Βίκυ Δερμάνη
Ο Γιώργης Παυλόπουλος γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1924 στον Πύργο Ηλείας, όπου τελείωσε το Δημοτικό και το Γυμνάσιο. Τελειώνοντας το σχολείο, έφυγε για την Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει στη Νομική Σχολή. Οι σπουδές του δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ αφού αφοσιώθηκε στην ποίηση. Επέστρεψε στην γενέτειρά του όπου εργάστηκε ως λογιστής και ως γραμματέας στο ΚΤΕΛ Ηλείας, θάβοντας τον ποιητή στην καθημερινότητα της επιβίωσής του.
Υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς, αν όχι ο σημαντικότερος, μεταπολεμικούς ποιητές. Στα ποιήματά του συναντώνται τόποι γνώριμοι: ιστορία, μνήμη, απώλεια, έρωτας. Με γραφή απλή και άμεση, είναι σαν να ακούει κανείς τον εαυτό του να εξομολογείται. Οι στίχοι του είναι βιώματα δικά του. "Αυτό που γράφω το έχω ζήσει", έχει πει άλλωστε. Αλλά επίσης είναι και βιώματα του αναγνώστη ή ιστορίες που του έχουν αφηγηθεί.
Το πρώτο του ποίημα με τίτλο "Ο νεκρός Γ.Π." δημοσιεύτηκε το 1943, στο περιοδικό "Οδυσσέας", όπου ήταν και μέλος της συντακτικής επιτροπής.
Συνδέθηκε με φιλία αμοιβαίας πίστης και εμπιστοσύνης με τον συντοπίτη του ποιητή Τάκη Σινόπουλο. Αποτέλεσμα αυτού του δεσμού ήταν η από κοινού συγγραφή πειραματικών ποιημάτων. Μία άλλη πτυχή της δημιουργικής προσωπικότητάς του ήταν η ζωγραφική: τα έργα του παρουσιάστηκαν στην ΙΘ' Πανελλήνια Έκθεση Ζωγραφικής. Ποιήματά του κυκλοφόρησαν σε μετάφραση σε Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Πολωνία, Ρωσία, ΗΠΑ και Καναδά. Τα βιβλία του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις "Ερμής", "Νεφέλη", "Κέδρος", "Στιγμή" και "Γαβριηλίδης". Ήταν επίσης φίλος με τους πεζογράφους Νίκο Καχτίτση και Ηλία Παπαδημητρακόπουλο αλλά και με τον Γιώργο Σεφέρη.
Το 1971 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, σε μεγάλη ηλικία - όταν ζύγωνε τα πενήντα, με τίτλο "Το κατώγι". Ακολουθεί ένα δοκίμιό του για την ποίηση του Σεφέρη (1962) και η ποιητική συλλογή "Το σακί" (1980). Στις δυο πρώτες συλλογές παρακολουθούμε τα σημάδια της αγωνίας και της πάλης για ζωή. Η εθνική αντίσταση κι ο εμφύλιος πόλεμος αποτυπώνονται με τρόπο δραματικό, αλλά απαλλαγμένο από υπερβολές. Είναι μια αφήγηση που περιγράφει την τραγικότητα και τη σκληρότητα των γεγονότων χωρίς να βαραίνει με υπερβολές κι έντονους συναισθηματισμούς. Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική μετάφραση έργων των Έζρα Πάουντ, Τόμας Έλιοτ και Σίτγουελ. Το 1988 έρχονται τα περίφημα "Αντικλείδια". Η στροφή στη θεματολογία είναι φανερή. Ο έρωτας κι η ποίηση είναι οι πρωταγωνιστές. Στο ίδιο κλίμα και οι τρεις επόμενες συλλογές του, "Λίγος άμμος" το 1997, "Πού είναι τα πουλιά", το 2004, "Να μην τους ξεχάσω", το 2008, η συγκεντρωτική έκδοση "Ποιήματα 1943-1997" και η αλληλογραφία του "Γράμματα από την Αμερική" με πρόλογο και επιμέλεια του Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου.
Εκτός από τις έξι αυτές συλλογές ο Γιώργης Παυλόπουλος εξέδωσε το 1990 τα "Τριάντα τρία Χαϊκού" αλλά και δοκίμια για την ποίηση. Επίσης εκδόθηκε η αλληλογραφία του με τον φίλο του λογοτέχνη Νίκο Καχτίτση με τίτλο "Τα γράμματα του Νίκου Καχτίτση στον Γιώργη Παυλόπουλο", το 2002. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά "Ποιητική Τέχνη", "Ο Αιώνας μας", "Αιολικά Γράμματα", "Η Συνέχεια" αλλά και με την εφημερίδα "Η Καθημερινή". Ποιήματά του συμπεριλήφθηκαν στη Νεοελληνική Λογοτεχνία της Γ’ Ενιαίου Λυκείου.
Η ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου βγαίνει κατευθείαν από τον ζόφο του μεταπολέμου. Έγραψε ποιήματα, τα οποία συντονίζονται κυρίως με αλγεινά βιώματα από τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο της Αντίστασης και τον Εμφύλιο. Τα θέματά του είναι μικρά πένθη για τους νεκρούς αντάρτες και μεγάλες ελεγείες για το αδικαίωτο όραμα της Αριστεράς. Μας είχε πει ο ίδιος: "Περιμέναμε μια δικαίωση των αγώνων της Αντίστασης στο γενικό σκοτάδι που ερχόταν και το βλέπαμε εκείνα τα χρόνια. Πάντα απειλεί ένα σκοτάδι τον κόσμο. Σήμερα δεν βλέπω από πουθενά φως". Τα μηνύματα της ποίησης του Γιώργη Παυλόπουλου, αιώνια και πανανθρώπινα μαζί, προσπαθούν να δώσουν φωνή στο βασανισμένο, το δολοφονημένο, τον καταπιεσμένο σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης, είναι η φωνή της ιστορίας που δεν ολοκληρώνεται ποτέ, όπως και η ζωή και γι’ αυτό η καρδιά του ποιητή βρίσκεται παντού, όπου υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, παντού όπου χιονίζει, είτε στην Αθήνα, είτε στη Βαρσοβία, γιατί η πείνα, η κατοχή, ο πόλεμος, τα βασανιστήρια, ο θάνατος, η απογοήτευση, κάποτε και η απόγνωση, έχουν παντού και σε όλες τις εποχές το ίδιο πρόσωπο και οι φορείς που τα επιβάλλουν όλα αυτά είναι πανομοιότυποι ο ένας με τον άλλο και χρησιμοποιούν πάντα τις ίδιες μεθόδους για την επιβολή τους.
Είχε την ευτυχία με την πρώτη ποιητική του συλλογή, "Το κατώγι" (1971), να στρέψει πάνω του το ενδιαφέρον του Γιώργου Σεφέρη και του Βρετανού ελληνιστή Πίτερ Λίβι, ο οποίος μετέφρασε ποιήματά του. Ο νομπελίστας ποιητής, ο οποίος είχε χτίσει φιλική σχέση με τον νεότερό του δημιουργό, είχε αποφανθεί για τη δουλειά του: "Μ' ενδιαφέρει η ποίηση του Γ. Π. γιατί είναι αποτελεσματική χωρίς ψιμύθια. Λέγοντας ψιμύθια, εννοώ χωρίς γλωσσικούς κορδακισμούς, που συνήθως είναι επιφανειακά σχήματα χωρίς ν' αγγίζουν τίποτε στο βάθος - και η ποίηση είναι, αν μπορώ να πω, έκφραση βάθους".
Αυτή η συνεπής με τα ιδεολογικά πιστεύω της ποιητική φωνή, που προτίμησε τον κλειστό και απομονωμένο χώρο του επαρχιακού Πύργου από την πρόκληση της μεγάλης πόλης, δεν θα γράψει ξανά. Το τελευταίο ποιητικό του βιβλίο "Να μην τους ξεχάσω" θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις "Κέδρος".
Πέθανε στις 26 έξι Νοεμβρίου του 2008 σε ηλικία 84 ετών. Η κηδεία του Γιώργη Παυλόπουλου έγινε στις 3 μ.μ. από τη Μητρόπολη του Πύργου Ηλείας. Ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο του Πύργου, λίγο πιο πέρα από τον τάφο του φίλου του ποιητή Τάκη Σινόπουλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου