Κώστας Γ. Παπαγεωργίου Επιμέλεια: Μισέλ Φάις A-A+ Η υποβλητική ατμόσφαιρα των σκοτεινών και παράδοξων ιστοριών του Ε. Α. Πόε επηρέασε και κινητοποίησε δημιουργικά σημαντικούς Ευρωπαίους και Ελληνες συγγραφείς, στην πλειονότητά τους εκπροσώπους ή θιασώτες του αισθητισμού. Η μέσω του Μποντλέρ, εξάλλου, σύνδεσή του με τον γαλλικό συμβολισμό και ο χαρακτηρισμός του ως καταραμένου ποιητή συνέβαλαν στη μετάφραση πολλών ποιημάτων του από νεορομαντικούς και νεοσυμβολιστές ποιητές του Μεσοπολέμου (Λαπαθιώτης, Ουράνης,
Παπανικολάου κ.ά.), οι οποίοι διδάχτηκαν από το έργο και τη ζωή του τρόπους φωτισμού και δημιουργικής εκμετάλλευσης των παράξενων και δυσεξιχνίαστων καταστάσεων του μυαλού και της ψυχής.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΝΤΟΥΝΙΑ . «Στη σαγήνη του Ε. Α. Πόε». Γαβριηλίδης, 2019, σελ. 213
Με αυτά τα δεδομένα, η Χριστίνα Ντουνιά επιχειρεί μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα περιδιάβαση σε ένα ευρύτατο λογοτεχνικό –ποιητικό και αφηγηματικό– πεδίο, με την πρόθεση να εντοπίσει και να σταθεί στις χαρακτηριστικότερες και δημιουργικά αποτελεσματικότερες συναντήσεις, στις πλέον ουσιώδεις διακειμενικές συνδέσεις ανάμεσα στον Ε. Α. Πόε και κορυφαίους Ελληνες λογοτέχνες. Φυσικό και δίκαιο ήταν λοιπόν να ξεκινήσει από τον Εμμανουήλ Ροΐδη, που πρώτος, το 1877, μετέφρασε και δημοσίευσε στον «Παρνασσό» το διήγημα του Πόε με τον τίτλο «Το πάθημα του κ. Βαλδεμάρου», συμβάλλοντας στην καθιέρωσή του στην Ελλάδα∙ ακολούθησε η δημοσίευση άλλων πέντε μεταφράσεών του, ώς το 1895, και άλλων τριών, ανάμεσα στις οποίες σημαίνουσα θέση κατέχει η λανθάνουσα επί μία εκατονταετία μετάφραση του πολύ γνωστού και εν παραρτήματι συμπεριλαμβανομένου στον ανά χείρας τόμο διηγήματος «Ο μαύρος γάτος». Χαρακτηριστική περίπτωση δημιουργικής επικοινωνίας με το έργο του Πόε αποτελούν και τα διηγήματα του Νίκου Επισκοπόπουλου, για τον οποίο ο Ξενόπουλος επισημαίνει, το 1895, «ότι κατόρθωσε εις ολίγας γραμμάς να περιλάβει κάτι τι του Πόου και του Μωπασάν συγχρόνως». Εχει προηγηθεί η δημοσίευση διηγημάτων του (τέλος του 1893), σαφώς επηρεασμένων από την ατμόσφαιρα και την τεχνική των ιστοριών του Πόε, με κυρίαρχα τα μοτίβα της τρέλας, του έρωτα, του θανάτου και των παραισθήσεων. Ξεχωριστό ενδιαφέρον, πάντως, παρουσιάζει η σχέση του Καρυωτάκη με τον Πόε που, αν και έγινε λόγος γι’ αυτήν από πολύ νωρίς, δεν εξετάστηκε όπως και όσο θα έπρεπε, γι’ αυτό και τώρα επιχειρείται μία όσο το δυνατόν λεπτομερέστερη και φιλολογικά εμβριθέστερη κατάδειξη των σημαντικότερων, προφανών και υποδόριων, σημείων επαφής των δύο ποιητών. Με αφετηρία την αδιαμφισβήτητη εμμονική προσήλωση του Καρυωτάκη στον Πόε, τον οποίο, σημειωτέον, γνωρίζει και βλέπει μέσα από τα μάτια του Μποντλέρ, η συγγραφέας καταλήγει σε καίριες επισημάνσεις, εντοπίζοντας την απώτερη καταγωγή της μελαγχολικής διάθεσης του Καρυωτάκη στο έργο του Πόε, παρά το γεγονός ότι εκ πρώτης θα μπορούσε κανείς να αναφερθεί στο μποντλερικό spleen. Ο Γιάννης Σκαρίμπας, εξάλλου, θαυμαστής του Καρυωτάκη, είναι φυσικό να γοητευτεί από την κυρίαρχη στο έργο του Πόε αίσθηση του παράδοξου –απόδειξη η συλλογή του «Ουλαλούμ», η ασπρόμαυρη εικονογράφηση του εξωφύλλου της οποίας παραπέμπει ευθέως στο σκηνικό του ποιήματος του τελευταίου και, όπως παρατηρεί ο Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, τα περισσότερα ποιήματά της συνδέονται άμεσα με το έργο του Πόε. Τον οποίο, όπως επισημαίνεται, «προσλαμβάνει διαμεσολαβημένο, προσαρμοσμένο στο κλίμα και στις ανάγκες της μεσοπολεμικής οικογένειας των νεοσυμβολιστών και των νεοντεκαντάν της Αθήνας». Ο Σεφέρης, κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, όσο καλλιεργείται η σχέση του με τους Γάλλους συμβολιστές, συγκαταλέγει τον Πόε ανάμεσα στους μεγάλους Ελληνες προγόνους του. Τον γνωρίζει πριν από τον Βαλερί και δεν παύει να τον διαβάζει και να τον τιμά ως ποιητικό πρόγονο δικό του αλλά και του συμβολισμού, ενώ το «Κοράκι» μοιάζει να τον απασχολεί επίμονα σε όλη τη διάρκεια των ποιητικών του αναζητήσεων. Η «γνωριμία» του με τον Ελιοτ, στη συνέχεια, θα τον οδηγήσει στους κόλπους του αγγλοσαξονικού μοντερνισμού και θα τον απομακρύνει από το έργο του Πόε και τον συμβολισμό γενικότερα. «Ο θαυμάσιος μεθυσμένος της Βαλτιμόρης» θεωρήθηκε ένας από τους προάγγελους του υπερρεαλισμού∙ στο πρώτο μανιφέστο (1924) συγκαταλέγεται στους προδρόμους του νέου κινήματος. Η βαρύτητα και η σημασία του ονείρου στο έργο του, η διάβρωση των ορίων ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο τον Εμπειρίκο, η θητεία του οποίου στην ψυχανάλυση συνέτεινε στη «σύσφιγξη» των σχέσεών του με τον Πόε, που το έργο του για ένα μεγάλο διάστημα υπήρξε πρόσφορο πεδίο για την εφαρμογή των ψυχαναλυτικών απόψεων στην περιοχή της λογοτεχνίας. Η Χριστίνα Ντουνιά, με φιλολογική εμβρίθεια, βαθιά γνώση και ευαισθησία, επιχειρεί και καταφέρνει με απόλυτη επιτυχία να καταδείξει τον τρόπο πρόσληψης ενός τεράστιου, για την παγκόσμια λογοτεχνία, μεγέθους, όπως είναι ο Πόε, από έξι συγγραφείς εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους, που έγραψαν σε διαφορετικές περιόδους και υπήρξαν εκφραστές διαφορετικών αισθητικών τάσεων και ιδεωδών, κατορθώνοντας, εντέλει, να δώσει μία ολοκληρωμένη εικόνα για την τύχη του Ε. Α. Πόε στην Ελλάδα για πάνω από μισό αιώνα.
https://www.efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/anoihto-biblio/208303_i-proslipsi-toy-e-poe-stin-ellada?fbclid=IwAR1sdx7cx4Rlw22KJNvkLPHiCIHCC1ju3ggWuqz7IaziPGZF6WSKYdVYsxY
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου