Θωμάς Κοροβίνης
ΣΕ ΕΙΔΑ
Σ' εκείνο το στενό χωρίς λόγια.
Να γελάς για να μη φαίνεσαι.
Στην πλατεία Βικτωρίας να ξυρίζεσαι
με σάλιο σ' ένα καθρεφτάκι από τη Δαμασκό.
Με τις πέρδικες να κατεβαίνεις στη βρύση.
Κάτω από τους χυμούς των άστρων.
Να προσπερνάς την εξουσία της ομορφιάς.
Να λάμπεις στο άσεμνο.
-----------------------------------------------
Σ' εκείνο το στενό χωρίς λόγια.
Να γελάς για να μη φαίνεσαι.
Στην πλατεία Βικτωρίας να ξυρίζεσαι
με σάλιο σ' ένα καθρεφτάκι από τη Δαμασκό.
Με τις πέρδικες να κατεβαίνεις στη βρύση.
Κάτω από τους χυμούς των άστρων.
Να προσπερνάς την εξουσία της ομορφιάς.
Να λάμπεις στο άσεμνο.
-----------------------------------------------
ΕΝΕΚΕΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΙΑΣ ΣΟΥ
Έτσι τιτλοφορείται το το συνταρακτικό ποίημα-ποταμός που μας μοίρασαν την περασμένη Κυριακή στα Εξάρχεια, την ώρα του καφέ, μετά απ' το μνημόσυνο του πολύκλαυστου σημαντικού μας ποιητή Χριστόφορου Λιοντάκη. Δεν πρόλαβε να χαρεί την έκδοσή του. Ο Χριστόφορος αντλεί την έμπνευσή του από μοναδικό χωρίο του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου(μόνον εκεί υπάρχει η σχετική αναφορά) όπου περιγράφεται ένα παράδοξο εκστασιακής πνοής στιγμιότυπο : κατά την πρώτη σύλληψη του Ιησού κατ' εντολήν των Φαρισαίων, -ως επί ληστήν εξήλθετε μετά μαχαιρών και ξύλων συλλαβείν με- , όταν τον αφήνουν ελεύθερο, ένας νεανίσκος περιβεβλημένος με σινδόνη τον ακολουθεί μόνος. Τότε οι άλλου νεαροί που είχαν μείνει πίσω τον κρατούν. -Ο δε καταλιπών την σινδόνα γυμνός έφυγε απ' αυτών-.
Ο ποιητής συνομιλεί με το σήμερα ανοίγοντας διάλογο ή καταγγέλλοντας πολλές από τις πιο κρίσιμες περιοχές κοινωνικής και προσωπικής δοκιμασίας της εποχής μας : Οι χαίνουσες πληγές της ατομικής ερήμωσης, του ανολοκλήρωτου της επικοινωνίας, η βία της ταχύπλοης παγκοσμιοποίησης που έφερε αντίθετα αποτελέσματα απ' όσα είχε ευαγγελιστεί, το αίσχος της παγκόσμιας προσφυγιάς, το άλγος της ατομικής και της συλλογικής ορφάνιας μας, το ιερό ως ελπίδα μέσα στο βέβηλο, το ζητούμενο της επιστροφής στην ψυχική καθαρότητα, η ουτοπία του χαμένου παράδεισου.
Έτσι τιτλοφορείται το το συνταρακτικό ποίημα-ποταμός που μας μοίρασαν την περασμένη Κυριακή στα Εξάρχεια, την ώρα του καφέ, μετά απ' το μνημόσυνο του πολύκλαυστου σημαντικού μας ποιητή Χριστόφορου Λιοντάκη. Δεν πρόλαβε να χαρεί την έκδοσή του. Ο Χριστόφορος αντλεί την έμπνευσή του από μοναδικό χωρίο του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου(μόνον εκεί υπάρχει η σχετική αναφορά) όπου περιγράφεται ένα παράδοξο εκστασιακής πνοής στιγμιότυπο : κατά την πρώτη σύλληψη του Ιησού κατ' εντολήν των Φαρισαίων, -ως επί ληστήν εξήλθετε μετά μαχαιρών και ξύλων συλλαβείν με- , όταν τον αφήνουν ελεύθερο, ένας νεανίσκος περιβεβλημένος με σινδόνη τον ακολουθεί μόνος. Τότε οι άλλου νεαροί που είχαν μείνει πίσω τον κρατούν. -Ο δε καταλιπών την σινδόνα γυμνός έφυγε απ' αυτών-.
Ο ποιητής συνομιλεί με το σήμερα ανοίγοντας διάλογο ή καταγγέλλοντας πολλές από τις πιο κρίσιμες περιοχές κοινωνικής και προσωπικής δοκιμασίας της εποχής μας : Οι χαίνουσες πληγές της ατομικής ερήμωσης, του ανολοκλήρωτου της επικοινωνίας, η βία της ταχύπλοης παγκοσμιοποίησης που έφερε αντίθετα αποτελέσματα απ' όσα είχε ευαγγελιστεί, το αίσχος της παγκόσμιας προσφυγιάς, το άλγος της ατομικής και της συλλογικής ορφάνιας μας, το ιερό ως ελπίδα μέσα στο βέβηλο, το ζητούμενο της επιστροφής στην ψυχική καθαρότητα, η ουτοπία του χαμένου παράδεισου.
Θεσπέσια ποίηση, καταδίκη της σκλαβιάς και της κτηνωδίας, ύμνος της ανθρώπινης ομορφιάς.
Καλό Παράδεισο, ωραίε άνθρωπε, έξοχε ποιητή!
(εκδ. Γαβριηλίδη, 2019, επιμέλεια Κοραλίας Σωτηριάδου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου