28.11.18

ΜΑΡΚΟΣ ΜΑΡΚΟΒΙΤΗΣ : Ένας ιεραπόστολος – επαναστάτης.


Η ανάγνωση του βιβλίου ‘’Όχι, δεν είμαι εχθρός του λαού’’ του Μάριου Μαρκοβίτη ( Επίκεντρο 2017) μού δημιούργησε μια συνειρμική ομοβροντία. Διασχίζοντας τις σελίδες του, με όλες τις αισθήσεις μου σ’ εγρήγορση, συναντούσα άγνωστα ή λιγότερο γνωστά γεγονότα των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα. Γεγονότα που διατηρούν την υψηλή τους θερμοκρασία, ιδιαίτερα για όσους είχαν συμμετοχή ή εμπλοκή στο χώρο της Αριστεράς.

Ο συγγραφέας με το συγκλονιστικό αυτό ανάγνωσμα κατάφερε να αποδώσει τα δέοντα για την αποκατάσταση, την αναστήλωση, θα ‘λεγα, της ζωής του θείου του Μάρκου Μαρκοβίτη. Αυτού του ‘’ιεραπόστολου επαναστάτη’’, που υπήρξε ‘’θύμα και θύτης ταυτόχρονα του Μινώταυρου του Ολοκληρωτισμού’’. Αυτού που αφιέρωσε την σύντομη ζωή του στην επιδίωξη ‘’να φέρει την ευτυχία στους ανθρώπους’’. Με την ελπίδα και την πίστη σε μιαν άλλη κοινωνία να φλογίζει την καρδιά του τάχθηκε στο πλευρό των αδύναμων.

Γι’ αυτή την ελπίδα γράφει ο ποιητής Άρης Αλεξάνδρου: ‘’ έρχεται πάντοτε μια ώρα / που είσαι έτοιμος να μείνεις / με γυρισμένη / τα μέσα έξω / την κάθε σου ελπίδα.’’

Θα χαρακτήριζα τον συγγραφέα ‘’ανασκαφέα μνημονικών ερειπίων και αρχαιολόγο της μνήμης’’. Έναν επίμονο καλλιεργητή του ‘’χωραφιού της μνημοσύνης’’. Που μας χαρίζει τους καρπούς του: διαμάντια και στάχτες ενός δύστοπου παρελθόντος.

Το βιβλίο, παρ’ όλο που αφορά μια πραγματική ιστορία, διαβάζεται και ως μυθιστόρημα. Με μια διασταλτική ανάγνωση θα μπορούσε να ενταχθεί στην κατηγορία ‘’μυθιστόρημα τεκμηρίων’’.
Τέτοια μυθιστορήματα έχουν γραφτεί, χρησιμοποιώντας όμως, τα περισσότερα, επινοημένα τεκμήρια τοποθετημένα στον ιστορικό χρόνο.
(Με πιο γνωστή  την περίπτωση του Θανάση Βαλτινού.)
 Στόχος των συγγραφέων είναι να μας πείσουν για την αυθεντικότητά τους.

Εδώ, τα ίδια τα γεγονότα του βίου και της πολιτείας του Μάρκου Μαρκοβίτη υπερβαίνουν και την πιο δυνατή φαντασία. Από την παράθεση των πρακτικών των ανακρίσεων ‘’βλέπουμε να ζωντανεύουν σκηνές από ‘’Το Μηδέν και το Άπειρο’’ του Άρθουρ Καίστλερ, όπως έγραψε στην Αυγή ο Γαβρίλης Λαμπάτος.

Το βιβλίο αναπτύσσεται σε δέκα κεφάλαια. Τα τρία πρώτα αφιερώνονται στα είκοσι έξι χρόνια της ζωής του στην Ελλάδα. Από την Οθωμανική Νάουσα στο Καλπάκι, στην καταδίκη, στις φυλακές Συγγρού και στην μεγάλη απόδραση. Η περίοδος όπου συνειδητοποιεί την κοινωνική ανισότητα και με την γνήσια και ακατέργαστη επαναστατικότητα του, την παρορμητικότητα του χαρακτήρα του, ν’ αντιδρά. Προσπαθεί να διαδίδει τις ιδέες του μέσα από την συλλογική δράση. Η εναντίωσή του στις σχολικές πρακτικές τον καθιστά απόβλητο από το σχολείο. Έτσι βρέθηκε μετά την Νάουσα στην Έδεσσα, όπου πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Φιλοπρόοδου Συλλόγου «Μ. Αλέξανδρος» και κατόπιν στην Πάτρα όπου εντάσσεται στην ΟΚΝΕ, σε ηλικία 19 ετών.
Στα επόμενα κεφάλαια παρακολουθούμε την πορεία του Μάρκου στην ΕΣΣΔ. Την ένταξή του στο Ρ.Κ.Κ.(μπ.), την φοίτησή του στα κομματικά πανεπιστήμια, την δυσμενή μετάθεση στην ελληνική περιοχή, την Κριμαία. Το δράμα του κορυφώνεται στο όγδοο κεφάλαιο, όπου ιστορούνται τα γεγονότα από την σύλληψη του Μάρκου ως την εκτέλεσή του. Το κλίμα του ζόφου εκείνων των χρόνων στην ΕΣΣΔ έχει αποτυπωθεί στη λογοτεχνία. Στην Ελλάδα ο Άρης Αλεξάνδρου με το μυθιστόρημα «Το κιβώτιο» απέδωσε αριστοτεχνικά το πλέγμα της τυφλής κομματικότητας και υποταγής σ΄έναν σκοπό.
Αλλά και στην ποίηση του έχουμε αποτυπώσεις της ατμόσφαιρας αυτής. Π.χ. Στο ποίημα «Συνομιλώ άρα υπάρχω», οι στίχοι: […] θα σε καλούσανε και σένα για μια μικρή ανάκριση: / «Μαγιακόβσκη, το ξέρετε πως είστε αρχιτέκτων της ανθρώπινης ψυχής; / Όπως ένας οικοδόμος κάνει σαμποτάζ / ρίχνοντας χαλίκι στη θέση του τσιμέντου / έτσι και σεις νοθέψατε το εποικοδόμημα / στερώντας το απ’ το πρέπον ποσοστό της σταλινίνης». […].
Πάντα απροσάρμοστος / ανεδαφικός / δεν είχες καταλάβει ως η μόνη μουσική που συντελούσε στο γενικό καλό / είταν […] οι παλμικές δονήσεις των συρμάτων / την ώρα που περνούν οι διαταγές / για τις εκτελέσεις. […].
Η ιδιαίτερη αξία του βιβλίου του Μαρκοβίτη έγκειται στο γεγονός ότι καταρρίπτει, γράφει ο Χρ. Κεφαλής, την επίπλαστη εκδοχή της εγχώριας σταλινικής και νεοσταλινικής φιλολογίας ότι, οι πράξεις του Στάλιν, ακόμη και οι πιο απεχθείς, υπηρετούσαν την υπόθεση του σοσιαλισμού και ήταν επιβεβλημένες ως αναγκαία μέτρα υπεράσπισής του.
Η μοίρα του Μάρκου Μαρκοβίτη δεν ήταν μια εξαίρεση αλλά ο κανόνας. ΄Ανθρωποι όπως ο Μαρκοβίτης, όσα λάθη και αδυναμίες αν τους καταλογιστούν, δεν πρόδωσαν τα ιδανικά τους. Προδόθηκαν από εκείνους στους οποίους έδειχναν τυφλή εμπιστοσύνη. Ήταν κυρίως θύματα και πολύ λιγότερο θύτες, συμπληρώνει ο Χρήστος Κεφαλής.
«Σ’ αυτή την άσπρη πρέσσα δεν γλυτώνουν
διάδικοι, υπόδικοι, κατάδικοι […]
και σου χαρίζουν τιμωρία άδικη».
Γράφει στο τραγούδι «Το κακοήθες μελάνωμα», ο  Άλκης Αλκαίος.
Στο δοκίμιο του «Η έσχατη στράτευση» ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, συμπυκνώνει τα παραπάνω σε μια παράγραφο: […] «Η άποψη πως κάθε επανάσταση κάποια στιγμή είτε συντρίβεται είτε κρατικοποιείται και στρέφεται εναντίον των ανωνύμων που την έκαναν δεν στοιχειοθετεί μια «μεταφυσική της ιστορίας» αλλά διαπιστώνει μια ιστορική τραγωδία. Η τραγωδία είναι χωρίς κάθαρση και προκύπτει από το γεγονός πως καμιά ρεαλιστική εκτίμηση και καμιά αυτεπίγνωση δεν πείθει τον άνθρωπο ν’ αποσύρει ή ν’ ανακαλέσει τα βαθύτερά του αιτήματα. Αυτό το «παράλογο» στοιχείο δημιουργεί τη δυστυχία και την ανθρωπιά του ανθρώπου.».
Εδώ έρχεται στη γλώσσα μου πάλι το ποίημα του Άρη Αλεξάνδρου
Υποσημείωση
Φίλε ή αντίπαλε μην τ’ αναγγείλεις πουθενά.
 Δεσμώτης τήδε ίσταμαι την ένδον ρήμασι πειθόμενος.

Η μνήμη είναι η ακύρωση της λήθης. Κι εδώ ο Μάριος Μαρκοβίτης καταθέτει μια μαρτυρία της μνήμης, κάνοντας μια πράξη αντίστασης απέναντι στην εξουσία της επιβεβλημένης λήθης.
Υπό μίαν έννοια αυτό ‘’το βιβλίο είναι ένας φάκελος μνήμης, γράφει ο Δημήτρης Τριανταφυλλίδης, ένα ακόμη κερί που θα καίει αιώνια και θα φωτίζει τα δειλά και διστακτικά, στην αρχή, βήματα των απογόνων προς την αλήθεια.’’
Ο Μάριος Μαρκοβίτης κατόρθωσε, με το βιβλίο του να ξεδιαλύνει και να φέρει στο φως ό,τι αφορούσε τον μεγάλο απόντα, θείο του, που χρόνια άκουγε γι’ αυτόν στον οικογενειακό κύκλο. Και μέσα από μισόλογα και αοριστολογίες των στελεχών του ΚΚΕ. Να λύσει τη σιωπή και την αφωνία συντρόφων του, ν’ αποδώσει όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμα τα γεγονότα, χωρίς να διολισθαίνει σ’ έναν εύκολο και ρηχό αντικομουνισμό.
Κλείνοντας θα καταφύγω στους στίχους του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου :
[…] αφήστε μου εμένα τούτα τα χαλάσματα/
κι ένα πουλί μέσα στις λέξεις μου να φεύγει/
μαύρο πουλί των τάφων δίχως τάφο/
έρμαιο της χαρούμενης ημέρας. [..]


Έδεσσα, Νοέμβριος 2018
                                                                            Θοδωρής Σαρηγκιόλης

Δεν υπάρχουν σχόλια: