Γράφει ο Ανδρέας Καρακίτσιος // *
«Οι 32 ώρες της θεάς», Νουβέλα του Νίκου Τακόλα, Εκδόσεις Εντύποις 2018, σελ. 124
Ο Νίκος Τακόλας ύστερα από το πολύ ξεχωριστό του μυθιστόρημα «Το πέρασμα του Αρμένιου», 2014, μια οικολογική μυθοπλασία στα όρια της επιστημονικής φαντασίας και από δυο συλλογές αφηγήσεων βραχείας φόρμας “Το κάστρο της νιφάδας”, 2015 και “Το κρυμμένο αριστούργημα του Ζοζέφ Ινεμπράο”, 2011 επανέρχεται εκδίδοντας το δεύτερό του μυθιστόρημα, εισβάλοντας με τον δικό του προσωπικό τρόπο και τη δική του γραφή στην περιοχή του ιστορικού μυθιστορήματος. Το βιβλίο του είναι μια πολύχρωμη αφήγηση, μια αέναη περιήγηση προσώπων που όλο κάτι σου θυμίζουν και όλο και περισσότερο τα νοιώθεις ως προέκταση του εαυτού σου. Κι εκεί που νομίζεις πως ζεις μέσα στη μυθοπλασία των ηρώων και των σκέψεών τους, έρχονται ξαφνικά τα ιστορικά γεγονότα και σε μεταφέρουν στην πραγματικότητα της εποχής.
Σε ξαφνιάζουν οι αλήθειες που λέγονται ωμές και αφτιασίδωτες. Σε υποχρεώνουν να ξεφύγεις από τις ήδη δεδομένες ιστορικές αφηγήσεις και να εισχωρήσεις με μια άλλη ματιά και θεώρηση των ιστορικών γεγονότων. Άλλωστε την ιστορία τη γράφουν οι άνθρωποι. Πάντοτε ή σχεδόν πάντοτε οι ανώνυμοι ήρωες ήταν εκείνοι, οι οποίοι διαδραμάτισαν τον σημαντικότερο ρόλο και θυσιάστηκαν στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα… άρα προηγούνται και σε αυτό το ιστορικό μυθιστόρημα.
Το κεντρικό θέμα είναι τα τρομερά χρόνια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου με βασικό θέατρο επιχειρήσεων τη Θεσσαλονίκη, τις γειτονιές της, την Άνω Πόλη, το ιστορικό κέντρο, το λιμάνι της, τα προάστειά της. Μέσα 1915, η Θεσσαλονίκη μετράει πλέον 500.000 κόσμο περίπου, μια πανσπερμία φυλών και εθνοτήτων. Έχουν στρατοπεδεύσει άγγλοι, γάλλοι και ιταλοί στρατιώτες συνοδευόμενοι από βοηθητικούς διαφόρων εθνικοτήτων των αποικιών τους (ινδοί, αφρικανοί). Έχουν συσσωρευτεί πρόσφυγες από τα γύρω μέρη λόγω πολεμικών επιχειρήσεων και μετακινήσεων πληθυσμών λόγω των βαλκανικών πολέμων. Έρωτες, δυνατές φιλίες, πλούτη, φτώχεια, οραματιστές, συμμορίες των δρόμων, χασικλήδες, δεισιδαιμονίες, ερωτικά χαμένα όνειρα. Αναπτύσσεται η βιομηχανία της διασκέδασης, πορνεία δυο ταχυτήτων για όλες τις πληθυσμιακές κατηγορίες ανθίζουν και πληθαίνουν. Παράλληλα παιγνίδι κατασκόπων και παιγνίδια εμπαιγμού των μειονοτήτων, σλαβόφωνων, βλαχόφωνων και βουλγαρόφωνων, αφετηρίες γένεσης εθνικών και εθνοτικών ταυτοτήτων.
Ο συγγραφέας απομακρύνεται σχεδόν συνειδητά από τη μονοδιάστατη καταγραφή ιστορικών γεγονότων και κεντρικών ιστορικών προσωπικοτήτων και ανοίγεται στην εξιστόρηση της περιπέτειας του ανθρώπου που ονειρεύεται, δημιουργεί, παγιδεύεται και πεθαίνει παγιδευμένος και αιώνια προσωρινός. Στο βιβλίο αυτό η ιστορική πραγματικότητα είναι περισσότερο φόντο και ντεκόρ σε πρώτη ανάγνωση, σε δεύτερη οι συνειρμοί είναι πολλαπλοί. Το επεισόδιο των βομβαρδισμών της Θεσσαλονίκης με το μυθικό αερόστατο Ζέπελιν έρχεται να δεθεί συνειρμικά με την εξωτική εκδρομή και διαδρομή των ηρώων προς τον ουρανό, η πυρκαγιά του ΄17 έρχεται ύστερα από καταβύθιση συμβολική στα υπόγεια και τις κατακόμβες της πόλης των δυο κεντρικών ηρώων και εραστών του μυθιστορήματος.
Πρωταγωνιστούν η Γιαννακού Αυγερινή, μια περσόνα μη ιστορική, εντελώς ξεχωριστή, (δάνειο ουρανών και όνειρο άπιαστο ή και συλλογικός πόθος των αρσενικών που την περιτριγυρίζουν). Πλάι της ο γάλλος αξιωματικός Μορίς Ντιμόν, ως μελλοντικός εραστής και οι δευτερεύοντες αλλά σημαντικοί χαρακτήρες για την εξέλιξη της μυθοπλασίας η μοιραία Σιμόν και ο γερμανός κατάσκοπος Στήβεν Ρος.
Όλα εξελίσσονται φυσιολογικά και η αφήγηση από το έτος 1915 φτάνει στα χρόνια του 1916 (Διχασμός) και καταλήγει στη μεγάλη πυρκαγιά του 1917. Τότε, η κεντρική ηρωίδα ξεναγεί στον γάλλο αξιωματικό στα έγκατα της πόλης και ύστερα μετασχηματίζεται θεωρητικά και πρακτικά σε έναν φύλακα άγγελο της πόλης των αρρώστων, των αναξιοπαθούντων και σχεδόν εξαϋλώνεται.
Τα γεγονότα της μυθοπλασίας, το παιγνίδι του γερμανού κατασκόπου, η σύγκρουσή του με το γάλλο αξιωματικό Μορίς, η σχέση Σιμόν και Μορίς, η πυρκαγιά, ταξινομούνται ανάλογα με τις ανάγκες της μυθοπλασίας, προκειμένου να συμβάλουν στις ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και του ψυχισμού των επινοημένων ηρώων. Βέβαια κάπου υποβόσκουν και οι προσωπικές συγγραφικές εμμονές, πχ ο ιδανικός έρωτας, η ιδανική κοινωνική ευαισθησία και προσφορά στα όρια του μη «δυνατόν γενέσθαι…».
Η επιτυχία του συγγραφέα εδώ είναι κυρίως το γεγονός ότι καταφέρνει μιαν αλχημεία, καθώς προσωποποιεί και απογειώνει την ιστορική πραγματικότητα και την υπερβαίνει, γιατί τη νοηματοδοτεί με το δικό του τρόπο με βάση πάντα τις επιλογές των ηρώων του, πχ μια βόλτα στα υπόγεια της πόλης νοηματοδοτείται και ως μια υπόγεια διαδρομή ανακαλύψεων στο ασυνείδητο, όπως το ταξίδι του Οδυσσέα, του Ορφέα στον κάτω κόσμο με τις πολλαπλές συνέπειες και επιδράσεις στον ψυχισμό τους…
Ο Ν.Τ. χρησιμοποιεί, μια γλώσσα απλή, ρέουσα και ελκυστική. που συχνά χρωματίζεται με στοιχεία ειρωνικού χιούμορ ή μια υπολανθάνουσα μελαγχολία σχεδόν αδιόρατη. Οι ήρωές του είναι πολύχρωμοι, έχουν κάτι το ρεαλιστικό αλλά και κάτι το απόκοσμο, κάτι το αλλόκοτο, που όμως είναι φορτωμένοι με μια προκλητικά ελκυστική γοητεία που τους κάνει αποδεκτούς. Η επιλογή της γραφής του με εναλλαγές πρώτου και τρίτου αφηγηματικού προσώπου επιτρέπει χρονικά και νοηματικά άλματα και κυρίως την αποκρυπτογράφηση σκέψεων και συναισθημάτων των πρωταγωνιστών με το δικό του χαρακτηριστικό τρόπο. Έτσι, το μυθιστόρημα του Νίκου Τακόλα δεν προσφέρει ερμηνείες κι ούτε αναζητά ευθύνες – αντιθέτως, δημιουργεί ανθρώπους και προκαλεί τον αναγνώστη να νοηματοδοτήσει τα γεγονότα, να νοιώσει τους ήρωες, να προβληματιστεί για το κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι και εν παραλλήλω να βγάλει τα συμπεράσματά του.
Α.Κ. – Παρυφές Ολύμπου, Σεπτέμβρης 2019
* Ο Ανδρέας Καρακίτσιος είναι καθηγητής Λογοτεχνίας στο ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου