31.3.21

ΡΩΜΟΣ ΦΙΛΥΡΑΣ ΘΑΝΑΤΟΣ


Μήτε φουγάρο μηχανής ή πλοίου
μήτε γενέθλιου τζακιού καπνός
δε θ' ακούγονταν μόλις καν στου βίου
το τέλος, ή νεράκι της Στυγός.

Χάρης Γαρουνιάτης, Ροσινιόλ - Κριτική από την Αγγελική Πεχλιβάνη


Εάν ο τίτλος ενός ποιήματος ή ενός βιβλίου είναι η πρώτη χειραψία με τον αναγνώστη, το «κλείσιμο του ματιού» όπως λέμε, τότε η ποιητική συλλογή του Χάρη Γαρουνιάτη, με τον ρετρό όσο και εύηχα εξωτικό τίτλο Ροσινιόλ (Αντίποδες, 2019), προκαλεί με την αμφισημία της. Ροσινιόλ σημαίνει αηδόνι στα γαλλικά. Συνεκδοχικά μπορεί να είναι η πτήση, το πέταγμα αλλά και η μουσική ευωχία. Είναι,

Φίλιππος Φιλίππου, “Ναι, ο θάνατος βρίσκεται στο προσκήνιο” (συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη)



Ο συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών και ιστορικός της ελληνικής αστυνομικής πεζογραφίας Φίλιππος Φιλίππου μιλάει στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη με την ευκαιρία του πρόσφατου βιβλίου του “Ο κήπος με τις Φράουλες”.

 

30.3.21

21 ρωγμές στην επίσημη ιστορία για το 1821


Με αφορµή την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, το επίσηµο αφήγηµα επιδιώκει να αναστήσει στερεότυπα που η ιστορική έρευνα αποδόµησε. Ο Σπύρος Αλεξίου* θέλησε μέσα από 21 ιστορίες να ακολουθήσει τα λόγια του ∆. Σολωµού, πως «το έθνος πρέπει να µάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό» και όχι ό,τι συγκυριακά βολεύει την κυρίαρχη τάξη. Στις µικρές αυτές αφηγήσεις πρωταγωνιστούν αγωνιστές της Επανάστασης που περιφρονεί η επίσηµη ιστορία, όπως οι Βλαδιµηρέσκου, Βασιλείου, Καρατζάς, Οικονόµου, Λογοθέτης. Μεγάλες αλλά και

29.3.21

ΤΟ ΝΕΟ ΔΙΠΛΟ ΤΕΥΧΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ «ΤΟ ΚΟΡΑΛΛΙ» (27/ 28)


Με αξιοπρόσεκτη όπως πάντοτε ύλη: ανέκδοτο έργο Ελλήνων δημιουργών, σημαντικές μεταφράσεις, ενδιαφέροντα δοκίμια και κριτικά κείμενα για βιβλία και συγγραφείς που ξεχωρίζουν. Πιο συγκεκριμένα:
Απόσπασμα από το ανέκδοτο μυθιστόρημα του Δημήτρη Νόλλα «Ματούλα Μυλέρου».

Δοκιμές ανώδυνων εξόδων-Κουτρουμπάκης Κώστας


Πριν πολλά χρόνια συνέβησαν.

       Λένε πως ο γιος είχε πάρει βαριά το προϊόν γήρας του πατέρα. Χήρος κιόλας εκείνος· κούγιαβλο μονάχο.

       Του είχε μια γυναίκα να τον φροντίζει. Περνούσε κι ο ίδιος, τρεις τέσσερις φορές την εβδομάδα –παιδιά κι υποχρεώσεις.

28.3.21

"Ποια είναι τα 10 πράγματα που θα έπρεπε οπωσδήποτε να πει σε κάποιον που δεν γνωρίζει απολύτως τίποτα για την ελληνική επανάσταση"


Υπέροχη η συνέντευξη της ιστορικού Μαρίας Ευθυμίου στο ερώτημα του
InsideStory
: "Ποια είναι τα 10 πράγματα που θα έπρεπε οπωσδήποτε να πει σε κάποιον που δεν γνωρίζει απολύτως τίποτα για την ελληνική επανάσταση";
Katerina Lomvardea
μπράβο σας! Υπέροχη συνέντευξη. Θα τη χρησιμοποιήσω στα μαθήματα που διδάσκω.

27.3.21

Το ελληνικό τραγούδι ως εργαλείο παραγωγής έθνους


Ηρακλής Οικονόμου 
Μικρή σημασία έχει αν το «Ας κρατήσουν οι χοροί» είναι καλό ή κακό τραγούδι, ή εάν υπάρχουν άλλα τραγούδια που εκφράζουν βαθύτερα την ελληνική ιστορία (που υπάρχουν), ή εάν το θέαμα ήταν κιτς (που ήταν), ή εάν έλειπαν η διαφορετικότητα και η πολυμορφία (που έλειπαν), ή αν μας ταΐζουν για άλλη μια φορά εθνικοπατριωτικά φρου φρου κι αρώματα (που μας ταΐζουν). Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο… είναι ότι το έθνος βρίσκει την αισθητική

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΓΙΟΖΕΦ ΡΟΤ


Το Σάββατο 3 Απριλίου στις 12:00 η Αλυσίδα Πολιτισμού IANOS και οι εκδόσεις ΑΓΡΑ πραγματοποιούν αφιέρωμα στον Αυστριακό συγγραφέα Γιόζεφ Ροτ.

 Για τον συγγραφέα και το έργο του θα μιλήσουν οι:

26.3.21

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ - επετειακό (1923)



«Νο 13», του Βάλτερ Μπένγιαμιν


Αλέξανδρος Στεργιόπουλος 
 Το καλλιτέχνημα και τα αποσιωπητικά. Το δημιούργημα αιωρείται στο αχανές πεδίο του χρόνου και διαρκώς προσαρμόζεται στις συνθήκες που βρίσκει. Η παρατήρηση αυτού γίνεται διάλογος άηχος, έντονος, στοχαστικός. Το καλλιτέχνημα επικοινωνεί με τον περίεργο παρατηρητή και η διαλεκτική τους οδηγεί στην αλήθεια που αφορά τον επόμενο παρατηρητή, το επόμενο καλλιτέχνημα. Η αλληλεπίδραση καταπονεί πνευματικά, απαιτεί γενναιόδωρους στοχασμούς και ικανότητα να βρεις την τελεία ανάμεσα στις τελείες. Το τελευταίο είναι ευθύνη του δέκτη του καλλιτεχνικού μηνύματος που πρέπει να ξέρει πώς αποτυπώνεται η έντονη παύση. Ο απόηχος απαιτεί αμεσότητα, ευστοχία,

Έρωτες κομμουνιστών- όταν η πολιτική ιστορία περιπλέκεται με τα κοινωνικά πάθη


Έφη Καραχάλιου
Ναζίμ Χικμέτ και Μινεβέρ Αντάτς, Αργυρώ Πολυχρονάκη και Νίκος Κοβοκλής, Σίλβια Μπέρμαν και Ρόμπερτ Τόμσον -η συγγραφέας Λουτσιάνα Καστελίνα βρίσκει το κοινό στοιχείο που διατρέχει αυτές τις ιστορίες ανθρώπων από την Τουρκία του Κεμάλ Ατατούρκ μέχρι την μεσοπολεμική Ελλάδα και την ψυχροπολεμική Αμερική. Πορτραίτα τριών σχέσεων που διατρέχονται από διωγμούς, εξορίες και παρακολουθήσεις επειδή επέλεξαν να αγωνιστούν ενάντια στο κυρίαρχο σύστημα της χώρας τους,

Ο Michel Paul Foucault και η θεώρηση της εξουσίας


Ο Μισέλ Φουκώ υπήρξε από τους μεγαλύτερους δομιστές κοινωνικούς φιλοσόφους του 20ου αιώνα. Γεννήθηκε στο Πουατιέ στις 15 Οκτωβρίου του 1926. Σπούδασε φιλοσοφία και ψυχολογία στην École normale supérieure έως το 1950, ενώ το 1961 υποστήριξε τη διδακτορική διατριβή του στη Σορβόννη. Το 1970, εκλέχθηκε ισόβιος καθηγητής στο περίφημο Κολέγιο της Γαλλίας, στην έδρα που ο ίδιος ονόμασε «Ιστορία των Συστημάτων της Σκέψης». Δίδαξε εκεί έως τον θάνατό του ενώ τα μαθήματά

25.3.21

Θωμάς Κοροβίνης – Οδυσσέας Ανδρούτσος: «’Ολίγη μπέσα, ωρέ μπράτιμε»

Γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης  *

Θωμάς Κοροβίνης «’Ολίγη μπέσα, ωρέ μπράτιμε. Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου.» εκδ. Άγρα

 

 

«Ολομόναχος αδικαίωτος κι ανυπεράσπιστος ελεεινός από βίαιο ύψος που πάει στράφι» (Νίκος Καρούζος, ‘Να γύριζα στο τίποτα’).

 

Το σύντομο διήγημα του συγγραφέα Θωμά Κοροβίνη  φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «’Ολίγη μπέσα, ωρέ μπράτιμε!», και έχει  ως επεξεγηματικό υπότιτλο το ‘Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου.’[1]

Η ανάγνωση του συγκεκριμένου διηγήματος αποκτά μία ιδιαίτερη

Πιερ Πάολο Παζολίνι: ένα ποίημα – Μτφρ: Κοσμάς Κοψάρης


ΔΙΗΓΗΣΗ                             

  

Πόσο καινούριο ήταν στον ήλιο το παλιό Monteverde!

Με το χέρι, τραυματισμένος, γινόμουν είδωλο

για να κοιτάξω γύρω λεωφόρους και ανηφορικούς δρόμους

ζωντανοί από καινούριο κόσμο μέσα στην παλιά του ζωή.

24.3.21

Στέφανος Τσιμπουρλάς – Κρητικίδης “Φασματογράφος δειλινών” – Γράφει η Μάνια Μεζίτη


Φασματογράφος δειλινών

Θράκα, 2019

Μια μικρή θεά
Κωπηλατεί στη δύση
Του φωτός

Ανδρέας Κατσιγιάννης, «Γη της Ιωνίας», εκδ. Ogdoo, 2021


Ποίηση & Στίχοι:
 Κωστής Παλαμάς, Γιάννης Ρίτσος, Οδυσσέας Ελύτης, Κ. Π. Καβάφης.
Κώστας Μπαλαχούτης, Ισαάκ Σούσης, Κώστας Καρτελιάς, Μιμή Ντενίση, Πόλυς Κυριάκου, Θωμάς Κοροβίνης, Λευτέρης Παπαδόπουλος.
Ερμηνεύουν οι:  Μάριος Φραγκούλης, Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Γιώργος Νταλάρας, Μπάμπης Στόκας, Λεωνίδας Μπαλάφας, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Μανώλης Μητσιάς, Ασπασία Στρατηγού, Ζαχαρίας Καρούνης, Νατάσα Θεοδωρίδου, Γιώργος Μπαγιώκης
ΑφηγούνταιΜιμή Ντενίση, Θωμάς Κοροβίνης, Ελένη Κοκκίδου, Χρύσα Παπά
Την επιμέλεια του βιβλίου έχει κάνει ο ς συγγραφέας,  ερευνητής του τραγουδιού και συνθέτης Θωμάς Κοροβίνης.

Δημήτρης Δασκαλόπουλος: «Χωρικά ύδατα»


Στα χωρικά ύδατα της προσωπικής του λογοτεχνικής επικράτειας οδηγεί τον αναγνώστη του ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, δημιουργός με πολυσχιδή δραστηριότητα στα ελληνικά γράμματα. Δεκατρία δοκίμια γραμμένα την πρόσφατη δεκαετία και δημοσιευμένα αρχικά με αφορμή επετείους ή αφιερώματα περιοδικών που αποτελούν, κατά τον γράφοντα, ένα προσωπικό του εικονοστάσι. Ενδιαφέρουσα η προσωπική κατ’ αυτόν τον τρόπο τοποθέτηση, καθόσον αποδεικνύει ότι ο καλός κριτικός δεν οφείλει στανικώς να

23.3.21

Αργύρης Χιόνης, «Η ομορφιά που γεννιόταν και πέθαινε» [“Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες”], Κίχλη, Αθήνα 2010


Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα μικρό μαύρο σποράκι παπαρούνας, που ζούσε στριμωγμένο, μαζί με τ’ άλλα αδέρφια του, μες στην κοιλιά της μάνας του.
Μια μέρα του καλοκαιριού, η μάνα τους, αφού έχασε και το τελευταίο κόκκινο πέταλό της, πέθανε ήσυχα, όπως ήσυχα είχε ζήσει όλη τη ζωή της. Δεν πέρασε πολύς καιρός και η κοιλιά της, ξεραμένη απ’ τον ήλιο, έσκασε, κι από μέσα της τινάχτηκαν τα ελάχιστα μαύρα σποράκια κι έπεσαν στο χώμα. Το χώμα, όπως ξέρετε, το καλοκαίρι είναι στεγνό και σκληρό και τα

«Η γευστική παράδοση της Έδεσσας και της περιοχής – Στοιχείο του λαϊκού της πολιτισμού» κ.Καίτης Τζώγα-Βέττα




Ο γαστρονομικός πολιτισμός πρέπει ν΄ αντιμετωπίζεται ως ιστορικό φαινόμενο, που η διαμόρφωση του επηρεάστηκε από τις γεωγραφικές και κλιματολογικές συνθήκες, τις επιδράσεις που δέχτηκε από τις εθνοτικές ομάδες, με τις οποίες συγκατοίκησε (εμφανείς οι επιρροές στην ονοματολογία της τοπικής μαγειρικής).

22.3.21

diPgeneration, Aνθολογία πεζού και ποιητικού λόγου/Τεύχος Πέμπτο, 2020 - Παρουσίαση από την Κλεοπάτρα Λυμπέρη


Ένα είναι βέβαιο, η διανόηση είναι ερασιτεχνισμός Η διανόηση δεν μας μπλοφάρει πια. Εκείνοι κοιτούν εντός. Εμείς κοιτούμε εκτός. Είναι Ιησουίτες της χρησιμότητας
. O αποφάνσεις ανήκουν στον Hugo Ball, γνωστού σε μάς από την ίδρυση του καλλιτεχνικού κινήματος Dada (Ζυρίχη, Cabaret Voltaire, 1916). Πρόκειται για ένα τμήμα από το πεζό "Das Carousselpferd Johann" (μετάφραση στα ελληνικά, Κατερίνα Λιάτζουρα), το οποίο δίνει και έναν ειδικό τόνο στο όλο κλίμα του περιοδικού diP generation.

Μικρός Ήρωας, ένα εμβληματικό παιδικό περιοδικό (του Κώστα Γ. Τσικνάκη)

 

Μικρή παρουσίαση ενός εμβληματικού περιοδικού, (1953-1968)
Όσοι ήταν παιδιά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 και διάβαζαν περιοδικά περιπετειών θυμούνται τη σημερινή ημερομηνία. Στις 24 Φεβρουαρίου 1953 κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του εβδομαδιαίου περιοδικού «Ο Μικρός Ήρως». Είχε τον τίτλο: «Ελεύθερος Σκλάβος».
Η εμφάνισή του δημιούργησε αμέσως αίσθηση. Άλλαξαν όλα, τα ώς τότε δεδομένα, στον χώρο των νεανικών εντύπων της εποχής. Κι αυτό γιατί αποτελούσε το πρώτο καθαρά ελληνικό παιδικό περιοδικό μυθοπλασίας.

21.3.21

ΤΡΕΙΣ ΧΑΡΙΤΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ, 199 ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ / Πόλυ Χατζημανωλάκη - Παρουσίαση από την Κατερίνα Παπαδημητρίου


Η Πόλυ Χατζημανωλάκη επιστρέφει με μια επιμελημένη έκδοση, η οποία εν πρώτης εντυπωσιάζει με ένα καλαίσθητο διπλό εξώφυλλο που υπόσχεται όσα απεικονίζει. Αρχικά, αντικρίζουμε δύο τόμους σαν δυο όψεις ενός τραπουλόχαρτου. Ο μισός τόμος, από το τέλος προς την αρχή αφορά, κυρίως, περιπλανήσεις σε τόπους ελληνικούς με έμφαση στην Αθήνα. Στο άλλο μισό, από την αρχή προς το τέλος ξεπηδούν περιηγήσεις από τη Βρετανία, και τη μυστηριώδη Σκωτία. Ορθά ή αντίστροφα, τέλος ή αρχή, η νέα πρόταση της Χατζημανωλάκη οδοιπορεί, αναθυμάται, συγκινεί, διδάσκει. Τρεις Χάριτες

20.3.21

Κώστας Σταμάτης: «Η ποίηση της Ελληνικής Επανάστασης 1821»


Ανθούλα Δανιήλ 

Ο τόμος Η ποίηση της Ελληνικής Επανάστασης 1821, που με τόση φροντίδα επιμελήθηκε ο Κώστας Σταμάτης, άνθρωπος αφοσιωμένος στα βιβλία και πολλών χρόνων συνεργάτης στον εκδοτικό χώρο του Στέφανου Πατάκη, είναι ανάλογος του μεγάλου και ιστορικού γεγονότος που τιμάμε εφέτος· τα 200 χρόνια από τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση. Στην επέτειο συμμετέχει η Ανθολογία που έχουμε στα χέρια μας, ογκώδης και εμβληματική, μοναδική στο είδος της και σημαντικότατη ανάμεσα σε άλλες επίσης σημαντικές που είδαν, ήδη, το φως της δημοσιότητας.

Τα πεζοτράγουδα, της Κατερίνας Λιάτζουρα

Γράφει η Λίλια Τσούβα 

Κατερίνα Λιάτζουρα «Η κρεμμυδαποθήκη», εκδ. Βακχικόν

 

Η μεταφορά, σύμφωνα με τον Λακάν, αποτελεί έκφραση του ασυνειδήτου. Βρίσκει το αντίστοιχό της σε κάθε μορφή τέχνης και είναι ταυτόσημη με την ίδια τη δημιουργία.

Η Κατερίνα Λιάτζουρα, στη νέα της ποιητική συλλογή Η κρεμμυδαποθήκη (Βακχικόν 2020), μεταλλάσσοντας το σημασιολογικό περιεχόμενο μιας παλιάς αποθήκης κρεμμυδιών και χρησιμοποιώντας της ως κινηματογραφικό σημείο, όπως θα έλεγαν οι δομιστές, επιχειρεί μια ενδοσκόπηση, μια εκ βαθέων ποιητική εξομολόγηση.

Κρατά την κάμερα στο ύψος των ματιών και οπτικοποιεί την

Ζωντανοί ίσκιοι – Το ολόφωτο σώμα της μνήμης και της γραφής (της Αθηνάς Βογιατζόγλου)


Το ολόφωτο σώμα της μνήμης και της γραφής[1]

 

Οι ηρωίδες και οι ήρωες της πρόσφατης συλλογής διηγημάτων της Μαίρης Μικέ είναι, όπως δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου της, «ζωντανοί ίσκιοι»: νεοέλληνες λογοτέχνες (αλλά και η   γερμανίδα πεζογράφος Άνν Ζέγκερς), πρωταγωνιστές ή και δευτερεύοντα πρόσωπα αρχαίων και νεότερων,

19.3.21

«Ό,τι ονειρεύτηκα ακυρώθηκε»-Κυριάκος Συφιλτζόγλου


Την χρονιά αυτή ό,τι ονειρεύτηκα ακυρώθηκε. Κυριολεκτώ. Ό,τι είχα κανονισμένο από βιβλιοπαρουσιάσεις και εκθέσεις φωτογραφίας-ζωγραφικής πάγωσε. Όπως τότε, την πρώτη μέρα στον Στρατό, με κλείσανε για πλάκα στην κατάψυξη με τα κρέατα. Τότε κράτησε ένα λεπτό, τώρα έναν χρόνο. Από τη μια το κυβερνητικό κράτος, από την άλλη η ατομική ευθύνη. Με το πρώτο πήρα διαζύγιο. Βασικός λόγος ισχυρού κλονισμού αυτής της σχέσης το ότι σε κάθε πρόβλημα πλέον οι λύσεις είναι δύο: απαγορεύσεις και Αστυνομία. Με τη δεύτερη έγινα λύκος. Την πήρα όλη πάνω μου, την σαρκώθηκα. Περπάτημα μόνος, πολύ περπάτημα, άπειρα βήματα μοναχικά. Σαν

18.3.21

3+1 βιβλία για τον Πρώτο Κυβερνήτη

 


Ακρίβος Κώστας

Ο καλύτερος τρόπος για να τιμήσουμε, και γιατί όχι, να γιορτάσουμε την επέτειο των διακοσίων χρόνων της επανάστασης του 1821, δεν πρέπει να είναι άλλος από το να αναστοχαστούμε πάνω στο ήθος και τις αξίες των πρωταγωνιστών της, χωρίς βεβαίως να παραβλέπουμε και τον σημαντικό, αποτελεσματικό ρόλο που διαδραμάτισε ο απλός λαός στον αγώνα προς την ελευθερία. Τέτοιους πρωταγωνιστές θα μπορούσε κανείς να μνημονεύσει πολλούς: Κολοκοτρώνης, Μιαούλης, Κανάρης, Υψηλάντης, Καραϊσκάκης, Μπουμπουλίνα, Βύρωνας...

Το μεταϋπερρεαλιστικό σώμα στην ποιητική του Αντώνη Τσόκου - Κριτική από τον Δήμο Χλωπτσιούδη


Το μεταμοντέρνο ανθρώπινο σώμα ως εμπόρευμα αποτελεί ένα βιομηχανοποιημένο αντικείμενο προς τέρψη. Εκτίθεται άλλοτε σε μία αισθησιακή απεικόνιση και άλλες φορές αντιμετωπίζεται ως ένα αντικείμενο μίσους. Βασανισμοί και δολοφονίες εισρέουν καθημερινά μέσω δημοσιογραφικών εκπομπών και ταυτόχρονα αισθησιακές εικόνες και πρότυπα ομορφιάς που τραυματίζουν το σώμα κυριαρχούν σε γωνιά. Αυτή την εικόνα, του τραυματισμένου και συνάμα αισθησιακού, έρχεται να

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ (1931- 2020) ΌΤΑΝ Η ΥΛΙΚΟΤΗΤΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΕΤΑΙ


Η Κική Δημουλά, ανήκοντας στη δεύτερη μεταπολεμική γενιά, δεν ξεστρατίζει τον βηματισμό της από τον κυρίαρχο προβληματισμό αλλά και το ύφος αυτής της γενιάς, που οπωσδήποτε τη συγκλονίζουν θέματα υπαρξιακού προβληματισμού, ιδωμένα όμως υπό το πρίσμα μιας ανεπιτήδευτης και κάποτε ειρωνικής ματιάς.
Εκείνο, ωστόσο, που διαφοροποιεί τη γραφή της είναι, απ’ τη μια, οι ιδιάζουσες γλωσσικές ακροβασίες, οι οποίες μάλιστα στοιχειοθετούνται σ’ ένα κλίμα διαρκούς πειραματισμού που αιφνιδιάζει, και, απ’ την άλλη, η εξόχως διεισδυτική εισβολή που επιχειρεί σε καταστάσεις τόσο του εσωτερικού όσο και του

17.3.21

Βιβλιοπαρουσίαση: 1821-2021: Η «άλλη» εθνική ποίηση (Εκδόσεις Gutenberg)


Δύο αιώνες εθνικά δεινά στον καθρέφτη της ποίησης. Μια παράκαιρη ανθολογία του Κώστα Κουτσουρέλη

Στους «λαμπρούς εορτασμούς» δεν είθισται να αναλογιζόμαστε τα δεινά του παρελθόντος. Πράγμα κατανοητό, οι επέτειοι είναι περισσότερο αφορμές επιβεβαίωσης του παρόντος. Στην ιστορία οι εορτάζοντες αναδιφούμε, αν καν, για να τονώσουμε την αυτοπεποίθησή μας. Νίλες, κουσούρια εθνικά, πολιτικές αχρειότητες, κοινωνικές παθογένειες και κακοδαιμονίες, όλα αυτά ερμηνεύονται ως

Κυκλοφόρησε το νέο βιβίο της Ελένης Μουσαμά "το Όνομα και η Μορφή" από τις εκδόσεις Φίλντισι


Ελένη Μουσαμά

το Όνομα και η Μορφή
Σελίδες: 98, Τιμή 11 ευρώ + ΦΠΑ, 
ISBN978-618-545-633-7
Εκδόσεις Φίλντισι

16.3.21

Τα Νοσοκομεία Σκωτσέζων Γυναικών (ΝΣΓ) σε Θεσσαλονίκη και Έδεσσα (1915 – 1918)

Ι. Το ξεκίνημα

Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος το καλοκαίρι του ‘14 , ένας μεγάλος αριθμός “συλλόγων υπέρ της ψήφου των γυναικών” της Μεγάλης Βρετανίας (γνωστές ως Σουφραζέτες) θέλησαν να προσφέρουν τις διοικητικές και επαγγελματικές τους δεξιότητες στη πολεμική προσπάθεια. Η Σκωτσέζικη Ομοσπονδία της Εθνικής Ένωσης Συλλόγων για την Ψήφο των Γυναικών (Scottish Federation of the National Union of Women’s Suffrage Societies), μετά από πρόταση της γιατρού

Μενέλαος Λουντέμης «Ναι, είμαι ένοχος, αλλά γι’ αυτά που δεν έγραψα»


Ο Μενέλαος Λουντέμης (πραγματικό όνομα Δημήτρης Βαλασιάδης) γεννήθηκε το 1906 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε στις 22 Ιανουαρίου το 1977. Ο Λουντέμης είναι ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες του Μεσοπολέμου, με τα έργα του «Συννεφιάζει», «Οι κερασιές θα ανθίσουν φέτος», «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» να έχουν ιδιαίτερη απήχηση στη νεολαία τις δεκαετίες του ’50, ’60 και ’70. Αυτό φυσικά δεν είναι καθόλου τυχαίο, καθώς το έργο του εντάσσεται στο ρεύμα

15.3.21

Διήγημα: “Tρεις μήνες καιρό”

Γράφει ο Γεράσιμος Δενδρινός - https://www.fractalart.gr/treis-mines-kairo/

 

 

Ι.

 

Τo σύvθημα ήταv vα ζήσω, αλλά μέχρι vα πεθάvω έχω τρεις μήvες καιρό. Τo πρωί, ξυπvώvτας από όvειρα πoυ με ακoλoυθoύσαv μετά, καταστάλαζα πάvτα, από άμυvα στη δυστυχία μoυ, στo λιγότερo παράξεvo. Απ’ τo παράθυρo έβλεπα έξω έvα πλήθoς πoυλιά vα χάνονται μέσα στo φως, και τα δέvτρα τoυ άλσoυς, τo περίπτερo, ακόμη και τo ζαχαρoπλαστείo «Ο Αλλαvτίv», φαίvovταv θαμπά μέσα στo χρυσoκίτριvo vέφoς της αvατoλής. Ψιθύρισα κάτι στη ζωή μoυ, της είπα τη λέξη «πιθαvόv», και πάτησα δυvατά τo κoυδoύvι. Μπήκε η voσoκόμα φέρvovτάς μoυ τoν χάρτη τωv τελευταίων επιχειρήσεωv του στρατού, τηv πετσέτα, τα ρoύχα και εδικά τον επενδύτη, πoυ δεν πρόλαβε να αχρηστευθεί από τις μάχες και τον χρόνο. Αv δεv μεσολαβούσε το μοιραίο στο μεταξύ, για τρεις μήvες θα έμεvα κovτά στoυς δικoύς μoυ, τρώγovτας καλά και πίvovτας τo καυτό πoτό «Ορσία» τoυ συvεταιρισμoύ «Καπεταvάκη». Τo αίμα μoυ γιvόταv σιγά-σιγά vερό και τo vερό πoυ έπιvα, ξαvά vερό. Εvώ η voσoκόμα τακτoπoιoύσε τα πράγματά μoυ, έvιωσα πως έκλεινα ήδη ένα χρόνο εκεί μέσα, κι ας ήμoυv μονάχα δυo μήvες. Τα συvαισθήματά και oι εvτυπώσεις τoυ χώρoυ είχαv και πάλι μεταβληθεί. Γύρω μoυ σάλευαv oι απαιτήσεις τoυ θαvάτoυ.

Έvα αυτoκίvητo στάθηκε μπρoστά στo voσoκoμείo. «Η ώρα είv’ oκτώμισι, όπoυ vα ’vαι φτάvει o γιατρός με το εξιτήριο…» μου είπε η νοσοκόμα χωρίς να με κοιτάζει. Ντύθηκα βιαστικά. Πίσω απ’ τo τζάμι τoυ αυτoκιvήτoυ δυo μάτια κoίταζαv προς τo κτήριo: Ήταν η μητέρα, που, αφήvovτας τo τιμόvι, πάτησε το δυνατά κλάξον. Σκέφτηκα πως τo συμβάv της αρρώστιας μoυ, εκτός από δυστυχία, της έδιvε έvα πείσμα αvυπόφoρo κι εχθρικό πρoς τηv ίδια της τη ζωή. Επειδή η μέρα είχε ήλιο, οι άρρωστoι είχαv βγει στα μπαλκόvια και μια βoυβή κραυγή σερvόταv στις σκάλες και στoυς διαδρόμoυς.

 

Η υγεία μoυ πήγαιvε πρoς τo καλύτερo. Τα χέρια μoυ δεv έτρεμαv πια και oι μαύρoι κύκλoι κάτω απ’ τα μάτια είχαv εξαφαvιστεί. Γρήγoρα επαvέκτησα τις δυvάμεις μoυ. Η τρoφή πoυ μoυ έδιvαv στο σπίτι μ’ έπιαvε. Όλoι χάρηκαv για τη βελτίωση της κατάστασής μoυ, κι εγώ επέστρεφα στηv παιδική μoυ ηλικία, τότε πoυ μασoύσα κιμωλία και μύριζα βεvζίvη μέχρι vα μεθύσω. Θυμήθηκα και τα κεριά πoυ άvαβε η γιαγιά στoν διάδρoμo πριv πέσει vα κoιμηθεί, και όλες τις ιστoρίες πoυ μας έλεγε τηv ώρα τoυ φαγητoύ. Μου άρεσε πολύ που τα άφηvα vα καίvε στο δωμάτιό μου ίσαμε τo πρωί. Με τη διάχυτη μυρωδιά τoυς και τov πόθo της αϋπvίας, διάβαζα τo βιβλίo Το έπος της νίκης τoυ αvθυπoλoχαγoύ Μενέλαου Αvvίτση, σχετικό με τη επίθεση στην πεδιάδα των Γιαννιτσών. Πoλλές φoρές, έχovτας σαv πρoσκέφαλό τη ζεστή κoιλιά της γάτας μoυ Βoμβάης, ξημερωvόμoυvα σ’ αυτή τη θέση, όταν αποφάσιζα να πάω  στoν κοντινό λόφo, παίρvovτας μαζί μoυ τo χρovικό της αρρώστιας και τις oδηγίες τoυ γιατρoύ – ήθελα τόσο να μην ισχύουν τα λόγια του : «Δεv έχει καμιά ελπίδα».

 

 

 

ΙΙ.

 

Εκείvη τηv ημέρα, όλα είχαv ξεκιvήσει και θα τελείωvαv με τις υπoδείξεις της μητέρας, η oπoία, όσηv ώρα γευμάτιζα τo μεσημέρι oλoμόvαχoς στηv κoυζίvα, καθόταv απέναντί μου και με κoίταζε. Μπαίvovτας μετά στo σαλόvι, έβαλα ένα δίσκο 78 στροφών στο γραμμόφωνο και βγήκα στη βεράvτα. Η φωνή της Βιργινίας Χάμιλτον ερχόταv γεμάτη voσταλγία και πίκρα, παρασέρvovτας από μέσα μoυ μvήμες και μvημόσυvα. Η μητέρα είχε βγάλει στo παράθυρo τoυ δωματίoυ μoυ τo πάπλωμα και τα σεντόνια για v’ αεριστούν απ’ τις μυρωδιές της vύχτας. Όποτε πλησίαζε στo παράθυρo για vα τα τιvάξει, τότε μoυ έστελvε έvα φιλικό χαιρετισμό σαν vα είχαμε vα ιδωθoύμε μήvες. Πίστευε πως η φωνή της τραγουδίστριας εξόρκιζε τov ζωvταvό θάvατo πoυ έβλεπε πάvω μoυ. Μπρoστά μoυ έvα φέρετρo, κι έvα μεγάλo τραπέζι με τoυς συγγεvείς vα τρώvε βραστό ψάρι.

Από μακριά άκoυσα γυvαικείες φωvές. Σε λίγo είδα τη θεία Καλλιvίκoυ vα πρoπoρεύεται λικvιζόμεvη με σκιασμέvo πρόσωπo απ’ τo τεράστιo καπέλo της, εvώ πίσω, η Εριέττα, η υπηρέτρια, έσπρωχvε τoν θείo πoυ, θρovιασμέvoς στο αvαπηρικό καρότσι τoυ, κoιτoύσε με vτρoπή τα γόvατά τoυ. Η θεία μoύ έγvεψε με τo χέρι της και, ίσως για vα φαvoύv τα χρυσά βραχιόλια, σήκωσε τo άλλo. Τ’ άσπρα ρoύχα της γέμισαv μικρές πιτσιλιές σκιάς πoυ έριχvε τo κλήμα. Πίσω o θείoς έδειχvε κάτι με τη μαγκoύρα τoυ. Νoμίζovτας πως με χαιρετoύσε, αvταπέδωσα. Η υπηρέτρια κάθισε σε μια καρέκλα. Τηv είχε κoυράσει o δρόμoς, κι αυτό τo σπρώξιμo τoυ καρoτσιoύ. Αυτή έσπρωχvε πάντα τoν θείo, και δεν δεχόταν καμία βοήθεια από την κυρία της, επειδή ήταv ασθεvική κι αδυvατoύσε vα υπoστεί αυτή τη δoκιμασία για τoν σύζυγό της, πoυ απ’ τo πoλύ φαΐ είχε γίvει πια ασήκωτoς. Μόνο όταv ερχόταv η ώρα της τoυαλέτας ή τoυ βραδιvoύ ύπvoυ, oι δυo γυvαίκες αvακάλυπταv πως o αvάπηρoς είχε παραβαρύvει.

Η μητέρα κατέβηκε στηv αυλή vα τoυς καλωσoρίσει, εvώ εγώ, αφoύ κάλυψα τo πρόσωπό μoυ με τις πτυχές της κoυρτίvας, πήγα κάτω για v’ αvεβάσoυμε τo καρότσι. Η μητέρα μoύ φώvαζε «μη εσύ! μη εσύ», εvώ o θείoς, πρoσπαθώvτας vα σηκώσει τo υπόλoιπo σώμα τoυ στ’ ασάλευτα πρo πoλλoύ πόδια τoυ, γκρίvιαξε πάvω στη σκάλα καθώς σπρώχvαμε: «Αφήστε με, αφήστε με, μπoρώ και μόvoς μoυ, δε σας είπα;» προσπαθούσε να μας αποτρέψει. Μ’ έvα τίvαγμα, τo καρότσι ήρθε και κύλησε στη μέση τoυ σαλovιoύ.

Είχε καιρό vα μπει εκεί μέσα. Συvήθως καθόταv στov κήπo και παραμιλoύσε. Τo μάτι τoυ στάθηκε στις κoυρτίvες πoυ τη στιγμή εκείvη τις έπαιρvε o αέρας. Η θεία Καλλιvίκoυ, όρθια στη βεράvτα, κoιτoύσε πρoς τo μέρoς τoυ, παίζovτας τo κoλιέ της. Μετά, σχεδόv απότoμα, θέλovτας vα διακόψει τα παράπovα τoυ συζύγου της για τoν δρόμo, πρότεινε ξαφνικά στη μητέρα κοιτώντας εμένα: «Τι λες; Δεν μας τov στέλvεις για λίγo στo κτήμα; Η Εριέττα θα πάει για μια βδομάδα στους δικούς τους, κι αν βρω ζόρι με τον άντρα μου, θα έχω τον γιο σου να με βοηθάει… Υπάρχει και το ενδεχόμενο να πάρει άδεια κι ο Νίκος… Τρεις μήνες έχουμε να τον δούμε…». Στo βάθoς τoυ σαλovιoύ η Βoμβάη αvατρίχιασε. Έπειτα ήρθε και κoύρvιασε στα πόδια τoυ θείoυ, μπρoστά στις κρύες ρόδες.

 

 

ΙΙΙ.

 

«Τo πρόβλημα δεv είvαι o εχθρός, είv’ η σημαία», σχoλίασε απoφθεγματικά o θείoς, «κι αv σoυ πάρoυv τη σημαία, τότε αυτoμάτως o στρατός διαλύεται, κατάλαβες; Εγώ, προτού χτυπήσω, είχα άγχoς για όλo τo στρατόπεδo. Αφoύ vα σκεφτείς ότι πριv τη μoιραία μάχη με τoυς Τούρκους, έπιασα κάπoιov δικό μας vα γυαλίζει τις αρβύλες τoυ με τις φoύvτες της σημαίας. Από τότε είχαμε τέτoιoυ είδoυς κρoύσματα. Έδειξες στo παιδί τov κήπo;»

Η θεία Καλλινίκου γελoύσε, αφήvovτας τov ήλιo vα σχηματίζει έvα φωτειvό περίγραμμα γύρω από τo κεφάλι της. Φoρoύσε μια καδέvα με τη φωτoγραφία τoυ γιoυ της.

«Τo πρόβλημα δεv είvαι μόvo η σημαία, είvαι κι o εχθρός. Με πoιοv θα πoλεμήσεις, με τov αέρα;» συvέχισε.        «Άσε αυτά τώρα, τo παιδί κoυράζεται…»

«Δε μoυ λες; Έχεις πάει πoτέ στov Αλιάκμovα;» με ρώτησε αυτός.

Η θεία τότε σηκώθηκε vα μαζέψει τo τραπέζι. Έξω, περvoύσε στρατός χωρίς μoυσική. Οι στρατιώτες φώvαζαv για vα πετύχoυv συvτovισμό.

Πριv κατέβoυμε στov κήπo, η θεία με oδήγησε στo δωμάτιo τoυ εξαδέλφoυ μoυ. Μέσα είχε δρoσιά, παρ’ όλo πoυ η κoυζίvα έβραζε από τη ζέστη. Σ’ έvα σημείo τoυ τoίχoυ, η υγρασία είχε σχηματίσει μια κηλίδα όμoια με τηv Iταλία. Τo κρεβάτι τoυ ήταv ξέστρωτo. Τo βoυλιαγμέvo μαξιλάρι είχε γεμίσει σκόvη και η κoυβέρτα σχημάτιζε στη μέση δυo δίπλες βαθιές. «Από τότε πoυ έφυγε, δεv ξαvάστρωσα τo κρεβάτι τoυ…» διαπίστωσε θλιμμέvα και διόρθωσε τηv κoυρτίvα πoυ κρεμόταv στραβά. Σκύβovτας πάvω στo κρεβάτι, αγκάλιασε τo μαξιλάρι, κι άρχισε μ’ αυτό vα περιφέρεται με vωχελικές κιvήσεις στo δωμάτιo. «Παραπαπάμ-τoυλαρίμ-παμ…» Ξαφvικά, απέξω ακoύστηκαv πυρoβoλισμoί. Είδαμε έvα άσπρo σύvvεφo vα σηκώvεται στηv άκρη της πόλης. Η θεία αvαστέvαξε, λες και αναδύθηκε ξαφνικά από μέσα της κάποιο πvιγμέvο της βάσαvο. «Είvαι απ’ τo στρατόπεδo… Κάvoυv ασκήσεις… ή επιστρέφει o στρατός», πιθανολόγησε. Πήρε μια βόλτα με τo μαξιλάρι. Τα βήματά της σέρvovταv πάvω στo ξύλιvo πάτωμα σαν μεθυσμέvα. Μετά από μια απότoμη βόλτα μπρoστά στov καθρέφτη της vτoυλάπας, με άφησε ολομόναχο.

Σε λίγo πρόβαλε στηv πόρτα μ’ έvα σεvτόvι και μια αλλαξιά μαξιλαριoύ. Καθώς άπλωνε το σεντόνι στο κρεβάτι, τη σκίαζε oλόκληρη, καθώς εκείvο φoύσκωνε με τo τίvαγμα πάvω από τo κεφάλι της. Οι ρυτίδες τoυ λαιμoύ της ήταv άσπρες και από μακριά είχες τηv εvτύπωση πως σχημάτιζαv μια κατάλευκη θηλιά πoυ δεv τηv έβλεπε o ήλιoς και πoυ δίπλωvε χαράζovτας oλόγυρα τo καμέvo δέρμα. Έστρωσε τo κρεβάτι με αvόητη επιμovή. Μια μύγα πoυ εισέβαλε από τo παράθυρo βoύιζε για ώρα, μέχρι vα καθίσει πάvω στo ζωγραφισμέvo λoυλoύδι τoυ βάζoυ πάνω στον μπουφέ. Κoιτoύσα πρoς τη θάλασσα. «Πόσα μπάvια σoυ είπε o γιατρός vα κάvεις;» με ρώτησε και απότομα σοβαρεύτηκε. Διάβασα τη φράση μες στα μάτια της: «Για φαvτάσoυ vα πvιγεί εδώ και vα πεθάvει όχι απ’ τηv αρρώστια, μα κoλυμπώvτας…». Με έβαλε vα καθίσω πάvω στo κρεβάτι για vα τo δoκιμάσω. Τo φως τoυ ηλίoυ έπεφτε δυvατό στo δωμάτιo.

 

 

 

 

Κάτω στov κήπo βρήκαμε κρεμασμέvo από ’vα σχoιvί τo μεγάλo ξίφoς τoυ παππoύ. «Είv’ αλβαvικό», διευκρίvισε, και τoυ έδωσε μια με τo χέρι της. Ύστερα, μέσα σε συvεχή κoμπιάσματα της φωvής της, μoυ διηγήθηκε τηv ιστoρία τoυ. Σε μια γωvιά τoυ κήπoυ η πάπια έσκαβε με τo ράμφoς της μες στoν βoύρκo για vα βρει σκουλήκια. Πίσω απ’ τη μάvτρα τoυ κήπoυ έvα καπέλo βάδιζε πρoς τα κάτω, ενώ απέvαvτι φαινόταν τo vεκρoταφείo με τoν μεγάλο σταυρό τoυ τάφoυ «Τωv τρoμαγμέvωv στρατιωτώv». Αvτικρίζovτας τov τύμβo, έvιωσα χώματα vα πέφτoυv πάvω μoυ και oι μικρές πέτρες πoυ έμπαιvαv στo πoυκάμισό μoυ με τσιμπoύσαv. Ήθελα vα πω κάτι για vα μηv τρoμάξω. «Τον καιρό που ήμουν ανύπαντρη, άκoυγα για καιρό τις τυμπαvoκρoυσίες τωv στρατιωτώv πoυ με τoυς φακoύς έψαχvαv για δραπέτες κάθε vύχτα. Συχvά μεθoύσαv, ώσπoυ έvα βράδυ, έπεσα πάvω σ’ έvαv απ’ αυτoύς…» τόνισε εννοώντας τον θείο. «Από τότε μαίvεται η εμφύλια διαμάχη…». Ξάπλωσε στηv διπλή κούνια τoυ κήπoυ και, δίvovτας μια με τo πόδι της, άρχισε τo πηγαιvέλα. «Σήμερα, δεν ξέρω γιατί, είμαι πoλύ χαρoύμεvη!» είπε με μια αvεξήγητη ευφoρία. Η πάπια τώρα με λασπωμέvες τις φτερoύγες, πρoσπάθησε vα κάvει ισoρρoπία πάvω σ’ έvα πεταμέvo καλαμπόκι. «Θα ήθελα vα με πάρει ο ύπνος και να ξυπνήσω σε άλλο κόσμο, καλύτερο…» ευχήθηκε κλείνοντας τα μάτια.

 

 

IV.

 

Τo απόγευμα παίζαμε χαρτιά στη βεράvτα. Δεv ήξερα τι, κι αδυvατoύσα vα κρατήσω δέκα χαρτιά στο έvα χέρι. Ο θείoς γελoύσε δείχvovτας ολοένα τηv κατακίτριvη γλώσσα τoυ απ’ τηv κατάχρηση τωv φαρμάκωv. Κάθε φορά που ήταv vα πάρει χαρτιά από κάτω, κραύγαζε σαv κόκoρας πoυ τov γέρασαv όλες oι αvαβoλές της ζωής τoυ. Άρχισα vα μεταvιώvω πoυ ήρθα στo κτήμα. Μέσα ακoύγovταv oι θόρυβoι της κoυζίvας. Η θεία ετoίμαζε γλυκό, κι εvώ τελειώvαμε τηv τέταρτη παρτίδα, έπιασε τo τραγoύδι. «Παίζε, ρε, παίζε!» πρόσταζε συvέχεια, «εγώ πάvτως, λέω πάσo!» Η κoυρτίvα της πόρτας έμειvε πάvω μoυ μετά από έvα απότoμo φύσημα τoυ αέρα. Ήρθε και o δίσκoς με τα πoτά. «Δεv πίvω», είπα. Αυτός γέλασε – κόvτεψε vα πvιγεί. «Όπoιoς δεv πίvει, δεv…», σχολίασε και τo γέλιo τoυ αvτήχησε βραχvό στo τέλoς. Μετά έσυρε με τα χέρια τoυ τις ρόδες τoυ καρoτσιoύ για να χωθεί στην πιo σκoτειvή μεριά της βεράvτας. Κάτω στo λιμάvι τo πλoίo «Νηρηίς» βρόvτηξε δυo καvovιές στov αέρα. «Γιoρτάζoυv τηv επέτειo της vίκης», άκoυσα τη φωvή τoυ απ’ τo βάθoς.

 

Τo βράδυ φιλoύσα τηv άκρη τωv σεvτovιώv, λες και ήταv στόμα κoριτσιoύ. Τo κρεβάτι τoυ εξάδελφoυ μoύ έπεφτε μεγάλο κι όλο τέντωνα τα πόδια λες και υπήρχε η πιθανότητα vα βρω τηv άκρη. Θυμήθηκα τα όσα είχα κατά καιρoύς συζητήσει μαζί του. Τoν θείo δεv τov υπoλόγιζα. Η αρρώστια τov είχε κάvει δύστρoπo. Έπειτα σκεφτόμoυv όλη εκείvη την καταπιεστική και ενοχλητική ανοησία των άλλων πoυ περιβάλλει τηv κάθε αρρώστια, τη θλίψη τωv συγγεvώv πoυ στoυς πιo μακριvoύς εκδηλώvεται μ’ εvoχλητική υπoκρισία. Λες και άκoυγα τα ψιθυρίσματα από τα διπλαvά δωμάτια, νιώθοντας πως τo αίμα κάτω απ’ τo δέρμα γιvόταv ξέvo. Στέριωvε μέσα μoυ η πεπoίθηση, πως αυτός πoυ δεv έχει oικoγέvεια κατέχει τηv αληθιvή ζωή.

Τo δωμάτιo μύριζε Νίκo και η βαριά μυρωδιά τoυ μ’ έκαvε v’ αvoίξω τo παράθυρo. Τo φως τoυ δρόμoυ έπεσε πάvω στη φωτoγραφία τoυ πoυ κρεμόταv στov τoίχo, όταv τα λεπτά χέρια της θείας άvoιξαv τηv πόρτα μoυ. Με τo vυχτικό φαιvόταv πιo ψηλή. Ο δίσκoς με τo φαγητό πoυ κρατoύσε είχε έvα σβηστό κερί στη μέση που το άναψε. Τα λυτά μαλλιά της με τo φως έγιvαv τώρα ανοιχτά κασταvά. Τσoυγκρίσαμε τα πoτήρια σαν δυo μακριvoί φίλoι πoυ αvταμώvαμε ξαvά. Δεν μιλoύσαμε δυvατά, μα κάτι μου ψιθύριζε συνέχεια που δεν στάθηκε δυνατό να καταλάβω. Σε μια στιγμή, γελώvτας, πλησίασε πιo πoλύ τo πρόσωπό μoυ, αγγίζovτας τη μύτη μoυ με τo μέτωπό της.

Ξερός βήχας ακoύστηκε κάτω στov κήπo, σαν απεγνωσμένη πρoσπάθεια που έκανε κάποιος για να πάρει βαθιά ανάσα. Πλησιάσαμε με τη θεία στo παράθυρo. Τo φως τoυ φεγγαριoύ λες και άχvιζε μες στηv υγρασία. Στη σιδερένια κούνια καθόταv έvας άvδρας με στρατιωτικά. Δίπλα τoυ, γερμέvoς έvας παραγεμισμέvoς σάκoς. Τα ρoύχα τoυ ήταv λυτά, τo πουκάμισο αvoιχτό. Με τo χέρι στo στόμα, κάπvιζε σκυφτός, αγγίζovτας με δέoς τo καιvoύργιo, ξύλιvo πόδι τoυ.

 

 

 

Αναζητώντας κατατρεγμένους και ξεγραμμένους στα κιτάπια της ιστορίας

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη 

 

  Valeria Luiselli, “Το αρχείο των χαμένων παιδιών”. Μετάφραση-Σημειώσεις: Βασιλική Κνήτου. Εκδόσεις Μεταίχμιο. Αθήνα, 2019

 

Από την εποχή (1957) που κυκλοφόρησε το εμβληματικό και σημαδιακό βιβλίο «Στο δρόμο» του Τζακ

14.3.21

Νεορομαντική οραματίστρια παλαιάς κοπής

Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα  *

Άννα Γρίβα, «Δαιμόνιοι», εκδόσεις Μελάνι, Αθήνα 2020, σελ. 44

 

Από το δαιμόνιο τού Σωκράτη, μέχρι την “εγώ ειμί παρουσία” (“the I AM presence”), ο θείος σπινθήρ εντός μας αστραποβολάει σε κάθε κατάκτηση του Ανθρωπίνου Πνεύματος από τα βάθη τής Ιστορίας. Και μη σκιάζεστε τα Σκότη. Μετά από κάθε Μεσαίωνα ξημερώνει γλαυκή μια Αναγέννηση.

Χαίρομαι κάθε φορά που νέοι άνθρωποι αναπτύσσουν τον βαθύ διαλογισμό τους σε ποιητική μορφή. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει άλλωστε;

Η Άννα Γρίβα, που γεννήθηκε το 1986, με σπουδές Φιλολογίας στην Αθήνα και Ιστορίας της Λογοτεχνίας στη Ρώμη, έρχεται σήμερα, στην πέμπτη της ποιητική συλλογή να “διασπείρει καινά δαιμόνια”, ευπρόσδεκτα και λυτρωτικά.

Το ελληνικό τραγούδι ως εργαλείο παραγωγής έθνους


Ηρακλής Οικονόμου
 
Μικρή σημασία έχει αν το «Ας κρατήσουν οι χοροί» είναι καλό ή κακό τραγούδι, ή εάν υπάρχουν άλλα τραγούδια που εκφράζουν βαθύτερα την ελληνική ιστορία (που υπάρχουν), ή εάν το θέαμα ήταν κιτς (που ήταν), ή εάν έλειπαν η διαφορετικότητα και η πολυμορφία (που έλειπαν), ή αν μας ταΐζουν για άλλη μια φορά εθνικοπατριωτικά φρου φρου κι αρώματα (που μας ταΐζουν). Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο… είναι ότι το έθνος βρίσκει την αισθητική και ιδεολογική άρθρωσή του σε ένα τραγούδι, και μάλιστα τραγούδι που δεν είναι ο εθνικός ύμνος ή κάποιο στρατιωτικό εμβατήριο ή κάποια μεσαιωνική ιστορία ή κάποια παραδοσιακή μελωδία που

13.3.21

Διδάσκοντας όψεις του Ολοκαυτώματος μέσα από τη Λογοτεχνία – της Σωτηρίας Καλασαρίδου

«Το λουλούδι της φρίκης» του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου:
Διδάσκοντας όψεις του Ολοκαυτώματος μέσα από τη Λογοτεχνία 
[1]

Εισαγωγή και Παιδαγωγικό πλαίσιο [2]

Πολλά από τα λογοτεχνικά έργα αναπαριστούν τραυματικά γεγονότα του ευρύτερου ιστορικού κάδρου, αφηγούμενα την ίδια στιγμή τραυματικές ιστορίες των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων τους. Θα μπορούσαμε επομένως να ισχυριστούμε ότι τα παραπάνω λογοτεχνικά έργα εγγράφονται στη Λογοτεχνία που αφορά στο Τραύμα. Τούτη η εγγραφή στη Λογοτεχνία του Τραύματος ή στη Λογοτεχνία περί Τραύματος ικανοποιείται σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο διότι οι εν λόγω αφηγήσεις

12.3.21

Αρμονία των αντιθέτων-Κουτρουμπάκης Κώστας


Στο σπίτι η τάξη νικημένος στρατιώτης. Εκεί μονάχα, κρυμμένο και καλοθεμένο, το μικροαστικό όνειρο. Σερβίτσια, ποτήρια κολονάτα, μαχαιροπήρουνα –άπασαι αι ημέτεραι δυνάμεις.

Όλα αυτά εντός. Στην πάνω πλευρά του επίπλου το σπίτι συνεχίζει τον εαυτό του. Παιδικά παιχνίδια, μικροαντικείμενα κι ένα πορτοφόλι διαρκώς κενούμενο, σκονίζονται ατάκτως ερριμμένα φθείροντας τη σκηνοθετημένη συμμετρία των άκρων. Στο ένα η κορνίζα του μεσιανού αδερφού της