10.4.21

Ποίηση για το επιτήδευμα της ζωής


Χαρ. Γιαννακόπουλος 
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
Μου αρέσει καμιά φορά να παραφράζω, να λέω δηλαδή με δικά μου λόγια ποιήματα που έχω διαβάσει, αρκεί να προσφέρονται, εννοείται, γι’ αυτή τη δουλειά. Τη θεωρώ ως διαδικασία δημιουργική, διδακτική και απολαυστική. Ενα παράδειγμα: Το ποίημα του Αλντεν Νόουλαν «Χαίρομαι που είμαι εδώ», από το οποίο τιτλοφορείται ολόκληρη η επιλογή ποιημάτων του Καναδού ποιητή που μετέφρασε ο Γιάννης Παλαβός για τις εκδόσεις Loggia, αφηγείται μια συζήτηση μεταξύ του πατέρα και της μητέρας του τη μέρα που εκείνη, στα δεκατέσσερά της χρόνια, ανακάλυψε ότι είναι έγκυος. Μετά από κλάματα, σιωπές, φωνές και ψιθυρίσματα, αποφασίζουν τελικά να προχωρήσουν κάνοντας ό,τι καλύτερο μπορούν γι’ αυτό το παιδί και για τους ίδιους. Στο μεταξύ ο ποιητής, κουλουριασμένος στα σκοτεινά σπλάχνα της μητέρας του, καρδιοχτυπάει και χαίρεται που είναι εκεί. Χαίρεται που είναι ζωντανός. Η χαρά αυτή για το μυστήριο της ζωής είναι, ίσως, το κύριο χαρακτηριστικό της ποίησης αυτού του ποιητή. Γι’ αυτό και επανέρχεται κάθε τόσο, ως διάθεση ή και ως διατύπωση, στους στίχους του: «διότι το να μην έχεις γεννηθεί / είναι η μοναδική τραγωδία / που μπορούμε να φανταστούμε, / μα δεν χρειάζεται διόλου να τη φοβόμαστε». Κι είναι αυτή ακριβώς η διάθεση που κάνει τον Αλντεν Νόουλαν να ψάχνει, και να βρίσκει, την ομορφιά εκεί που, συχνά, λιγότερο περιμένουμε να τη συναντήσουμε. Οταν, φέρ’ ειπείν, αναρωτιέται ποιο ιστορικής σημασίας γεγονός έχει ζήσει στη ζωή του, αναφέρει μεν την κατάκτηση της Σελήνης από τον άνθρωπο, το 1969, αλλά τελικά καταλήγει να προκρίνει μια νύχτα που καθόταν με τον γιο του και τη γυναίκα του και τρώγανε φρυγανισμένο ψωμί με κανέλα ακούγοντας τις φωνές των οδοκαθαριστών κάτω από το παράθυρό τους. Κι ας έγινε αυτό σε μια γειτονιά όπου «ώς και τα σκυλιά / πιο εύκολα μαλώνουν / παρά τρώνε». Κι ας μην ήταν σε καμία περίπτωση ρόδινη η ζωή του. Η μητέρα του πήρε τον ίδιο και την αδελφή του και εγκατέλειψε τον αλκοολικό τους πατέρα όταν ο ποιητής ήταν τριών ετών. Λίγα χρόνια όμως αργότερα άφησε πάλι τα παιδιά της σ’ εκείνον και έφυγε μόνη αυτή τη φορά. Ο Νόουλαν εγκατέλειψε το σχολείο στην πέμπτη Δημοτικού και πολύ γρήγορα ξεκίνησε να εργάζεται ως εργάτης σε πριονιστήριο, υλοτόμος, αγρότης, νυχτοφύλακας και, λίγο αργότερα, ως δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός εκφωνητής, μάνατζερ ενός κάντρι συγκροτήματος, γραμματέας κ.ά. Στα τριάντα τρία του χρόνια διαγιγνώσκεται με καρκίνο του θυρεοειδούς, από τον οποίο θεραπεύεται μετά από τρεις δύσκολες χειρουργικές επεμβάσεις και χημειοθεραπείες. Λίγα χρόνια αργότερα θα του προσφερθεί η θέση του φιλοξενούμενου συγγραφέα στο Πανεπιστήμιο του Νιου Μπράνσγουικ, την οποία θα διατηρήσει μέχρι τον θάνατό του, το 1983, στα πενήντα του μόλις χρόνια. Δεν είναι καθόλου παράδοξο λοιπόν που γράφει κάθε τόσο για τις «οδύνες / που πηγάζουν / από την ανθρώπινη υπόσταση» και για τους ανθρώπους που θα σε μισήσουν, απλώς επειδή είναι άνθρωποι και οι άνθρωποι αυτό κάνουν. Ακόμα όμως και όταν, σε αυτές τις συνθήκες, οδηγήθηκε κάποτε, δύο φορές μάλιστα, στην αυτοκτονία, ακόμα και τότε αυτό που επιθυμούσε, λέει, δεν ήταν να πεθάνει, αλλά να αναστηθεί. Γιατί πάντα η ζωή είναι η ανώτερη αξία που αναγνωρίζει αυτός ο ποιητής. Η ζωή και η αγάπη. Η ανθρώπινη κατάσταση, η ίδια η ποιητική πράξη και κυρίως η δική του ζωή, στην οποία καταφέρνει ωστόσο να αποτυπώνει τη ζωή κάθε ανθρώπου, είναι τα βασικά θέματα της ποίησης του Αλντεν Νόουλαν. Και, μαζί με αυτά, η πλούσια φύση του Καναδά: δεν υπάρχουν πολλοί σύγχρονοι ποιητές που να έχουν δεξιωθεί τόσα ζώα στα ποιήματά τους. Στα σαράντα ποιήματα και μόνο που επέλεξε και μετέφρασε ο Γιάννης Παλαβός συναντάμε: φοράδες, σκυλιά, αλεπούδες, κότες, αρκούδες, πουλάρια, αγελάδες, γουρούνια, μια περήφανη αρσενική άλκη, καθώς και έναν ασυγκράτητο επιβήτορα ίππο, και γλάρους, μύγες, γάτες, ώς κι έναν θαλάσσιο ίππο με τον οποίο πιάνει κουβέντα ο ποιητής, σε ένα ποίημα το οποίο ο Μπίλι Κόλινς θα αισθανόταν πολύ περήφανος αν το είχε γράψει: «Τι ωραίο να συγκατοικείς / στη Γη με τέτοια πλάσματα / και πόσο αδιανόητο θα ήταν / να στερείσαι μια τέτοια χαρά / μην έχοντας γεννηθεί». Αυτό το χιούμορ που συναντάμε σε πολλά απ’ τα ποιήματα της συλλογής και η αμεσότητα της έκφρασής του, ο άνετος προφορικός τόνος και η ελεύθερη εκτύλιξη του στίχου, η ελαφρότητα της διατύπωσης και η βαθύτητα της συγκίνησης, η σκληρότητα της καθημερινότητας που γνώρισε ο ποιητής σε όλη του τη ζωή μαζί με την τρυφερότητα της ματιάς του είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της γραφής του. Μιας ποιητικής γραφής την οποία η μετάφραση του Παλαβού υπηρετεί ιδανικά, καταφέρνοντας κυρίως αυτό που είναι συχνά το πιο δύσκολο, να διατηρήσει και στα ελληνικά τη φυσικότητα του προφορικού τόνου που βρίσκουμε στο αγγλικό πρωτότυπο. Και να μας γνωρίσει έναν άγνωστο αλλά οικείο, σημαντικό ποιητή, που ήταν κρίμα να μην έχουμε ώς τώρα διαβάσει. 
 Προσωπογραφία του ποιητή από τον Stephen Scott

Δεν υπάρχουν σχόλια: