Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Η γυφτοπούλα, Εισαγωγή – επιμέλεια κειμένου – σημειώσεις: Άγγελος Καλογερόπουλος, εκδ. Δόμος, Αθήνα 2021.
Με ιδιαίτερη χαρά διάβασα, για πολλοστή φορά, τη Γυφτοπούλα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Αφορμή το γεγονός ότι την επιμέλεια του κειμένου, τις σημειώσεις που το συνοδεύουν αλλά κυρίως την εισαγωγή έχει κάνει ο Άγγελος Καλογερόπουλος. Ένας ευγενής των γραμμάτων. Ένας σεμνός και γι’ αυτό σημαντικός Δάσκαλος.
Η Αϊμά/Γυφτοπούλα (διάβαζε και αίμα), ως πιθανή θυγατέρα του Γεωργίου Γεμιστού/ Πλήθωνα ή ως πλάσμα δαιμονικό ζει (υιοθετημένη) με μια οικογένεια γύφτων. Διαισθάνεται ότι είναι τέκνο μιας άλλης «γενιάς». Την απασχολεί το θέμα της καταγωγής της. Της καταγωγής μας. Ποια είναι, τίνος, από πού, γιατί… Μια οπτασία υποδηλοί τη μητέρα της (που έχει πεθάνει). «Η οπτασία είναι η Βασιλεύουσα» [1].
Το μυθιστόρημα εξελίσσεται στις παραμονές της Αλώσεως.
Η Γυφτοπούλα, όσο αφορά την καταγωγή, την ανατροφή και την ύπαρξή της είναι γραμμένη υπό τη μορφή διπλού χρονικού, σημειώνει ο επιμελητής στην εισαγωγή του. Το ένα χρονικό θυμίζει λαϊκό συναξάρι. Το δεύτερο «χρονικό» είναι λόγιο [2].
Όμως ο Παπαδιαμάντης «παραθέτει τη δική του εκδοχή» [3] σε σχέση με τον Πλήθωνα και της ηρωίδας του.
Πέραν τούτου στην εισαγωγή του ορίζει τα διττά ζητήματα πάνω στα οποία έχει χτιστεί το μυθιστόρημα Η Γυφτοπούλα (1884). Το ένα είναι η αναβίωση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος ως πλάνη και κατά δεύτερο λόγο, ο ρόλος και το νόημα της λογοτεχνίας [4]. Υπενθυμίζει ότι πριν την πολύφερνη στροφή της Δύσης προς το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, προηγήθηκε μία χιλιετία κατά την οποία αυτή η επιλογή κατέστει η βάση της παιδείας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζάντιο). Η διαφορά είναι ότι το μεν Βυζάντιο μπορούσε να «εκθρέψει» και Πλήθωνες (15ος αι.) σε αντίθεση με τη Δύση και τον κληρικαλισμό που καλλιέργησε τον Μεσαίωνα!
«Η ελληνική αρχαιότητα –σημειώνει με έμφαση ο Άγγελος Καλογερόπουλος– προσλαμβάνεται από το δυτικό κόσμο με τρόπο τέτοιο που να ικανοποιεί τη δική του προοπτική» [5].
Εδώ εξυφαίνεται – ακόμα και στις μέρες μας – μια λεπτή ισορροπία. Τι είναι για μας η Δύση και τι είμαστε εμείς γι’ αυτήν. Τι σημαίνει – και πρέπει να συνεχίζει να σημαίνει – η Καθ’ ημάς Ανατολή!
Πρωταγωνιστική μορφή του μυθιστορήματος είναι ο Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων, τον οποίο ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης χαρακτηρίζει –παρά τις επιφυλάξεις του– «εκ των ολίγιστων, οίτινες είχον συνείδησιν του εθνισμού, και η καρδία του εφλέγετο υπό φιλοπατρίας». Ο Πλήθων ως ιστορικό πρόσωπο, κατά την 2ετή παραμονή του στην Φλωρεντία (Σύνοδος Φερράρας 1438-1439, Περί ενώσεως των εκκλησιών) συνέγραψε το έργο De Differenti με το οποίο διευκρίνιζε την διαφορά του Αριστοτέλη –τη σκέψη του οποίου είχαν υιοθετήσει οι Δυτικοί– από τον Πλάτωνα.
«Ο Γεώργιος Γεμιστός ήμαρτε (αμαρτάνω: αποτυγχάνω, σφάλλω) […] εφαντάσθη ότι ήτο δυνατόν να επανορθώση θεσμούς και ήθη ταφέντα εσαεί και κείμενα υπό την συσωρευμένην σκωριάν του χρόνου [6].
Πάντως, δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας η εύστοχη παρατήρηση του επιμελητή στην εισαγωγή του, ότι δηλαδή ο Παπαδιαμάντης «είναι ο πρώτος που επισημαίνει ότι η ‘αρχαιολατρία’ είναι η οδός που προλειαίνει τον εκλατινισμό…». [7]
Αυτόν που και σήμερα δεν μπορούμε να αφομοιώσουμε!!! Καλώς.
Η εισαγωγή του Άγγελου Καλογερόπουλου μπορεί να εκληφθεί ως μια αντιπαράθεση στη θεωρία της νεωτερικότητας. Μια θεώρηση η οποία, εκλαμβάνοντας τις αγκυλώσεις του νεοφιλελευθερισμού ως νόμους της φύσης, οδηγήθηκε στο αδιέξοδο που την υποχρέωσε να ευαγγελιστεί ακόμα και το «Τέλος της Ιστορίας» [8], αντιπαρερχόμενη ότι πέραν των οικονομικών (διάβαζε τραπεζικών) αξιών υπάρχουν και οι πολιτισμοί. «Η σύγκρουση των πολιτισμών πόλεμος των πολιτισμών» [9]. Μιλάμε για τη νεωτερικότητα «η οποία διαθέτει άφθονη ιδεολογία, όχι όμως και γνωσιολογία του κοινωνικού φαινομένου» [10].
Ο συγγραφέας, πέραν της κοινωνιολογικής προσέγγισης αναλύει το έργο εισάγοντάς μας στις Παπαδιαμάντιες ατραπούς οι οποίες περιλαμβάνουν μια σειρά θέσεων περί τη λογοτεχνία.
– Η συγγραφική τέχνη δεν είναι έκφραση προσωπικών αισθημάτων.
– Ο συγγραφέας πρέπει να σέβεται τους κοινούς τόπους και τον ιδιαίτερο τόνο της εποχής του. [11]
Η αλήθεια δεν κατακτάται –λέει– ως αποτέλεσμα αυθαίρετης ατομικής αναζήτησης, αλλά αποκαλύπτεται με το προσωπικό αγώνα να οικειωθείς τον κοινό τόπο της ανθρώπινης κοινότητας [12]. Με αυτόν τον τρόπο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την έρπουσα κυρίαρχη ιδεολογία των «οργανικών διανοουμένων» που ορίζουν ως κοινότητα την αγελαία ιδιωτικότητα, το άθροισμα δηλαδή των ατόμων που βιώνουν την ιδιωτεία.
Όπως γίνεται σαφές η μεν πρώτη προσέγγιση (Παπαδιαμάντης) πιστεύει στο ανθρωποκεντρικό μοντέλο, το οποίο η Ανατολή ως Ορθοδοξία καλλιέργησε, οι δε δεύτεροι στο προτεσταντικό –τιμωρητικό– ατομοκεντρικό μοντέλο, το οποίο επιδιώκουν να μας επιβάλουν!
Δεν είναι τυχαία η αναφορά του Καλογερόπουλου ότι […]«στη λογοτεχνική ‘θεωρία’ του Παπαδιαμάντη. Η ελευθερία δεν εξαντλείται στη δυνατότητα επιλογής, αλλά ολοκληρώνεται στη γνώση της αλήθειας» [13].
Το ίδιο ισχύει και με την επίκαιρη αναφορά και τη θέση του στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε. «Προφήτης δεν είναι αυτός που προβλέπει το μέλλον, αλλά αυτός που αναγγέλλει το λόγο της αλήθειας» [14] .
Ο Παπαδιαμάντης θέτει με κριτήρια της εποχής του, προβλήματα που όχι μόνο μας απασχολούν σήμερα αλλά και έχουν καταστεί καίρια ως προς τη λειτουργία των αστικών δημοκρατιών.
«Εγώ πάλι συμβαίνει να κυνηγάω με το δίχτυ τον άνεμο, προσπαθώντας να πείσω τους εδώ (Δυτικούς) αφού ποτέ δεν έπεισα τους Ανατολικούς» [15]. (Βησσαρίων).
[Η αναφορά γίνεται και πάλι στη Σύνοδο της Φερράρα (1438/9) –όπου ο Βησσαρίων έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο– και στην οποία ο Πάπας απαιτούσε να αποδεχτούν και να αναγνωρίσουν άπαντες οι Επίσκοποι της Ανατολικής Εκκλησίας το πρωτείο του, όπως και έγινε δια ψηφοφορίας].
Με αφορμή αυτό το γεγονός ο Παπαδιαμάντης θέτει το ερώτημα: «Αλλ’ αντιπροσωπεύουν οι άνδρες εκείνοι τας θρησκευτικάς δοξασίας του ελληνικού λαού ή όχι; Εάν ναι, διατί ο λαός ο ελληνικός δεν απεδέχθη τα υπ’ αυτήν εψηφισμένα;» [16]
Η απάντηση είναι εύκολη αλλά όχι ωφέλιμη, για τούτο στις μέρες μας στόχος των Συνόδων, των Ενώσεων, των Εξουσιών, των Οργανισμών είναι να «αλλάξουν οι λαοί»!
Όσο για τον Βησσαρίωνα ο οποίος όχι μόνο υπέγραψε αλλά και παρέμεινε για να γίνει Καρδινάλιος, ο κυρ-Αλέξανδρος, αφοριστικά δηλοί: «αιρετωτέρα δε είναι αείποτε η έντιμος ευτέλεια της αδόξου και κομώσης (κομάω: υπερηφανεύομαι) πολυτελείας και τρυφής […] [17] Ουδέν πλεονέκτημα δύναται να ισοφαρίση ποτέ το αίσχος του αυτομόλου και του δραπέτου» [18].
«Ο Παπαδιαμάντης – σημειώνει ο Άγγελος Καλογερόπουλος – ούτε κραυγάζει, ούτε αποσιωπά. Απλώς σημαίνει» [19].
«Η οπτική του Παπαδιαμάντη […] με το τραγικό τέλος της Γυφτοπούλας δεν έρχεται να ρίξει την αυλαία του τέλους. Έρχεται να σηκώσει την αυλαία μιας νέας αρχής που θα φέρει στο προσκήνιο την αλήθεια που είναι για «πάντα τα έθνη». Και αυτά τα έθνη αποτελούνται από «πρόσωπα που κατανοούν τον εαυτό τους όσο περισσότερο συνοψίζουν μέσα στην ελευθερία τους τη φανέρωση του Θεού ως αγάπη για τον πλησίον. Και μας καλεί να κοιτάξουμε όχι ένα απέναντι εχθρό αλλά έναν καταπλακωμένο εαυτό» [20].
Το σημείωμα αυτό δεν φιλοδοξεί να θεωρηθεί βιβλιοκριτική. Είναι απλά οι σημειώσεις μου ως αναγνώστης που έλαχε τη χαρά της ανάγνωσης και της διαπίστωσης κοινών προβληματισμών – θέσεων με το συγγραφέα.
Κλείνοντας θα σημειώσω τούτο. Απομονώνω, χωρίς να ακυρώνω τις λοιπές ιδιότητες του Άγγελου Καλογερόπουλου (συγγραφέας, δοκιμιογράφος, λογοτέχνης, μελετητής, ποιητής, ομιλητής) και υπογραμμίζω την ιδιότητα του εκπαιδευτικού. Πρέπει να αισθανόμαστε ευτυχείς για το γεγονός ότι τέτοιοι εκπαιδευτικοί διδάσκουν τα παιδιά μας. Τα μαθαίνουν γράμματα!
Καλή μελέτη του βιβλίου του.
Υ.Γ. Και μερικά σπαράγματα από Αλέξανδρο Αδαμαντίου Εμμανουήλ [21] (Παπαδιαμάντης).
…«καταλείπομεν εις την ιστορικήν κριτικήν, εις ην ουδεμίαν έχομεν εμπιστοσύνην, πάσαν εκτίμησιν των γεγονότων». (ό.π. σελ. 186)
«Οι εθνικοί έλεγον, ότι υπήρχε τύχη και πεπρωμένον. Οι ορθόδοξοι πρεσβεύουσι, ότι υπάρχει πρόγνωσις και προορισμός». Γ. Σχολάριος (ό.π. σελ. 200)
«Ηδύνατο άρα η ευγνωμωσύνη να νικήσει την αγανάκτησιν;». (ό.π. σελ. 344)
«Η γαρ φλόγα του έρωτος είναι πείρα και εικών και τύπος του αιωνίου πυρός της Κολάσεως». (σελ. 400).
❧
Σημειώσεις
1. Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Γυφτοπούλα, Εισαγωγή – επιμέλεια Καλογερόπουλος Άγγελος, εκδόσεις Δόμος, 2021, σελ. 16.
2. Ό.π. σελ. 12-13.
3. Ό.π.
4. Ό.π. σελ. 8-9.
5. Ό.π. σελ. 18.
6. Ό.π. σελ. 185.
7. Ό.π. σελ. 10.
8. Φράνσις Φουκουγιάμα, Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος, μτφρ. Αχιλλέας Φακατσέλης, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 1992.
9. Σάμιουελ Χάντιγκτον, Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο αναχηματισμός της παγκόσμιας τάξης, μτφρ. Σήλια Ριζοθανάση, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2017.
10. Γιώργος Κοντογιώργης, Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος, εκδόσεις Ποιότητα, 2020, σελ. 51.
11. Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Γυφτοπούλα, ό,π, σελ. 21.
12. Ό.π. σελ. 22.
13. Ό.π.
14. Ό.π. σελ. 27.
15. Ό.π. σελ. 157.
16. Ό.π. σελ. 189.
17. Ό.π. σελ. 190
18. Ό.π. σελ. 191.
19. Ό.π. σελ. 14.
20. Ό.π. σελ. 28.
21. Κωστής Παπαγιώργης, Αλέξανδρος Αδαμαντίου Εμμανουήλ, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2002.
⸙⸙⸙
[Ο κ. Δημήτρης Καραγιώργος είναι καθηγητής Υποκριτικής – Θεατρολόγος Τμήματος Θεατρικών Σπουδών Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου