8.7.22

Σταμάτη Πολενάκη, "Birds in The Night"


Tο καινούργιο βιβλίο του Σταμάτη Πολενάκη, "Birds in The Night" (Ενύπνιο), μόλις κυκλοφόρησε. Θέμα του είναι η φυγή δύο εραστών κάτω από συνθήκες ακραίου κατατρεγμού και απελπισίας, εκεί που η αγάπη δεν μπορεί πια ν'ανθίσει ("ποιος είδε κόρην όμορφη να σέρνει ο πεθαμένος", μας ακινητοποιεί η προμετωπίδα του βιβλίου).
Το κείμενο είναι γεμάτο νύξεις σε στιγμές οδύνης στην Ιστορία που παραλλάσσονται μεταξύ τους, χωρίς να αλλοιώνεται η διήγηση: λες και οι πρωταγωνιστές κατοικούν μια διϊστορική "αρρώστια προς θάνατο", από την Ταυρίδα ως τη Βενετία, το Ντουίνο του Ρίλκε, τους Εβραίους της Μπουκοβίνα, το πλοίο με το οποίο ναυαγεί ο Σέλλεϋ και τον ξυλουργό Ζίμμερ που φιλοξενεί στο σπίτι του στο Τύμπιγκεν τον 'σαλό' Χαίλντερλιν, όταν αρχίζει να υπογράφει ως Σκαρντανέλλι.
Δεν υπάρχει στην ποίησή μας που γράφεται σήμερα άλλο παράδειγμα τέτοιου βαθμού αφοσίωσης τόνου και ύφους όπως αυτό του Σταμάτη Πολενάκη. Που μας θυμίζει ταυτόχρονα Περοτίνο, Μπαχ, "εργαστήρι παλαιάς μουσικής", Μάλερ, ύμνο του Arvo Pärt.
Ερωτικά και σπαρασσόμενα, τα "Πουλιά της νύχτας" είναι άλλο ένα εξαιρετικό βιβλίο του.
[ σελ. 12:
Ο ουρανός ολόκληρος φωτιζόταν από τις φλόγες. Κατεβαίναμε ολοένα και βαθύτερα χτυπώντας πάνω στα κρύα τοιχώματα του πηγαδιού σαν ζώα τυφλά, πιασμένα σε αόρατο δίχτυ. Κάτω από το παγερό σεληνόφως είδα τα πορφυρά μαλλιά σου να κυματίζουν. Κανείς δεν μας εξήγησε ποτέ το αίνιγμα του κόσμου. Είδαμε να κατεβαίνει ανάμεσά μας ο τρομερός άγγελος του έρωτα και του θανάτου, είδαμε στην έρημη ακτή τις σκοτεινές ακίνητες γόνδολες. Ένα κύμα μας εκσφενδόνισε ως την άκρη αυτής της αφιλόξενης γης.
σελ. 18
Περπατούσαμε ολομόναχοι στην άκρη της θάλασσας. Ξημέρωνε και τα μάτια μας καίγονταν από τη φωτιά του οράματος. Είδαμε τη σιωπηλή καταιγίδα να πλησιάζει και τότε, με το χέρι ακίνητο, μου έδειξες κάτι που βυθιζόταν μακριά στον ορίζοντα. Θυμάμαι ότι το πλοίο λεγόταν Don Juan, θυμάμαι ότι είδαμε μέσα στο γαλάζιο φως της αστραπής τον άγιο ποιητή Σέλλεϋ με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Πριν βυθιστούμε για πάντα όπως οι πέτρες, είδα τα πορφυρά μαλλιά σου να κυματίζουν. Away, away to thy sad and silent home, ακούσαμε τη μελωδία του έρωτα μέσα από τα κατασκότεινα κύματα.
σελ. 28
Στο παλιό δωμάτιο του έρωτά μας σηκώνω ψηλά τον λύχνο και φωτίζω το πρόσωπό σου – φωτιά αιώνια που ανάβει και σβήνει με μέτρο, όπως ο κόσμος-. Αλλά πάνω απ’ τη γη φτεροκοπά ο άγγελος της τρέλας και τα πουλιά της νύχτας που γνωρίζουν το μέλλον, χτυπούν πάνω στο τζάμι μας και συνθλίβονται. Μέσα από την αιώνια φλόγα που γεννά και καταστρέφει τον κόσμο, μέσα από αναρίθμητες μεταμορφώσεις, είδα τα πορφυρά μαλλιά σου να κυματίζουν. Είμαστε σάρκα μία με τη νύχτα, τραγουδούσαν έξω απ’ το παράθυρό μας οι Εβραίοι της Μπουκοβίνα. ]

Δεν υπάρχουν σχόλια: