Γράφει ο Σταύρος Σταμπόγλης //
«Έκθετοι Μονόλογοι» Ποιητική συλλογή του Κωνσταντίνου Κομιανού. Εκδόσεις Γαβριηλίδης Αθήνα 2018
………………
Ένα μέλλον που όσο και να λάμψει
το σκοτάδι του θα περιμένει όπως πάντα
την πρώτη ευκαιρία
…………………
Αγαπητέ φίλε κύριε Κωνσταντίνε Κομιανέ καλημέρα. Μόλις ολοκληρώθηκε η μετακόμιση της βιβλιοθήκης μου. Με πολύ χαρά σας ενημερώνω πως βρήκα τη συλλογής σας με την ευγενική αφιέρωση που είχα χάσει τόσο καιρό. Ήταν καταχωνιασμένη άγνωστο πως στο τελευταίο μεγάλο κιβώτιο της μεταφοράς με τις συγκεντρωτικές εκδόσεις νεώτερων και πολύ νεότερων ποιητών όπως των Σεφέρη, Λειβαδίτη, Ρίτσου, Δημουλά, Ελύτη, Τσιρόπουλου, Καρέλλη, Ρουκ, Γώγου, Γκανά, Μέσκου, Μαρκόπουλου, Καρούζου, Χατζηλαζάρου, Σαχτούρη, Σινόπουλου, Βαρβέρη, Χρονά, Ριζάκη, Σιώτη, Θεοχάρη, κοκ. Γεμάτο μέχρι τα χείλια. Αναφέρομαι λεπτομερώς στο περιεχόμενο για να δικαιολογηθώ κι όχι για να καμαρώσω.
Ασήκωτο κιβώτιο ή μια βαρύτατη διαθήκη. Κρύβονταν κάτω- κάτω λες από σεμνότητα κι αιδημοσύνη. Καλό σημάδι για τούτο το «χαμένο» βιβλίο που ρεζίλεψε την οργανωτική μου δεινότητα, μονολόγησα, και σκέφθηκα πως πρέπει να το ξεψαχνίσω πριν μου δραπετεύσει πάλι. « Έκθετοι μονόλογοι» λοιπόν, που αφαιρώντας και παραφράζοντας δεν μιλούν απλά, φωνάζουν: «Κι΄ ας συνυπολογίσουμε ότι ζούμε!». Ποιητική ζωντανή, με ψυχή πάλλουσα. Εικόνες και έννοιες σε αστραπιαία κίνηση. Οπτική φουτούρας. Δηλαδή ο ποιητής Κομιανός τολμάει, και η ευθύνη δική του, και το καλό σάστισμα δικό μας, καθώς αρχίζουμε να βλέπουμε τον κόσμο με τα μάτια μιας γραφής που σπαρταράει στο ορμητικό χάος της… «Να την αδράξω το λοιπόν με ασυγκράτητη ορμή/ και βουλιμία φθονερή, τροφική δηλητηρίαση/που σάρωσε τις λεωφόρου των εντέρων μου / και καθάρισε τα ρείθρα των πεζοδρομίων/ ορμητικός χείμαρρος στους σφιχτούς κανόνες/των πεπερασμένων ορίων της λιτής μου ανυπακοής/ξεγλιστρώντας αέναα σαν νιφάδα αποστείρωσης/ χιόνι λεύκανσης του βόρβορου κόσμου/ που προέκυψε από της αυθάδους απρέπειας/την άλογη και ανισόρροπη σπορά/ώσπου να ξεπλύνω της αδράνειας τη σήψη / Κι ας συνυπολογίσουμε ότι ζω!».
Ποιητική με ολωσδιόλου ιδιαίτερο χαρακτήρα στην μορφή και το περιεχόμενο που αγκαλιάζει τις εμπειρίες του αναγνώστη. Εντάξει του καλού, του επίμονου αναγνώστη, που τον ενδιαφέρει το κάτι νέο εντός της αναπόφευκτης επανάληψης: ο «έφηβος» ορίζοντας. Δύναμη και ανθρωπιά στις έννοιες, ένταση στις λέξεις, καθώς αυτές παρατάσσονται με πειθαρχία. Πειθαρχία ως κατάσταση θεμιτή εδώ γύρω διότι νεανική υπερβολή και μένος λοξής φάλαγγας παραμονεύουν και συχνά εκδηλώνονται. Υψηλόφρων συναίσθημα τούτες οι τάσεις διότι οι στραβοτιμονιές, αφού δεν καταλήγουν σε ανεξέλεγκτο ολίσθημα, οδηγούν στον καλό στόχο. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το σύγχρονο και το καλό ετούτης της έκφρασης παρά τον διάχυτο λυρισμό στα όρια ενός φορμαλισμού. Αλλά εδώ συμβαίνει μια χρήση φορμαλισμού σε ασφαλές και διακριτικό επίπεδο κάτι σαν δυνατό άρωμα Παρνασσού και όχι μάζα απορριμμάτων. Δηλαδή στοιχείο που αφομοιώνεται στα νοήματα και γίνεται αποδεκτό ως γεννήτρια ύφους σε μια εποχή που νομίζει ότι της πηγαίνει πιότερο η Αφαίρεση. Αλλά τι σημαίνει Αφαίρεση; Και καταρχήν εδώ μέσα υπάρχει αφαίρεση; Ναι υπάρχει και ουσιαστική μάλιστα. Διότι αφαίρεση δεν σημαίνει απλά λιγότερες λέξεις αλλά κυρίως συμπύκνωση ιδεών. Στύψιμο ουρανού και γης σ΄ ένα μοναδικό πλανήτη από νερά που ρέουν. Χειμαρρώδης λόγος, συχνά ελλειπτικός μέχρι παραποίησης του θανάτου να δείχνει κυρίως γεύμα ζωής… «Μέσα από τη σιωπή / ξεπρόβαλαν κροταλίζοντας / ακούσια παραγόμενοι / ήχοι μέλλοντος διαθλώμενοι / καθώς απαύγαζαν μήνυμα / που ασφυκτιούσε στο παρελθόν του». Και βέβαια η ευθύνη μοιράζεται. Βαριά κληρονομιά, αναπόφευκτη, πως η γνώση, ως διαδικασία συνεχούς επίγνωσης, πλησιάζει το θείο. «Και ας μην επιδικάζουμε / εις τον φέροντα την ψυχή / το βάρος των πληγών της», συμπληρώνει η προφυλακή του επόμενου ποιήματος, -ΛΟΓΟΣ ΨΥΧΗΣ- . Όσο και να προσπαθεί ο ποιητής να ξεχωρίσει με απόλυτο τρόπο τα ποιήματα η συλλογή αυτόματα αποκτά ενιαίο χαρακτήρα. Ή μήπως με το εύρημα της στροφής – προφυλακή ο ποιητής να θέλει να τονίσει αυτή ακριβώς την αναδυόμενη συνέχεια όπου ως αλυσοδεμένες μονάδες βαδίζουν τα ποιήματα μέχρι την τελευταία σελίδα; Ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχείο εδώ είναι ο Θριαμβικός λόγος που δεν παραληρεί αλλά με σαφήνεια απλώνει την αλήθεια της ύπαρξης. Μια αλήθεια κατακτημένη βήμα-βήμα. Βηματισμός πεπρωμένου οι δυνάμεις εντός των οποίων μας περιόρισε το σύμπαν ως ελεύθερους με τούτο τον τρόπο: μέχρις εδώ και μη παρέκει· ως εν υποχρεωτική αποδοχή πειθόμενοι· ως εν πίστη τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι. Έτσι κεντά τις λευκές σελίδες ο ρυθμός του Κομιανού. Χειροτεχνία με διαδρομές όπου εμπόδια εκφραστικά υψώνονται από τον ποιητή με τρόπο ώστε να φτάσουμε με ακονισμένη τη σκέψη στην ολοκλήρωση μιας αντίληψης , συχνά ασθμαίνοντας. Αλλά τούτη η κούραση αντί να εξουθενώνει, στηρίζει και υποστηρίζει, γυμνάζει θα έλεγα την θέληση του καλού αναγνώστη. Άλλωστε η ποίηση, αν δεν θέλει να διασωθεί μόνο ως κοινοτοπία ή συρμός παρηγορητικού και ερωτικού λόγου, αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση… «Τριβόλισμα περίγλωττο η άχνα της ζωής / μεγεθυμένη επιθυμία· κι όταν εκφραστεί / στου πεπερασμένου χρόνου την επενδυμένη έκφραση / οι λέξεις, σερπαντίνες γλαφυρές, ξετυλίγονται / να φθάσουν το νοηματικό ορίζοντα». Και στην επόμενη σελίδα να φαντάζει σαν ιντερμέτζο η προφυλακή του επερχόμενου ποιήματος, «Στην διαδρομή της ολοκλήρωσης μου/ σημείο αναφοράς δεν υπάρχει / Ορίζεται μόνο από την αντίληψη / της διαρκούς πληρότητας», δηλαδή, λίγο πριν το κυρίως επόμενο σώμα καταλήξει στην Μεταφορά με την εξαιρετική σε απλότητα και αφαίρεση ακροτελεύτια στροφή , «και πιάνω να δουλεύω / του μέλλοντος μου το υφαντό». Οι έννοιες εδώ, καθώς διαπραγματεύονται με την ανάγκη κατανοώντας την αιτία, καταλήγουν ουσία της ύπαρξης, θεμέλιο της ύπαρξης. Καταλήγουν ύμνος στην Αποδοχή. Και η Αποδοχή οδηγεί στην κατανόηση άρα στη Συνέχεια. Η ποίηση μόνο έτσι ακουμπά τον τελικό στόχο της, το υπέρτατο καθήκον της, την κατανόηση της Συνέχειας μέσω της Συντριβής. Μοναδική αδυναμία , (συμπαθής και κατανοητή αδυναμία), κατά την άποψη μου βέβαια πάντα, είναι οι αλλεπάλληλες και εν σειρά Γενικές που θα μπορούσαν να μειωθούν ώστε να αφαιρεθεί το περιττό βάρος, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο. Ένα πρόβλημα οικονομίας και καθαρής τεχνικής κυρίως, όπως επίσης η συγκέντρωση σε ορισμένα σημεία περισσότερων Επιθέτων και Ουσιαστικών κραυγής από ότι θα έπρεπε ή που αντέχουν οι έννοιες «καρτερία» και «αισθητική» στην ποίηση. Αλλά τίποτε δεν είναι ακριβώς «κακό» εδώ. Και όλα τα είδη παρατηρήσεων είναι λεπτομέρειες εμπρός στον ιδιαίτερο και άκρως ενδιαφέροντα προσωπικό χαρακτήρα, στο ιδιαίτερο άρωμα εντέλει της ποιητικής του Κωνσταντίνου Κομιανού. Και πως δηλαδή μπορείς να βροντοφωνάξεις κατάμουτρα την αλήθεια και την ελπίδα σου στην ποικιλοτρόπως συγκεκαλυμμένη υποκρισία μιας γενικευμένης γραφειοκρατίας αν όχι με τους στίχους: «Τερατώδεις ψυχές αλλοτριωμένες απ΄ το σκορβούτο της εξίσωσης που κουρεύει το δικαίωμα των ελευθέρων επιλογών στη ζωή». Και άλλου, «Στους φαύλους διαδρόμους των πιστολέρο ιδεολόγων πρόθυμων να φέρουν την ισότητα και να μοιράσουν τα αγαθά με το μαχαίρι της εκδίκησης και του ρεβανσισμού». Στροφές στο ίδιο παγκόσμιας αξίας και αναφοράς ποίημα, που μπορεί να είναι ή να φαίνονται πληθωρικές στην έκφραση, αλλά και πως δηλαδή να μετατρέψεις την οδύνη σου σε ξεκάθαρο μήνυμα κατά της παράνοιας εν πολλοίς ελεγχόμενης και κατευθυνόμενης .
Την συνέχεια εδώ την αναλαμβάνει η στροφή – προφυλακή του επόμενου ποιήματος. Όπου μπορεί να ζωγραφίζει ολότελα διαφορετικά , ωστόσο ενισχύει-προστατεύει και το προηγούμενο ποίημα ταυτόχρονα ως ουραγός με τα χρώματα που προσφέρει η πολύτιμη εμπειρία-συντριβή του ποιητή: «Μαραθήκαμε στην αναμονή για καλύτερες μέρες / Μονάχα να ΄τανε η πλάνη της μνήμης ουραγός». Εδώ τρεις λέξεις, μαραθήκαμε- αναμονή-ουραγός, διάγουν συγχρόνως σε μόνωση και συνεργασία, ορίζοντας την αποδοχή και την έκκληση. Μια έκκληση-ευχή ως ουμανιστικός ρυθμός. Σκηνοθετεί και σκηνογραφεί ο ποιητής Κομιανός. Θα πρέπει να προσθέσω στα προτερήματα της συλλογής τα εξαιρετικά και σύνθετα ελληνικά με τρόπο που ίσως κουράσει κάποιους αλλά μάλλον δημιουργεί επίγευση ικανοποίησης και ελπίδες για το μέλλον της ελληνικής γλώσσας . Στο επικίνδυνα εχθρικό και απαιτητικό περιβάλλον της εποχής μας τέτοιες προσπάθειες πρέπει να προβάλλονται. Και δεν είναι τυχαίο που το καλό περιοδικό «τό κοράλλι», τεύχος 17-18, αφιέρωσε 3 σελίδες στην ποιητική του Κωνσταντίνου Κομιανού. Εδώ θα βρει ο καλός αναγνώστης και όχι μόνον, 5 εξαιρετικά ανέκδοτα ποιήματα που προσθέτουν κάτι παραπάνω στη δυναμική του ποιητή και επιπλέον η οικονομία σε Γενικές και Επίθετα έχει παίξει το ρόλο της. Ας μην ξεχάσουμε να ευχαριστήσουμε στη δεδομένη περίπτωση τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, αλλά και άλλους εκδότες, που στην ουσία και παρά τις αντίξοες συνθήκες, συγκεντρώνουν γύρω τους και υποστηρίζουν φωνές που επιμένουν. Φωνές που υπόσχονται την εξέλιξη του έγχρωμου, σε μια εποχή όπου το ημίφως της γραφειοκρατικής λογικής εδώ γύρω ενισχύεται, διεισδύει και μολύνει τα πάντα· μα τα πάντα, και μένα τον ίδιο ακόμα, παραφράζοντας εκείνο το σπουδαίο. Ολοκληρώνω με λίγους ακόμη ελλειπτικούς στίχους που εμπεριέχουν την πεμπτουσία της συλλογής… «Κι ας συνυπολογίσουμε ότι πατώ στη γη / Και να που τρύπωσε κείνος ο κοκκινολαίμης / πυρετός του θυμαριού ανάσα που στήριξε / όλη τη συνάφεια να διεκδικώ της έφεσής μου / το δικαίωμα…». Σχεδόν εξοντωτικό προσόν η ειλικρίνεια στην ποίηση όταν ο ποιητής στέκεται αρνητικά ενώπιον των ισχυρών δυνάμεων του συρμού, της ιδεοληψίας, της άγνοιας, της εμμονής, του αντί-ουμανισμού, στη τελική ίσταται με αντιοικονομική αποφασιστικότητα περιοριζόμενος στο ελάχιστο της μέγιστης αλήθειας. Ευχαριστούμε τον ποιητή Κωνσταντίνο Κομιανό για την γενναιότητα της γραφής του σε αντίξοες συνθήκες για το αντικειμενικό, για το αληθές για την συμβολή του στη διάσωση και ενίσχυση μιας σπουδαίας και ξεχασμένης ή έστω παραμελημένης «κίνησης», της Επαλήθευσης. Η μόνη έγκυρη κίνηση τακτικής παρά το πλευρό του Διαλόγου σήμερα. Η Επαλήθευση ελέγχει τον Θρίαμβο και λογαριάζει τη Συντριβή. Η επαλήθευση βρίσκεται μεταξύ των εργαλείων της ποίησης. Είναι εργαλείο ουμανισμού, είναι εργαλείο αθανασίας κατά την ποιότητα της γνώσης, ή όπως σκιτσάρει με ενάργεια ο ποιητής : «Πάλεψε η στάχτη με φωτιά / που θέριευε στην πλάτη της / και νίκησε στο τέλος».
Σταύρος Σταμπόγλης
Αντίκυρα 28 Δεκεμβρίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου