2.7.22

Eκλεκτικές συγγένειες της τζαζ και της λογοτεχνίας

Ηλίας Μαγκλίνης 

 ΣΑΚΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Η τζαζ της λογοτεχνίας 
εκδ. Σαιξπηρικόν σελ. 192 
 Οταν το 1979 ο Σάκης Παπαδημητρίου κυκλοφορούσε τον κλασικό, για τη σκηνή της ελληνικής τζαζ, διπλό δίσκο «Αυτοσχεδιάζοντας στου Μπαράκου», την ίδια ακριβώς χρονιά εξέδωσε και ένα βιβλίο. Ενα βιβλίο που δεν ήταν για τη μουσική. Ή ίσως και να ήταν, με έναν πολύ έμμεσο, πλάγιο (αν όχι και υποχθόνιο) τρόπο: μια μονογραφία με τον τίτλο «Ο πεζογράφος Γέρζυ Κοζίνσκι». Ενας μουσικός της τζαζ που γράφει για έναν συγγραφέα – έναν συγγραφέα σκοτεινό, λοξό, αμφιλεγόμενο και, εντέλει, «ιδανικό αυτόχειρα»; Ναι, γιατί όχι. Εξάλλου, αυτό ήταν το ένατο βιβλίο του Παπαδημητρίου, ο οποίος αποδεικνύεται ένας λόγιος δρομέας μεγάλων αποστάσεων στη μουσική και στη γραφή: θα ακολουθήσουν άλλα δεκατέσσερα βιβλία – δεκαπέντε μαζί με το πιο πρόσφατό του, «Η τζαζ της λογοτεχνίας». Στη βιβλιοθήκη μου έχω ακόμα εκείνη την έκδοση της Διαγωνίου του 1963 (αγορασμένη δεύτερο χέρι, εννοείται) του πρώτου βιβλίου του Παπαδημητρίου, την περίφημη «Εισαγωγή στην τζαζ». Αποτέλεσε ιδανικό οδηγό στη μύησή μου στην τζαζ στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Κάπως έτσι, αυτός ο Θεσσαλονικιός μουσικός και συνθέτης που αγαπήσαμε για το «Τραγούδι της Lulu» (μία από τις πολλές συνεργασίες του με την εξαιρετική ερμηνεύτρια –και συγγραφέα–, καθώς επίσης σύντροφό του στη ζωή, Γεωργία Συλλαίου) ή για το «Nosferatu» ή, βέβαια, για τα «Piano Oracles» και «Piano Cellules», έγραψε πεζά αλλά και ελεύθερα δοκίμια και μουσικές μονογραφίες (για τον Μπερνστάιν, για τον Λούις Αρμστρονγκ) και τώρα επανέρχεται με μια συλλογή κειμένων πάνω στο πώς η τζαζ κυοφορεί τη λογοτεχνία και το αντίστροφο. 
 Φιγούρες 
Μάλκολμ Λόουρι, Χούλιο Κορτάσαρ, Μπορίς Βιαν, Κάμινγκς, Κέρουακ (βεβαίως…), Τσαρλς Μίνγκους, Ντόναλντ Μπαρθέλμ, Νέλσον Ολγκρεν, Κούντερα, Ιταλο Καλβίνο και Ηράκλειτος είναι μερικές από τις θεματικές και τις φιγούρες που περνούν από αυτό το θαυμάσιο βιβλίο. Είναι θαυμάσιο βιβλίο για διάφορους λόγους: ο Παπαδημητρίου δεν παριστάνει τον «βαρέων βαρών» διανοούμενο, γράφει πρωτίστως ως ένας σκεπτόμενος καλλιτέχνης και αναγνώστης, ο λόγος και η σκέψη του έχουν κάτι γνήσιο και αληθινό, βαθύ και πηγαίο. Μιλάει για πράγματα που τον γοητεύουν και που αγαπά. Αυτή η γοητεία και αγάπη περνούν αυτούσιες στον αναγνώστη, στον οποίο φωτίζει γνωστά (ή και λιγότερο γνωστά: βλέπε Τζον Κλέλον Χολμς και Τεντ Τζόανς) λογοτεχνικά έργα από μιαν άλλη σκοπιά. Δημιουργεί γέφυρες με άλλα έργα, λογοτεχνικά και μουσικά, γίνεται οδηγός περαιτέρω ανάγνωσης και ακρόασης. ADVERTISING Πάνω απ’ όλα, ξέρει να γράφει απλά αλλά ποτέ απλοϊκά, στοχαστικά μα ποτέ επιτηδευμένα, ο λόγος του ρέει δίχως να περνάει απαρατήρητος εξαιτίας αυτού. Εντάξει: όσοι δεν συμπαθούν την τζαζ μπορεί και να προσπεράσουν. Θα χάσουν όμως τις μικρές και μεγάλες βιογραφίες-μέσα-σε-βιογραφίες που περιλαμβάνουν αυτά τα πεζά (ο σπαραγμός του Λόουρι, ο λυρισμός του Κάμινγκς, η μανία του Κέρουακ, οι αταξίες του Βιαν, ο στοχασμός του Κούντερα, η φαντασμαγορία του Καλβίνο). Μην αναχαιτίσει την επίδοξη αναγνώστρια και τον επίδοξο αναγνώστη ο φόβος για τυχόν μουσικολογικές αναλύσεις, όχι επειδή ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται για αυτές αλλά γιατί η προσοχή του βρίσκεται αλλού: στα έργα που είναι γραμμένα με σάρκα και αίμα από ανθρώπους που είναι γεμάτοι σάρκα και αίμα. Επιπλέον, η τζαζ κυριαρχεί, ναι, αλλά σε κεφάλαια όπως αυτό για τον Κούντερα ή για τον Ηράκλειτο και τον Καλβίνο, τα (μουσικά) όρια διευρύνονται κατά πολύ. Στέκομαι ιδιαίτερα στο κεφάλαιο που αφιερώνει στο μυθιστόρημα «Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι» του Νέλσον Ολγκρεν όπου, αναπόφευκτα, ο λόγος του Παπαδημητρίου φτάνει έως την έξοχη κινηματογραφική μεταφορά του έργου το 1955 από τον Οτο Πρέμινγκερ και την ακόμα πιο έξοχη τζαζική μουσική του Ελμερ Μπέρνσταϊν. Διαβάζοντας αυτή την ενότητα δεν μπορούσα να μη σκεφτώ την άλλη εκπληκτική ταινία του Πρέμινγκερ «Ανατομία ενός εγκλήματος» (1959), με εκπληκτική τζαζική ατμόσφαιρα και μουσική, αυτή τη φορά από τον Ντιουκ Ελινγκτον. Διαβάζοντας, επίσης, για τους «Υποχθόνιους» του Κέρουακ (που ατύχησε ως ταινία, αλλά όχι και ως μουσική υπόκρουση, από τον μεγάλο Αντρέ Πρεβέν), ο νους μου πήγε στην τελείως μπιτ ταινία «Σκιές» που ο Τζον Κασαβέτης γύρισε το 1959. Γενικά, το βιβλίο μού άνοιξε την όρεξη: να διαβάσω έναν ακόμα Σάκη Παπαδημητρίου, αυτή τη φορά για την τζαζ και το σινεμά. Ιδανική μουσική υπόκρουση εδώ, το κλασικό «Night Lights», που ο Τζέρι Μάλιγκαν ηχογράφησε το 1963.

Δεν υπάρχουν σχόλια: