5.7.22

Ή θα το έγραφα, ή θα αρρώσταινα


Γράφει ο Θοδωρής Σαρηγκιόλης 
 Δήμητρα Νούση: «Σ’ ευχαριστώ που μ’ αγαπάς – Μια ιστορία από την καρδιά της Αθήνας». Αθήνα 2013, εκδόσεις Πατάκη.
 Όταν πιάνω στα χέρια μου ένα βιβλίο συνηθίζω να ξεκινώ από τις σελίδες που μου δίνουν πληροφορίες: για τον χρόνο έκδοσης, για τον συγγραφέα, για τον εκδότη και την ένταξη του βιβλίου σε μια εκδοτική σειρά και συνεχίζω με τα περιεχόμενα, τους τίτλους των κεφαλαίων και κατόπιν προχωρώ στην ανάγνωση του κειμένου. Στο συγκεκριμένο βιβλίο η συγγραφέας Δήμητρα Νούση με τον τίτλο ‘’Σ’ ευχαριστώ που μ’ αγαπάς – Μια ιστορία από την καρδιά της Αθήνας’’ με προϊδέασε ότι πρόκειται για μια λογοτεχνική κατασκευή ιστορίας αγάπης, που εκτυλίσσεται στο κέντρο της Αθήνας. Διαβάζοντας, όμως τα credits του βιβλίου, είδα πως ο εκδότης το έχει εντάξει στη σειρά: Ντοκουμέντα – Βιογραφίες ( πρώτη έκπληξη!). Στην απέναντι σελίδα το δεύτερο ξάφνιασμα: οι τίτλοι των δεκαεννέα κεφαλαίων, που κινούνταν ανάμεσα στην επιστήμη και την λογοτεχνία. Μήπως πρόκειται, σκέφτηκα, για ένα υβριδικό κείμενο που θέλει να μάς κάνει να πιστέψουμε πως η επιστήμη παντρεύεται με την λογοτεχνία; Η ανάγνωση, όμως, των κεφαλαίων άρχισε να ξεκαθαρίζει το τοπίο. Η δεύτερη ανάγνωση ξεκλείδωσε πιο πολλά σημεία του κειμένου. Ενδεικτικά κάποιοι τίτλοι κεφαλαίων: Τα όρια της εξουσίας, Η περηφάνια του ασήμαντου, Τα στεφάνια που δεν στολίστηκαν, Ο νόμος δεν είναι ποτέ γελοίος, Η φιλία με τον Χάρο. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η συγγραφέας κρατά από την επιστημονική της κατάρτιση την ικανότητα ανάλυσης της αιτίας και του αποτελέσματος και από την λογοτεχνική της πλευρά κατορθώνει ν’ απεικονίσει γλωσσικά, με ενάργεια και λιτότητα, τα σκληρά γεγονότα. Το βιβλίο της, για τον λόγο αυτό, θα μπορούσε να είναι δύο βιβλία. Προτίμησε, όμως, να μοντάρει σε σωστές δόσεις την ψυχρή επιστημονική οπτική με την θερμή λογοτεχνική διατύπωση. Η ρεαλιστική καταγραφή των απίστευτων εικόνων και τα λόγια των αναγκεμένων ενδύονται από την συγγραφέα με μια ανθρωπιστική θέρμη. Η αφαιρετική και αναλυτική της ικανότητα φωτίζει τα αίτια αυτής της κοινωνικής κατάρρευσης και της οικονομικής ασφυξίας, την απότομη πτώση, όχι μόνο της εργατικής, που μεταπίπτει σε άνεργη τάξη, αλλά και της μεσαίας τάξης που χάνει τα πάντα, όχι όμως την αξιοπρέπειά της. ‘’Οι σελίδες μου είναι οι κρυψώνες των εικόνων που παρατηρώ. Γράφω χωρίς καθόλου φαντασία και με μια μεγάλη αλήθεια που με κυνηγάει.’’ (σελ. 157) Το τρίτο κεφάλαιο ‘’Η περηφάνια του ασήμαντου’’ αρχίζει με την φράση: ‘’Εγώ στη δουλειά μου βλέπω μόνο χαρτιά. Τίποτε άλλο’’, μου είχε πει κάποτε κάποιος ελεγκτής από το υπουργείο Δικαιοσύνης. ‘’Εγώ στη δουλειά βλέπω μόνο στέρηση, προσπαθώ να τη χωρέσω σε κανόνες νομιμότητας για να παραχθεί ένα διοικητικό αποτέλεσμα ταυτισμένο με το κοινωνικό όφελος’’, ήθελα να απαντήσω, αλλά δεν το έκανα. Απλώς επέβαλα στον εαυτό μου τη σιωπή, γιατί αυτό είναι το καθήκον των ασήμαντων.’’ (σελ. 31) Ομολογώ ότι αναγνώρισα τον εαυτό μου, ως δημόσιος υπάλληλος, που έχει πει τα ίδια λόγια πολλές φορές και έχει σωπάσει άλλες τόσες. Η κατάσταση στην Ελλάδα εκείνη την εποχή προσέλκυσε το ενδιαφέρον Ευρωπαϊκών Μέσων Ενημέρωσης και ξένοι δημοσιογράφοι επισκέπτονταν το συσσίτιο. Κάποιος ρώτησε; ‘’Υπάρχει ή όχι ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα;’’ ‘’Στην Ελλάδα όχι. Στην Αφρική ναι’’ ,του απάντησα. Δυστυχώς, όμως, υπάρχει κρίση ανθρωπιστικών αξιών, που παράγει θύματα χωρίς να ενοχλείται κανένας. Δημοσιογράφοι με διαφορετικές οπτικές, με προκατειλημμένες απόψεις, με άλλες προσδοκίες, πολλοί εκ των οποίων ένιωθαν απογοήτευση, γιατί περίμεναν να δουν μεγαλύτερη φτώχεια και εξαθλίωση. ‘’Αυτό που αναμεταδίδουν είναι προϊόν των δικών τους προτεραιοτήτων’’. (σελ. 107) Στα ατού αυτού του βιβλίου είναι, εκτός από την πραγμάτευση του δύσκολου θέματος, η γλωσσική διατύπωση των αναλυτικών περιγραφών και κυρίως οι καταληκτικές παράγραφοι των κεφαλαίων. Η συγγραφέας καταφέρνει να μας βάλει στη θέση του αυτόπτη μάρτυρα, αλλά, πέραν της συγκινησιακής φόρτισης, που απορρέει από την ένταση των γεγονότων, μας προσφέρει και την ψύχραιμη, νηφάλια οπτική της. Αναδεικνύει το χάσμα μεταξύ των θεωρητικών κατασκευών και των πολιτικών που εφαρμόζονται. ‘’Οι αποτυχημένοι πολιτικοί είναι αυτοί που είναι αιχμάλωτοι των συμβούλων με την αποτυχημένη σκέψη.’’ (σελ. 165) Η συγγραφέας είχε πει: ‘’ Ή θα το έγραφα ή θα αρρώσταινα. Το έγραψα γιατί το ένιωσα. Το εξέδωσα γιατί θύμωσα.’’ Ευτυχώς που θυμώσατε κ. Νούση!

Δεν υπάρχουν σχόλια: