21.4.21

«Ντελικάτη γυναίκα» της Αλεξάνδρας Μπακονίκα


Κύριο χαρακτηριστικό των ποιημάτων της Αλεξάνδρας Μπακονίκα ευθύς εξαρχής, από το 1984 δηλαδή οπότε δημοσίευσε την πρώτη της ποιητική συλλογή, υπήρξε η εκφραστική της τόλμη και η σταθερή της προσήλωση στο θέμα του έρωτα – στην έκσταση και στην απελπισία του, στη σωματική ηδονή και στην ψυχική πλήρωση, στη θαλπωρή και την απόρριψη. Οι τίτλοι και μόνο των βιβλίων της αρκούν για να επιβεβαιώσουν τη γενική αυτή παρατήρηση: «Το γυμνό ζευγάρι», «Θείο κορμί», «Παρακαταθήκη ηδυπάθειας», «Πεδίο πόθου».
Στα τελευταία ωστόσο βιβλία τής ποιήτριας απ’ τη Θεσσαλονίκη παρατηρούμε μια θεματική διαφοροποίηση, που και πάλι δηλώνεται από τους τίτλους των δύο τουλάχιστον από αυτά: «Ηδονή και εξουσία», η συλλογή του 2009, «Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων» η επόμενη. Το ίδιο ισχύει και για την τωρινή «Ντελικάτη γυναίκα» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις. Σαν να ανοίγει, θα λέγαμε, το πλάνο της η Μπακονίκα για να συμπεριλάβει ως υλικό της ποίησής της περισσότερες όψεις της πραγματικότητας, βάζοντας δίπλα στην ηδονή την εξουσία και πλάι στις αισθήσεις το τραγικό και το παράπονο στο οποίο αυτά οδηγούν.
Δεν υπαινίσσομαι φυσικά πως η ποίηση της Αλεξάνδρας Μπακονίκα υπήρξε αποκομμένη από τον κοινωνικό περίγυρο ή αδιάφορη για τη σκληρότητα της ανθρώπινης φύσης. Το αντίθετο θα έλεγα. Αν κάτι μοιάζει ωστόσο να έχει αλλάξει σε αυτές τις τελευταίες συλλογές της, αυτό είναι η αναλογία που μοιράζονται στις σελίδες τους η λάμψη του έρωτα (και της ανάμνησής του) από τη μία και το τέρας της πραγματικότητας, όπως το ονομάζει, από την άλλη. Όλο και συχνότερα η ποιήτρια ζώντας την πεζή καθημερινότητα καταλήγει σε απογοητευτικά συμπεράσματα και πικρές αλήθειες: «Λύπες σκληρές σαν λόγχες / στραγγίζουν το σθένος μου» και «Μέχρι τον λαιμό χώθηκα στο ζέον παράλογο / και την ασχήμια του κόσμου», διαβάζουμε στην «Ντελικάτη γυναίκα».
Η ζωή, η ζωή μας ως άτομα εντός της κοινωνίας, μας λέει η ποιήτρια, βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, ο κόσμος είναι ένα θηριοτροφείο, όπου κυριαρχεί η κυνικότητα και η σκληρότητα, το μασκάρεμα και οι ανταγωνισμοί, η απληστία και ο φθόνος, η ματαιοδοξία και η βία, το θράσος και η δουλοπρέπεια. Μαζί με αυτά όμως η ίδια η ύπαρξη κυριαρχείται από την τραγικότητα και από το παράλογο. Και η Αλεξάνδρα Μπακονίκα γράφει πια έχοντας πικρή πείρα η ίδια από αυτά: «Τα οικτρά που φοβόσουν, / οι βαριές, τραγικές λύπες έχουν μπει στη ζωή σου / να σε καταποντίσουν».
Έτσι, η δεύτερη ενότητα της ποιητικής συλλογής, με τον τίτλο «Το παράπονο», είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένη από την ποιήτρια στη μνήμη της κόρης της, όπου καταγράφει τη σκληρή πορεία της μέσα στην αρρώστια και ως τον θάνατο, τον «ληστρικό μακελάρη». Από τις μέρες του νοσοκομείου και τον αγώνα για τη θεραπεία ως το μαύρο γεγονός και την πικρή παρηγοριά της ανάμνησης. Που φέρνει την ποιήτρια πίσω στην ποιητική και ηθική αφετηρία της, στην παραδοχή της καταλυτικής δύναμης του έρωτα ως μοναδικής άμυνας έναντι της κακίας του κόσμου και της τραγικότητας της ζωής:
ΣΠΙΘΑ
Αν και καταπονημένη από την αρρώστια,
όταν τελείωσε με τις ακτινοβολίες
που έπρεπε να υποβληθεί στην κλινική,
πήγαμε στην παραλία για καφέ.
Σαν από άμυνα,
για να διατηρεί τη σπίθα της ζωής μέσα της,
γύρισε τη συζήτηση στο αίνιγμα του έρωτα,
με αναφορές σε δυνατές εμπειρίες της.
Με την αρρώστια ύπουλα να σπάζει,
να κομματιάζει και να λεηλατεί,
σαν από άμυνα, για τη σπίθα της ζωής μέσα της,
αποζήτησε τη θαλπωρή της ηλιόλουστης παραλίας
και την καταλυτική δύναμη του έρωτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: