28.4.22

14 ερωτήσεις στην Ευτυχία - Αλεξάνδρα Λουκίδου

 


1.Ποίηση ή πεζό;

 

Ποίηση, οπωσδήποτε, γιατί κατέχει τα προσχέδια μιας αλήθειας για εμάς και τον κόσμο που σίγουρα μας διαφεύγει.

Δεν συνθηκολογεί με την πραγματικότητα επαναδιατυπώνοντάς την ως έχει αλλά φέρνει νέα από το άγνωστο προσπερνώντας το στάδιο του αφιλτράριστου και αμεταβόλιστου βιώματος καθώς και εκείνη την ανακλαστική αποτύπωση της πραγματικότητας. Είναι άλλωστε τόσο αφόρητα πραγματική που

κάθε επανάληψή της προκαλεί ανία.

Ποίηση, γιατί οργανώνει έναν λόγο όχημα που δεν εξαντλείται στις ευφάνταστες μεταφορές αλλά αποβλέπει στην ίδια τη μεταφορά μας σε ένα σύμπαν που περιέχει το παρελθόν και το μέλλον σε μια ιδιότυπη συνθήκη αχρονίας.

Ποίηση, γιατί εγκαινιάζει μια νέα γλώσσα, μια άλλη γλώσσα που συνδέει τα διεστώτα.

 

2.Τι δεν έχετε γράψει ακόμη που θα θέλατε να γράψετε;

 

Θα με ενδιέφερε ένας θεατρικός μονόλογος.

Ενώ φαινομενικά υπάρχει ένα συγκεκριμένο όριο χρόνου που απαιτείται για την αφήγηση και ενώ εμφανίζεται μόνο ένα πρόσωπο στο σανίδι, εντούτοις η δύναμη του συνειρμικού λόγου επιτρέπει το ανέβασμα στη σκηνή προσώπων αόρατων μα υπαρκτών, χρόνων και περιστατικών μέσα από μια διαδικασία παραληρηματική που ενέχει ποιητικότητα και βάθος καθώς εξορύσσονται σταδιακά όνειρα και γεγονότα, πόθοι και διαψεύσεις που διαχειρίζονται όλα το τραύμα της γέννησης.

 

3. Πώς ξεκινάει ένα βιβλίο; Υπάρχει τόπος, χρόνος που έρχεται η έμπνευση;

 

Ένα βιβλίο είναι ήδη γραμμένο πολύ προτού ξεκινήσει η συγγραφή του.

Μένει σε εμάς η εσωτερική διαθεσιμότητά μας, η ευθυγράμμισή μας προκειμένου μέσα από την είσοδό μας στον χώρο της σιωπής να συντονιστούμε με τον Λόγο.

Η γλώσσα διαθέτει κώδικες συγκεκριμένους και προϋποθέτει έναν εαυτό γυμνωμένο και έτοιμο να αιφνιδιαστεί.

Η σιωπή είναι εκείνη που βάζει στην άκρη τον θόρυβο του νου και των πεπραγμένων που ζητούν επιτακτικά την καταγραφή τους και ανοίγεται με εμπιστοσύνη στο άγνωστο που έχει αποφασίσει να μας αιφνιδιάσει.

Όσον αφορά στον τόπο και στον χρόνο της  έμπνευσης θα έλεγα ότι ο τόπος είναι χρόνος προορισμένος μόνο για την επιστροφή.

Ως εκ τούτου, ο τόπος είναι ο χρόνος της σιωπής και της απόφασής μας να υποχωρήσει το «εγώ» που επιμένει να θέλει να δώσει ρεπορτάζ από τα βιώματά του.  Δεν υπάρχει λοιπόν τόπος αλλά υπάρχει χρόνος και αυτός είναι μια συνθήκη κατά την οποία αφουγκράζεσαι το ανοίκειο ή το επιμελημένα κρυμμένο ακόμα και από τον ίδιο σου τον εαυτό.

 

4. Τι είναι η έμπνευση για έναν συγγραφέα;

 

Η ίδια η λέξη εμπεριέχει την απάντηση. Είναι η απόφασή μας να επιτρέψουμε να φυσήξει εντός μας η άλλη πνοή «… και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γέν. β΄7).

Είναι η στιγμή που αφήνεται να φυσήξει μέσα μας ένα αεράκι αιωνιότητας που φέρνει νέα από περιοχές άγνωστες και αχαρτογράφητες.

Όταν λέω «αφήνεται», εννοώ την υποχώρηση των αντιστάσεων, προκειμένου να επισυμβεί η επερχόμενη «αλλοίωση» μέσα από μια έντιμη σχέση με τη γλώσσα.

Οπωσδήποτε, στη συνέχεια έρχεται η δόμηση και η επεξεργασία, η αρχιτεκτονική δηλαδή επίβλεψη.

Ο αιφνιδιασμός και η συγκίνηση ωστόσο πρέπει να αποτελούν το ζητούμενο για τον ίδιο τον δημιουργό πρωτίστως και κατ’ επέκταση για τον αναγνώστη.

 

5. Αν θα γράφατε ιστορικό μυθιστόρημα, ποια περίοδος θα σας ενδιέφερε;

 

Δεν θα έγραφα ιστορικό μυθιστόρημα.

 

6. Παίζει ρόλο ο τόπος που γεννήθηκε κανείς;

 

Ο τόπος λειτουργούσε για μένα πάντα ως αφήγηση. Αιώρηση πάνω από το άλλοτε των άλλων, πάνω από το πριν το δικό μου − όταν οι γονείς μου απελαθέντες από την Πόλη με τα Γεγονότα του ’64 κατέφυγαν στη Γερμανία, όπου ένα χρόνο μετά γεννήθηκα − αλλά και αιώρηση πάνω από τη «Σελανίκ», πόλη υποδοχής μας 9 μήνες μετά την παραμονή μου στην αλλοδαπή.

Τρεις τόποι - χρόνοι συνόδευαν τη γέννησή μου. Ένας παρελθοντικός αόρατος, το Kadıköy, ένας μεταιχμιακός και έωλος, μέσα στην αθεμελίωτη προοπτική του, το Μόναχο, και ένας άλλος, η Θεσσαλονίκη, που σκόπευε να με αναθρέψει εμβολιάζοντάς με ωστόσο με την αίσθηση κάποιας προσωρινότητας διαρκείας.

Ο τόπος ως πέρασμα και μνήμη καθώς και η μελαγχολική ατμόσφαιρα του ομιχλώδους Θερμαϊκού έδρασαν σαν αυτοδοκιμασία στην αγωνία του οντολογικού μου προσδιορισμού.

 

7. Επινοείτε χαρακτήρες για τα βιβλία σας ή κάπου σκιαγραφείτε τον εαυτό σας ή κάποιον γνωστό, φίλο;

 

Στην ποίηση δεν είναι αναγκαία η επινόηση χαρακτήρων, ωστόσο ένας συγκερασμός εμπειριών και βιωμάτων φέρει τον απόηχό του και μέσα στον ατμό του κρύβονται πολλά: εμείς, οι άλλοι, το άλλο. Ακριβώς επειδή πιστεύω στη διαμεσολαβητική λειτουργία του ποιητή καθώς και στον γόνιμο μεταβολισμό των προσωπικών βιωμάτων θεωρώ ότι όλα όσα αναφέρετε συνυπάρχουν εν είδει ταπετσαρίας σε τοίχο δωματίου στο οποίο δωμάτιο όμως διαδραματίζεται μια άλλη πιο ουσιαστική παράσταση.

 

8. Το λοκ ντάουν, και γενικά όλη η παράξενη κατάσταση που βιώνουμε πώς σας επηρέασε; Ήταν σημείο αναστοχασμού για τον ψυχισμό σας, για τις σχέσεις σας με άλλους ανθρώπους;

 

Δεν άλλαξε δραματικά η καθημερινότητά μου εκτός από τα ταξίδια μου στην Κύπρο για τα εργαστήρια δημιουργικής γραφής που αναβλήθηκαν. Οι συναντήσεις μας όμως εξακολούθησαν να γίνονται διαδικτυακά. Κατά τα άλλα, συνέχισα να γράφω και να διαβάζω, αυξήθηκαν οι ώρες παραμονής μου στην οθόνη του υπολογιστή, όπως άλλωστε όλων μας, και το σούπερ μάρκετ μετατράπηκε σε εξωτικό προορισμό. Προσπαθούσα να παρατηρώ όσα έχω και να συνδέομαι με ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης και αναμονής.

Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας θα έλεγα ότι όλη αυτή η δυστοπία και βέβαια η συνειδητοποίηση πως ανά πάσα στιγμή όλα μπορούν ακαριαία να ανατραπούν και μάλιστα για όλη την ανθρωπότητα ίσως μετριάσει κάπως την αλαζονική νοοτροπία που μας διακατείχε κάνοντάς μας να πιστεύουμε ότι κινούμε εμείς τα νήματα της ζωής μας.

Ο κλονισμός των βεβαιοτήτων ίσως κάνει τα πατήματά μας πιο σταθερά.

 

9. Υπήρξε κάτι, κάποιος που στάθηκε αποκούμπι αυτή τη δύσκολη περίοδο;

 

Η οικογένειά μου, οι φίλοι μου και βέβαια η γραφή.

 

10. Θα γράφατε ποτέ με ψευδώνυμο;  Το έχετε κάνει;

 

Πολύ παλιά, όταν έπρεπε με ψευδώνυμο να συμμετέχω σε ποιητικούς διαγωνισμούς. Ένα που θυμάμαι είναι η «Ποδηλάτισσα» και έχει ενδιαφέρον, γιατί δεν προέρχεται από τον Ελύτη ούτε από την «ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου» του Εμπειρίκου αλλά από το γεγονός ότι δεν ξέρω ποδήλατο.

 

11. Το γράψιμο θεωρείτε πως είναι για λίγους; Όλοι μπορούν να γράψουν;

 

Όλοι έχουν πρόσβαση στην Παιδεία, στη Λογοτεχνία, στην Τέχνη, όλοι έχουν συνειδητοποιήσει τη θνητότητα άρα όλοι θα έπρεπε να αναζητούν την αλήθεια για την ύπαρξη μέσα από τη γλώσσα. Υπό αυτό το πρίσμα και αυτές τις προϋποθέσεις ναι θα μπορούσαν όλοι να γράψουν.

 

12. Υπήρξε κάποιο συμβάν στη ζωή σας το οποίο έχετε μεταφέρει και σε βιβλίο σας;

 

Η συλλογή «Όροφος μείον ένα» είναι αφιερωμένη στον πατέρα μου και στην περιπέτεια υγείας του που οδήγησε στον θάνατό του.

 


13. Τι οραματίζεστε για το μέλλον του βιβλίου στην Ελλάδα; Υπάρχει μέλλον;

 

Η νέα γενιά, δεν είναι επαρκώς διαβασμένη, με την έννοια της επαφής της με παλαιότερους αλλά και σύγχρονους ποιητές και συγγραφείς.

Η εισβολή της εικόνας και η προσήλωση στο διαδίκτυο κάνουν το διάβασμα να φαντάζει ως ιδιαίτερα αργή και χρονοβόρα διαδικασία.

Αναμφισβήτητα, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, εκείνοι που ευτύχησαν να συναντήσουν εμπνευσμένους δασκάλους ή προέρχονται από οικογένειες που βάζουν το βιβλίο στην καθημερινότητά τους.

Τελευταία, έχει κάνει την εμφάνισή του και το ηλεκτρονικό βιβλίο.

Μακάρι να στραφούν κάποιοι έστω και έτσι στη λογοτεχνία.

Αρκεί βέβαια προηγουμένως να έχει αναπτυχθεί το αισθητήριο που θα οδηγήσει στη διάκριση της γνήσιας λογοτεχνίας από τις εύπεπτες ευκολίες.

Νομίζω ότι η αποθέωση του αποσπασματικού και του τεμαχισμένου που προωθείται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει διαρρήξει τη σχέση με το βιβλίο.

Το διάβασμα όπως και η γραφή είναι αγώνισμα εσωτερικού χώρου. Θέλει περίσκεψη και σιωπή, σοβαρότητα και δέος. Η ταχύτητα και η προχειρότητα αντενδείκνυνται στη δίαιτα του νου και της ψυχής.

 

14. Ετοιμάζετε κάτι αυτόν τον καιρό;

 

Είναι υπό έκδοση η νέα μου ποιητική συλλογή, καθώς και ο δεύτερος τόμος δοκιμίων μου για την ποίηση το «Πέραν της γραφής II».

 

Σας ευχαριστώ

 

Εγώ σας ευχαριστώ για την ευκαιρία της συνομιλίας και βέβαια για τη φιλοξενία σας!


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

 

Η Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου γεννήθηκε στο Μόναχο, κατάγεται από την Κωνσταντινούπολη και ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε στη Φιλοσοφική σχολή του Α.Π.Θ. Διδάσκει Δημιουργική Γραφή στη Θεσσαλονίκη και στην Κύπρο.

Παράλληλα με την ποίηση ασχολείται με το δοκίμιο, με δημοσιεύσεις σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους.

Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές:

Λυπημένες μαργαρίτες (εκδ. Εγνατία, 1986), Το τρίπτυχο του φέγγους (1993), Εν τη ρύμη του νόστου (εκδ. Αρμός, 1999), Ν’ ανθίζουμε ως το τίποτα (εκδ. Καστανιώτη, 2004), Όροφος μείον ένα (εκδ. Καστανιώτη, 2008, β΄ έκδ. 2009), Το επιδόρπιο (εκδ. Κέδρος, 2012, γ΄ έκδ. 2013). Το επιδόρπιο ήταν υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο.

Αφόρετα θαύματα (εκδ. Κέδρος, 2017)

Έχει επίσης εκδώσει τα μελετήματα:

1.«Εν αναμονή» (Συμμετοχή στον συλλογικό τόμο Ακροατής Οριζόντων Προσεγγίσεις στην ποίηση του Ορέστη Αλεξάκη), (εκδ. Γαβριηλίδης, 2004)

2. Συρραπτική του Προσώπου - Επίσκεψη στην ποίηση του Ορέστη Αλεξάκη (εκδ. Νέος Αστρολάβος / Ευθύνη, 2012)

3. Πέραν της γραφής - Δοκίμια για την ποίηση (εκδ. Κέδρος, 2015)

4. Στους πίσω κήπους μίας λέξης, δοκίμια κριτικής, (εκδ. Ρώμη, 2020).

 

Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά, αλβανικά, βουλγαρικά και περιέχονται σε ελληνικές και ξένες ανθολογίες.            

Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης, όπου διετέλεσε Γεν. Γραμματέας, και του Κύκλου Ποιητών.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: