε σχετική μελέτη της η ίδια η Πολύμου, στο ερμητικό υλικό διακρίνονται χαρακτηριστικά όπως η αμφισημία, οι ελλειπτικές συντακτικές δομές, οι διασκελισμοί και η υποτονισμένη παρουσία της ρίμας και της στίξης[1]. Πολλά χρόνια μετά, ο γηραιός ποιητής γράφει:

 

Έχω τόση πίστη σε σένα

που θα διαρκέσει

(είν’ η κουταμάρα που σου είπα μια μέρα)

μέχρις ότου μι’ αστραπή του κάτω κόσμου καταστρέψει

αυτή την αχανή χαβούζα μες στην οποία ζούμε.

[…]

Το ξέρω, πέραν του ορατού και του χειροπιαστού

βιωτή δεν είν’ η ζωή αλλά το επέκεινα

ίσως είν’ η άλλη όψη του θανάτου

που κλειδωμένο τον κουβαλάμε χρόνια ατελείωτα.

 

Στο ίδιο πνεύμα ξεκινά και ο έτερος νομπελίστας ερμητικός, ο Κουαζίμοντο. Πάντως, στην ποίησή του που γράφεται στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια, πασχίζει εναγωνίως (όπως και οι νεότεροί του ποιητές που θα παρακολουθήσουμε παρακάτω), να χτίσει με τα ήδη γνωστά του υλικά της ερμητικής ποίησης ένα όραμα, έστω και αβέβαιο, για τον καθημαγμένο μεταπολεμικό κόσμο:

 

κι ο καιρός στο χρώμα του σιδήρου και της βροχής

κατακάθεται πάνω στις πέτρες,

πάνω στο πνιχτό βουητό ημών των καταραμένων.

Ακόμα η αλήθεια είναι μακριά. Και πες μου,

άνθρωπε κερματισμένε πάνω στο σταυρό σου,

κι εσύ με τα χοντρά αιμάτινα χέρια,

τι ν’ αποκριθώ σε κείνους που ρωτάνε;

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, ο νεαρός ποιητής Τσέζαρε Παβέζε βρέθηκε εξόριστος από τη φασιστική κυβέρνηση σ’ ένα χωριό της Καλαβρίας. Το βασανιστικό βίωμα της ατέλειωτης μοναξιάς συνδυαζόταν με έναν αληθινό δημιουργικό πυρετό: καρπός αυτής της περιόδου, που σημάδεψε τον ταραγμένο εσωτερικό κόσμο του ποιητή, υπήρξε μια από τις πιο συγκλονιστικές ποιητικές καταθέσεις της εποχής εκείνης: η ποιητική ενότητα Η δουλειά κουράζει. Γράφει, στο ποίημα που δίνει τον τίτλο του σε όλη τη συλλογή:

 

Να διασχίζεις έναν δρόμο για να το σκάσεις απ’ το σπίτι

το κάνει μόνο έν’ αγόρι, μα ο άντρας αυτός που κλωθο-

γυρίζει ολημερίς στους δρόμους, δεν είναι πια αγόρι

και δεν το σκάει από το σπίτι.

[…]

Αξίζει άραγε να ’σαι μόνος, για να μείνεις όλο και πιο μόνος;

Απλώς βολοδέρνοντας εδώ κι εκεί, οι πλατείες κι οι δρόμοι

έχουν αδειάσει.

 

Νεότερος εκπρόσωπος του ερμητισμού, ξεκινώντας την ποιητική του πορεία στη σκοτεινή δύση της μεσοπολεμικής εποχής, ο Αλφόνσο Γκάττο μεταφέρει το ποιητικό του όχημα, τσακισμένο εν μέρει από την κοινή περιπέτεια, στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, συλλαμβάνοντας όμως με ένταση τους κραδασμούς τούτης της τραυματικής εποχής:

 

Ανά τους αιώνες έχουν παρέλθει λόγια

αγάπης και οίκτου, μα οι κοπέλες

σφίγγοντας πάνω τους το σάλι προχωρούν μόνες

κατάμονες κάτω απ’ τον ουρανό και τη βροχή.

Η στέγη σταλάζει πάνω στα πουλιά της υδρορροής.

 

******************

Α. ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

 

Οι ποιητές και οι ποιήτριες που συνέχισαν μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, όπως – και ιδίως- η νεότερη γενιά ποιητών της δραματικής εκείνης εποχής, ανέλαβαν ένα επίπονο έργο, που θα μπορούσε να αποτελέσει οδηγό και για τους σημερινούς ποιητές: πρώτα, το να παρατηρήσουν σε βάθος τη δύσκολη πορεία αναδιοργάνωσης των κοινωνιών τους και, έπειτα, να διαμορφώσουν με τη σειρά τους μια νέα ποιητική γλώσσα, μια νέα ευαισθησία που θα συλλαμβάνει το καίριο, αυτό που όντως συμβαίνει, πέρα από τα επιφαινόμενα. Σε τούτο τον γεμάτο εμπόδια αγώνα οι Ιταλοί μεταπολεμικοί ποιητές είχαν τουλάχιστον, εν γνώσει τους ή όχι, συμμάχους: τους αντίστοιχους ποιητές της υπόλοιπης τραυματισμένης Ευρώπης, όπως ο Τσέλαν, η Μπάχμαν και ο Χούχελ στον γερμανόφωνο κόσμο∙ ο Μπονφουά ή ο Ζακοτέ στον γαλλόφωνο ο Γονθάλεθ, ο Μπρίνες κι ο Ροδρίγεθ στην Ισπανία, καθώς και η Μπρέινερ Άντρεσεν, ο Σένα, ο Ε. Αντράντε στη γειτονική Πορτογαλία, και τόσοι άλλοι στην υπόλοιπη Ευρώπη – και σ’ εμάς εδώ στην Ελλάδα. Όλοι αυτοί συνδιαμόρφωσαν τον τρόπο με τον οποίο νοηματοδοτεί τον κόσμο ο μεταπολεμικός άνθρωπος.

 

*

 

Παρόλο που ο Μάριο Λούτσι καθιερώθηκε νεότατος ως ποιητής, ήδη από τη δεκαετία του 1930, μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια κομβική μορφή της ιταλικής ποίησης για τις δεκαετίες που ακολούθησαν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Με αφετηρία, και αυτός, τον ερμητισμό, ο Λούτσι πάσχισε να αξιοποιήσει τις μεταφυσικές του καταβολές για να εκφράσει ποιητικά τον αβέβαιο μεταπολεμικό κόσμο. Ο ποιητής αναζητεί τη μέθοδο που θα τον οδηγήσει να φωτίσει αυτόν τον «ερημότοπο». Έτσι, σε ένα ποίημα από το περίφημο Γοτθικό τετράδιο (1947), θα γράψει:

 

«Η σωτηρία όπως την ήλπιζες δεν συμφέρει

ούτ’ εσένα ούτε τους ομοίους σου. Η ειρήνη,

αν έρθει, θε να ’ρθει από άλλους δρόμους

πιο φωτεινούς από τούτον ’δω, πιο πονεμένους

όταν το να υποφέρεις δε σου φαίνεται μάταιο

γιατί κι ο πόνος υπάρχει και πρέπει να ζήσει

για να μετουσιωθεί σε καλό δικό σου κι αλλωνών.

Η πίστη είναι μέσα σου, η πίστη είναι άτομο».

 

Το τραγούδι αυτό άλλα λόγια δεν έχει.

 

Ο δεύτερος μεγάλος της ίδιας εποχής (θα μπορούσαμε βέβαια να αναφέρουμε και τον, πολύ περισσότερο γνωστό, Πιερ Πάολο Παζολίνι), ο Βιττόριο Σερένι, ανδρώθηκε ποιητικά μέσα στη δίνη του πολέμου: έγινε διάσημος με τη συλλογή Diario dAlgeria (1947), η οποία επικεντρώνεται στην προσωπική εμπειρία του από τον πόλεμο και την αιχμαλωσία του που επακολούθησε. Μάλιστα, υπηρέτησε και στα στρατεύματα που εγκαταστάθηκαν στην κατεχόμενη Ελλάδα. Η εμπειρία του αυτή απέδωσε τον κύκλο ποιημάτων του «Η κόρη των Αθηνών», η οποία έχει εκδοθεί στα ελληνικά, σε χωριστό τόμο, σε μετάφραση της Ευ. Πολύμου, συνοδευόμενη από εισαγωγή, σχόλια και επίμετρο. Το 1944, ο Σερένι γράφει μέσ’ από το νοσοκομείο του στρατοπέδου:

 

Αν όμως ήσουν πραγματικά

ο πρώτος πεσόντας πρηνηδόν στη νορμανδική αμμουδιά

προσευχήσου εσύ αν το μπορείς, εγώ είμαι νεκρός

για πόλεμο και για ειρήνη.

Να ποια είναι η μουσική τώρα:

των αντίσκηνων που χτυπάνε πάνω στους πασσάλους.

Δεν είναι μουσική αγγέλων: είναι η μοναδική

δική μου μουσική και μου αρκεί-.

 

Θα κλείσουμε την παρουσίαση αυτήν με έναν  ποιητή και μια ποιήτρια που δείχνουν πόσο δυο αντίθετοι δρόμοι της ποίησης μπορούν να οδηγούν σε κάτι εξίσου σπουδαίο, ακόμη και να συγκλίνουν – αν και σπάνια. Ο πρώτος είναι ο Αντρέα Τζαντζόττο, άγνωστος ουσιαστικά στην Ελλάδα, αν και τούτο ίσως οφείλεται και στο δυσμετάφραστο της ώριμης, πειραματικής ποίησης που έγραψε κυρίως μετά το 1960. Όμως, στη διάρκεια του πολέμου και λίγο μετά, ο έφηβος σχεδόν Τζαντζόττο, με πρότυπο τον Χαίλντερλιν, αναζητεί τη δική του ποιητική ουτοπία μες στη σκληρή πραγματικότητα, προσεγγίζοντας με τη φαντασία τα ομιχλώδη τοπία του Βορρά. Αυτό αποδίδεται εύγλωττα στο ποίημα που δίνει τον τίτλο στην παρθενική ποιητική του συλλογή, Πίσω απ’ το τοπίο:

 

Στις ορεινές κλεισούρες

οδηγήθηκα

κλήθηκα

πάτησα το πόδι μου.

 

Στ’ αβέβαια ίχνη των κρηνών

ακολούθησα από κοντά

και χωρίς περισπασμούς

το τρυφερό πολικό σκοτάδι

 

Η επόμενη είναι η Άλντα Μερίνι: η «σαλή» ποιήτρια. Αν και το πρώιμο έργο θαυμάστηκε από σημαντικούς ποιητές ήδη από τα μέσα του αιώνα -προτού καν η ποιήτρια κλείσει τα είκοσι χρόνια της-, λόγω των ψυχικών της προβλημάτων απουσίασε για δεκαετίες από το ποιητικό στερέωμα, οπότε και το πρώιμο έργο της υποφωτίστηκε. Όμως, από το 1980 η Μερίνι αναγεννήθηκε ποιητικά. Στο έργο της, συνδυάζεται ο αισθησιασμός με την πνευματικότητα και τις ιδιότυπες, εσωτερικευμένες αναφορές στα ιερά κείμενα:

 

 

Όλοι εμείς, κοπάδι ασκητών

ήμασταν σαν τα πουλιά

και κάθε τόσο ένα δίχτυ

σκοτεινό μάς φυλάκιζε

μα πορευόμασταν προς τη λειτουργία

[…]

και όπως ο Ιησούς κι εγώ

είχα τη δική μου νεκρανάσταση,

όμως δεν ανέβηκα στους ουρανούς

κατέβηκα στην κόλαση

απ’ όπου ξανακοιτάζω έκπληκτη

τα τείχη της αρχαίας Ιεριχούς.

 

Με την ποιήτρια αυτήν, για την οποία έχει εκπονήσει και ιδιαίτερο τόμο η ίδια μεταφράστρια[2], ολοκληρώνεται η παρουσίαση της ανθολογίαςανθολογίας πολύτιμης για όσους επιθυμούν να ασχοληθούν με μια σημαντική πτυχή της ποίησης του εικοστού αιώνα, σε ευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

 

******************************************************************

[1] Ευ. Πολύμου, Επίμετρο «Ο ιταλικός ερμητισμός» στο: V. Sereni, Η κόρη των Αθηνών, Εισαγωγή – Μετάφραση – Κριτικός σχολιασμός – Επίμετρο Ευ. Πολύμου, Δίγλωσση έκδοση, Κουκούτσι, Αθήνα 2020.

[2] A. Merini, Χτες βράδυ ήταν έρωτας, Εισαγωγή – Μετάφραση Ευ. Πολύμου, Δίγλωσση έκδοση, 24 Γράμματα, Αθήνα 2021.

 http://www.poiein.gr/2022/10/18/%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%80%CF%8C%CF%81%CE%BF%CE%B9-%CE%B9%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%AF-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%B7%CF%84%CE%AD%CF%82-%CE%B5%CF%80%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE/?fbclid=IwAR1CRvE8UiA8MbJ1DiKKLi0XAzOxIaaB0f7EC8oxADcIvdt-rWWPjuXhUyI

Δεν υπάρχουν σχόλια: