Το ΑΠΕ-ΜΠΕ επιλέγει δύο αποσπάσματα από τη συλλογή δοκιμίων του Ουμπέρτο Έκο «Τα όρια της ερμηνείας», που κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα σε μετάφραση Μαριάννας Κονδύλη.
Τα αποσπάσματα προέρχονται από το δοκίμιο «Σημειώσεις για τη σημειωτική της πρόσληψης», με το οποίο ανοίγει η συλλογή (τα κείμενα του τόμου δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980). Εικοσιπέντε σχεδόν χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του βιβλίου στα ελληνικά, ο Έκο (1932-2016) έρχεται να απευθυνθεί σε νέες γενιές και ομάδες αναγνωστών, εξηγώντας με εμβρίθεια, αλλά και χιούμορ, τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να διαβάσουμε τη λογοτεχνία.

Ακολουθούν αποασπάσματα από το βιβλίο «Τα όρια της ερμηνείας»

Η πρωτοβουλία του αναγνώστη
Η πρωτοβουλία του αναγνώστη συνίσταται στο να κάνει μια εικασία για την intentio operis (για τον σκοπό του έργου). Αυτή η εικασία πρέπει να επικυρώνεται από το σύνολο του κειμένου ως οργανική ολότητα, χωρίς ωστόσο να σημαίνει ότι μπορεί να γίνει μία και μόνη ερμηνευτική εικασία για ένα κείμενο. Κατ’ αρχήν μπορούν να γίνουν άπειρες. Αλλά εν τέλει οι εικασίες θα δοκιμαστούν πάνω στη συνοχή του κειμένου και η κειμενική συνεκτικότητα δεν μπορεί παρά να αποκλείσει ορισμένες άστοχες εικασίες. Ένα κείμενο είναι ένα τέχνασμα που τείνει να παραγάγει τον πρότυπο αναγνώστη του. Ο εμπειρικός αναγνώστης είναι αυτός που κάνει κάποια εικασία για τον τύπο του πρότυπου αναγνώστη που αιτεί το κείμενο. Πράγμα που σημαίνει ότι ο εμπειρικός αναγνώστης είναι εκείνος που δεν επιχειρεί εικασίες σχετικές με τις προθέσεις του εμπειρικού συγγραφέα αλλά σχετικές με τις προθέσεις του πρότυπου συγγραφέα. Πρότυπος συγγραφέας είναι εκείνος που ως κειμενική στρατηγική τείνει να παραγάγει έναν ορισμένον πρότυπο αναγνώστη.
Να λοιπόν που σ’ αυτό το σημείο συμπίπτουν η έρευνα γύρω από την πρόθεση του συγγραφέα με την έρευνα για την πρόθεση του έργου. Συμπίπτουν, τουλάχιστον με την έννοια ότι (πρότυπος) συγγραφέας και έργο (ως συνεκτικότητα του κειμένου) αποτελούν το δυνάμει σημείο στο οποίο στοχεύει η εικασία. Το κείμενο δεν είναι τόσο παράμετρος η οποία χρησιμεύει για την επικύρωση της ερμηνείας, αλλά μάλλον αντικείμενο το οποίο κατασκευάζει η ερμηνεία στην κυκλική της προσπάθεια να κυρωθεί στη βάση αυτού που κατασκευάζει. Κατ’ εξοχήν ερμηνευτικός κύκλος, βέβαια. Υπάρχει ο πρότυπος αναγνώστης των ωραρίων των σιδηροδρομικών δρομολογίων και ο πρότυπος αναγνώστης του «Finnegans Wake» (του Τζέιμς Τζόις). Το γεγονός όμως ότι το «Finnegans Wake» προβλέπει έναν πρότυπο αναγνώστη ικανό να βρει άπειρες δυνατές αναγνώσεις, δεν σημαίνει ότι το έργο δεν έχει έναν μυστικό κώδικα. Ο μυστικός του κώδικας έγκειται στην απόκρυφή του βούληση -που γίνεται πρόδηλη όταν μεταφραστεί με όρους κειμενικής στρατηγικής- να παραγάγει αυτόν τον αναγνώστη, ελεύθερο να αποτολμήσει όσες ερμηνείες θέλει, υποχρεωμένο όμως να παραδοθεί όταν το κείμενο δεν επιδοκιμάζει τα πιο λιβιδινικά του τολμήματα (τις πιο ισχυρές παρορμήσεις του).
Το παιχνίδι της ανάγνωσης 
Χρήση και ερμηνεία είναι ασφαλώς αφηρημένα πρότυπα. Κάθε ανάγνωση προκύπτει πάντοτε από τη σύμμειξη των δύο αυτών στάσεων. Συμβαίνει μερικές φορές ένα παιχνίδι που ξεκίνησε ως χρήση να καταλήγει να παράγει διαυγή και δημιουργική ερμηνεία – και αντιστρόφως. Μερικές φορές το να παρερμηνεύουμε ένα κείμενο σημαίνει να του αφαιρούμε την κρούστα από πολλές προηγούμενες κανονιστικές ερμηνείες, να αποκαλύπτουμε νέες του όψεις· και σ’ αυτή τη διαδικασία το κείμενο ερμηνεύεται πολύ καλύτερα και παραγωγικότερα, σύμφωνα με τη δική του intentio operis, αποδυναμωμένη και συσκοτισμένη από τις τόσες προηγούμενες intentiones lectoris (προθέσεις ή σκοπούς του λογοτεχνικού κειμένου), μεταμφιεσμένες σε αποκαλύψεις της intentio auctoris (της συγγραφικής πρόθεσης). Υπάρχει τέλος μια ερμηνεία προσχηματική, που παίρνει μορφές χρήσης χωρίς προκαταλήψεις για να δείξει πως η γλώσσα μπορεί να παράγει απεριόριστη σημείωση ή παρέκκλιση. Σε αυτή την περίπτωση η προσχηματική ανάγνωση έχει φιλοσοφικές λειτουργίες· τέτοιου τύπου μού φαίνονται τα παραδείγματα αποδομισμού που προσφέρει ο Derrida. Αλλά αποδόμηση δεν σημαίνει μετακίνηση από τη μια έννοια στην άλλη· σημαίνει ανατροπή και εκτόπιση μιας εννοιολογικής τάξης ή μιας εννοιολογικής αταξίας με την οποία αρθρώνεται το κείμενο. Ο Derrida έχει μεγαλύτερη διαύγεια από τον ντεριντισμό. Πιστεύω ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό το φιλοσοφικό παιχνίδι (του οποίου στόχος δεν είναι το μεμονωμένο κείμενο αλλά ο θεωρησιακός ορίζοντας που αυτό αποκαλύπτει ή προδίδει) και την απόφαση να εφαρμοστεί η μέθοδός του στη λογοτεχνική κριτική – ή να γίνει τέτοια μέθοδος το κριτήριο κάθε ερμηνευτικού ενεργήματος.


  https://www.in.gr/2018/11/08/entertainment/book/o-eko-eksigei-tous-tropous-pou-mporoume-na-diavasoume-ti-logotexnia/?fbclid=IwAR2mRp-q6zG4KCuWIw8H1YNKGLs797rW-f537ZY5FL_xMgRO2kJaX6nlFHM