- Νότης Κατσέλης
Για την υπόθεση της δολοφονίας του
Γρηγορόπουλου έχουν γραφτεί πολλά και έχουν ειπωθεί πολύ περισσότερα, το
σίγουρο όμως είναι πως όσο αποτρόπαια κι αν ήταν αυτή η πράξη, κανένας
δεν περίμενε τη στιγμή που συνέβη να πυροδοτήσει ένα τόσο εκτεταμένο
–τόσο σε εύρος όσο και σε διάρκεια– κύμα διαδηλώσεων και συγκρούσεων,
γενικότερα μιλώντας κύμα αντιπαράθεσης με την κρατική μηχανή.
Το Γκρόβερ του Στέργιου
Χατζηκυριακίδη δεν είναι ένα μυθιστόρημα για τη δολοφονία του
Γρηγορόπουλου, ούτε για την ταραγμένη Ελλάδα εκείνων των ημερών. Είναι
ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται, στην αρχή του τουλάχιστον, στο
Λονδίνο και οι ήρωές του είναι αυτό που θα αποκαλούσαν οι «συνειδητοί» ή
«πολιτικοποιημένοι» νεολαίοι στην αργκό τους «καμένοι».
Και το
μυθιστόρημα ξεκινάει όταν η παρέα των «καμένων» ευαισθητοποιείται και
θέλει να πάρει μέρος σε δράσεις συμπαράστασης των Ελλήνων του Λονδίνου
στο «κίνημα στην Ελλάδα». Το θέλουν και το προσπαθούν. Αλλά, επειδή
ακριβώς είναι «καμένοι», μπορούν να διακρίνουν τόσο το επίπλαστο
εκφράσεων όπως «το κίνημα στην Ελλάδα» όταν αναφέρονται σε ένα αυθόρμητο
ξέσπασμα, όσο και τη γελοιότητα μερικών εκδηλώσεων –ή σχεδίων επί
χάρτου για εκδηλώσεις– στη βρετανική πρωτεύουσα.
Αλλά είπαμε: είναι «καμένοι», που σημαίνει πως
όλη τους η ύπαρξη δεν είναι ο Γρηγορόπουλος ή το «κίνημα». Υπάρχει η
ζωή τους –αντισυμβατική, μερικές φορές άγρια, φουλ ειρωνική για τους
κοινωνικούς θεσμούς – πάντως η ζωή τους, που δεν θέλουν να τη χαρίσουν
σε κανέναν. Και εδώ ερχόμαστε σε τρία στοιχεία που είναι τα πιο φρέσκα
κι ενδιαφέροντα του Γκρόβερ.
Το ένα έχει να κάνει με την περιγραφή αυτής
της ζωής. Μια περιγραφή που δεν επιδιώκει να δώσει ιδεολογικά πρόσημα,
ούτε ντρέπεται να μιλήσει για λούμπεν έρωτες της παρέας (όπως, για
παράδειγμα, το κόλλημα με την ΠΑΟΚάρα –καθότι Βορειοελλαδίτες– και
διάφορα στέκια στη Θεσσαλονίκη), μια περιγραφή που γίνεται πολύ
εκφραστική, καθώς χρησιμοποιείται σε πολλές περιπτώσεις το γρεβενιώτικο
γλωσσικό ιδίωμα, μια περιγραφή, τέλος, γεμάτη επεισόδια που κάνουν τον
αναγνώστη συχνά να λύνεται στα γέλια.
Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός κυριαρχούν παντού, δίνοντας στην αφήγηση αξιοσημείωτο βάθος και ουσία.
Το άλλο έχει να κάνει με τον τρόπο με τον
οποίο αντιμετωπίζεται αυτή η ρήξη με την κρατική μηχανή που ακολούθησε
τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Εδώ δεν υπάρχουν ιδεολογίες και
πολιτικές ομάδες. Υπάρχει απλώς η έκρηξη μιας γενιάς που υπήρχε χωρίς να
υπάρχει, καθώς στην πολιτική, οικονομική και πολιτιστική εξουσία
βρίσκονταν οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου – οι γονείς τους. Οι γονείς που
έχουν ενσωματωθεί πλήρως, που συμμετέχουν σε ένα σωρό λοβιτούρες και
σκάνδαλα, αλλά θέλουν να διατηρούν τον ένδοξο τίτλο του «αγωνιστή του
Πολυτεχνείου», ακόμα κι αν δεν είχαν καμιά συμμετοχή – ίσως γιατί
εξυπηρετεί στις λοβιτούρες και στα σκάνδαλα. Η γενιά αυτή, λοιπόν,
φτάνει στο σημείο της έκρηξης. Και με την έκρηξή της αυτή, το μόνο που
θέλει να δηλώσει είναι η ύπαρξή της. Μια ύπαρξη που οι «ένδοξοι» γονείς
επιθυμούσαν να αγνοούν, τώρα θα την καταλάβουν με τη βία και τη φωτιά.
Όμως πάλι στο βιβλίο ούτε εδώ θα συναντήσουμε δραματικούς τόνους. Το
χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός κυριαρχούν παντού, δίνοντας στην αφήγηση
αξιοσημείωτο βάθος και ουσία.
Το τρίτο στοιχείο έχει να κάνει με την
περιγραφή της διαδικασίας ενσωμάτωσης των αμφισβητιών ηρώων του βιβλίου –
πάλι με τη χρήση του πανταχού κυρίαρχου χιούμορ. Όπως φαίνεται, στον
συγγραφέα δεν αρέσουν οι ωραιοποιήσεις, οι εξιδανικεύσεις, τα χάπι εντ.
Καταφέρνει έτσι να έχει το πιο σκληρό και ταυτόχρονα ξεκαρδιστικό τέλος.
Και, σε τελική ανάλυση, αυτό που διαπερνά το Γκρόβερ
είναι η αλήθεια. Είναι ένα μυθιστόρημα-ψηφιδωτό, φτιαγμένο από ψήγματα
αλήθειας που συνθέτουν μια φανταστική (;) ιστορία. Το ερωτηματικό στην
παρένθεση έχει να κάνει με τον προβληματισμό μου (και όχι μόνο δικό μου,
εξάλλου) κατά πόσον μέσα στα επεισόδια της πλοκής εμπλέκονται
βιογραφικά στοιχεία. Αλλά αυτό μόνο ο συγγραφέας το ξέρει και, κατά τη
γνώμη μου, καλύτερα να το ξέρει μόνο αυτός. Σε μας ας μείνει η ζωντάνια,
το χιούμορ και το πνεύμα αμφισβήτησης που έχει το βιβλίο.
Είχα διαβάσει το Γκρόβερ, όταν έτυχε
να παρακολουθήσω μια προβολή σλάιντ του Γιώργου Νικολαΐδη με θέμα την
πρώτη κατάληψη του Χημείου, αλλά και συνολικά ό,τι ονομάζουμε
αντικουλτούρα εκείνης της εποχής – τον Άσιμο, τον Σιδηρόπουλο, τη Γενιά
του Χάους και τόσους άλλους. Και στο μυαλό μου ήρθε το σύνθημα που
φώναζαν κατά την έξοδό τους οι έγκλειστοι του Χημείου: «Είμαστε τρελοί
κι ευτυχισμένοι». Νομίζω πως, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, αυτό θα
ήταν το σύνθημα που θα χαρακτήριζε τους ήρωες του Γκρόβερ.
Στέργιος Χατζηκυριακίδης
Δίαυλος
288 σελ.
https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/10899-grover-chatzikiriakidis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου