Σε πρώτο πρόσωπο η αφήγηση σε κάνει να σκεφτείς πως όσα γράφονται είναι μια αυτοβιογραφική κατάθεση, καθώς ούτε ελάχιστη μυθοπλασία δεν προδίδεται κάτω από όσα με ευθύβολο και ειλικρινή τρόπο μαζεύονται στις ιστορίες του Δενδρινού. Προσωπική πορεία, λοιπόν; Γνωρίζουμε πως ό,τι γράφεται έχει έτσι κι αλλιώς τη σφραγίδα των βιωμάτων του συγγραφέα -είτε αυτό δηλώνεται καθαρά είτε υποκρύπτεται εύστοχα- χωρίς να μπορεί να ξεφύγει από την αποτύπωση των εικόνων και των μορφών που καθορίζουν τη γραφή του. Ωστόσο, είναι πάντα ένα ερώτημα το κατά πόσο παρεισφρέουν μέσα στις πραγματικές παραστάσεις εκείνα τα στοιχεία που μυθοπλαστικά αλλοιώνουν κάπως την αλήθεια τους. Κακό αυτό; Όχι, καθόλου. Ίσα ίσα θα λέγαμε πως κάπως έτσι γεννιέται η λογοτεχνία στις πιο ενδιαφέρουσες μορφές της. Μια λογοτεχνία ιαματική, ψυχοθεραπευτική, που γράφει και ξαναγράφει τις μνήμες της και γράφοντας διορθώνει και αναπλάθει τις αποθηκευμένες εικόνες, τα πρόσωπα, τις σκέψεις. Σούρουπο και ανατολή. Κάθε φορά που το ίδιο φως αχνοφαίνεται στον ορίζοντα, λίγο πριν τη δύση, τότε συγκεντρώνομαι να κοιτάξω ξανά τα γραπτά μέσα στον καπνό των τσιγάρων και των ήχων του δρόμου. Χρόνια τώρα αυτό κάνω: διορθώνοντας ολοένα τα χαρτιά, νομίζω πως βελτιώνω συγχρόνως τον εαυτό μου. Αυτό το καθήκον έχω, μαζί μ’ εκείνο του παρατηρητή, που νομίζει πως αντικρίζει για πρώτη φορά μέρη και ανθρώπους. Μου αρέσει η ματιά του Γεράσιμου Δενδρινού, έτσι όπως κυκλώνει τα οικεία τοπία, αγκαλιάζει τις αγαπημένες φιγούρες, ανατρέχει ως μνήμη τις παλιές περιπλανήσεις του και, όπως ομολογεί, η εικόνα μοιάζει να είναι πρωτόγνωρη. Η Ελευσίνα, ο Σκαραμαγκάς, ο Ασπρόπυργος, οι σχολικές αίθουσες, ο χώρος των εκδόσεων, η Κωνσταντινούπολη, τα παιδικά χρόνια στη Μάνδρα στις δύο τελευταίες ιστορίες. Όλα αληθινά μα και ξανακοιταγμένα με τη νέα οπτική που χαρίζει η χρονική απομάκρυνση. Και όλα γραμμένα με μια ποιητική στο βάθος της γλώσσα που συμβαδίζει με τον μελαγχολικό τόνο της φωνής που αφηγείται – μας θυμίζει άλλωστε και ο ίδιος την ουσία της ποιητικής γραφής: Ο καθένας γίνεται ποιητής όταν βουρκώνει. Μια γραφή που πλησιάζει τα Πεζογραφήματα του Γιώργου Ιωάννου. Περιπλάνηση σε τόπους, πάνω σε λιθόστρωτα της μνήμης, και ταυτόχρονα ο στοχασμός που ξεφεύγει από τον χώρο (που ήταν η αφορμή του) για να κινηθεί πλέον σε ευρύτερα τοπία – εκεί είναι που εισέρχεται και ο αναγνώστης του Δενδρινού στις δικές του αφορμές και στις δικές του σκέψεις. Και τότε η λογοτεχνία κερδίζει το στοίχημα της ανάγνωσης; Η μέθεξη είναι γεγονός; Στη μοναξιά της γραφής ακουμπά ο συγγραφέας. Δεν γίνεται αλλιώς. Μα από την άλλη, δέστε πώς οι λέξεις (θρασύτατες και αυτόνομες) πάνε και βρίσκουν τη μοναξιά της ανάγνωσης. Θα το λέγαμε μέθεξη. Ωστόσο, η ιαματική λειτουργία τους αφορά κάθε φορά μοναχικά τον καθένα. Τον συγγραφέα. Τον αναγνώστη. Έτσι ως χωριστές οντότητες, που ενίοτε έχουν την αυταπάτη πως συναντήθηκαν. Στην ουσία ο κάθε αναγνώστης εισχωρεί στη γραφή μέσα από τα δικά του βιώματα και «διαβάζει» τα λόγια του συγγραφέα με τη δική του προσωπική γλώσσα κατανόησης. Όσο πιο προσωπική η γραφή (όπως εδώ) τόσο πιο ιδιωτικό δρόμο θα βρει ο αποδέκτης της προκειμένου να την αποκρυπτογραφήσει με τους δικούς του κώδικες. Επιλέγω ένα μικρό απόσπασμα από την τελευταία ιστορία του βιβλίου, γιατί συμπυκνώνει όλα τα παραπάνω. Τη γραφή που περιπλανάται στον χώρο, που μιλά με την προσωπική ματιά, που σχολιάζει αναπτύσσοντας την εικόνα που αποτύπωσε σε πολλά επίπεδα ερμηνείας, που εκχυλίζει από μέσα της αυθεντικός ποιητικός λόγος, μια γραφή που θα επιθυμούσε τη μέθεξη με τον αναγνώστη/παρατηρητή των αλλοιώσεων του τοπίου, της απομόνωσης, της απόγνωσης, της μοναξιάς και του άφευκτου τέλους: Στράφηκα και κοίταξα πέρα μακριά. Το Θριάσιο Πεδίο, ίσαμε κάτω την πόλη της Ελευσίνας, άχνιζε από τη ζέστη του μεσημεριού. Η θάλασσα του Σκαραμαγκά, το νεκροταφείο των πλοίων στον κόλπο με τ’ αχρηστεμένα εδώ και χρόνια γκαζάδικα, καθώς και μια πλαγιά της Σαλαμίνας, ρημαγμένη απ’ τ’ αυθαίρετα και την παράνομη υλοτομία, φαίνονταν ολοκάθαρα, ενώ στην ταράτσα του απέναντι σπιτιού μια μεγάλη πετσέτα μπάνιου μόλις που κρεμόταν από το ένα μανταλάκι πάνω στο χαλαρό σύρμα, κι όπου να ’ταν θα την έπαιρνε ο αέρας. Τα «Βήματα σε λιθόστρωτο» του Γεράσιμου Δενδρινού διαβάζονται πέρα από αναλύσεις φιλολογικές, πέρα από παρατηρήσεις επί της Θεωρίας της Λογοτεχνίας. Διαβάζονται προσωπικά. Έτσι όπως γράφτηκαν.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου