Ο Τάκης Σινόπουλος γεννήθηκε το 1917 στην Αγουλινίτσα, ένα χωριό της Ηλείας, αλλά ουσιαστικά μεγάλωσε στον γειτονικό Πύργο, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του το 1920. Ήταν από τους πιο σημαντικούς ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Τιμήθηκε με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1962. Είναι ο πρωτότοκος γιος του καθηγητή φιλολογίας Γιώργη Σινόπουλου και της Ρούσας-Βενέτας Σινοπούλου. Το βαφτιστικό του όνομα ήταν Πάικος. Ο Τ. Σινόπουλος είχε τρία αδέρφια, τον Αθανάσιο, τη Μαρία και τον Παύλο. Σπούδασε Ιατρική στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Πήρε μέρος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41 και έζησε τις εμπειρίες του εμφυλίου πολέμου 1946-49 ως στρατεύσιμος. Το καλοκαίρι του 1942 συλλαμβάνεται από τις Ιταλικές αρχές κατοχής και φυλακίζεται με την κατηγορία του αντιστασιακού. Έπειτα από ημέρες, περνά από στρατοδικείο στην Τρίπολη και αθωώνεται. Το Μάρτιο του 1944 παίρνει το πτυχίο της Ιατρικής η οποία αναμφίβολα έπαιξε έναν ουσιαστικό ρόλο στην ποίησή του, όπως υποστήριζε κι ο ίδιος. Την περίοδο του Εμφύλιου ο Σινόπουλος μετέχει στον πόλεμο ως γιατρός του 526ου τάγματος πεζικού. Από το 1949 ως το θάνατο του ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού, ήταν παθολόγος, στην Αθήνα. Για δυο χρόνια μένει στην Πλατεία Αμερικής και το 1951 μετακομίζει στον Περισσό, όπου εργαζόταν ήδη στο Ι.Κ.Α. Ν. Ιωνίας, στην οδό Αγ. Αναστασίας 7, όπου έμεινε για μερικά χρόνια. Στη συνέχεια μετακομίζει κι εγκαθίσταται οριστικά στο περίφημο σπίτι της τότε οδού Ναζλή 22, σημερινής Τάκη Σινόπουλου. Εκεί έζησε μέχρι το θάνατό του με τη σύζυγό του Μαρία Ντότα-Σινόπουλου, παντρεύτηκαν το 1972, η οποία ήταν κατά πολλά χρόνια μικρότερή του. Αγαπούσε τον ποιητή τόσο πολύ, που όπως λένε, δεν άντεξε το θάνατό του και πέθανε κι αυτή σύντομα. Ο Τάκης Σινόπουλος ασχολήθηκε με την ποίηση και την κριτική. Έργα του: "Μεταίχμιο" (1951), "Άσματα" (1953), "Η γνωριμία με τον Μαξ" (1956), "Μεταίχμιο Β'" (1957), "Ελένη" (1957), "Η νύχτα και η αντίστιξη" (1959), "Πέτρες" (1972), "Νεκρόδειπνος" (1972), "Χρονικό" (1975) κ.ά. Εμφανίστηκε στα γράμματα το καλοκαίρι του 1934, όταν στην τοπική εφημερίδα του Πύργου "Νέα Ημέρα" δημοσίευσε, με το ψευδώνυμο Αργυρός Ρουμπάνης, ένα ποίημα ("Προδοσία") κι ένα διήγημα ("Η εκδίκηση ενός ταπεινού"). Ενημερωμένος αναγνώστης, ήδη από τότε, της σύγχρονης λογοτεχνικής του παραγωγής, που την παρακολουθούσε κυρίως μέσα από τα περιοδικά της εποχής του, έρχεται νωρίς σε επαφή με τη νεωτερική ποίηση και τα ρεύματα του εικονισμού και του γαλλικού μετασυμβολισμού. Από το 1937, άλλωστε, αρχίζει να δημοσιεύει στα περιοδικά μεταφράσεις γαλλικής κυρίως ποίησης, ενώ δεν λείπουν και οι αποδόσεις στην ελληνική γλώσσα θεωρητικών κειμένων και δοκιμίων που αφορούν τη γλώσσα, τον στίχο και γενικότερα την ποίηση. Το 1951, σε ηλικία 34 ετών, ο Σινόπουλος εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή, το "Μεταίχμιο", που περιλαμβάνει ποιήματα που δημοσιεύθηκαν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Πρόκειται για μια συλλογή ποιημάτων που γράφτηκε από το 1944 ως το 1950, αφιερωμένη στον αδερφό του, Παύλο. Μόνο ένα, το τελευταίο της συλλογής με τον τίτλο "Άδης", αποτελεί προϊόν συνεργασίας του ποιητή με τον στενό φίλο και ομότεχνό του Γιώργη Παυλόπουλο, ένα είδος πειραματικής ποιητικής άσκησης που θα επαναληφθεί και στην αμέσως επόμενη συλλογή του, τα "Άσματα Ι-ΧΙ" (1953), καθώς και στη μεταγενέστερη "Η νύχτα και η αντίστιξη" (1959). Το "Μεταίχμιο" είναι απόρροια της εμπειρίας του Σινόπουλου από την Κατοχή και τον Εμφύλιο και, κατά ένα τρόπο, συμπυκνώνει τα εφιαλτικά του βιώματα. Με εμφανείς τις επιρροές από τον Γιώργο Σεφέρη, αλλά κυρίως τον Έζρα Πάουντ και τον Τ.Σ. Έλιοτ, τους οποίους ο νεαρός Σινόπουλος γνώρισε από σεφερικές μεταφράσεις ποιημάτων τους στο λογοτεχνικό περιοδικό "Τα Νέα Γράμματα" τη δεκαετία του '30, είναι διάχυτο σ' όλη τη συλλογή το κλίμα θανάτου και οι εικόνες φρίκης και καταστροφής. Το ποιητικό έργο του Σινόπουλου αριθμεί δεκαπέντε αυτοτελείς συλλογές (και δύο συγκεντρωτικές) από το 1951 έως το 1999, από τις οποίες οι δύο εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Πρόκειται για τη συλλογή "Το γκρίζο φως" του 1982 (με ποιήματα που είχαν δημοσιευθεί δύο χρόνια νωρίτερα στο περιοδικό "Εποπτεία") και για τη συλλογή "Ποιήματα για την Άννα" του 1999, μια σειρά ερωτικών ποιημάτων που γράφτηκαν το καλοκαίρι του 1963 και είναι αφιερωμένα στην Άννα Γεραλή. Παράλληλα, ο Σινόπουλος ασχολήθηκε με τη μετάφραση λογοτεχνικών κειμένων, αλλά και δοκιμίων από τα γαλλικά και τα αγγλικά, δραστηριότητα που ξεκίνησε ήδη από τη δεκαετία του 1930, ενώ κατά περιόδους κράτησε τη στήλη της βιβλιοκριτικής της ποίησης σε σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του (Σημερινά Γράμματα, Κριτική, Εποχές, Η Συνέχεια). Τέλος, από τη δεκαετία του 1960 και ύστερα από παρότρυνση της ποιήτριας και τεχνοκριτικού Ελένης Βακαλό, ασχολήθηκε με τη ζωγραφική εκθέτοντας με επιτυχία τα έργα του στη Γκαλερί "Ζυγός" τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο 1960. Το 1964 αποφασίζει να εγκαταλείψει τη ζωγραφική και ν' αφοσιωθεί αποκλειστικά στην ποίηση, η οποία του χάρισε πολλά βραβεία και διακρίσεις. Πεθαίνει στον Πύργο από ανακοπή ανήμερα του Πάσχα, στις 26 Απριλίου του 1981. Η σύζυγός του Μαρία Ντότα το 1995 δώρισε το σπίτι που έμενε στον δήμο Νέας Ιωνίας με σκοπό την στέγαση του ιδρύματος "Τάκης Σινόπουλος". Προτομή του ποιητή υπάρχει στην πλατεία, έξω από το σπίτι του, στην οδό Τάκη Σινόπουλου στον Περισσό.
Εδώ, μπορείτε ν’ ακούσετε την "Μάγδα". Διαβάζει ο Tάκης Σινόπουλος , Ανέκδοτη ηχογράφηση, Woodberry Poetry Room, 1964: http://www.snhell.gr/lections/content.asp?id=62&fbclid=IwAR1T3E2c2jISJME0Tcm4lh9gQ4R9vLh-PXKoasIdol1YjHZ12t7TPxBognA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου