Στα παιδιά, Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι, μετάφραση-απόδοση-σημειώσεις: Κωνσταντίνα Λύγκουρη – Νίκος Γαλάνης, Εκδόσεις ΕΝάΝΤΙΑ
Είναι σαφές
το ξέρει κι ο σκαντζόχοιρος –
πως είν’ ο Πέτια
μπουρζουάς ολόκληρος.
(…)
Ο ύμνος των πουλιών νηφάλιος,
τραγουδούσαν:
«Ο Σίμα – προλετάριος!»
Το εύρος, η δύναμη, το εκτόπισμα της ποιητικής φωνής, καθώς και η δημοφιλία του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι παραμένουν αναλλοίωτα στο χρόνο, σχεδόν έναν αιώνα πλέον μετά την αυτοκτονία του. Σύμβολο και κήρυκας των ιδεολογημάτων της Οκτωβριανής Επανάστασης για τους «ορθόδοξους» του μαρξισμού – λενινισμού, θύμα της σταδιακής μεταστροφής της ΕΣΣΔ από το σταλινικό καθεστώς για τους πιο αναθεωρητές, πρωτοπόρος του λόγου που έδωσε τη ζωή του για μια αποτυχημένη ουτοπία για αρκετούς από τους υπόλοιπους: όποια και να είναι η αφετηρία του καθενός, η περίπτωση Μαγιακόφσκι διατηρεί σταθερούς πάνω της τους φακούς του ενδιαφέροντος. Αντί, ωστόσο, για την προβολή πάνω στο έργο του κάθε λογής επικαιρικών ιδεολογημάτων που καταλήγουν να το παραμορφώνουν έτσι ώστε να χωρέσει στο εκάστοτε έτοιμο «προκρούστειο» σχήμα, είναι εντέλει σημαντικό να προσεγγίσει κανείς το έργο του Μαγιακόφσκι στα δεδομένα τόσο της εποχής του όσο και της στόχευσης του ίδιου του δημιουργού.
Η μεγαλύτερη ενδεχομένως παρανόηση ως προς το έργο του Μαγιακόφσκι στα ελληνικά δεδομένα, με ξεκάθαρη την ευθύνη του μοντερνιστικού ποιητικού στρατοπέδου, έχει να κάνει με την ίδια τη μορφή του. Ο Ρώσος ποιητής, απόλυτη αντανάκλαση της καλλιτεχνικής νεωτερικότητας για πολλούς, στην πραγματικότητα ουδέποτε έπαψε να χρησιμοποιεί και να τηρεί το μέτρο και τη ρίμα, την «κανονική» ρυθμικότητα και στιχουργία, ακόμα κι όταν πειραματιζόταν με τη διάταξη των στίχων, την οπτική τους αποτύπωση καθώς και με τις πιο ελευθερωμένες μορφές τους. Αξιοποιώντας το δυναμικό αέρα της εποχής της ρωσικής πρωτοπορίας ως προς την αλλαγή της θεματολογίας, της εικονοποιίας, της εστίασης και του λεκτικού του ποιητικού λόγου, αλλά ταυτόχρονα πατώντας σταθερά και ξεκάθαρα στην παράδοση δίχως να προβαίνει σε ριζικές και ατελέσφορες τομές, ο ποιητής οδήγησε ομαλότατα την τέχνη του ένα βήμα παραπέρα, απέχοντας τόσο από το μετέπειτα κλειστό ζντανοφικό πρότυπο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού όσο κι από τις ακαλαίσθητες υπερνεωτερικές ακρότητες των απολήξεων του κινήματος της πρωτοπορίας.
Με τις περισσότερες ως τώρα ελληνικές μεταφράσεις του έργου του να μεταφράζουν εσφαλμένα –ή και συνειδητά- το στίχο του ως ελεύθερο, το σταθερότερο σημείο αναφοράς κι αντίβαρο στην ιστορική ανακρίβεια υπήρξε η παλαιότερη μετάφραση του Γιάννη Ρίτσου, ο οποίος, εξάλλου, έχει υπάρξει εξίσου έμμετρος και ελευθερόστιχος. Τα τελευταία, ωστόσο, χρόνια, με το κίνημα της νεότερης έμμετρης ποίησης να βλασταίνει τις περασμένες δεκαετίες, η κατάσταση φαίνεται σταδιακά να αλλάζει και ο Μαγιακόφσκι να τοποθετείται στην πραγματική του θέση. Οι εξαιρετικές μεταφράσεις από τα ρωσικά του -πάντα ακατάβλητου- Αλέξη Πάρνη την περασμένη δεκαετία ξανασύστησαν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό πολλά μεγάλα ονόματα της ρωσικής ποίησης και διαμόρφωσαν ένα υπόστρωμα για τη νεότερη γενιά. Το υπόστρωμα αυτό το πιάνουν τώρα δύο νέοι μεταφραστές, η Κωνσταντίνα Λύγκουρη και o Νίκος Γαλάνης, δίνοντάς μας για πρώτη φορά ολοκληρωμένα στα ελληνικά τα ποιήματα για παιδιά του μεγάλου κομμουνιστή ποιητή σ’ έναν καλαίσθητο τόμο επενδυμένο με μεσοπολεμικά σχέδια ζωγραφισμένα ειδικά για τα παιδικά ποιήματα (ο τόμος κυκλοφορεί από τις νεοσύστατες εκδόσεις ΕΝάΝΤΙΑ που εδρεύουν στην πόλη του Ηρακλείου).
Τα ποιήματα για παιδιά του σπουδαίου ποιητή έχουν γραφτεί σποραδικά ανάμεσα στο 1917 και το 1930, στα χρόνια, δηλαδή, που διαμορφωνόταν από το μηδέν στη Σοβιετική Ένωση μια νέα συνεκτική αφήγηση. Ο Μαγιακόφσκι, όχι μόνο θερμός υποστηρικτής αλλά και πνευματικός διαμορφωτής της καινοφανούς αυτής ιστορικά κατάστασης, παίρνει την τολμηρή πρωτοβουλία να μιλήσει στα παιδιά και να νουθετήσει τα νιάτα, είτε της κομμουνιστικής νεολαίας της Κομσομόλ είτε και ευρύτερα της Σοβιετικής Ένωσης σε μια νέα γλώσσα από τη συνηθισμένη και σε μια πολύ διαφορετική κατεύθυνση, ταξικά προσανατολισμένη. Έτσι, βλέπουμε να αξιοποιούνται από τον ποιητή οι παραδεδομένες από την παράδοση εικόνες που θα περίμενε κανείς στην παιδική λογοτεχνία (το αφηγηματικό παραμύθι, η έμμετρη εξιστόρηση, η έντονη αίσθηση των χρωμάτων, η παρουσία της φύσης, η κυριαρχία του ταξιδιού και του ανθρωπομορφικού ζωικού βασιλείου) σε μια πρωτοπόρα, εντούτοις, σε παγκοσμιότητα οπτική γωνία: Όλα τα μοτίβα πλέον αντανακλούν τις σχέσεις εξουσίας, παραγωγής και κατανάλωσης, οι χαρακτήρες των παραμυθιών ή των ζώων ταυτίζονται είτε με το αστικό στρατόπεδο (οπότε αποκτούν αυτομάτως αρνητικό πρόσημο) είτε με το προλεταριάτο (επομένως τα νιάτα καλούνται να παραδειγματιστούν και να τους μοιάσουν), ενώ τα ταξίδια αντανακλούν πια και την ελπίδα της επερχόμενης παγκόσμιας ταξικής επανάστασης. Δεν λείπουν, ακόμα, οι προτροπές στους νέους να αγωνιστούν για τη δημιουργία του εργατικού κράτους, μιας και πρόκειται να είναι οι αυριανοί του στυλοβάτες. Όλα τα παραπάνω, φυσικά, αισθητικά επενδυμένα με τους παιγνιώδεις κι ευρηματικούς εκφραστικά τρόπους του Μαγιακόφσκι, χρόνια προτού η επίσημη εξουσία έρθει να «τετραγωνοποιήσει» τα μοτίβα μέσω των οποίων στο εξής τέτοια θέματα θα παρουσιάζονταν.
Οι μεταφραστές, με τη σειρά τους, παλεύουν –και σε μεγάλο βαθμό καταφέρνουν- να τοποθετήσουν τα ποιήματα και το λόγο του Μαγιακόφσκι τόσο στα ιδεολογικά δεδομένα της εποχής του όσο και στο νεανικό δυνητικό κοινό στο οποίο μια τέτοια έκδοση οφείλει πρωτίστως να απευθύνεται. Με τη μαρξιστική τους αφετηρία να δηλώνεται ξεκάθαρα και να αποτελεί τον οδοδείκτη τους, οι Λύγκουρη και Γαλάνης επιλέγουν να μη μεταφράσουν λέξη προς λέξη το πρωτότυπο ρωσικό κείμενο, κάτι που γίνεται δυστυχώς κατά κόρον και οδηγεί σε εγκεφαλικά μεταφραστικά κατασκευάσματα, αλλά να κρατήσουν όσο το δυνατόν πιο πιστά το ρυθμό, το τέμπο, τη ρίμα και κάποια από τα λεκτικά παιχνίδια της ρωσικής γλώσσας, με εμφανή την πρόθεση το ελληνικό μετάφρασμα να μπορεί να σταθεί κι αυτόνομα πλάι στο πρωτότυπο –που, εξάλλου, παρατίθεται στις διπλανές σελίδες, μιας και η έκδοση είναι δίγλωσση. Σαφέστατα μια τέτοια προσπάθεια ενέχει και τις ατυχείς στιγμές της, ορισμένες εκβιασμένες ρίμες, καθώς και μερικούς πλαδαρούς στίχους που ισορροπούν επικίνδυνα μετρικά, ουδέποτε όμως οι Λύγκουρη και Γαλάνης χάνουν την έννοια του ρυθμού, της σταθερότητας της έκφρασης και της συνέπειας της όλης κατασκευής, την αίσθηση εντέλει ότι, πίσω απ’ τη δική τους μεταφορά, διαβάζεις και «ακούς» τον ίδιο το Μαγιακόφσκι.
Τα γεγονότα της Οκτωβριανής Επανάστασης, του νέου αφηγήματος και του κοσμοειδώλου που εκείνη δημιούργησε πλέον ανήκουν στη σφαίρα και τη μελέτη της Ιστορίας. Η Σοβιετική Ένωση που άντεξε για επτά και πλέον δεκαετίες υπήρξε για κάποιους ό,τι πιο κοντινό στον αγώνα για την πραγμάτωση των πανανθρώπινων ιδανικών της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, ενώ για άλλους η νέα κατάσταση που γεννήθηκε απείχε εντέλει παρασάγγας από τα μαρξιστικά προτάγματα. Όποια κι αν είναι η θεώρηση του καθενός, πάντως, η αξία της φωνής και της στόχευσης του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι παραμένει σταθερή μέσα στα χρόνια και στις οπτικές. Έμμετρος και πρωτοπόρος μαζί, ιδεολογικά ριζοσπάστης που πατά μεν στην παράδοση αλλά παράλληλα την προεκτείνει, κήρυκας ενός νέου κόσμου και κατηχητής της νέας γενιάς, ο ποιητής έρχεται να μιλήσει στα νιάτα του meta-verse του 21ου αιώνα και σε όσα παιδιά ενδεχομένως ακολουθήσουν στο μεταμοντέρνο μας κόσμο. Και η μετάφραση των Λύγκουρη και Γαλάνη τον φέρνει όσο πιο κοντά μας γίνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου