28.6.19

«Ο τάφος του διαόλου»: Η ιδιόρρυθμη νουβέλα του Ζαχαρία Στουφή – γράφει ο Ζαχαρίας Σώκος

Μετά το εκκωφαντικό, για όσους το διάβασαν, διήγημα του Ζαχαρία Στουφή, Το πάρτι, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Ένεκεν» το 2015, ο συνονόματος συγγραφέας επανέρχεται στον πεζό λόγο με μια ιδιόρρυθμη νουβέλα με τίτλο Ο τάφος του διαόλου, από τις εκδόσεις «ΑΩ». Η ιδιορρυθμία και η προκλητικότητα είναι χαρακτηριστικά της γραφής του Ζαχαρία Στουφή, τόσο στον πεζό όσο και στον ποιητικό και θεατρικό του λόγο, οπότε δεν εκπλήσσει η επισήμανση αυτή στους γνωρίζοντες τη γραφή του. Ο συγγραφέας εμφανίστηκε στα γράμματα με ποίηση το 1996, και μάλλον αυτοπροσδιορίζεται πιο πολύ ως ποιητής. Βέβαια η θητεία του στον πεζό λόγο έχει πλούσιο παρελθόν με κείμενα δοκιμιακού και λαογραφικού χαρακτήρα, τα θανατολογικά όπως τα
χαρακτηρίζει ο ίδιος. Πρόκειται για βιβλία με ιδιαίτερο ερευνητικό, λαογραφικό και καταγραφικό ενδιαφέρον από τη γενέτειρά του τη Ζάκυνθο. Οι τίτλοι των βιβλίων είναι ενδεικτικοί της θεματολογίας τους: Τα σύγχρονα επιτύμβια επιγράμματα της Ζακύνθου το 2009, Σήματα θανάτου, πίστης και μνήμης στους δρόμους της Ζακύνθου το 2010, Τα Ζακυνθινά μοιρολόγια και οι μεταλλάξεις του θρηνητικού λόγου στο χρόνο το 2013, Το Αγγλικό νεκροταφείο της Ζακύνθου το 2013, Γνώση και απόγνωση, συνταγές αυτοκτονίας το 2014, Μαρμαρού, η γυναίκα βρικόλακας το 2014, και το Αναζητώντας το θάνατο το 2016.  Επιχειρώ αυτή την αναφορά στο δοκιμιακό συγγραφικό παρελθόν του Στουφή και κυρίως στη θεματολογία του, γιατί κατά κάποιο τρόπο, σχετίζεται με το βιβλίο για το οποίο γίνεται λόγος. Ούτως ή άλλως λέγεται ότι κάθε δημιουργός-καλλιτέχνης, στην ουσία, ένα έργο δημιουργεί σε όλη του τη ζωή. Κάθε δημιουργία του αποτελεί μία ψηφίδα  του συνολικού έργου που θα έχει διαμορφώσει όταν θα πάψει να δημιουργεί.
    Η θανατολογία
    Ο Ζαχαρίας θανατολογεί πέρα από τα συνήθη μέτρα. Στον Τάφο του διαόλου δίνει και κάποιες απαντήσεις για αυτή του την ιδιαίτερη στάση. Μεγαλώνοντας σε ένα χωριό της Ζακύνθου συμφιλιώνεσαι με πολλές εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, όπως η γέννηση και βεβαίως ο θάνατος. Η διεκπεραίωση της διαδικασίας της ταφής και των εθίμων που σχετίζονται με τον θάνατο δεν ήταν υπόθεση των γραφείων τελετών αλλά των μελών της κοινότητας. Η σχέση ενός παιδιού με τους οικείους νεκρούς είναι φυσική, απτή και ανθρώπινη. Ιδιαίτερα ενός παιδιού, όπως ο αφηγητής του βιβλίου, δηλαδή του Ζαχαρία, που ο πατέρας του έσκαβε τους νέους τάφους στο νεκροταφείο του χωριού και όταν του πήγαινε κολατσιό και νερό βοηθούσε λίγο και στον καθαρισμό των οστών των νεκρών. Ακόμα όταν ήταν εξάχρονος, κατά τη διάρκεια των εργασιών εκσκαφής του παλιού νεκροταφείου, για να γίνει επέκταση της πλατείας, τα μικρά παιδιά βοηθούσαν τον παπά να εντοπίσει κρανία και ανθρώπινα οστά που τα τοποθετούσαν σε χαρτόκουτα προκειμένου να ενταφιαστούν στο νέο νεκροταφείο. Αυτό δεν ήταν ένα μακάβριο παιγνίδι, αλλά μια κανονική μέρα που αυτή τη φορά περιελάμβανε και την εκσκαφή στην υπαρκτή μνήμη της κοινότητας. Ήταν το ίδιο όπως όταν, κρατώντας τη σφεντόνα, κατέβαινε την απόκρημνη ρεματιά όπου πετούσαν τα σκουπίδια οι Αθηναίοι του χωριού που έρχονταν για διακοπές. Να επισημάνουμε ότι οι ντόπιοι δεν παρήγαγαν σκουπίδια ή τα σκουπίδια που προέκυπταν έμπαιναν σε μια διαδικασία φυσικής ανακύκλωσης χωρίς τους σημερινούς μπλε κάδους. Ενδιαφέρουσα απάντηση στην αστόχαστη καταναλωτική συμπεριφορά των αστών.  Σκουπίδια προέκυπταν μόνο από τους Αθηναίους που έρχονταν για διακοπές και τα σκουπίδια μάζευαν γάτες και ποντίκια προκλητικοί ζωντανοί στόχοι για σημάδι με τη σφεντόνα.
    Αληθινές ιστορίες
    Ο μύθος της νουβέλας Ο τάφος του διαόλουφαίνεται ότι είναι μια αληθινή ιστορία. Αληθινή ιστορία μάλλον είναι και το προηγούμενο πεζό του Στουφή, το διήγημα που τιτλοφορείται Το πάρτι. Η αλήθεια όμως είναι μια σύνθετη έννοια και δεν έχει καμία σημασία για την λογοτεχνική υπόσταση του κειμένου. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η αναφορά που μάλλον αποδίδεται στο Μάρκ Τουέιν: «Ποτέ μην αφήνεις την αλήθεια να σου χαλάσει μια ωραία ιστορία». Η ιστορία του Ζαχαρία είναι δραματική και πολύ συναρπαστική. Πρόκειται για μια υπόθεση αιμομιξίας της κόρης με τον πατέρα. Όταν ανακαλύπτεται, από την τραγική μητέρα, η ανίερη πράξη, αυτή οδηγείται στην αυτοκτονία, για την δε κόρη απόρροια ήταν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Εγκυμονούσα κόρη και πατέρας, που θα είναι ταυτοχρόνως και παππούς του υπό γέννηση παιδιού, μετέρχονται κάθε τρόπο και μέσο προκειμένου να μη γίνει αντιληπτή η αιμομικτική σχέση τους και να αποφύγουν της επιπτώσεις της βέβηλης πράξης τους. Δολοφονώντας αθώους καταφέρνουν να εμφανίσουν άλλον ως πατέρα του παιδιού που επρόκειτο να γεννηθεί. Η αιμομιξία όμως, που ως γνωστό πέρα από τις ηθικές έχει, πολλές φορές, και βιολογικές επιπτώσεις, είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση ενός τερατόμορφου πλάσματος. Είχε στο μέτωπο ένα κέρατο και από κάτω μια μεγάλη τρύπα. Ο αιμομίκτης πατέρας και παππούς ξεπάστρεψε αμέσως και έθαψε το παραμορφωμένο γέννημά του. Στον χώρο της ταφής, πολλές δεκαετίες αργότερα, ο συγγραφέας του βιβλίου, παιδί ακόμα, με τον αδερφό του αναζήτησαν τις αποδείξεις του μύθου της ταφής του… διαόλου, εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου. Ο άτιμος και αιμομίκτης πατέρας, που βαρύνεται και για άλλα ανοσιουργήματα, και η κόρη, τελικά κατάφεραν να μη γίνει γνωστή η αποτρόπαια πράξη τους και έτσι να μην υποστούν τις συνέπειες των ανομιών τους. Το ότι ούτε η ανθρώπινη δικαιοσύνη ούτε η θεία δίκη τιμώρησαν τους βέβηλους πρωταγωνιστές του βιβλίου οδηγεί το συγγραφέα σε σοβαρά ερωτήματα ηθικού χαρακτήρα. «Η ιστορία ξεχάστηκε κι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα» γράφει. Αυτό θέλει να καταγγείλει. Αναπτύσσει μια ιστορία, μάλλον αληθινή όπως προαναφέραμε, ένα έντονο δράμα για μια μικρή κοινωνία, χωρίς να επέρχεται η λυτρωτική κάθαρση, η απόδοση δηλαδή δικαιοσύνης που αποκαθιστά τις έντονες ψυχολογικές αναταράξεις του αναγνώστη, αλλά και του κατοίκου της κοινότητας. Η ύβρις έχει συντελεστεί, όμως η νέμεσις, η οργή και η εκδίκηση δηλαδή του ηθικού και του ανθρώπινου νόμου που θα επέφερε την τίσιν, την τιμωρία και τη συντριβή δεν έρχονται ποτέ. Η κοινότητα πρέπει να δεχτεί αχώνευτο στα σωθικά της το ανοσιούργημα των μελών της. Το αχώνευτο γεγονός όμως, εάν δεν αποσυντεθεί από τα κατάλληλα –για τέτοια συμβάντα– κοινωνικά οξέα, βρικολακιάζει που λέει και λαϊκός λόγος, ή γίνεται και τάφος του διαόλου…
      Ο Στουφής δεν αναφέρεται στο κακό που προκύπτει από αυτοκαταστροφικές, ψυχαναλυτικού χαρακτήρα συμπεριφορές, αλλά στο κακό που προκαλεί η εναντίωση σε κανόνες και ταμπού που θεωρούνται απαραβίαστα, γιατί θεωρούνται ότι διαφυλάττουν όσα η κοινωνία θεωρεί ιερά. Και το ατόπημα της αιμομιξίας θεωρείται από τα πιο ισχυρά ταμπού, αφού οι συνέπειές της, πέρα από τα ηθικά ζητήματα που εγείρονται οδηγεί συχνά σε τερατογενέσεις και γενικά σε προβληματικά και ασθενικά όντα.
    Ως εδώ καλά, όμως ο συγγραφέας, με δεδομένο ότι η ιστορία της αιμομιξίας λαμβάνει χώρα πριν τους δύο παγκόσμιους πολέμους του εικοστού αιώνα, επιχειρεί μια υπερβολική –κατά τη γνώμη μου– υπόθεση. Αφήνει να αιωρείται ότι η ατιμώρητη ιστορία του αιμομικτικού ζευγαριού και η ύβρις που προκλήθηκε χωρίς κάθαρση, ίσως να ήταν ένα προμήνυμα του πανανθρώπινου κακού, που προέκυψε από τους δύο παγκόσμιους πολέμους που ακολούθησαν.
    Οι άπειρες όψεις του αισθητού
     Ο Ζαχαρίας παρότι γενικά οξύς, προκλητικός θα έλεγα, στον τρόπο που αφηγείται τους μύθους του, εδώ δεν φετιχοποιεί το ανίερο, κάτι που συμβαίνει στις μέρες μας ιδιαιτέρως στον χώρο του θεάματος και της μαζικής κουλτούρας, κυρίως στον δυτικό κόσμο. Στέκεται εντελώς διακριτά απέναντι στο κακό που σχετίζεται με την παραβίαση των ταμπού, των κανόνων λειτουργίας και επιβίωσης μιας μικρής κοινότητας της ελληνικής επαρχίας όπου τελευταία αποσιωπάται η τραγικότητα της πάλης του καλού με το κακό. Είναι αυτό που γράφει και ο συγγραφέας: «Η ιστορία ξεχάστηκε και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα, που λένε και στα παραμύθια». Η ιστορία όμως που μας διηγείται υπερβαίνει και τη δριμύτητα της φαντασίας των παραμυθιών. Άλλωστε οι λέξεις ποτέ δεν είναι ικανές, μάλλον είναι ανάπηρες, να αναπαραστήσουν την αλήθεια ή μάλλον αυτό που ορίζεται από τις αισθήσεις. Για αυτό και σε μια ρωσική παροιμία λέγεται: «Λέει ψέματα σαν αυτόπτης μάρτυς», και στη δικονομία δεν αρκεί η ευγενής διάθεση κάποιου να μαρτυρήσει αυτό που είδε, γιατί αυτό που βλέπουμε έχει άπειρες όψεις και επιβάλλεται η άποψη και άλλου για να συναχθούν κάποια συμπεράσματα. Μπορεί οι λέξεις να μην μπορούν να αποδώσουν την αλήθεια, αλλά είναι ο πλέον κατάλληλος και ίσως ο μοναδικός τρόπος για να συγκινήσουν και να αποδώσουν μια ωραία ιστορία, έναν ωραίο μύθο ή έναν ωραίο παραμύθι.
    Ο τάφος του διαόλου είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται απνευστί.  Δεν είναι μόνο η μικρή έκταση της νουβέλας, ούτε οι θεματικές ενότητες που την κάνουν πιο ευανάγνωστη. Ούτε ακόμα οι χρονικές μετακινήσεις, από το 1982 που ο αφηγητής, μαζί με τον αδερφό του, κάνει την ανασκαφή στον βολιό (σωρός με πέτρες) όταν πήραν την πληροφορία ότι εκεί είχε παραχωθεί, στα μουλωχτά, το πλάσμα που είχε γεννηθεί από τον αιμομικτικό έρωτα πατέρα και κόρης το 1909. Και από το 1909 στο 1919 που ο συγγραφέας θέτει τα δήθεν αφελή ερωτήματά του. Υφαίνοντας πάνω σε έναν λαογραφικού χαρακτήρα καμβά, χώρο που γνωρίζει καλά ο Στουφής, λόγω του ερευνητικού λαογραφικού του παρελθόντος και βεβαίως αντλώντας από τη ζωντανή μνήμη του χωριού του συνθέτει ένα περίεργο μα και ελκυστικό βιβλίο. Χωρίς να αποφεύγει την πρόκληση, πιο ήπια από Το πάρτι αυτή τη φορά, όμως πάντα καραδοκούν προκλήσεις του είδους, «Άγιος Βασίλης, ο χοντρομαλάκας με τα κόκκινα» και άλλες.
    Πηγάδια, στέρνες, κακό και διάβολος
    Να επισημάνω ακόμα μια παρατήρηση που αφορά την Ζάκυνθο και τα πηγάδια. Ο Ζαχαρίας αρχίζει τη νουβέλα γράφοντας για τη σχέση του, στα παιδικά του χρόνια, με τις στέρνες και τα πηγάδια. Όταν ήταν παιδί τον κατέβαζαν, δεμένο με σχοινιά, μέσα στις στέρνες για τον καθαρισμό τους. Γράφει σχετικά: «Το πιο εντυπωσιακό μέσα στην στέρνα ήταν, όταν κοιτώντας προς το στόμιο του φιλιατρού, μέσα στον τεράστιο μαύρο κύλινδρο που βρισκόμουν, προέκυπτε ένα μικρό –σε τετράγωνο ή σε στρογγυλό σχήμα– κομμάτι ουρανού. Βαθιά στη γη, αυτό το κομμάτι ουρανού θυμίζει την αίσθηση που δίνει το κιάλι  αν το βάλεις ανάποδα στο μάτι, που κάνει ακόμα και τα πιο κοντινά πράγματα τόσο απόμακρα και άπιαστα». Εξαιρετικό μεταφορικό λεκτικό σχήμα η περιγραφή της εικόνας, όταν βρίσκεσαι μέσα στο πηγάδι και κοιτάζεις προς τα έξω, και συνεχίζει: «Φανταζόμουν ότι κάπως έτσι θα είναι στον Άδη, σκοτάδι και υγρασία, χωρίς σκοινιά ή σκάλα για να βγεις, και ο ουρανός του Πάνω Κόσμου ένα άπιαστο μικρό κομμάτι ίσα-ίσα να βλέπεις τις σκιές των ψυχών». Επισημαίνοντας ότι ο τίτλος του βιβλίου είναι Ο τάφος του διαόλουδεν αρνούμαι την πρόκληση να διερωτηθώ για τη σημασία τόσο των υπόγειων δεξαμενών νερού, στέρνες και πηγάδια, όσο και για τη λειτουργία και τη νοηματική υπόσταση του διαβόλου στην κοινωνία και την παράδοση της Ζακύνθου. Να υπενθυμίσω ότι το εξαιρετικό παραβατικό κείμενο Η γυναίκα της Ζάκυθος του  Διονυσίου Σολωμού, που δεν είναι  ποίημα, ίσως ούτε και πεζό, αρχίζει με τον Διονύσιο τον ιερομόναχο όταν βρέθηκε να αναρωτιέται στο φιλιατρό ενός πηγαδιού, πόσοι είναι οι δίκαιοι: «Εσταμάτησα σε ένα από τα τρία πηγάδια και απιθώνοντας τα χέρια μου στο φιλιατρό του πηγαδιού, έσκυψα να ιδώ αν ήτουν πολύ νερό. Και το είδα ως τη μέση και είπα: “Δόξα σοι ο Θεός”» Και σε άλλο σημείο ο μεγάλος της Ζακύνθου φέρει να εμφανίζεται μέσα από το πηγάδι ο διάβολος, γράφει συγκεκριμένα: «Και άκουσα ένα γέλιο φοβερό μες στο πηγάδι και είδα προβαλμένα δυο κέρατα». Δεν γνωρίζω αν ο Ζαχαρίας Στουφής είχε υπόψη του όταν έγραφε τον Τάφο του διαόλου τη Γυναίκα της Ζάκυθος, όμως χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε σύγκριση, υπάρχουν κοινά πραγματολογικά δεδομένα όπως τα πηγάδια, ο διάβολος και το κακό. Βεβαίως με εντελώς διαφορετική λειτουργία. Το κακό στο Διονύσιο Σολωμό αφορά την κόλαση του Δάντη, ενώ στον αγαπητό Ζαχαρία την παραβίαση των κοινωνικών ταμπού.
    Αναφορικά με τη θανατολογία, που είναι στα αγαπημένα του. Θα έλεγα ότι ο Ζαχαρίας Στουφής παρότι θανατολογεί δεν ανήκει στους χαρακτηριστικούς φορείς της ποιητικής του θανάτου όπως την περιγράφει ο κριτικός Αλέξης Ζήρας. Μια παράδοση που ξεκινάει από τον αυτόχειρα της Πρέβεζας  Κώστα Καρυωτάκη και με αρκετούς θιασώτες φτάνει στον ποιητή του «Ο θάνατος το στρώνει» Γιάννη Βαρβέρη, μια ποίηση του πικρού γέλιου και του αυτοσαρκασμού. Ο Στουφής παίζει με τη λέξη, με το σημαινόμενο του θανάτου, όπως ένα παιδί παίζει με τα παιχνίδια που του έχουν προσφερθεί ως δώρο. Σε αυτό το δώρο αρέσκεται να επανέρχεται και τώρα που μεγάλωσε κάπως. Η εκζήτηση τον ελκύει , ενώ πολλές φορές είναι προφανές ότι μπορεί να ακολουθήσει τον πιο ήπιο δρόμο, μια παρακαμπτήρια οδό ασφαλείας ας πούμε, ο Ζαχαρίας όμως μειδιά ή και ξεκαρδίζεται στα γέλια και ακολουθεί την πρόκληση, γνωρίζοντας πολύ καλά τι κάνει. Τόσο καλά όσο στο Ο τάφος του διαόλου και όχι του διαβόλου.
    [Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Δεν υπάρχουν σχόλια: