Η νέα ποιητική συλλογή του Στέλιου Μαφρέδα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς τον τρόπο με τον οποίο προβάλλεται ο βασικός θεματικός πυρήνας της που είναι η ιδέα του θανάτου. Από τα βασικά μυθολογικά σχήματα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας ως προς το αναπόφευκτο του θανάτου μέχρι την πλατωνική φιλοσοφία και τις χριστιανικές αντιλήψεις, το βασικό αυτό ζήτημα περί θανάτου σχετίζεται με τον εναγώνιο φόβο του ποιητικό εγώ μπροστά στην απεραντοσύνη του άγνωστου και του αδιερεύνητου επέκεινα.
Στο ποίημα: «Άλκηστις», με έντονα θεατρικά στοιχεία τα οποία καθιστούν πιο εύληπτη και άμεση την αφήγηση στον αναγνώστη, ο θάνατος, ο ύπνος και το όνειρο ευθυγραμμίζονται με αντίπαλον δέος τη δύναμη του ποιητικού υποκειμένου στα όρια της ύπαρξης ή του επέκεινα να διατηρεί αλώβητη τη μνήμη των βιωμένων. Στο ποίημα: «Χέρι στον ώμο», οι ερεβώδεις τόνοι της μακάβριας περιγραφής του ανθρώπου που βρίσκεται στο χείλος του θανάτου, εξισορροπούνται από τη μεταφυσική αίσθηση της ύπαρξης της θείας παρουσίας στο υπερβατικό άπειρο. Στο ποίημα: «Δίκαιο του πολέμου», ο χρόνος είναι ο μεγάλος αντίπαλος του δημιουργού, τού υπενθυμίζει το πεπερασμένο και τον μοναχικό του αγώνα ώστε να οδηγηθεί στο αυτεξούσιο σε προδιαγεγραμμένα χρονικά όρια.
Στο ποίημα: «Παραδοχή του Νόμου», ο θάνατος προβάλλεται υπό το ένδυμα του νόμου, άρα ως κάτι νομοτελειακό και αναπόφευκτο, συνάλληλο της μοίρας. Στην «Βεατρίκη», η ποίηση καθίσταται το αιώνιο εργαλείο που μέσω της μνήμης διατηρεί αιώνια την παρουσία των προσώπων στη γη. Στην «Επαλήθευση», οι στίχοι αποκτούν οντότητα και βαρύτητα μονάχα όταν συνιστούν ανακλαστικό δείκτη των βιωμένων εμπειριών. Στο «πριν και μετά», ο αγνωστικισμός ως προς το θάνατο ενεργοποιεί ζωτικούς αμυντικούς μηχανισμούς που διέρχονται όλοι μέσα από τα σταυροδρόμια της ποίησης.
Στο ποίημα «Όλοι έχουμε απ’ αυτόν», ο θάνατος στην μεταφορική του έκφανση γίνεται κομμάτι όλων μας, καθώς στη ζωή ανιχνεύονται κύτταρα θανάτου. Αυτό συνεπάγεται ότι στην αποσύνθεση ενέχεται η ανασύνθεση, ιδίως στο χώρο της ποίησης αυτή συνδέεται με την πνευματική δημιουργία. Στο ποίημα «θα κάνω κτήμα μου», η αιωνιότητα γίνεται κατάκτηση μέσω της ποίησης. Όταν μεταβαίνεις μέσω αυτής στο υπερβατικό, τότε τα «Γενέθλια» αποκτούν άλλη σημασιοδότηση. Δεν συμβολίζουν το χρόνο που φεύγει αλλά το χρόνο που είναι πια κτήμα σου, αιώνια προσωπική κατάκτηση.
Πρόκειται για μια εξαιρετική συλλογή που συνδυάζει τον μινιμαλισμό στα εκφραστικά σχήματα με την αμεσότητα της γραφής. Παρά το βαρύ θέμα του θανάτου, η αριστοτεχνία του δημιουργού ως προς τον τρόπο προβολής των επιμέρους θεματικών καθιστά το αποτέλεσμα περισσότερο αισθητικό και θεατρικό παρά δραματικό-τραγικό. Ο χρόνος που φεύγει δεν τρομάζει στον Μαφρέδα γιατί μέσω των στίχων του δίνεται η δυνατότητα στον κάθε αναγνώστη να διεισδύσει βαθιά στην υπαρξιακή του ποίηση ανακαλύπτοντας ο καθένας προσωπικούς δρόμους αυτοέκφρασης. Σε αυτή τη βάση, ο θάνατος καθίσταται σε αυτή τη συλλογή μια αναγεννητική διαδικασία, που σε φέρνει σε αντιπαράθεση με εσωτερικές φοβίες για να βγεις, ωστόσο, πιο δυνατός από αυτή την οντολογική αναμέτρηση. Η ουσία της συγκεκριμένης συλλογής συνίσταται στους παρακάτω στίχους:
Δεν καλλιεργώ κλίμα ηττοπάθειας.
Σε κλίμα ποιήματος θέλω πάλι να βρεθώ
να συγκρουστώ με κάθε βάρβαρο εσμό
με κάθε είδωλο και μάντη,
να έχω την αίσθηση πως είμαι ακόμη στην αρχή
τώρα που το τέλος μια σπιθαμή απέχει. [1]
Το τέλος γίνεται έτσι αρχή μέσα από την αέναη ψυχική αναδόμηση μέσω ποίησης. Η ποιητική δημιουργία για τον Μαφρέδα είναι μια αδιάλειπτη διαδικασία αποκρυπτογράφησης, όπως αποδίδεται εμφατικά στο ποίημα «Ημέρα αποκρυπτογράφησης», που επικοινωνεί υπόγεια με την «Πολύμνια» του Καρυωτάκη:
[….] Ως πότε κρυπτώνυμη θα ζεις μες στα εφύμνια
να ψάχνω τις ακροστιχίδες από την αρχή.
Θα’ ρθει μια μέρα και θα αποκρυπτογραφηθεί
το όνομα που τώρα σε λέω, Πολύμνια![2]
Ως προς την επίδραση του Καρυωτάκη, αξίζει να θυμηθούμε τα εύστοχα λόγια του Αργυρίου:
«Μήπως τα λογοτεχνικά έργα που έχουν ιδεολογική, πολιτική διάσταση ή, αλλιώς, εκείνα που φαίνονται να κοιτάζουν τον κόσμο “από δική τους οπτική γωνία”, που όμως δεν ανήκει σε συγκεκριμένη συντεχνία, και φαίνεται να απαντούν σε ευρύτερες “αγωνίες”, δημιουργώντας “ανταποκρίσεις” […], τα εκφράζουν κάποιες από τις “διάχυτες ροπές μιας εποχής” οι οποίες έχουν αντικειμενική υπόσταση; [….] Και μήπως κάποιες “διάχυτες ροπές” μιας εποχής δεν ανήκουν σε μια και μόνο εποχή, αλλά έχουν […] “οικουμενικό” χαρακτήρα;».[3]
Η αποκρυπτογράφηση, βέβαια, της ποίησης του Μαφρέδα, όπως και κάθε ποιητικού δημιουργού, εμπλέκει και τον εκάστοτε αναγνώστη στην ερμηνευτική, σύμφωνα με τη θεωρία της πρόσληψης. Το σημαντικό είναι ότι κάθε ποίημα αυτής της συλλογής είναι ένα ελπιδοφόρο, ανοιχτό κάλεσμα στον καθένα μας ώστε να αποκτήσει ένα κομμάτι από την αιωνιότητα του πνεύματος συνιστώντας μέρος της ζωογόνας, μετασχηματιστικής και ανατροφοδοτικής διαδικασίας που λέγεται ποίηση.
[1] «Κλίμα ποιήματος», στο: Στέλιος Θ. Μαφρέδας, Βήμα πριν, Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 2021 σ.39.
[2] «Ημέρα αποκρυπτογράφησης», ό.π.σ.49.
[3] Αλέξανδρος Αργυρίου, «Καρυωτακισμός: ‘Ένα φαινόμενο μέσα και έξω από τη λογοτεχνία» στο: Επιστημονικό Συμπόσιο: Καρυωτάκης και καρυωτακισμός (31 Ιανουαρίου και 1 Φεβρουαρίου 1997), εκδ. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας (Ιδρυτής: Σχολή Μωραΐτη), [Αθήνα 1998], σσ.159-160.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου