2.4.22

14 ερωτήσεις στην Ιφιγένεια Σιαφάκα



1.                  Ποίηση ή πεζό;

 

Και τα δύο, αν και στις ημέρες μας τα όρια είναι πλέον αρκετά ρευστά, ειδικά με το μικροκείμενο, που παρουσιάζει άνθιση.  Η ποίηση εξυπηρετεί μια στιγμιαία ανάγκη να προσδώσω οντότητα σε κάτι που

με κινητοποιεί, προσπαθώ να συλλάβω υπό ειδικές συνθήκες και επιθυμώ να το αποδώσω με πυκνότητα και ιδιαίτερη αρχιτεκτονική.  Αυτό σημαίνει ότι οδηγός μου στην ποίηση είναι το συναίσθημα. Εκεί πατάει το πρώτο υλικό. Ακόμη και μια ποιητική σύνθεση θα στηριχθεί και θα εμπλουτιστεί με βάση αυτές τις πρώτες σπίθες συναισθηματικού ενδιαφέροντος. Δεν ανήκω στους ποιητές εκείνους που θα πάρουν μια φιλοσοφική θεωρία, επί παραδείγματι, για να τη σχολιάσουν ή να τη συζητήσουν εν περιλήψει σε ποιητική φόρμα. Η όποια γνώση συνυπάρχει με το συναίσθημα, αλλά φιλτραρισμένη και δουλεμένη μέσα από άλλους δρόμους. Η πεζογραφία με εξυπηρετεί πολύ περισσότερο προς την κατεύθυνση των διανοητικών αναπτυγμάτων. Το εύρος της μου δίνει τη δυνατότητα ενός μεγάλου ταξιδιού με καταπληκτικά σκηνικά και εκπλήξεις. Το μυθιστόρημα άλλωστε ως είδος χωράει τα πάντα, ακόμη και την ποίηση. Είναι ένα μεγάλο και εξαιρετικά δύσκολο στοίχημα που απαιτεί πολλή δουλειά, πειθαρχία και τεχνική.

 

2.                  Τι δεν έχετε γράψει ακόμη που θα θέλατε να γράψετε;

 

Έχω ασχοληθεί με αρκετά πράγματα μέχρι στιγμής [ποίηση, διήγημα, μυθιστόρημα, παρωδία, θέατρο, δοκίμιο], και προς το παρόν δεν έχω κάποια επιπλέον επιθυμία. Πάντα, βεβαίως, μια πρωτότυπη μείξη έχει ενδιαφέρον.

 

3.                  Πώς ξεκινάει ένα βιβλίο; Υπάρχει τόπος, χρόνος, πού έρχεται η έμπνευση;

 

Ένα βιβλίο μπορεί να ξεκινήσει κι απ’ τη μέση. Δεν είναι αυτό που βλέπει ο αναγνώστης ως τελικό αποτέλεσμα. Ένα ερέθισμα ή ένα θέμα που απασχολεί τον συγγραφέα μπορεί να δώσει τις πρώτες γραμμές ενός βιβλίου οπουδήποτε και οποιαδήποτε στιγμή, αν αναφερόμαστε στον ιστορικό χρόνο.

 


4.                  Τι είναι η έμπνευση για έναν συγγραφέα;

 

Τίποτε μυθικό ή ρομαντικό. Όπως τρώγοντας ανοίγει η όρεξη, έτσι και γράφοντας έρχεται η έμπνευση – όσο διανοίγεται το ασυνείδητο, τόσο πιο πολλά και απρόβλεπτα πράγματα, συνδέσεις, συνειρμοί έρχονται στην επιφάνεια. Για να γράψεις, οπωσδήποτε, υπάρχει μια ώθηση, κάτι που σε κεντρίζει στιγμιαία [πρόσληψη διά των αισθήσεων/ γεγονός/ συμβάν/ κατάσταση/ μνήμη].  

 

5.                  Αν θα γράφατε ιστορικό μυθιστόρημα, ποια περίοδος θα σας ενδιέφερε;

 

Το ιστορικό μυθιστόρημα ως είδος δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Ούτε διαβάζω ιστορικά μυθιστορήματα ούτε θα έγραφα ποτέ. Μου δίνει την αίσθηση ότι ξαναμαγειρεύω μπαγιάτικο φαγητό. Προσωπικά, επιλέγω βιβλία αμιγώς ιστορικά για την όποια εποχή με ενδιαφέρει. Ωστόσο, πρόσφατα, εκδόθηκε ένα θεατρικό μου έργο στα πλαίσια των 200 χρόνων από την επανάσταση του 1821, που είχε αφορμή την έρευνα του Ρομαντικού Πανεπιστημίου Αθηνών για τους αυτόχειρες του παρελθόντος. Εκεί έδωσα τον αναγκαίο ιστορικό χαρακτήρα του τέλους του 19ου αιώνα στην Ελλάδα, με σαφείς όμως υποσημειώσεις ιστορικής έρευνας, που διαχώριζαν το ιστορικό από το μυθοπλαστικό κομμάτι. Αφενός ήταν το θέμα που πρώτευσε [αυτοχειρία] και δευτερευόντως η μικρή έκταση του έργου.

 

Παίζει ρόλο ο τόπος που γεννήθηκε κανείς;

 

Ο τόπος είναι ένα σημείο αναφοράς. Η ταυτότητά μας σχετίζεται και με τον τόπο στον οποίο γεννηθήκαμε [ζήσαμε], καθώς είναι ένα πρώτο εισιτήριο για τον κόσμο. Είναι διαφορετικό να γεννηθείς σε μια χώρα του Τρίτου Κόσμου και διαφορετικό να γεννηθείς στη Γερμανία ή στο Νεπάλ.  Το πώς θα επανατοποθετηθούμε απέναντι σε αυτόν, όταν ωριμάσουμε, είναι προσωπική επιλογή και δεν εντάσσεται σε στερεοτυπικές γενικεύσεις.

 

6.                  Επινοείτε χαρακτήρες για τα βιβλία σας ή κάπου σκιαγραφείτε τον εαυτό σας ή κάποιον γνωστό, φίλο;

 

Τα βιβλία μου είναι προϊόντα αμιγούς μυθοπλασίας. Δεν γνωρίζω κανέναν από τους ήρωές μου. Σε κάθε βιβλίο, από την άλλη πλευρά, ασφαλώς και υπάρχει ο συγγραφέας, μόνον και μόνον από την οπτική γωνία που έχει επιλέξει να παρουσιάσει τον κόσμο του αλλά και από τη γνώση που έχει για τον εαυτό του, ώστε να μπορέσει με βάση την ενσυναίσθηση να σκιαγραφήσει τους χαρακτήρες του.

 

7.                  Το λοκ ντάουν, και γενικά όλη η παράξενη κατάσταση που βιώνουμε πώς σας επηρέασε; Ήταν σημείο αναστοχασμού για τον ψυχισμό σας, για τις σχέσεις σας με άλλους ανθρώπους;

 

Οι υπαρξιακές αναζητήσεις είχαν την ευτυχία ή την ατυχία να με συναντήσουν σε νεανική ηλικία, επομένως δεν ένιωσα ούτε να αποδομούμαι ψυχικά ούτε να κάνω κρίσεις πανικού λόγω των περιορισμών που επιβλήθηκαν.  Το να είσαι αναγκασμένος να μείνεις με τον εαυτό σου, μακριά από τις ασχολίες/εξόδους που σε κρατούν σε εγρήγορση, και να αναμετρηθείς με τις σκιές και τα φαντάσματά σου είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να είσαι συγγραφέας. Από την άλλη πλευρά,  φυσικό ήταν όλη αυτή η κατάσταση να δημιουργήσει και θυμό και εκνευρισμό, διότι προέκυψαν και καθαρά πρακτικές δυσκολίες.

 

8.                  Υπήρξε κάτι, κάποιος που στάθηκε αποκούμπι αυτή τη δύσκολη περίοδο;

 

Πέραν των ασχολιών που σχετίζονται με τη συγγραφή, συνέβη να συναντήσω ένα αδέσποτο γατάκι την εποχή εκείνη.

 

9.                  Θα γράφατε ποτέ με ψευδώνυμο;  Το έχετε κάνει;

 

Προσωπικά, δίνω κείμενα και στο περιοδικό ΑΝΩΝΥΜΩΣ των εκδόσεων bibliothèque. Δημοσιεύονται δηλαδή ανώνυμα. Το βρίσκω πάρα πολύ διασκεδαστικό αυτό, διότι σπάζει την όποια προκατάληψη ή προηγούμενο μπορεί να δημιουργεί  το όνομα του δημιουργού και μένει, εν τέλει, ως τέτοιο στο κέντρο του ενδιαφέροντος το ίδιο το κείμενο. Αυτό δηλαδή που είναι και το ζητούμενο ως παράγωγο.  Με ψευδώνυμο δεν έχω λόγους να γράψω. Ωστόσο, στο περιοδικό diP generation που επιμελούμαι, υπάρχει κι ένα ένθετο που έχει χαρακτήρα κωμικό και σατιρικό [Η Ζαρντινιέρα]. Εκεί έχουμε γράψει κι εγώ και οι συνεργάτες μου με ψευδώνυμα, προσποιούμενοι χαρακτήρες τους οποίους σατιρίζουμε.

 

10.              Το γράψιμο θεωρείτε πως είναι για λίγους; Όλοι μπορούν να γράψουν;

 

Γράψιμο είναι ένα σύνθημα στον τοίχο, η λίστα του σούπερ μάρκετ, η αφιέρωση σε μια κάρτα, το γράμμα σ’ έναν φίλο μας, το ημερολόγιό μας, ένα άρθρο σε μια εφημερίδα, ένα ποίημα, ένα μυθιστόρημα.  Η κλίμακα της γραφής είναι ευρεία.  Όχι μόνον όλοι μπορούν να γράψουν, εάν θελήσουν, αλλά και όλοι έχουν το δικαίωμα να γράψουν. Θα ήταν όμως εντελώς γραφικό να ισχυριστώ, προσωπικά, ότι το γεγονός πως χορεύω τσάμικο συνιστά και δείκτη ικανότητας για να απαιτήσω να προσληφθώ κι ως μπαλαρίνα στα Μπολσόι. Το χρηστικό ή το αμιγώς ψυχοθεραπευτικό/ διασκεδαστικό δεν ταυτίζεται με το έντεχνο. Στην Τέχνη υπάρχουν περιορισμοί, τεχνικές και εργασία διαφορετικού τύπου.

 

11.              Υπήρξε κάποιο συμβάν στη ζωή σας το οποίο έχετε μεταφέρει και σε βιβλίο σας;

 

Δεν υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία στα βιβλία μου.

 

12.              Τι οραματίζεστε για το μέλλον του βιβλίου στην Ελλάδα; Υπάρχει μέλλον;

 

Το βιβλίο στην Ελλάδα είναι ήδη παρελθόν, υπό την έννοια ότι ήδη πολλοί εκδοτικοί έχουν τεράστια χρέη ή δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της αγοράς, και έχουν εγκαταλείψει τον παραδοσιακό ρόλο του εκδότη, που σημαίνει ότι δεν αναλαμβάνουν και δεν στηρίζουν την έκδοση ενός βιβλίου. Ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό βιβλίων που κυκλοφορούν εκδίδονται με τη συνδρομή του συγγραφέα. Μέσα στην κρίση αυτή έχουν ξεφυτρώσει και μικροεκδότες-μαγαζιά που λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο. Προφανώς, όσο οι συγγραφείς χρηματοδοτούν τα βιβλία τους με τον οποιονδήποτε τρόπο [προπληρωμή, αγορά αντιτύπων, ανταλλαγή υπηρεσιών] τόσο θα εμφανίζονται βιβλία στην αγορά, και θα έχουμε την εντύπωση ότι ο Έλληνας είναι ένας μεγάλος αναγνώστης που αποζητά την έκδοση των χιλιάδων βιβλίων, εξ ου και ο ιλιγγιώδης ετήσιος αριθμός τους. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει αναγνωστικό κοινό, ότι δεν υπάρχουν πωλήσεις και ότι ο συγγραφέας θέλει επιτακτικά να διαβαστεί, κι έτσι αυτοεπιβάλλεται επί πληρωμή στον φαντασιακό του αναγνώστη.  Όσον αφορά την ποιότητα, το εύπεπτο και το αναλώσιμο είναι βασικό κριτήριο της παραγωγής εκδοτών που επιθυμούν να μη χάσουν τα χρήματά τους. Τα long-sellers είναι μια διαφορετική κατηγορία βιβλίου στην οποία οι εκδότες επενδύουν ευκολότερα, γιατί δεν απαιτούν προώθηση, καθώς είναι ήδη γνωστά. Μες στον σωρό, ο ενημερωμένος αναγνώστης μπορεί, βεβαίως, να διακρίνει και το ποιοτικό βιβλίο. Στο άμεσο μέλλον, δεν βλέπω να εγκαταλείπεται η ανάγκη για το βιβλίο σε χαρτί. Δεν είμαι καθόλου σίγουρη για το τι θα συμβεί όμως, επί παραδείγματι, ύστερα από 70 χρόνια, αν και έρευνες δείχνουν ότι η κατανόηση του κειμένου στην οθόνη δεν είναι καθόλου επαρκής.

 

13.              Ετοιμάζετε κάτι αυτόν τον καιρό;

 

Στα συρτάρια πάντα υπάρχουν πράγματα που κλωτσάνε για να βγουν προς τα έξω.

 

Σας ευχαριστώ

 

 

Η Ιφιγένεια Σιαφάκα γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το τμήμα Κλασικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, και έκτοτε έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός, κειμενογράφος, μεταφράστρια και επιμελήτρια εκδόσεων. Έχει ασχοληθεί με το θέατρο και τη γραφιστική. Από τις εκδόσεις «Γρηγόρη» κυκλοφορούν βιβλία απευθυνόμενα σε σπουδαστές και εκπαιδευτικούς. Έχει εκδώσει επίσης: Μια ματιά στη νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία (Γρηγόρης, 2000, δοκίμια), Το τραγούδι του λύγκα (Γρηγόρης, 2011, μυθιστόρημα), Το πλεκτό και άλλες πλεκτάνες, αφηΓηματα αναΔρομων πΛεξεων (ΑrsPoetica, 2013), Μετάlipsi (Γρηγόρης, 2015, ποίηση σε πρόζα), Λευκό από χθες (Σμίλη, 2017, μυθιστόρημα),  Σκαντζόχοιρος με παπιγιόν (Σμίλη, 2019, ποίηση σε πέντε πράξεις και αυλαία), Με πίστιν και ζήλον, (Δρόμων 2022, θέατρο). Από το 2016 επιμελείται την περιοδική ανθολογία πεζού και ποιητικού λόγου diP generation.  Άρθρα, κριτικές και αποσπάσματα δημιουργικής γραφής έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και συνεχίζουν να δημοσιεύονται έως σήμερα. Ζει στις Βρυξέλλες. Ιστοσελίδα: Ενύπνια ψιχίων – ifigeneiasiafaka.com

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: